Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Τους Rationalistas δεν τους νοιάζει να γίνουν γκρουπ των εκατομμυρίων views

Μίλησαν στη Χρύσα Λύκου για τη ματσίλα του hip hop, το ανερχόμενο alt-right,την πατριαρχία που αφήνει τις γυναίκες να "φεύγουν" μόνες και παρεξηγημένες, τους ανθρώπους που διώκονται για τα φρονήματα τους και για το πόσο πουλάει τελικά ο αντιφασισμός.
Φωτογραφίες: Γεράσιμος Δομένικος / FOSPHOTOS

Τον περασμένο Σεπτέμβρη στα Λιπάσματα, ανάμεσα σε μπλούζες που στην πλάτη χαράζουν την ημερομηνία 18/9 από το ’13 και σε μπύρες, που αργοπορημένες όπως ήμασταν με τα κορίτσια προσπαθούσαμε να ανοίξουμε όσο περισσότερες προλαβαίναμε, οι Rationalistas ανέβηκαν στη σκηνή σκορπίζοντας κόκκινο καπνό μέχρι τη θάλασσα. Και δεν ξέρω αν έχεις κάπου στο μυαλό σου την ανάμνηση που ενώ μιλάς και γκρινιάζεις για το αυτοκίνητο που παράτησες μέσα στη μέση του δρόμου γιατί κουράστηκες να ψάχνεις θέση κι άλλες ιστορίες καθημερινής τρέλας, παράλληλα τρεμοπαίζει το βλέμμα σου, γιατί οι άνθρωποι από τα μικρόφωνα λένε πως «κι η δυστυχία απ’ έξω την πόρτα έξυνε, σαράντα χρόνια μέχρι που εκείνη πέθανε, στα τελευταία της τα νεύρα δεν αντέχανε, στη γειτονιά υστερική όλη τη λέγανε. Χωρίς να ξέρουνε ότι η υστερία, επινοήθηκε απ’ την πατριαρχία. Αυτή είναι η στήριξη της κοινής γνώμης, για όσες γλυτώσαν το σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Δύο μήνες αργότερα, έδωσα ραντεβού με τον Μιχάλη, τον Γιάννη και τον Λάμπρο, να πούμε για τη ματσίλα του hip hop, τους καταπιεσμένους που εξεγείρονται, τις γυναίκες που χάνονται στα αζήτητα, το τέλος της μετεφηβικής περιόδου του γκρουπ, κυρίως όμως για να παραδεχτώ ότι εδώ και μήνες δεν ακούω τίποτα λιγότερο από το «Πίσω τα πάντα».

Ο Μιχάλης, ανάβει το πρώτο τσιγάρο, μπορεί και το δεύτερο «Στον χώρο του hip hop είμαστε πλέον πολλά χρόνια και χαιρόμαστε ιδιαίτερα κάθε που διαπιστώνουμε ότι όλο και περισσότερος κόσμος το ανακαλύπτει, ειδικά όταν το κάνει για τους σωστούς λόγους. Στον χώρο μας, όπως και σε όλα τα είδη μουσικής, θα βρεις τόσο σοβαρές δουλειές που έχουν και ποιότητα και την ικανότητα να πάνε τη σκέψη σου παραπέρα, όσο και αδιάφορες έως ασόβαρες. Για εμάς, ένας απ’ τους ρόλους όχι μόνο του hip hop αλλά και της Τέχνης ευρύτερα, είναι να σε καλεί να σκάψεις διαρκώς εντός σου. Προφανώς, το ότι κάτι μπορεί να μην είναι στα γούστα μου, δεν σημαίνει ότι δεν είναι Τέχνη».

Μιλάμε για την τελευταία τους δουλειά, την αίσθηση ότι τους επανασύστησε σαν ήχο, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή Ορθολογιστών. Ο Γιάννης, γυρίζει στο 2016. «Τότε ήταν που βγάλαμε τον “Vanguard”, τον τρίτο μας δίσκο. Στην ουσία, εκεί κατατάσσεται η νέα εποχή στο σχήμα. Κάναμε συναυλίες, μαζέψαμε εμπειρίες κι αποφασίσαμε να δίνουμε ραντεβού μια μέρα που ορίσαμε όλοι μαζί την εβδομάδα, κατανοώντας πλέον ότι μεγαλώσαμε και πως ο καθένας έχει πλέον τις υποχρεώσεις τους, διατηρώντας πάντα κοινή την ανάγκη μας για μουσική. Το μάζεμα αυτό έφερε μοίρασμα και τελικά εν μέσω καραντίνας, βγάλαμε τον τέταρτο μας δίσκο τον “Πίσω τα Πάντα”. Η ιδέα και το περιεχόμενο του δίσκου ήταν έτοιμο προ καραντίνας, με τον Μιχάλη να γράφει ασταμάτητα εκείνη την περίοδο, δίνοντας υλικό που εκμεταλλευτήκαμε οι υπόλοιποι και που φτάνει για έναν ακόμη δίσκο. Ο λόγος που δεν βγήκε νωρίτερα, ήταν τεχνικά ζητήματα που έπρεπε να ρυθμιστούν. Τώρα, η μεγάλη αποδοχή του δίσκου από τον κόσμο είναι θέμα προσωπικής εξέλιξης και προόδου όλων μας, αφήνοντας το ακριβές αποτύπωμα της σκέψης μας και του ποιοι άνθρωποι τελικά είμαστε».  

Ο Μιχάλης, μου λέει ότι τους περισσότερους στίχους του δίσκου τους ηχογράφησε στο κινητό του, την περίοδο που ταξίδευε λόγω δουλειάς, περνώντας πολύ χρόνο μόνος του στο αυτοκίνητο. «Αρκετοί εκμεταλλευτήκαν την περίοδο του εγκλεισμού για να γράψουν, σε εμάς όμως δεν ίσχυε αυτό, μιας και τότε ολοκληρώναμε τη δουλειά που είχαμε ήδη κάνει νωρίτερα. 

Στο σημείο όμως αυτό, θέλω να μιλήσω για τον Γιάννη, τη μαγιά του γκρουπ. Πρόκειται για έναν τρομερά ενθουσιώδη άνθρωπο, με μια ενέργεια που κάποιες φορές λείπει από τη ζωή μου. Αν δεν ήταν εκείνος, δεν θα υπήρχε γκρουπ, ούτε θα τα λέγαμε σήμερα εδώ. Ο προηγούμενος δίσκος με βρήκε σε μια φάση ανακατατάξεων στη ζωή μου, αν δεν υπήρχε ο Γιάννης να μου πει “πάμε” δεν θα πηγαίναμε πουθενά. Αυτό, αποδεικνύεται απ’ το γεγονός ότι αν το “Vanguard” έχει μέσα δεκατρία κομμάτια, εγώ έγραψα δεκατέσσερα κουπλέ. Αυτό που περιγράφω δεν οφείλεται στο ότι έπαψα να γουστάρω τη φάση μας, απλά η ζωή προχωρά και δυστυχώς έρχονται στιγμές που χάνεσαι με τους ανθρώπους σου. Στον Γιάννη χρωστάω ότι κατάφερε και με έφερε πίσω στην παιδικότητα μου».

Ο Γιάννης, διευκρινίζει ότι οι διαδικασίες αυτές λειτουργούν κυκλικά. «Ο Μιχάλης μιλάει για το “Vanguard”, όμως όπως είπαμε πριν στον “Πίσω τα Πάντα”, ο Μιχάλης έγραφε ασταμάτητα κι όλο το τεχνικό τρέξιμο που ακολούθησε το πήρε πάνω του ο Λάμπρος, γιατί κι εγώ κάπου χάθηκα. Είναι λογικό αν το σκεφτείς… Ενθουσιαζόμαστε, χτυπάμε πόρτες, πηγαίνουμε σε στούντιο, γράφουμε κάθε φορά τα πρώτα κομμάτια των δίσκων μας, για περίπου είκοσι χρόνια τώρα. Το να είσαι συνεπής και να διατηρείς την όρεξη για να ασχοληθείς με όλα αυτά, δεν μπορεί να είναι ευθεία γραμμή».

Ο Λάμπρος, θεωρεί πως ο τελευταίος δίσκος σηματοδοτεί το τέλος της παρατεταμένες μετεφηβικής περιόδου του γκρουπ. «Ένα χαρακτηριστικό κομμάτι του δίσκου που δείχνει την ωριμότητα της σκέψης και της στιχουργικής αποτύπωσης, είναι το “Σιωπηλή πόλη” του Μιχάλη, το οποίο έχει συζητηθεί πολύ και κυρίως έξω απ’ τα όρια του hip hop. Αυτό το κομμάτι δεν θα μπορούσαμε να το γράψουμε το 2016, όχι γιατί δεν θα το θέλαμε αλλά γιατί δεν θα μπορούσαμε να το συλλάβουμε. Η περίοδος αυτή, αποτυπώνεται και καλλιτεχνικά και στις ζωές μας. Ο Μιχάλης ας πούμε, έγινε μπαμπάς. Για εμάς που γνωριζόμαστε απ’ το σχολείο, σημαίνει πάρα πολλά αυτή η εξέλιξη.

Η μουσική και πόσο μάλλον το hip hop που έχει πολύ και έντονο στίχο, έχει σαν στόχο να εκφράζει κάποιους ανθρώπους να νιώθουν πως οι στίχοι σου είναι και δικοί τους, κομμάτι τους. Αυτός ο δίσκος λοιπόν, έχει τέτοια χαρακτηριστικά και σε καλό ηλικιακό εύρος».

Το να είσαι ξεκάθαρος, είναι αυτό που δημιουργεί ένα φανατικό κοινό, λέει ο Μιχάλης. «Νομίζω πως αυτό που διαχρονικά χαρακτηρίζει το γκρουπ, ασχέτως με το αν κι εμείς αλλάξαμε σε κάποια πράγματα που πιστεύαμε και ζυμωθήκαμε σε άλλα, είναι ότι ποτέ δεν κρυφτήκαμε απ’ τον κόσμο. Είμαστε παιδιά εργατικής τάξης, ξέρουμε τη θέση μας και λέμε αυτά που σκεφτόμαστε. Μπορεί αυτό να μη μας φέρει πολύ κόσμο, αλλά θα φέρει εκείνους που θα ταυτιστούν μαζί μας, θα  ‘ναι δίπλα μας, θα μας νιώσουν ανθρώπους τους».

Ο δρόμος που τραβάμε σαν γκρουπ δεν είναι αυτός των εκατομμυρίων views και δεν το θέλουμε κιόλας, δεν μας νοιάζει να τους χωρέσουμε όλους μέσα.

Στο σημείο αυτό ο Λάμπρος αναδεικνύει το πόσο απελευθερωτικό είναι το γεγονός ότι δεν κάνουν μουσική επαγγελματικά. «Πρόκειται για μια αυθόρμητη και άτυπη τάση μας, η μουσική μας να είναι δικιά μας. Δεν κυνηγάμε πράγματα και καταστάσεις προκειμένου να βιοποριστούμε απ’ αυτό, χωρίς εννοείται να κατηγορώ όσους το κάνουν».

Μιλάμε για τους ρόλους που παίζουν κάποιοι από τους συναδέλφους τους στη σκηνή και που τελικά αν δεν προσέξεις σε καταπίνουν και στην καθημερινότητα. «Προσωπικά, δεν με χαλάει το να παίζει κάποιος έναν ρόλο, το θέμα είναι πώς τελικά το προσωπείο σου γίνεται πρόσωπο σου και το πώς συμπεριφέρεσαι κάτω από τη σκηνή» λέει ο Μιχάλης και συμπληρώνει «Προφανέστατα υπάρχει κι ένα όριο. Αφήνεις κάποια πράγματα να περάσουν, όμως από κάποιο σημείο και μετά λες, αρκετά. Respect μέχρι ένα σημείο, αλλά φτάνει, κούρασες».

Ο Λάμπρος συμπληρώνει «Πολύς κόσμος έχει αλλάξει απ’ τα μάτια του κοινού που στρέφονται πάνω του. Χρειάζεται να κρατάμε μια απόσταση απ’ τον καλλιτέχνη και το καλλιτεχνικό του έργο, κι αυτό αφορά και το hip hop, οι βάσεις του οποίου μπήκαν από ονόματα που σήμερα λίγοι άνθρωποι θα πουν ότι τους εκτιμούν ακόμη για το έργο, την προσωπικότητα και τις πολιτικές τους τοποθετήσεις. Η αλήθεια όμως είναι ότι χωρίς το έργο τους, ίσως και να μην ήμασταν εδώ».

Η κουβέντα φτάνει στον αντιφασισμό και κατά πόσο άνθρωποι του χώρου «πουλάνε» μια τέτοια ρητορική χωρίς την απαραίτητη συνέπεια στην προσωπική τους ζωή. Ο Μιχάλης, θεωρεί σημαντικό να μη βάζουμε σαμάρι σ’ ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων. «Μιλάμε για Antifa, αριστερά και προοδευτικό χώρο μέσα σε όλα αυτά όμως υπάρχουν χιλιάδες συνιστώσες που συγκρούονται πολυεπίπεδα, μιας και δεν πρόκειται για ένα ομοιογενές σύνολο. Δεν ξέρω αν τελικά “πουλάει” το να “πουλάς” αντιφασισμό, σκέφτομαι ότι κάποιες φορές κρίνουμε περισσότερο από τον μικρόκοσμο μας. Επειδή δηλαδή εγώ έχω αυτήν την πολιτική αντίληψη και κινούμαι σ’ αυτόν τον χώρο βλέποντας τι τραβάει σε αυτόν τον κόσμο, νομίζω ότι τρεντάρει παντού, όμως δεν ισχύει. Εδώ υπάρχουν τυπάκια που δηλώνουν αντιφασίστες και είναι κάργα σεξιστές ή σου λένε πως είναι με τους μετανάστες αλλά «ναι, μεν αλλά» αν κάποιος είναι Αλβανός».

«Το βασικό σε όλα όσα λέμε είναι να ορίσουμε αρχικά τις έννοιες αυτές κι αν οι άνθρωποι που συνομιλούμε τις αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο, αλλιώς δεν έχει νόημα», λέει ο Λάμπρος και συμπληρώνει «Σχετικά με το αν είναι χρέος του καλλιτέχνη να παίρνει θέση, θεωρώ πως κανείς δεν έχει χρέος απέναντι σε τίποτα. Αν όμως κάποιος αποφασίσει να εκτεθεί και να τοποθετηθεί σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, μάλλον σε καλό θα του βγει τόσο σε εκείνον όσο και στον δημόσιο διάλογο».

«Μια σημείωση πάνω σε αυτό», λέει ο Γιάννης «Έτσι κι αλλιώς, παίρνεις θέση όταν δεν παίρνεις θέση, βοηθώντας την ισχυρή γνώμη με τη σιωπή σου. Καλά κάνουν όσοι δεν νιώθουν χρέος την παρέμβαση τους, όμως θέση παίρνουν».

Τη μέρα που βρισκόμαστε με τα παιδιά, οι δρόμοι του κέντρου είναι κλειστοί λόγο της πορείας για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών. Το θέμα της έμφυλης κακοποίησης και των γυναικοκτονιών διαπερνά τον τελευταίο δίσκο των Rationalistas κι ο Γιάννης πιάνει το νήμα από την προσωπική του αρχή. «Όταν άρχισα να συζητώ με θηλυκότητες για το ζήτημα της έμφυλης βίας, ένιωσα ότι πέρασα σε μια άλλη πραγματικότητα, όχι ιδιαίτερα ορατή μέχρι τότε σε εμένα, συνειδητοποιώντας  παράλληλα ότι όσο κι αν θέλω, όσο κι αν προσπαθώ δεν μπορώ να προσεγγίσω με τίποτα το πώς είναι το να είσαι γυναίκα. Αυτό που προσπαθώ τα τελευταία χρόνια που έχει ανοίξει η συζήτηση κι επιτέλους ειπώνονται δημόσια κάποια γεγονότα, είναι να διακρίνω το ευνοϊκό της θέσης μου απέναντι σε τέτοια περιστατικά, σε αντίθεση με μια γυναίκα. Εκεί ακριβώς λοιπόν, το μόνο που βρίσκω είναι το προνόμιο του λευκού straight άντρα.

Θα σου πω ένα παράδειγμα που σίγουρα μπορείς να καταλάβεις πολύ καλά. Επιστρέφοντας από τη δουλειά, παίρνω έναν σκοτεινό δρόμο στον οποίο συνήθως πετυχαίνω φοιτήτριες από το ΤΕΙ, οι οποίες γυρίζουν σπίτι τους. Το λιγότερο που μπορώ να κάνω και που δεν το αντιλαμβανόμουν δέκα χρόνια πριν, είναι να αλλάξω πεζοδρόμιο μιας και παρατήρησα ότι το να περπατάω πίσω τους, τις φοβίζει και τις κάνει να νιώθουν απειλή. Όλα όσα ακούμε τα τελευταία χρόνια, μου δημιουργούν οργή κι απογοήτευση για την εξουσιαστική συμπεριφορά των αντρών και το γεγονός ότι αρκετοί δεν το αντιλαμβάνονται καν. Οργή λόγω του τοίχου που βρίσκουν όλες εκείνες οι προσπάθειες που γίνονται από θηλυκότητες το τελευταίο διάστημα, να βγουν μπροστά μιλώντας για τα αυτονόητα που πρέπει κάποια στιγμή να νομοθετηθούν. Είναι αδιανόητο ότι η μόνη τοποθέτηση κάποιων είναι να μην ονομάσουμε γυναικοκτονίες τις γυναικοκτονίες».

Ο Μιχάλης, έγραψε τη “Σιωπηλή Πόλη”, ένα τραγούδι ορατότητας για όλες εκείνες τις γυναίκες που γυρνούν σαν σκιές και τελικά πνίγονται σε ένα μείγμα πόνου, απόρριψης και ματαίωσης, χωρίς κανείς να αναγνωρίσει ποτέ τα τραύματα τους. «Υπάρχει μεγάλη άνοδος ενός καινούργιου ρεύματος απ’ τα δεξιά, το λεγόμενο alt-right, που αποτελείται από χαμογελαστά τυπάκια που δεν είναι παρά ναζίδια. Αυτό που θέλω λοιπόν να τους πω είναι ότι αν δεν υπήρχαν αυτές οι feminazi όπως τις αποκαλούν, όλες αυτές οι γυναίκες που δολοφονούνται σήμερα θα περνάγανε ακόμη στην κοινή γνώμη σαν εγκλήματα πάθους. Αυτό που συμβαίνει έχει ταυτότητα και υπάρχουν θηλυκότητες εκεί έξω που δίνουν έναν τεράστιο και άνισο αγώνα για να λέγονται πλέον τα πράγματα με το όνομα τους. Έχουν όλο τον θαυμασμό μου, μία προς μία.

Τώρα, εάν κάποια πράγματα παρερμηνεύονται από κάποιους και βγαίνουν προς τα έξω σαν υπερβολές, εντάξει παιδιά χαλαρώστε λίγο… Γυναίκες, θηλυκότητες και ΛΟΑΤΚΙ υποκείμενα τρώνε καταπίεση, απ’ το προνόμιο των αντρών εκατοντάδες χρόνια. Ας το βουλώσουμε λίγο, δεν είμαστε το κέντρο του πλανήτη, ας κάτσουμε στη γωνιά μας κι ας αφήσουμε κανέναν άνθρωπο να αγωνιστεί και για τίποτα άλλο. Νισάφι! Ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα, δεν καταλαβαίνω. Το έχει βιώσει κανείς απ’ αυτούς που λένε εξυπνάδες στο πετσί του; Έχουν δει φίλη τους μελανιασμένη απ’ το ξύλο; Έχουν αισθανθεί να απειλούνται μόνο και μόνο επειδή περπατάνε στον δρόμο; Απέναντι σε ποιον αρθρώνουν λόγο, για να καταλάβουμε κι εμείς. Απέναντι στον καταπιεσμένο; Πώς κυκλοφορείς σ’ αυτήν την κοινωνία όταν δεν αντιλαμβάνεσαι ότι όταν θες να “χτυπήσεις” κάτι, κάνεις πάντα punch up, ποτέ punch down. Σε καταπίεσε η μάνα σου; Που ήσουν στο σπίτι, σε τάιζε, σε φρόντιζε και σου έπλενε, και όλα αυτά ήταν δουλειά της, την ώρα που ο πατέρας σου δεν ήταν ποτέ εκεί;

Και κάτι ακόμη. Αποτέλεσμα της πατριαρχίας είναι και ότι οι άντρες δεν κλαίνε, δεν εκδηλώνονται, δεν τους επιτρέπεται να είναι ρομαντικοί ή ευαίσθητοι. Ας μαζευτούν λοιπόν όλοι αυτοί ο γραφικοί καραγκιόζηδες, κι αν νιώθουν ότι πρέπει να αγωνιστούν για κάτι, ας μαζευτούν στον δρόμο κι ας αγωνιστούν. Δεν γίνεται να μιλάει όλος ο κόσμος για γυναικοκτονίες, για κορίτσια τα οποία δολοφονήθηκαν επειδή κάποιος νομίζει ότι του ανήκει όλη η Γη επειδή γεννήθηκε άντρας, κι εσύ να λες ότι δεν είναι έτσι. Επειδή κάποιοι άνθρωποι μάχονται στον δρόμο και το πεζοδρόμιο αρχίσαμε να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους. Ας αφήσουν την ιστορία να τσουλήσει, με αυτές κι αυτούς που θέλουν να την πάρουν στους ώμους τους. Για να τελειώνουμε, δεν την αγαπούσε, τη σκότωσε επειδή ήταν γυναίκα κι όλα αυτά τα “ναι μεν αλλά”, θρέφουν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες όπως τις έμαθαν.

Θεωρώ σημαντικό να αναφέρω πάλι ότι στα έμφυλα ζητήματα ο Γιάννης ήταν πολύ πιο μπροστά από εμάς. Αυτός έστρεψε το βλέμμα μας προς τα εκεί εδώ και αρκετά χρόνια. Έτσι, μετά από πολύ εσωτερικό και προσωπικό σκάψιμο, βγήκε η “Σιωπηλή Πόλη”. Εκεί μίσησα την πατριαρχία και τον σεξισμό, γιατί εξαιτίας αυτής της συνθήκης στερήθηκα τη γιαγιά μου. Δεν δολοφονήθηκε, δεν λέω αυτό. Είχε όμως ένα εγγόνι, εμένα, ο οποίος μέχρι που πέθανε θεωρούσα ότι είχα να κάνω με μια γυναίκα τρελή, που δεν ήταν καλά στα νεύρα της. Όλη της τη ζωή έτρωγε ξύλο από έναν άνθρωπο που έπινε, και την εικόνα της μου τη στέρησε η πατριαρχία. Η γυναίκα αυτή έφυγε αθόρυβα, μαζί με όλες εκείνες τις γυναίκες που φεύγουν αόρατες όλη τους τη ζωή. Ακόμη κι απ’ τους ανθρώπους που αγάπησαν, έφυγαν σαν σκουπίδια. Μεγαλώνοντας έκανα την αυτοκριτική μου, είδα ποια είναι η πραγματικότητα. Οι δολοφονημένες γυναίκες είναι αυτές που βλέπουμε στα δελτία ειδήσεων, παράλληλα όμως υπάρχουν εκεί έξω εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες που πεθαίνουν από φυσικά αίτια και φεύγουν ολομόναχες και παρεξηγημένες».

Τον ρωτάω τι γίνεται με την μάτσο εικόνα των αντρών στον χώρο που κινούνται. «Τα τελευταία χρόνια στο hip hop τείνει να αλλάξει η μάτσο εικόνα των αντρών, καθώς έχουν αρχίσει να μπαίνουν εξαιρετικά ταλαντούχα κορίτσια στον χώρο κι αρκετοί άνθρωποι απ’ τη δικιά μας πλευρά αρχίζουν να είναι πιο πολύχρωμοι κάτι που εννοείται καλωσορίζουμε. Οποιοσδήποτε ρόλος θεωρείται αναγκαίος για να σε κάνει να πας μπροστά, προφανώς και σε εγκλωβίζει. Εννοείται ότι κι εμείς έχουμε τα δικά μας στερεότυπα που μας τα έχουν περάσει, όμως τείνει να αλλάξει αυτό, ξέροντας όμως ότι έχουμε δρόμο ακόμη μπροστά μας».

Στην παρουσίαση του δίσκου τους τον Οκτώβρη, οι Rationalistas διέθεσαν τα έσοδα της συναυλίας για τα δικαστικά έξοδα του αναρχικού Βαγγέλη Σταθόπουλου. Τους ρωτάω αν σε μια περίοδο ακραίας στοχοποίησης διαχρονικά της αριστεράς και ιδιαίτερα της αναρχίας την περίοδο αυτή, με διάτρητα κατηγορητήρια μελών αναρχικών συλλογικοτήτων, αναγνωρίζουν μια επικίνδυνη περίοδο που τα πολιτικά φρονήματα του καθένα και της κάθε μίας, στέλνουν ανθρώπους στα δικαστήρια κι έπειτα στα κελιά. Ο Γιάννης, αναγνωρίζει αυτήν την επικίνδυνη περίοδο τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια τώρα. «Υπάρχει μια διαρκής στοχοποίηση απ’ τον χώρο της εργασίας σου επειδή πολιτικοποιείσαι μέχρι στη γειτονιά σου. Διαρκώς βλέπουμε ότι προκύπτουν υποθέσεις χωρίς στοιχεία και έρευνες για συγκεκριμένους ανθρώπους που κάθονται χρόνια στη φυλακή και τελικά βγαίνουν αθώοι, ενώ εκείνοι που εξυπηρετούν την εξουσία βγαίνουν πολύ γρηγορότερα μιας και καταδικάζονται για τα μάτια του κόσμου».

Ο Λάμπρος, πιστεύει ότι στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ένωσης υπάρχει μια συνολικότερη αυταρχικοποίηση που βιώνεται σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής. «Σ’ ένα βαθμό αυτό αποτυπώνεται ήδη σε ανθρώπους που κυνηγούνται εξοντωτικά από το ίδιο το κράτος για τα πολιτικά τους φρονήματα, ως εχθροί της δημοκρατίας. Το σημερινό σύστημα δεν έχει να εμπνεύσει κανέναν άνθρωπο για τίποτα απολύτως, ενώ προσπαθεί διαρκώς να προασπιστεί και να θωρακιστεί με το να γίνεται όλο πιο αυταρχικό και σιδερένιο, με τον οποιοδήποτε τρόπο μιας και φοβάται για το μέλλον του».

«Ζούμε μια απ’ τις γνωστές κρίσεις του καπιταλισμού, ο οποίος παραδοσιακά θρέφει την άκρα δεξιά, που φέρει κάθε τόσο σπαθί και τσεκούρι ισοπεδώνοντας τα πάντα για να ανοίξει νέες αγορές. Όταν το καταφέρνει αυτό, την ξαναμαζεύουν στα κλουβιά τους. Αυτό συμβαίνει και τώρα, δεν είναι τυχαία η άνοδος της άκρας δεξιάς παγκόσμια. Αργά ή γρήγορα η κρίση θα εκτονωθεί και θα μετρηθούμε πόσοι μείναμε και ποιοι κέρδισαν, συνήθως βέβαια κερδίζουν αυτοί που έχουν τα λεφτά. Λυμένες εξισώσεις είναι αυτά, ο καπιταλισμός μας έχει διδάξει ακριβώς τι είδους τερτίπια και μονοπάτια χρησιμοποιεί. Όσο η εύθραυστη κυριαρχία του απειλείται, τόσο θα σφίγγουν τα λουριά, κι όσο σφίγγουν τα λουριά τόσο ο κόσμος θα εξαφανίζεται στα αζήτητα».

Σημείο πόλωσης της περιόδου αποτελεί το κομμάτι των εμβολιασμένων και κυρίως των ανεμβολίαστων. Τους ρωτάω αν θα έπαιζαν σε κάποιο μαγαζί, μόνο για εμβολιασμένους. O Λάμπρος μου λέει ότι αν ήθελαν να το κάνουν, θα είχαν παίξει ήδη. «Η παρουσίαση του δίσκου μας είχε σκοπό την έμπρακτη οικονομική στήριξη στον Βαγγέλη Σταθόπουλο που ο ίδιος και οι κοντινοί του άνθρωποι έχουν εξαντληθεί οικονομικά. Απ’ την άλλη, θέλαμε να ζήσουμε ένα live απ’ τα παλιά παίρνοντας παράλληλα θέση για το πάτημα που βρήκε η κυβέρνηση με τον κορονοϊό να αυταρχικοποιήσει τις θέσεις της, οι οποίες έχουν μόνο προσανατολισμό τους ανθρώπους που βρίσκονται στον δημόσιο χώρο, αρά όπως ισχυρίζονται ευθύνονται αποκλειστικά για τη διασπορά του ιό. Έτσι λοιπόν, βρεθήκαμε σ’ έναν δημόσιο χώρο κι όχι σ’ ένα μαγαζί, δηλώνοντας πως θα προασπιστούμε το δικαίωμα και των καλλιτεχνών αλλά και του κόσμου, ώστε να μπορεί να αξιοποιεί τον δημόσιο χώρο με την παρουσία του.

Στη Νέα Σμύρνη έσπασε το ποτήρι. Μια τρομοκρατική συμμορία έσπαγε αναίτια στο ξύλο ανθρώπους που κάθονταν σε μια πλατεία, εκμεταλλευόμενοι τον πόνο του άλλου που μπορεί να είχε απολυθεί ή να βρισκόταν σε αναστολή και που πήγε μια βόλτα στην πλατεία να ανασάνει. Αν το πούμε χούντα όλο αυτό, θα βρεθούν κάποιοι να πουν ότι είναι βαρύ. Ας μας πουν λοιπόν εκείνοι πώς χαρακτηρίζουν όλο αυτό».

Ο Μιχάλης, επαναφέρει το γεγονός ότι η μουσική δεν αποτελεί για εκείνους το βασικό τους εισόδημα. «Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει κόσμος που βιοπορίζεται από τη μουσική κι όλο αυτό τους γονάτισε. Εμείς δεν βιοποριζόμαστε απ’ αυτό, οπότε δεν θεωρούμε ότι χρειάζεται να κάνουμε κάτι τέτοιο. Η κυβέρνηση βρήκε τον τρόπο να κουνήσει ξανά το δάχτυλο, δεν έχουν φτιάξει μια ΜΕΘ, το σύστημα υγείας καταρρέει με υπεράνθρωπες προσπάθειες από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό κι έρχονται να μας μιλήσουν για μέτρα, ποιοι ακριβώς;».

Η κουβέντα μας φτάνει στο τέλος, με την ερώτηση πόση φθηνή trap αντέχουν τα αφτιά μας. «Δεν φταίει η μουσική σαν μουσική, οι παραγωγές και τα beat. Φταίει ο στίχος, η έπαρση του να βγαίνουν παιδιά παρουσιάζοντας μια παραμορφωτική εικόνα της πραγματικότητας, με αποτέλεσμα να “γίνονται” με δύο κομμάτια, που λίγο καιρό μετά δεν τα θυμάται κανείς» λέει ο Γιάννης και συνεχίζει «H trap, αναπτύχθηκε στα ελληνικά αφτιά μιλώντας για βίλες και γυναίκες. Δεν έχει να κάνει με το είδος της μουσικής, αλλά με τη κουλτούρα που μεταφέρεται πάνω σε αυτήν, η οποία ανήκε κάποτε στα λαϊκά άσματα. Προσωπικά, δεν πάω στα μπουζούκια γιατί δεν θέλω να αντιμετωπίσω την εκεί πραγματικότητα η οποία έχει μεταφερθεί και στο rap.

Ας κάνει ο καθένας το καλύτερο που μπορεί. Για εμάς είναι πολύ σημαντικό να αισθανόμαστε ασφαλείς με τον κόσμο που έρχεται να μας ακούσει, γι’ αυτό και μας είναι ξεκάθαρο απ’ την αρχή ότι είναι άλλος ο ιδιωτικός κι άλλος ο δημόσιος λόγος. Στον δημόσιο λόγο πρέπει να φιλτράρεις δέκα φορές περισσότερο τι θα πεις, απ’ ότι όταν μιλάς με δικούς σου ανθρώπους. Η κοινωνία έχει αλλάξει, έχει γίνει απρόσωπη, οπότε ο καθένας από εμάς οφείλει να αναλύει και να θέτει όσο πιο φιλτραρισμένα γίνεται, αυτά που θέλει να επικοινωνήσει. Σου δόθηκε η ευκαιρία να φτιάξεις τον λόγος σου, τους στίχους και τις θέσεις σου μέσα από την τόση πληροφορία που πλέον λαμβάνουμε. Είναι κρίμα να μην το κάνεις, γιατί δεν έμαθες να ακούς».

POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.