Η πιο αναμενόμενη ταινία του φετινού Φεστιβάλ Καννών έκανε πρεμιέρα χτες και υπενθύμισε, για άλλη μια φορά, τον κίνδυνο που κρύβουν οι μεγάλες προσδοκίες, ειδικά σε ένα φεστιβαλικό πλαίσιο. Επιστρέφοντας μετά από 23 χρόνια στο είδος που ο ίδιος καθόρισε, ο καναδός auteur Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ είχε ήδη διατυμπανίσει τις φρίκες της νέας του ταινίας Crimes Of The Future πριν τις αποκαλύψει επί της οθόνης, όμως το αποτέλεσμα περισσότερο σε αφήνει με σηκωμένους ώμους παρά με σηκωμένη την τρίχα. Ναι, το σώμα διασταυρώνεται για άλλη μια φορά με τη νέα τεχνολογία μέσα από σαρκικές τομές και νυστέρια, αλλά, πέρα από μερικά “νοσοκομειακά” κοντινά, το cringe είναι απογοητευτικά περιορισμένο (εκτός αν μετρήσουμε την ερμηνεία της Κρίστεν Στιούαρτ.)
Στον κόσμο του Crimes Of The Future, ελάχιστοι άνθρωποι νιώθουν πια πόνο και η ανθρώπινη εξέλιξη έχει πάρει απρόβλεπτη τροπή, με τη δημιουργία καινούργιων οργάνων μέσα στο σώμα. Ο Σολ και η Καπρίς, δύο performance artists που υποδύονται ο Βίγκο Μόρτενσεν και η Λεά Σεντού, έχουν χτίσει μια υπολογίσιμη φήμη στους underground καλλιτεχνικούς κύκλους χάρη στο σόου τους, στο οποίο η Καπρίς κάνει τατουάζ στα “νεο-όργανα” που καλλιεργούνται μέσα στον Σολ και στη συνέχεια τα αφαιρεί χειρουργικά μπροστά στα μάτια των συγκεντρωμένων θαυμαστών. Το δυστοπικό πακέτο συμπληρώνεται από την ύπαρξη μιας γραφειοκρατικής οργάνωσης που καταγράφει όλους τους μεταλλαγμένους ανθρώπους σαν τον Σολ, στην οποία εργάζονται δύο υπάλληλοι (Ντον Μακέλαρ και Κρίστεν Στιούαρτ), και μια αστυνομική μονάδα που ερευνά τη νέα μορφολογική πραγματικότητα και προσπαθεί να ελέγξει τις απρόβλεπτες συνέπειες των μεταλλάξεων (ανάμεσά τους και η δολοφονία ενός μικρού αγοριού από τη μητέρα του, επειδή είχε αναπτύξει την ικανότητα να μεταβολίζει πλαστικό και στην αρχή της ταινίας έφαγε ένα μικρό κάδο απορριμάτων.)
Ο Κρόνενμπεργκ έχει πολλές σκέψεις – αυτό φάνηκε, άλλωστε, από όλες τις συνεντεύξεις του σχετικά με το Crimes Of The Future, που συνδύαζαν hype και ένα σωρό ιδέες για το σώμα, όμως η μετάφραση αυτών των σκέψεων σε κινηματογραφική γλώσσα έχει καταλήξει σε ένα ξεχειλωμένο, φλύαρο σενάριο, χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση ή ενέργεια. Όπως σε αρκετές σύγχρονες ταινίες, το vibe είναι το θέμα: οι ήρωες πειραματίζονται, φιλοσοφούν, κινούνται στο σκοτάδι και την αβεβαιότητα των πράξεών τους με φόντο την post-industrial αισθητική μιας αόριστα μελλοντικής Αμερικής (στην πραγματικότητα τα βρώμικα στενά της Αθήνας, που συμβάλλουν άψογα στη δημιουργία ενός νοσηρού κλίματος). Η εσωτερική τερατογένεση αποτελεί αντικείμενο καλλιτεχνικής περιέργειας και αρρωστημένης, ίσως, έμπνευσης, όμως υπάρχει κάτι πεζό και συμβατικό στην παραμονή της σε στενά “ανθρώπινα” πλαίσια, και, κατά συνέπεια, στα ήδη γνωστά και πεπερασμένα όρια.
Πάντως, το απρόσμενο body horror ήρθε τελικά από αλλού, συγκεκριμένα από την Νορβηγία, με την κωμωδία Sick Of Myself, που προβλήθηκε στην παράλληλη ενότητα Ένα Κάποιο Βλέμμα και φάνηκε πολύ πιο πρόθυμη να παραδοθεί στο χιούμορ των απίθανων καταστάσεών της. Μια νεαρή σερβιτόρα, η Σίγκνε (άλλη μια αξιοπρόσεκτη ερμηνεία από την πρωταγωνίστρια του Ninjababy, Κριστίν Κούτζαθ Θορπ), παρατηρεί απογοητευμένη τους πάντες γύρω της, και ειδικά το φίλο της, να έχουν πετυχημένη επαγγελματική και κοινωνική ζωή, ενώ η δική της δεν διαθέτει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή προοπτική. Μια μέρα, γίνεται μάρτυρας μιας επίθεσης σκύλου σε μια περαστική έξω από το καφέ που δουλεύει και, βλέποντας την προσοχή και τη φροντίδα όλων απέναντι στο θύμα, αποφασίζει να παραγγείλει τεράστιες ποσότητες ενός παράνομου ρωσικού χαπιού που προκαλεί παραμορφώσεις στο δέρμα, τις οποίες και καταναλώνει με την ελπίδα η αρρώστια της να την κάνει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Και το καταφέρνει: γίνεται εξώφυλλο σε περιοδικά, την αναγνωρίζουν στο δρόμο, ο φίλος της τη θαυμάζει, ένα πρακτορείο μοντέλων τής προσφέρει συμβόλαιο… όλα αυτά ενώ η μορφή της και το σώμα της επιδεινώνονται όλο και περισσότερο, κάτι που η Σίγκνε δεν αφήνει να τη σταματήσει.
Όπως και η ηρωίδα του, ο νορβηγός σκηνοθέτης και σεναριογράφος Κρίστοφερ Μπόργκλι δεν διστάζει να δοκιμάσει τα όρια του καλού γούστου για να καταφέρει το σκοπό του: για εκείνον ο απύθμενος εγωισμός, η άνιση δυναμική των σχέσεων, η εμμονή με την εύκολη φήμη και ο ανταγωνισμός που συχνά βρίσκεται μόνο μέσα στο κεφάλι μας διακωμωδούνται εύκολα και γενναιόδωρα, με βαριές δόσεις αηδιαστικού μακιγιάζ και μια απολαυστική ερμηνεία από την Θορπ, στο ρόλο μιας κοινωνιοπαθούς που έχει βρει την ευρεία αποδοχή και την προσοχή από ένα κοινό που δεν μπορεί να αποτραβήξει το βλέμμα. Κι αυτό είναι το έγκλημα του παρόντος.
Η Popaganda καλύπτει το 75ο Φεστιβάλ Καννών με την ευγενική χορηγία της Aegean Airlines.