Η Popaganda στις Κάννες: Έγκλημα στο Le Petit Majestic

Οι Κάννες δεν ευνοούν τους πειραματισμούς. Πιθανότατα μια απ’ τις ακριβότερες πόλεις στην από ‘δώ μεριά του γαλαξία, και σίγουρα οικοδέσποινα του οικονομικά πιο απαιτητικού φεστιβάλ στον πλανήτη σινεμά, η κορωνίδα της γαλλικής Ριβιέρα κρύβει πολύ δυσάρεστες και προπάντων πολύ ακριβές παγίδες για όποιον αποφασίσει να ξεστρατίσει απ’ την πεπατημένη. Μια πεπατημένη που έχει χαραχθεί απο χρόνια εμπειριών και σειρά δοκιμών κι αποτυχιών, κι η οποία έχει για σημάδια της τις προειδοποιητικές πινακίδες πιονέρων πρωτεργατών με ονόματα γραμμένα στην ομίχλη της Ιστοριάς.

Στην πόλη όπου μια σαλάτα του σεφ μπορεί να χρεωθεί στα €25 για πλάκα, ένα κουτάκι κοκακόλα θα σε βάλει μέσα άλλο ένα τάλιρο αν είσαι τυχερός, κι αν κάνεις το λάθος να ξεμείνεις άκαπνος αφού έχουν κλείσει οι ταμπακερίες, μπορεί να πληρώσεις και κάνα €15άρι το πακέτο των €7, σε αυτήν την πόλη το Le Petit Majestic είναι ένα καταφύγιο. Κρυμμένο στο μικρό σύμπλεγμα απο τα λαβυρινθώδη στενάκια που γεμίζουν το κενό ανάμεσα στην λεωφόρο κατανάλωσης με το όνομα Rue d’ Antibes, και την πίσω πλευρά των ξενοδοχειακών εμβλημάτων της Κρουαζέτ, Grand Hotel και JW Marriott, ακριβώς δίπλα σε μια σειρά από μερικές απ’ τις πιο επικίνδυνες τουριστοπαγίδες της περιοχής, το Le Petit Majestic ειναι σαν κάποιος να πήρε ένα κομμάτι Εξάρχεια και να το πέταξε πίσω απ’ το Κολωνάκι και δίπλα απ’ το Φαληράκι.

Μία τρύπα σ’ ένα τοίχο που καταφέρνει και γεμίζει την αλάνα μπροστά του με μερικές εκατοντάδες κόσμου, να στέκουν σαρδελιασμένοι κι όρθιοι, αγανακτώντας με την ίδια τους την οχλαγωγία όταν δεν φωνάζουν για να την ξεπεράσουν, το LPM είναι ασαφές πότε ξεκίνησε να γίνεται το μόνο αδιαμφισβήτητο στέκι των Καννών. Τα καθαρά ποτά και οι χαμηλές τιμές πάντως (το χαμηλό ειναι θέμα οπτικής, αλλά τα €7 για τη μεγάλη draft ειναι σαν να σου τη χαρίζουνε στις Κάννες), ειναι σαφώς βασικός λόγος που το μαγαζί κρατάει τη μαγιά που χρειάζεται για να μαζεύει κάθε μα κάθε βράδυ τους ίδιους και τους ίδιους ανθρώπους πάντα μα πάντα εδώ.

Σύσσωμη σχεδόν η ελληνική αντιπροσωπεία αφήνει τα βράδια το τάμα της, ξανθωποί Σκανδιναβοί, φινετσάτοι Βέλγοι, αχτένιστες βορειοβαλκάνιες, ξυνισμένες Ιταλίδες, ξενισμένες Πορτογαλίδες, χρεπιασμένοι ανταποκριτές που μετά βίας σούρθηκαν ως εδώ μετά από ολοήμερο σερί προβολών, φρακοφόροι διανομείς που μόλις σχόλασαν απ’ την επίσημη πρεμιέρα της βραδιάς, κουστουμαρισμένοι παράγοντες μπουκωμένοι απ’ τα φαντεζί καναπεδάκια του πριβέ πάρτυ που σχόλασε κι ήρθαν με τις καλλίπυγες συνοδούς τους να τους δείξουν οτι ειναι του καναπέ, ειναι και του πεζοδρομίου, ο κύριος με το σκυλί, η κυρία με τα hot dog, δημοσιογράφοι, παραγωγοί, φεστιβαλάρχες, ατζέντηδες και πιαριτζήδες, wannabes κι αεριτζήδες, όλοι  περνάνε μια βόλτα να συναντήσουν τους διεθνείς τους ομολόγους και να συμβάλλουν στην αδιάκοπη βοή αυτής της ολονύχτιας κυψέλης.

Ίσως το μόνο μαγαζί στον πλανήτη Γη που εχει μόνιμα μεγαλύτερη ουρά στις τουαλέτες αντρών αντί στις γυναικείες χωρίς να ‘ναι gay spot, το LPM ειναι ενας ατέλειωτος μπουφές για networking. Ο κόσμος που μπορείς να μιλήσεις και να μην ξέρεις τι θα αντικρίσεις ειναι τόσο πολύς κ που ίσως γι’ αυτο αρνείται να αδειάσει ποτέ. Κι οταν λέμε ποτέ, εννοούμε ούτε όταν ένα random βράδυ Τετάρτης, με το ρολόι να έχει περάσει ήδη στα μονοψήφια και την πρωινή δημοσιογραφική των 8:30 να πλησιάζει επικίνδυνα, η αλάνα αποκτά ατμόσφαιρα αθηναϊκής εξέγερσης με μυρωδιά από pepper spray.

Με τρόπο μάλλον όχι τόσο κινηματογραφικό όσο θα μπορούσαν να φανταστούν οι περισσότεροι απ’ τους παρευρισκόμενους, αγριεμένες φωνές σ’ αυτούς τους ακατάληπτους συρτούς λαρυγγισμούς που για κάποιο λόγο επιμένουν να χρησιμοποιούν ως γλώσσα όλοι οι Γάλλοι, καταφέρνουν να ξεπεράσουν την πηχτή βαβούρα που ξαφνικά σταματά, κι όλα τα βλέμματα γυρίζουν προς την άκρη της αλάνας – σαν κάτι να κοιτούν πάνω απ’ τον ώμο μας. Κραυγές και αγγομαχητά εναλλάσσονται με το ήχο κορμιού να χτυπιέται σε λαμαρίνα, κι απ’ το ελληνικό πηγαδάκι στρέφουμε αργά το κεφάλι προς τα πίσω, ενώ η θάλασσα του κόσμου αρχίζει να χωρίζεται.

Τρεις οπλισμένοι αστυνομικοί προσπαθούν να ακινητοποιήσουν δυο λιπόσαρκους μελαχροινούς, γαλλικές «φιλοφρονήσεις» ανταλλάσσονται, σπρέι εκτινάσσονται κι ο αέρας αποκτά μια επίγευση πικάντικη, σαν εκείνο το κοτόπουλο που είχες πάρει extra spicy μια φορά στο ινδικό για να το παίξεις γκόμενος στα κοριτσάκια και ύστερα έψαχνες αέρα ν’ ανασάνεις. Ο κόσμος σκορπίζει στο parking παραδίπλα, οι καταδιωκόμενοι αδρανοποιούνται, δυο περιπολικά εμφανίζονται απ’ το πουθενά και τους εξαφανίζουν, και το πλήθος των Καννών έχει μόλις βιώσει μάλλον το μόνο περιστατικό ενεργής αστυνομικής δράσης που πήρε είδηση φέτος, σε μια πόλη που ήταν οχυρωμένη σαν αστακός.

Έχοντας μόλις πέρυσι αποτελέσει σκηνικό για ληστεία λαφύρων που χτύπησαν ρεκόρ ($137 εκατομύρια σε διαμάντια έκαναν φτερά από το Carlton), οι Κάννες κατέβασαν στην ηλιόλουστη περατζάδα τους το μεγαλύτερο αριθμό δυνάμεων καταστολής που έχει φιλοξενήσει η πόλη κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ πιθανότατα απ’ το Μάη του ’68. 200 δημοτικοί αστυνομικοί, 350 πάνοπλοι κανονικοί, και πάνω απο 400 ιδιωτικοί, τελούν σε επιφυλακή από την πρώτη μέρα της διοργάνωσης. Με έναν απλό περίπατο στην Κρουαζέτ μετράς δεκάδες κλούβες και μεταγωγικά διάσπαρτα στα σημεία κλειδιά των κεντρικών διασταυρώσεων και των μεγάλων ξενοδοχείων, οι κλισαρισμένες ξανθές με τα πατίνια κάνουν στην άκρη για να περάσουν οι ποδηλάτες με τα γκλομπ, και η έφιππη φρουρά αποτελεί φέτος ένα από τα πλέον πολυφωτογραφημένα αξιοθέατα.

Οι πεζοί αστυνομικοί απλώνονται ανά ντουζίνες στην παραλία τις ώρες αιχμής των απογευματινών και βραδινών πρεμιερών, οχι μονάχα για τη ρύθμιση της κυκλοφοριας της Κρουαζέτ που αυτές τις ώρες μοιάζει με τις αρτηρίες υπέρβαρου Τεξανού εθισμένου στο grilled cheese, αλλά και για την απαραίτητη διαχείριση του πλήθους, που όταν πιάνει μυρωδιά αστέρα στο χιλιόμετρο, παθαίνει ομαδική υστερία που κανένα από τα εκατοντάδες μέτρα καγκελόφραχτη δεν μπορεί να συγκρατήσει. Κι όλους αυτούς, τους επιβλέπει ένα πλέγμα κλειστών συστημάτων παρακολούθησης τόσο ευρύ κι αναπτυγμένο, που θα το ζήλευε κι ο χαρακτήρας του Morgan Freeman στο The Dark Knight.

Αυτά όμως δεν ειναι παρά άλλη μια μέρα στο ζωολογικό κήπο για τους ψημένους (απ’ την πείρα κι απ’ την μπύρα) βετεράνους του Le Petit Majestic, που λίγα λεπτά μετά την ανανέωση της αγαπημένης τους γωνιάς με φρέσκο οξυγόνο, έχουν καταλάβει κάθε σπιθαμή πεζόδρομου, και για να επιστεγάσουν τη βραδιά, έχουν τραβήξει μέσα στο μαγαζί μια παρέα περιφερόμενων μουζικάντηδων, για να στήσουν ένα δικό τους αυτοσχέδιο πάρτυ. Ξέρεις, από αυτά που δεν τελειώνουν ποτέ.

*Η Popaganda ανακρίνει υπόπτους και εξετάζει μάρτυρες στις κλούβες των Καννών, χαρη στην υποστήριξη της Aegean Airlines.

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης