Η Popaganda στο Λονδίνο: Εσύ πως αισθάνεσαι για τη Reese Witherspoon;

 

Αν υπάρχει μία ταινία που θα σε κάνει να αγαπήσεις την Reese Witherspoon, όχι ακριβώς την πιο συμπαθή ηθοποιό του Hollywood, αυτή είναι το Wild, που έκανε το βράδυ της Δευτέρας την ευρωπαϊκή του πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Λονδίνου. Κι όχι γιατί η Witherspoon παραδίδει καμιά ερμηνεία για τα χρονικά, αλλά κυρίως γιατί η οσκαρούχος πρωταγωνίστρια του Walk the Line (2005) αφήνεται στο απαλό σκηνοθετικό χέρι του Jean-Marc Vallee, που με μεθυστικό μοντάρισμα μιας τσακισμένης ζωής, αναδεικνύει την εύστοχη διακριτικότητα του σεναρίου του Nick Hornby για το πώς μερικοί άνθρωποι χρειάζεται να περπατήσουν χίλια μίλια έρημο για να βρουν τον εαυτό τους, ακριβώς όπως κάποιοι άλλοι μπορούν να διασχίσουν ολόκληρη τη ζωή τους χωρίς να καταλάβουν ότι δεν τον συνάντησαν ποτέ.

Βασισμένο στα απομνημονεύματα της Cheryl Strayed, Wild: From Lost to Found on the Pacific Crest Trail, το Wild ακολουθεί την ηρωίδα του σε ένα οδοιπορικό λύτρωσης που θα την πάρει απ’ το Μεξικό και θα την φτάσει στον Καναδά, ψάχνοντας στα αχανή τοπία, ψήγματα της γυναίκας που ήθελε η μάνα της να την καμαρώσει να γίνεται, αντί για «το κορίτσι που λέει “ναι” αντί για “όχι”», όπως καταλήγει να αυτοχαρακτηρίζεται. Σε πολλά επίπεδα μια ιστορία για το πώς διαχειρίζεται κανείς την απώλεια, το σενάριο του Hornby αποκαλύπτει σταδιακά κι αποσπασματικά το πώς η ηρωίδα του έπεσε στη μέση του πουθενά, και ο Jean-Marc Vallee, ο σκηνοθέτης που έστησε απ’ το μηδέν το περσινό οσκαρικό φαινόμενο του Dallas Buyers Club (2013), αποδεικνύεται για άλλη μια φορά σκηνοθέτης όχι μόνο με σπάνια ευαισθησία και συμπόνοια για τους κατεστραμμένους χαρακτήρες του, αλλά και με τεράστια αγάπη για τους ηθοποιούς του. Στα χέρια του, η Reese Witherspoon ξεπερνά όλα τα όρια που είχε θέσει η ως ώρας ερμηνευτική πορεία της και μπαίνει σε σίγουρη τροχιά για τα Όσκαρ, παραδίδοντας την πιο σωματική ερμηνεία της καριέρας της, και μαζί το μεγαλύτερο τσαλάκωμα του προφίλ της διπλανής πόρτας που φρόντιζε να της διατηρήσει το τριγύρω της χολιγουντιανό κύκλωμα.

Η ταινία ανοίγει με τους ρυθμικούς αναστεναγμούς της Witherspoon να παρέχουν ηχητική αναστάτωση στο ειδυλιακό τοπίο της άγριας αμερικανικής υπαίθρου, κι αν δεν ήξερες το θέμα της θα μπορούσες να περιμένεις το Wild του τίτλου να συμπληρώνεται μ’ ένα Spring Break από πίσω. Όμως, όσο κι αν σε επαναφέρουν στην τάξη η ματωμένη κάλτσα, οι μώλωπες στη γάμπα και το ξεκολλημένο νύχι απ’ το πόδι, που γεμίζουν το πλάνο όταν η κάμερα τραβιέται προς τα πίσω, να είσαι σίγουρος ότι η ζωή της Cheryl Strayed έχει πολλές περισσότερες εκφάνσεις του wildness μέσα της, απ’ την άγρια ύπαιθρο με την οποία θα έρθει αντιμέτωπη στα 115 λεπτά που ακολουθούν. Γιατί, όπως αναφέρεται και στην ταινία, υπάρχουν πολλοί τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς την απώλεια. Κι Cheryl τους είχε δοκιμάσει όλους. 

Με τους τρόπους που μπορεί να διαχειριστεί κανείς την απώλεια καταπιάνεται εν μέρει και η νέα ταινία του Francois Ozon, το The New Girlfriend / Η Νέα Φιλενάδα, όπου το μαύρο χιούμορ που ξεχειλίζει απ’ τους τίτλους έναρξης ακόμα, σε προετοιμάζει για την ελαφρότητα με την οποία απογειώνει ακόμη και τα πιο βαριά μελωμένα μελοδράματά του το τρομερό παιδί της γαλλικής εμπορικής πρωτοπορίας. Κι η αρχική αίσθηση δεν αργεί να επιβεβαιωθεί, αφού φέτος ο Γάλλος αποφάσισε να παρενδύσει τον Romain Duris για να στήσει ένα αρρωστιάρικα ξεβολευτικό σε στιγμές παιχνίδι με την σεξουαλική ταυτότητα, αλλά και την πολυπρόσωπη φύση της γυναικείας φιλίας. 

Απωθημένοι πόθοι και καταπιεσμένες ανάγκες συγκρούονται με κοινωνικούς φραγμούς και ψυχολογικά όρια στις εξοχές της αστικής Γαλλίας, όταν ο θάνατος εξιδανικευμένης γαλανομάτας ξανθιάς με αλογίσιο χαμόγελο ρίχνει εκτός ισορροπίας τις ζωές τόσο του άντρα της, όσο και της κολλητής της απ’ το σχολείο φιλενάδας. Η Anais Demoustier κι ο Romain Duris παίζουν το ζευγάρι των τεθλιμμένων, το πένθος των οποίων τους φέρνει πιο κοντά, αλλά όχι ακριβώς με τον τρόπο που φαντάζεσαι. Ο χηρευμένος σύζυγος ανακαλύπτει εκ νέου το λανθάνων πάθος του για τα γυναικεία ρούχα, κι η φιλενάδα της μακαρίτισσας τον βοηθάει με τα κομπινεζόν του, τόσο όσο χρειάζεται για να σουλουπώσει κάτω απ’ τις περούκες του την τέλεια αντικαταστάτρια της εκλιπούσης κολλητής.

Ανησυχητικά τα συμπλέγματα που αναπτύσσονται, τόσο για το πώς ο ένας χρησιμοποιεί τα πάθη του άλλου για να συμπληρώσει τις δικές του ανεπάρκειες, όσο και για το βαθμό στον οποίο κινδυνεύουν να εκτροχιαστούν οι ζωές τους, όταν οι δυο τους αποφασίζουν να παραδοθούν στα απωθημένα τους –το οποίο είναι ενδεικτικό, βέβαια, του πόσο τους έχουν απομακρύνει απ’ τον αληθινό τους εαυτό οι κοινωνικές επιταγές στις οποίες επέλεξαν να υποταχθούν. Δυστυχώς για τις δυνατότητες της ταινίας όμως, σε αντίθεση με τον Vallee που αγαπά αρκετά τους ήρωές του για να τους ακολουθήσει στο καθαρτήριό τους, η σχέση του Ozon είναι πιο παθολογικού, προστατευτικού τύπου, ενώ το σενάριό του δεν έχει και καμιά κάψα για ιδιαίτερο καυτηριασμό του αστισμού.

Αντίθετα, ο σκηνοθέτης φαίνεται να το διασκεδάζει πολύ περισσότερο απ’ όσο επιτρέπουν στον θεατή οι απότομες βουτιές του στο γκροτέσκο, κι όσο πλησιάζει προς το φινάλε της, η ταινία του καταλήγει να μοιάζει περισσότερο με μισοψημένη απάντηση στο Laurence Anyways / Λόρενς για Πάντα (2012) του Xavier Dolan, παρά με την αυτόφωτη αιρετική κωμωδία που ξεκίνησε να είναι.

Η Popaganda παρακολουθεί τρόπους διαχείρισης απώλειας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου, χάρη στην υποστήριξη της Aegean Airlines.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης