Σαρδέλες: καλό προϊόν για εξαγωγή. Όχι σαν το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Σαρδέλες: καλό προϊόν για εξαγωγή. Όχι σαν το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Ανάμεσα στα προκριματικά του Μουντιάλ και τα Τσάμπιονς-Γιουρόπα Λιγκ, ο Έλληνας φίλαθλος έχει το “προνόμιο” να παρακολουθεί τη μοναδική Σουπερλίγκα. Με το πρωτάθλημα να διανύει το πρώτο τρίτο της διάρκειας του ήδη, φαίνεται πως θα παρακολουθήσουμε μια από τα ίδια: Ομάδες να έχουν ιδιόρρυθμα σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή τους, που τις καθιστούν αφερέγγυες στοιχηματικά, άλλες να προχωράνε δια περιπάτου και άλλες να αποτελούν τους τυπικούς “φονείς γιγάντων”.

Αυτή η τελευταία κατηγορία είναι η πιο ενδιαφέρουσα, γιατί αποτελείται από ομάδες που παίζουν καλή μπάλα, διατηρούν κρυφούς και μη θαυμαστές, αλλά έχουν και ορατές-βλέπε περιορισμένες- δυνατότητες. Όπως η ομορφιά της Καλλονής. Οι Μυτιληνιοί του Ματζουράκη παίρνουν τη σκυτάλη από τον περσινό Αστέρα Τρίπολης μέχρι στιγμής, καθώς είναι η ομάδα που αφήνει τις περισσότερες εντυπώσεις, καλές και κακές. Το μενού περιλαμβάνει και απ’τα δυο, αφού η ομάδα ποδοσφαιρικά εκπλήσσει, μακριά από τους οπαδούς της, καθώς είναι “άστεγη”, χάρη στην ελλιπή υποστήριξη, ή εμπόδια όπως υποστηρίζουν οι υπεύθυνοι της ομάδας, από την τοπική κοινότητα. Έτσι, μόνο λίγοι μερακλήδες καταφέρνουν να παρακολουθούν τους αγώνες της στο Ο.Α.Κ.Α.

 Το πρόβλημα είναι ότι ομάδες όπως ο Αστέρας, η Καλλονή, ο Ατρόμητος, ο ΠΑΣ Γιάννενα είναι ομάδες που μπορούν να κοντράρουν τον ΠΑΟΚ και τον Ολυμπιακό που είναι σαφώς πιο μπροστά λόγω ρόστερ και μπάτζετ, αλλά το κάνουν περιστασιακά. Αυτό που λείπει είναι η σταθερότητα σε όλα τα επίπεδα, για να υπάρξει σταθερότητα και στην απόδοση στο γήπεδο.

Η γκρίνια περί χαμηλού επιπέδου στο πρωτάθλημα, που θυμόμαστε μετά από κάθε ευρωπαϊκό στραπάτσο των εκπροσώπων μας, εντοπίζεται σε αυτό το ζήτημα: Η δυσαναλογία των ομάδων μας με εκείνες των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων είναι θλιβερή: ο Αστέρας δεν είναι Τότεναμ ή Ρόμα, ούτε καν Γουέστ Χάμ, όπως αντίστοιχα, και οι υπόλοιπες ελληνικές ομάδες δεν αντέχουν σύγκρισης με τις προαναφερθείσες. Ήταν άλλωστε πασιφανές στα πρόσφατα προκριματικά του Γιουρόπα Λιγκ, όπου «χάσαμε» από το ξεκίνημα τους τρεις από τους τέσσερις εκπροσώπους μας, φαινόμενο σύνηθες τα τελευταία χρόνια. Αυτό έχει άμεση επίπτωση όχι μόνο στα ευρωπαϊκά παιχνίδια των ελληνικών ομάδων, αλλά και στα εγχώρια ματς.

Δυστυχώς, η χώρα μας φαίνεται πως διακατέχεται από οικονομικό un-fair play, κόντρα στην επιθυμία του Πλατινί, με τον ισχυρό να γίνεται ισχυρότερος και τους υπόλοιπους να πασχίζουν. Παρόλα αυτά, οι ομάδες των θέσεων 3-10 πρέπει να πάψουν να παίζουν ένα απλό ρόλο ρυθμιστή στο πρωτάθλημα έχοντας ρόλο κομπάρσου, αλλά αντίθετα, να αποτελέσουν ολοκληρωμένες ομάδες που κυνηγάνε την τύχη τους μέχρι τέλους, όντας σταθερά ανταγωνιστικές μεταξύ τους και με τους «ισχυρούς», και κυρίως να χαίρονται την μπάλα που παίζουν ακόμη κι αν δεν πετύχουν τον πρωταρχικό τους στόχο. Όπως ο Αστέρας πέρσι παρόλο που δεν κατέκτησε τίποτα όπως άξιζε, «για σένα λέω Κύπελλο», κέρδισε το σεβασμό της φίλαθλης χώρας, πολύ περισσότερο από τον Ολυμπιακό. «Από εδώ η Αμερική», θα πείτε, αλλά καλό είναι να αρχίσουμε να χαιρόμαστε τη μπάλα όπως στο εξωτερικό και τότε θα ανέβει από μόνο του το επίπεδο σε χρόνο ρεκόρ.  Στα ευχολόγια πάλι πέσαμε!