ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ

Στα «άδυτα» του ακατανόητου εκλογικού αποτελέσματος

«Είναι πολύ πιο σκοτεινά όταν σβήνει ένα φως από ό,τι θα ήταν αν δεν είχε λάμψει ποτέ», έγραφε ο Τζον Στάινμπεκ, κι σε αυτή τη φράση ίσως ανιχνεύεται μια εξήγηση για τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου, τα οποία εν πολλοίς είναι ακατανόητα. Πώς γίνεται ένας λαός που σε μεγάλη πλειοψηφία πλέον «δεν έχει μαντίλι να κλάψει», όπως καταγράφουν οι στατιστικές, να επιβραβεύει με ιστορική νίκη ένα κόμμα που ταξικά συντάσσεται με την πλουτοκρατία; Πώς επιβράβευσαν οι πολίτες ένα κόμμα που διαχειρίστηκε την πανδημία με αυταρχισμό και ανθρώπους να πεθαίνουν διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ, που θέλει την αστυνομία στα Πανεπιστήμια, που έχει στην πλάτη του το «Σκοιλ Ελικικού», τη Λίστα Πέτσα, τις υποκλοπές, τα Τέμπη, που καταγγέλλεται για push-backs – και τόσα άλλα;

Ζώντας σε υπερσυμπυκνωμένο χρόνο, έχοντας δηλαδή βιώσει μέσα σε πάνω από μια δεκαετία κρίσης τεκτονικές αλλαγές που υπό κανονικές συνθήκες θα συνέβαιναν σε μισό αιώνα, αναπόφευκτα ξεχνάμε πολλά. Οι δε 18άρηδες που ψήφισαν φέτος για πρώτη φορά, ήταν 5 χρονών όταν ο Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωνε με φόντο το ειδυλλιακό Καστελλόριζο την ερεβώδη είδηση ότι μπαίνουμε στο ΔΝΤ. Μόνο ως έμμεσο βίωμα μπορούν να γνωρίζουν ότι ο λαός τότε βγήκε στους δρόμους να διαμαρτυρηθεί, αλλά τον έστειλε με συνοπτικές διαδικασίες σπίτι του το σοκ των νεκρών της Marfin. Και μόνο ως έμμεσο βίωμα μπορούν να γνωρίζουν για τις εκ των υστέρων σκόπιμα κατασυκοφαντημένες πλατείες του 2011, όπου έγινε μια πολιτική ζύμωση πρωτοφανής στην μεταπολιτευτική ιστορία. Τότε που ένας κόσμος, έχοντας αντιληφθεί καθυστερημένα ότι ΝΔ-ΠΑΣΟΚ είχαν υποθηκεύσει το μέλλον τους και το μέλλον των παιδιών τους, έβαλαν στην άκρη αυτά που τους χώριζαν και πρόταξαν αυτά που τους ένωναν. Πρώην ψηφοφόροι του δικομματισμού στις λαϊκές συνελεύσεις ζητούσαν συγγνώμη που στήριζαν τόσα χρόνια ένα σύστημα που μας έριξε στον γκρεμό. Όλοι έκαναν την αυτοκριτική τους. Για πρώτη φορά τότε, αριστεροί και δεξιοί συναντήθηκαν στον δρόμο και είδαν ο μεν αριστερός ότι δεν είναι όλοι οι δεξιοί ακραίοι, ο δε δεξιός, ότι δεν είναι οι αριστεροί οι άνθρωποι με τα κονσερβοκούτια. Αυτό κατατρόμαξε τις μνημονιακές κυβερνήσεις που δεν μπορούσαν να στεριώσουν από την πίεση στον δρόμο, και το κίνημα κατεστάλη με συνοπτικές διαδικασίες το άγριο διήμερο 28-29 Ιουνίου 2011.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το σημερινό εκλογικό αποτέλεσμα; Εξηγούν εν μέρει τη συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ που οδήγησε στην εκτόξευση της ΝΔ. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αναμφισβήτητα πλήρωσε το 2019, και σε πιο γερή δόση τώρα, το ότι πρόδωσε το κίνημα που τον ανέδειξε το 2012 αξιωματική αντιπολίτευση και το 2015 κυβέρνηση. Τον λαό που με κλειστές τράπεζες, απροκάλυπτους εργοδοτικούς εκβιασμούς και όλα τα κανάλια να χτυπάνε ανελέητα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, «έβαλε πλάτη» με ένα μεγαλειώδες 61,3% «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα.

Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το «ΟΧΙ», «ΝΑΙ», κι έπειτα έφερε το τρίτο Μνημόνιο, το σοκ ήταν τεράστιο. Περσινά ξινά σταφύλια; Κι όμως, εκείνη ακριβώς τη χρονική στιγμή, η Αριστερά στελνόταν για δεκαετίες στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Ποιος θα εμπιστευόταν ξανά αριστερό κόμμα που ευαγγελιζόταν την εναλλακτική λύση; Η «Πρώτη Φορά Αριστερά» με την πολιτική της πράξη επικύρωνε το δόγμα TINA (There Is No Alternative) – Δεν Υπάρχει Εναλλακτική. Εκεί που πίστεψε ο κόσμος ότι όντως υπήρχε, έφαγε χαστούκι.

Τα επόμενα χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε σταθερά τη μετατόπισή του προς τα δεξιά, επιβεβαιώνοντας τις Κασσάνδρες που έλεγαν από την εποχή ακόμα του δημοψηφίσματος ότι επιδιώκει να γίνει το «νέο ΠΑΣΟΚ». «Ξέχασε» βολικά ότι ο λαός τον είχε εμπιστευτεί ακριβώς γιατί ήθελε κάτι καινούργιο και καθαρό. Αγνόησε επίσης ότι το διεθνές περιβάλλον τώρα ήταν πολύ διαφορετικό από το ’80, όταν πρωτοεξελέγη το ΠΑΣΟΚ που εφάρμοσε κεϋνσιανή πολιτική και πέρασε τα πρώτα χρόνια ριζοσπαστική νομοθεσία, νομιμοποιώντας πολιτικά και ηθικά την Αριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλησε να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη», εφάρμοσε όμως αντικεϋνσιανές πολιτικές λιτότητας, δεν πέρασε ριζοσπαστική αλλά νεοφιλελεύθερη νομοθεσία και δεν επιδίωξε να χτίσει τους δικούς του μηχανισμούς σε χώρους εργασίας, πανεπιστήμια και λοιπά.

Εν ολίγοις, ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να γίνει ανεμοδείκτης, και όχι οδοδείκτης. Δεν είχε πια σημασία τι πίστευε, ποιο ήταν το πολιτικό του όραμα, σημασία είχε πώς (νόμιζε ότι) θα συγκέντρωνε περισσότερες ψήφους για να παραμείνει στη διαχείριση. Μάζεψε στελέχη από το ΠΑΣΟΚ αλλά και τη Δεξιά, υιοθέτησε ρητορική και πολιτική που πατούσε σε «δύο βάρκες», με αποτέλεσμα να καταλήξει χωρίς πολιτική ταυτότητα – και να πέσει στο νερό.

Και κάτι ακόμα: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μεταμορφώθηκε σε συστημικό κόμμα «μόνο» επειδή εφάρμοσε πολιτικές λιτότητας. Αλλά και επειδή δεν θέλησε να ξεριζώσει το χρόνιο καρκίνωμα του ελληνικού πολιτικού συστήματος: το πελατειακό κράτος. Αντίθετα, όταν ανέβηκε στην εξουσία, «έπεσε στο κρεβάτι» μαζί του, αυξάνοντας τον αριθμό μετακλητών, μελών ΔΣ, συμβασιούχων και γενικών γραμματέων, όπως σημείωναν σε ρεπορτάζ τους και οι Reporters United. «Επιτέλους», είχε έρθει η σειρά των «ροζ παιδιών».

Ποιο ήταν λοιπόν συνολικά το μήνυμα που περνούσε; Δεν Υπάρχει Εναλλακτική, άρα «ο καθένας για την πάρτη του» ό,τι μπορεί. Διόλου τυχαία, αυτός είναι και ο ακρογωνιαίος λίθος στον οποίο στηρίζεται ολόκληρος ο καπιταλισμός.  

Η μεταστροφή αυτή του ΣΥΡΙΖΑ κάθε άλλο παρά συνεπάγεται ότι ο ελληνικός λαός είναι άμοιρος ευθυνών, γιατί τελικά συμβιβάστηκε και συναίνεσε εκ νέου σε όλο αυτό. Και ίσως ήταν κι ένας από τους λόγους που επέλεξε τώρα να στραφεί προς τις «ορίτζιναλ» συστημικές δυνάμεις, εκείνες που ανέκαθεν έλεγχαν καλύτερα το πελατειακό κράτος – τα κόμματα που κυβερνούσαν την Ελλάδα μέχρι το 2015.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: όταν το BBC επισκέφθηκε προεκλογικά την Πρώτη Σερρών, «βρήκε συμπάθεια» για τα θύματα των Τεμπών, αλλά και «υποστήριξη για τον νεότερο της οικογένειας Καραμανλή». Όταν ο ρεπόρτερ ρώτησε κάτοικο αν ο πρώην υπουργός Μεταφορών Κώστας Αχ. Καραμανλής θα μπορούσε να έχει παραιτηθεί από την πολιτική ως ένδειξη σεβασμού για τα θύματα, έλαβε την εξής απάντηση: «Το δυστύχημα δεν ήταν δικό του λάθος. Κι οι οικογένειά του είναι καλή. Μετριοπαθείς άνθρωποι». Ο άνθρωπος αυτός, όπως γράφει το BBC, ήταν πρώην οδηγός στην οικογένεια Καραμανλή. Λίγο αργότερα ο Κώστας Αχ. Καραμανλής θα ερχόταν πρώτος σε σταυρούς στις Σέρρες.

Τι κι αν η διάλυση των υποδομών θέτει σε κίνδυνο ζωές; Τι κι αν διαβρωθούν οι θεσμοί και ισοπεδωθούν τα πάντα; Αφού βολευτήκαμε εμείς, μια χαρά. Γι’ αυτό και τα αναμφισβήτητα «αμαρτήματα» του ΣΥΡΙΖΑ δεν αρκούν για να εξηγήσουν την ιστορική νίκη της ΝΔ. Ο ατομικισμός, που έτσι κι αλλιώς ήταν ίδιον μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ενδεχομένως ενισχύθηκε και από την πανδημία όπου εξέλιπε αναγκαστικά και διά ροπάλου το «μαζί» και τώρα ψάχνουμε να το ξαναβρούμε.

Και για να μη βαυκαλιζόμαστε, δεν είναι σίγουρο ότι ακόμα και αν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κρατούσε σταθερά τη ρότα αριστερά, θα κέρδιζε τις εκλογές (αν και στόχος δεν πρέπει ποτέ να είναι αυτό, αλλά η υπεράσπιση ενός κοινωνικού οράματος ανεξαρτήτως αποτελέσματος). Γιατί παράλληλα φαίνεται πως υπάρχει μια σαφής συντηρητική μετατόπιση της κοινωνίας. Ένα μέρος της δε έχει εκφασιστεί, επικροτώντας ανοιχτά το Τείχος του Έβρου, τα στρατόπεδα προσφύγων και τα push-backs, καταφερόμενο με τραμπικό μένος εναντίον των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ και υπερασπιζόμενο ό,τι πιο οπισθοδρομικό υπάρχει.      

Όπως έλεγε ο Στάινμπεκ, τα πράγματα είναι πράγματι πολύ πιο ερεβώδη από όταν χάθηκε το φως που έλαμψε στιγμιαία το 2015 και μας επέτρεψε να δούμε για λίγο πώς θα ήταν να ζούμε με αξιοπρέπεια.

Κι επειδή ακριβώς καταγράφεται και διεθνώς μια τάση προς τραμπικού και ορμπανικού τύπου καθεστώτα, οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις αντί να «κουνάνε το δάχτυλο» στον λαό, καλό θα ήταν να δουν λίγο παραπέρα από το κομματικό «μαγαζάκι» τους, να αποκηρύξουν αραχνιασμένα ερμηνευτικά εργαλεία και αποστεωμένα δόγματα και να σκεφτούν σοβαρά πώς μπορεί να λάμψει λίγο φως ξανά.

Δέσποινα Παπαγεωργίου

Share
Published by
Δέσποινα Παπαγεωργίου