ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Ψυχολογική υποστήριξη για το δυστύχημα στα Τέμπη: Μιλήσαμε με τους ειδικούς

Έχουν περάσει πλέον εννιά ημέρες από τη στιγμή που έφτασε στα μάτια μας η είδηση του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο, το πένθος είναι βαρύ και δύσπεπτο. Ο κόσμος είναι και θα συνεχίσει να είναι μουδιασμένος και οργισμένος, για μία από τις πιο θανατηφόρες σιδηροδρομικές τραγωδίες όλων των εποχών. Μέσα στο τρένο της γραμμής Αθήνα – Θεσσαλονίκη, που συγκρούστηκε με εμπορική αμαξοστοιχία την προηγούμενη Τρίτη, βρίσκονταν κυρίως νέοι άνθρωποι, φοιτητές που επέστρεφαν στις σχολές τους μετά από το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας.

Είναι πλέον κοινά αποδεκτό, πως η τεχνολογία θα σταματούσε αυτόματα τα τρένα πριν συγκρουστούν. Ο μη εκσυγχρονισμός του δικτύου άφησε όμως τον πιο πολυσύχναστο σιδηροδρομικό διάδρομο της Ελλάδας ευάλωτο σε αυτό που έχει σχεδιαστεί για να αποτρέπει κάθε σύστημα ασφαλείας: το ανθρώπινο λάθος.

Οι συνέπειες αυτής της χρόνιας αδιαφορίας και του επακόλουθου δυστυχήματος αποτυπώνονται στους επιβαίνοντες του τρένου, στους τραυματίες που κατακλύζουν ακόμη το Νοσοκομείο της Λάρισας, στο οικογενειακό περιβάλλον, τους φίλους και τους συμφοιτητές των θυμάτων και των τραυματιών, αλλά και στους διασώστες και το προσωπικό της Hellenic Train που βίωσε αυτή την τραγωδία. Πέρα από τα σωματικά τραύματα, οι άνθρωποι καλούνται να διαχειριστούν το ψυχικό τραύμα της σύγκρουσης και του σκηνικού που αυτή άφησε πίσω της. Από την πρώτη στιγμή, κλιμάκια επαγγελματιών ψυχικής υγείας, αποτελούμενα από ψυχιάτρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, βρέθηκαν στα νοσοκομεία διακομιδής των θυμάτων του δυστυχήματος για να προσφέρουν την ανάλογη υποστήριξη.

Μιλώντας στην Popaganda, η Άλτα Πανέρα, υπεύθυνη ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και τραυματοθεραπεύτρια του Κέντρου Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης (ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ.) του ΑΠΘ, και ο Μενέλαος Θεοδωρουλάκης, υπεύθυνος της 24ωρης τηλεφωνικής Γραμμής Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306 και πρόεδρος της Ομοσπονδίας Φορέων Ψυχικής Υγείας «Αργώ», δίνουν την εικόνα του ψυχικού αποτυπώματος αυτής της δυστοπίας στους ανθρώπους, επισημαίνοντας τους τρόπους με τους οποίους παρέχεται ψυχολογική υποστήριξη στους εμπλεκόμενους και τονίζοντας παράλληλα όσα είναι σημαντικό να γνωρίζει το περιβάλλον των επιβαινόντων και των τραυματιών προκειμένου να μη συμβάλλει στον επανατραυματισμό τους.

Το ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ. παρέχει δωρεάν ψυχολογική παρέμβαση στους φοιτητές και τις φοιτήτριες του Α.Π.Θ. που νιώθουν πως επηρεάστηκαν από τα γεγονότα, είχαν άμεση ή έμμεση εμπειρία του δυστυχήματος, ή βιώσαν την απώλεια ή τον τραυματισμό ατόμων του περιβάλλοντός τους. Ακόμα, το τηλέφωνο του κέντρου, 2310-992621, είναι διαθέσιμο σε οποιονδήποτε έχει επηρεαστεί άμεσα ή έμμεσα από την τραγωδία και επιθυμεί να λάβει υποστήριξη ή πληροφορίες.

Όπως αναφέρει η κα. Πανέρα, «Έως αυτή τη στιγμή, έχουμε έρθει σε επαφή με αρκετά άτομα που βρίσκονταν στο τρένο, αλλά και με φίλους, συμφοιτητές και συγγενείς ατόμων τα οποία τραυματίστηκαν σοβαρά ή έχουν χάσει τη ζωή τους, ακόμη και με μέλη του προσωπικού της Hellenic Train. Υπάρχει και ένας μικρότερος αριθμός φοιτητών και φοιτητριών που έχουν νιώσει έντονες επιπτώσεις του γεγονότος, παρόλο που δεν τους αγγίζει άμεσα, είτε επειδή ταξιδεύουν με αυτό το τρένο, είτε λόγω της γενικότερης εγγύτητας με την τοποθεσία του δυστυχήματος. Παρέχουμε δωρεάν θεραπευτικές παρεμβάσεις, ατομικά ή σε μικρές ομάδες, στόχος των οποίων είναι, με την εφαρμογή ειδικών πρωτοκόλλων, η ενίσχυση της συναισθηματικής αποφόρτισης και αυτοφροντίδας, η βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης και η συμβολή στην αποφυγή βραχυπρόθεσμων ή μακροπρόθεσμων ψυχολογικών δυσκολιών».

Συζητώντας για τους τρόπους με τους οποίους το ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ. του ΑΠΘ υποστηρίζει όσους επηρεάστηκαν από το σιδηροδρομικό δυστύχημα, η κα. Πανέρα εξηγεί πως, «Βοηθάμε με όποιον τρόπο ταιριάζει, με όποιον τρόπο είναι φροντιστικός εκείνη τη στιγμή για το κάθε άτομο. Πρωταρχικός μας στόχο, προτού φτάσουμε στη διερεύνηση του τραύματος, είναι να βοηθήσουμε σε αυτό που λέμε σταθεροποίηση, το οποίο αφορά τεχνικές οι οποίες ενισχύουν την αυτοφροντίδα, την αίσθηση ελέγχου του εαυτού, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών. Είναι σημαντικό ο άνθρωπος να νιώθει πως κρατάει τον εαυτό του, ότι τον αγκαλιάζει με έναν τρόπο σταθεροποιητικό, πως πατάει στα πόδια του όσο μπορεί. Στην παρούσα φάση δεν προχωράμε σε επεξεργασία του τραύματος, ούτε σε βάθος θεραπείας προτού το καταφέρουμε αυτό».

«Επίσης, δεν εξυπηρετεί να ζητάμε από τους ανθρώπους να μας διηγηθούν το τι τους συνέβη. Βλέπουμε συχνά στα τηλεοπτικά ΜΜΕ, οι δημοσιογράφοι να ρωτάνε τους επιβαίνοντες ξανά και ξανά για το τι συνέβη. Αν κάποιος νιώθει πραγματικά την ανάγκη να εξιστορήσει κάτι, να το κάνει, όμως σε γενικές γραμμές δεν θέλουμε να σκαλίζουμε το βίωμα των ανθρώπων γιατί η επίμονη διερεύνησή του έχει και μία επανατραυματική διάσταση», προσθέτει.

Πέρα από το ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ., στη Θεσσαλονίκη έχουν κινητοποιηθεί οι Πανεπιστημιακές Ψυχιατρικές Κλινικές και το Εργαστήρι Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας του Τμήματος Ψυχολογίας, μεταξύ των οποίων υπάρχει μία συντονισμένη προσπάθεια για παροχή φροντίδας σε όσους έχουν ανάγκη. Όπως επισημαίνει η κα. Πανέρα, «Παρέχονται διαφορετικές υπηρεσίες ανάλογα τον πληθυσμό και το βίωμα. Πολλοί συνάδελφοι επίσης στη Λάρισα βρέθηκαν αμέσως δίπλα στους ανθρώπους για να τους υποστηρίξουν. Εμείς θα συνεχίσουμε να είμαστε δίπλα τους, και θα είμαστε εκεί για όσους νιώσουν την ανάγκη να απευθυνθούν σ’ εμάς δύο και τρεις μήνες αργότερα. Όσον αφορά στην πανεπιστημιακή κοινότητα, είμαστε δίπλα στους φοιτητές για ό,τι προκύψει και μπορούμε να συμπορευτούμε, και αυτή η παρουσία μας δεν έχει ημερομηνία λήξης, όπως δεν έχει ημερομηνία λήξης και το τραύμα των ανθρώπων».

Αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο το περιβάλλον των επιβαινόντων και τραυματιών πρέπει να τους συμπαρασταθεί, η Ψυχολόγος του ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ. τονίζει πως, «Αυτή είναι μια κουβέντα που κάνω με καθηγητές αυτές τις μέρες. Ειδικά στα τμήματα που υπάρχουν απώλειες φοιτητών, το σημαντικό είναι να δώσουμε έναν χώρο και χρόνο έκφρασης, ώστε να μπορέσουν οι σπουδαστές να μοιραστούν πώς βιώνουν αυτή την τραγωδία, πώς τους έχει επηρεάσει και πώς την αντιμετωπίζουν. Δίνουμε χώρο στις σκέψεις και τα συναισθήματα, χωρίς όμως να τα κατευθύνουμε και χωρίς να γίνεται κάποια προσπάθεια εξομάλυνσης της κατάστασης. Το περιβάλλον δεν πρέπει να προσπαθεί να δώσει μια θετική νότα στα πράγματα, αλλά να μεταδίδει ένα μήνυμα αποδοχής της εμπειρίας του άλλου ανθρώπου, με όλο τον πόνο από τον οποίο αυτή συνοδεύεται. Είναι αναγκαίο να αποδεχτούμε πως ναι, δεν θα μπορούσαν να είναι αλλιώς αυτή τη στιγμή τα πράγματα, δεν θα μπορούσαμε να είμαστε καλά. Και είναι εντάξει να μην νιώθουμε καλά μέσα σε αυτή την πραγματικότητα».

«Πενθούμε ως κοινότητα αυτή τη στιγμή, έχουμε συγκλονιστεί, οπότε δεν πρέπει να περιμένουμε να εξομαλυνθεί αυτό ούτε σήμερα ούτε αύριο. Φυσικά ο καθένας και η κάθε μία πρέπει να βρούμε τρόπους να ανακουφιστούμε στο μέτρο που είναι εφικτό, χωρίς όμως να μεταδίδεται η αίσθηση από το περιβάλλον, πως αν δυσκολευόμαστε, κάτι δεν πηγαίνει καλά σ’ εμάς. Να είμαστε φροντιστικοί με την αίσθηση της αποδοχής του ότι αυτή είναι μια εποχή την οποία δεν μπορούμε να προχωρήσουμε πιο γρήγορα απ’ όσο προχωράει. Θα πάρει καιρό, και συνειδητοποιώντας το αυτό αφαιρούμε ένα βάρος, γιατί είναι βάρος να ζητάμε από κάποιον να ξεπεράσει κάτι που δεν μπορεί και δεν πρέπει να βιαστεί να το ξεπεράσει. Οι συγγενείς είναι σημαντικό να κατανοήσουν πως οι αντιδράσεις σε αυτό το τραυματικό γεγονός δεν εμφανίζονται όλες άμεσα. Μπορεί να εξωτερικευτούν και μετά από δύο και τρεις εβδομάδες».

Ανατρέχοντας σε όσα της μετέφεραν άτομα που ταξίδευαν με το τρένο, σχετικά με τη στάση των συγγενών τους, η ψυχολόγος του ΑΠΘ αναφέρει πως, «Συχνά οι επιβαίνοντες ακούνε από το περιβάλλον τους: “τι στεναχωριέσαι, μια χαρά είσαι, εσύ επιβίωσες”. Καταλαβαίνω πως οποιοσδήποτε νιώθει μια αβάσταχτη θλίψη μπροστά σε αυτή την απίστευτη συνθήκη, προσπαθεί να αποφορτιστεί και να κάνει το συμβάν στην άκρη. Αυτό όμως δημιουργεί μια ενοχή στον άνθρωπο που δεν νιώθει καλά, ενώ είναι εντάξει να μην νιώθει καλά, είναι φυσιολογικό. Επίσης, εμποδίζει τη δίοδο επικοινωνίας που θέλουμε να κρατήσουμε ανοιχτή με τους δικούς μας».

«Αυτό που συζητάμε ως κοινότητα και είναι συγκλονιστικό, είναι πόσα έχει βιώσει αυτή η φουρνιά φοιτητών. Πέρα από το εγκληματικό δυστύχημα στα Τέμπη, τα παιδιά έχουν εκτεθεί σε μια σειρά τραυματικών γεγονότων, ξεκινώντας από την πανδημία και την καραντίνα, σε μία διετία που υπήρχε ο φόβος της μετάδοσης, ο περιορισμός και η αναστολή της καθημερινότητας. Ύστερα, οι φοιτητές επέστρεψαν σε ένα Πανεπιστήμιο φρουρούμενο από ΜΑΤ και σε βίαια επεισόδια, και τώρα συμβαίνει το δυστύχημα, που είναι άλλης κλίμακας και εγκληματικότητας, αλλά αφορά και πάλι τα ίδια άτομα. Είναι οι ίδιοι νέοι φοιτητές που ξεκινούν την ενήλικη ζωή τους σε μια τέτοια συνθήκη, από το ένα τραύμα στο άλλο, από τη μία δυστοπική κατάσταση στην άλλη», καταλήγει.

Σύνθημα σχηματισμένο με κεράκια μπροστά από τη Βουλή, κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης διαμαρτυρίας μελών της νεολαίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, Αθήνα Σάββατο 4 Μαρτίου 2023. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΛΕΣΙΔΗΣ

Η 24ωρη τηλεφωνική Γραμμή Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306, είναι διαθέσιμη σε όλους όσοι έχουν επηρεαστεί, με οποιονδήποτε τρόπο, από το σιδηροδρομικό δυστύχημα. Οι άνθρωποι της γραμμής έχουν καλέσει έως τώρα με δική τους πρωτοβουλία περισσότερους από 150 επιβαίνοντες του τρένου που δεν βρίσκονται σε κατάσταση νοσηλείας, για να τους ενημερώσουν για την ύπαρξη της γραμμής και τη δυνατότητα υποστήριξης μέσω αυτής εφόσον τη χρειαστούν.

Ο Μενέλαος Θεοδωρουλάκης, υπεύθυνος της εθνικής γραμμής, αναφέρθηκε με τη σειρά του στο έργο που παρέχουν οι εργαζόμενοι αυτές τις ημέρες: «Η αναγκαιότητα της γραμμής είναι πολύ μεγάλη αυτές τις μέρες. Γι’ αυτόν τον λόγο προχωράμε σε δύο επιπλέον παρεμβάσεις: Δημιουργούμε στη γραμμή την επιλογή 3 που θα απευθύνεται στους εμπλεκόμενους κάθε είδους στο δυστύχημα στα Τέμπη (τραυματίες, επιβαίνοντες, οικογένειες θυμάτων και τραυματιών, διασώστες και προσωπικό της Hellenic Train), στην οποία κατά προτεραιότητα θα απαντάμε μέσω του τηλεφωνικού μας κέντρου. Ακόμη, προβλέπεται η προσαύξηση των εξυπηρετούντων στη γραμμή, από 12 που είναι ανά βάρδια, σε 20. Δεχτήκαμε παράπονα από ορισμένους ανθρώπους για το ότι η γραμμή ήταν κατειλημμένη, και σεβόμενοι τις αυξημένες ανάγκες προχωράμε σ’ αυτές τις παρεμβάσεις».

Εξηγώντας τη διαδικασία με την οποία οι άνθρωποι του Κέντρου ήρθαν σε επαφή με τους επιβαίνοντες, τονίζει πως, «Αρχικά καλέσαμε όλους τους επιβαίνοντες που δεν βρίσκονται σε κατάσταση νοσηλείας (περισσότερους από 150), για να τους ενημερώσουμε άμεσα για τη λειτουργία της γραμμής και τη δυνατότητα να απευθυνθούν για ψυχολογική υποστήριξη εφόσον το επιθυμούν, όλο το 24ωρο, δωρεάν, ανώνυμα και εμπιστευτικά. Τους εξηγήσαμε πως εάν αισθάνονται ψυχολογική επιβάρυνση, μπορούν να μας ζητήσουν να μπουν σε εξ αποστάσεως πρόγραμμα ψυχολογικής υποστήριξης. Αυτή τη δυνατότητα έχουν αξιοποιήσει ήδη 8 επιβαίνοντες και δύο οικογένειες θυμάτων και τραυματιών».

Ρωτώ τον κ. Θεοδωρουλάκη για τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι της γραμμής στηρίζουν τους εμπλεκόμενους στο δυστύχημα. «Σε πρώτο επίπεδο παρέχουμε το πρόγραμμα της εξ αποστάσεως διαδικτυακής υποστήριξης, όπου κάνουμε και μία αξιολόγηση, καθώς δεν θέλουμε από την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία να πιέσουμε τους ανθρώπους με ερωτήσεις. Οι έμπειροι συνεργάτες έχουν διαχειριστεί και τις πυρκαγιές στο Μάτι, στην Εύβοια, στη Ζαχάρω, αλλά και την αεροπορική τραγωδία με το Helios Airways το 2004. Τώρα, αυτό για το οποίο προσπαθούν πρωτίστως, είναι να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αποφορτιστούν, αφήνοντάς τους να εκθέσουν τα όποια τους συναισθήματα. Η ευερεθιστότηκα και η οργή κυριαρχούν».

Και συνεχίζει: «Σε δεύτερο επίπεδο, εάν διαγνώσουμε ότι υπάρχει περίπτωση το αρχικό σοκ να μετατραπεί σε οξύ στρες και μετατραυματικό στρες, που θα έχει επίδραση στη λειτουργικότητα των ατόμων, θα γίνουν οι ανάλογες παραπομπές σε ειδικούς ψυχικής υγείας. Αυτό όμως συνήθως συμβαίνει μετά τον πρώτο-δεύτερο μήνα από το δυστύχημα για τους επιβαίνοντες, όπως αντίστοιχα και στους ανθρώπους που πενθούν. Να τονίσουμε για τους συγγενείς, πως η απόσυρση, η θέληση για απομάκρυνση και αποστασιοποίηση από την καθημερινότητά τους, είναι εύλογη το πρώτο διάστημα και πρέπει να την αποδεχτούμε. Στη συνέχεια μπαίνουμε στη διερεύνηση της θλίψη τους και του πένθους, ώστε να δούμε αν έχουν πάρει τη μορφή κατάθλιψης, και τότε εφόσον χρειαστεί, θα τους παραπέμψουμε σε εξειδικευμένα προγράμματα». 

Η πλειονότητα των ανθρώπων, σύμφωνα με τον υπεύθυνο της γραμμής, θεωρεί πως από τα πρώτα 24ωρα οι εμπλεκόμενοι θα έχουν συνειδητοποιήσει τι τους έχει συμβεί και θα αναζητήσουν υποστήριξη. Ωστόσο, όπως τονίζει ο ίδιος, «ο κάθε άνθρωπος διαχειρίζεται στον χρόνο του ένα τραυματικό γεγονός. Σε όσους μας κάλεσαν διερευνητικά από την πρώτη κιόλας εβδομάδα, εξηγήσαμε ότι το αυξημένο στρες τις πρώτες μέρες, η δυσκολία στην πρόσληψη τροφής και στον ύπνο, είναι λογικό να υπάρξουν καθώς έχουν έρθει σε επαφή με σοκαριστικές εικόνες. Παραπάνω διερεύνηση απαιτείται εφόσον περάσει ένα διάστημα κάποιων ημερών και οι επιβαίνοντες συνεχίσουν να έχουν flashbacks από τη στιγμή της σύγκρουσης, ή οξύ στρες και αϋπνία. Τότε απαιτείται εις βάθος υποστήριξη. Περιμένουμε αυτή την εβδομάδα να κλιμακωθεί η ανάγκη των ανθρώπων».

Τέλος, αναφερόμενος σε όσα έχουν μοιραστεί οι άνθρωποι που επέβαιναν στο τρένο της γραμμής Αθήνα-Θεσσαλονίκη, ο κ. Θεοδωρουλάκη εξηγεί πως, «Μας έχουν καλέσει επιβαίνοντες από τα τελευταία βαγόνια, οι οποίοι μας τόνισαν πως ένιωσαν πανικό – παρόλο που δεν είχαν άμεση οπτική επαφή με το τι γινόταν – και μέσα στο σκοτάδι ωσότου φτάσουν τα σωστικά συνεργεία, πολλαπλασιάστηκε ο πανικός τους γιατί βρίσκονταν σε χωράφια, στη μέση του πουθενά. Οι επιβαίνοντες στα βαγόνια 3, 4 και 5 σοκαρίστηκαν από τους τραυματίες. Τους ανθρώπους που τραυματίστηκαν δεν τους έχουμε καλέσει καθώς υπήρξε η άμεση παρέμβαση από Κλιμάκια των νοσοκομείων στα οποία νοσηλεύονται. Θα στείλουμε ωστόσο τις επόμενες ημέρες ένα γραπτό μήνυμα σεβόμενοι τη κατάστασή τους, για να τους ενημερώσουμε σχετικά με όσα μεταφέραμε και στους επιβαίνοντες που δεν ήταν τραυματίες».

Πέρα από την εθνική γραμμή 10306 και το ΚΕ.ΣΥ.Ψ.Υ. του ΑΠΘ, όποιος επιθυμεί να λάβει ψυχοκοινωνική υποστήριξη μπορεί να απευθυνθεί:
– Στα νοσοκομεία υποδοχής τραυματιών της Λάρισας, όπου συγκροτήθηκαν κλιμάκια από την Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, καθώς και φορέων Ψυχικής Υγείας Μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα, εποπτευόμενων από το υπουργείο Υγείας, που λειτουργούν στη Θεσσαλία (ΘΕΨΥΠΑ, ΕΠΑΨΥ, Αποστολή, Συνειρμός).
– Στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης ΑΧΕΠΑ από την Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου.
– Στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Γ. Γεννηματάς» από κλιμάκιο του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης.
– Οι τραυματίες που διεκομίσθηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Κατερίνης υποστηρίζονται από τον φορέα ΕΨΥΚΑ.
– Στο Γενικό Νοσοκομείο στην Κατερίνη.
Λουίζα Σολομών-Πάντα