michael-heupel@Michael Theel

Ο Μιχάλης Χόιπελ είναι ένας από τους σημαντικότερους τσελίστες της νέας γενιάς. Γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα, αλλά πλέον μένει μόνιμα στο Αμβούργο, όπου ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές. Έχει εμφανιστεί ως σολίστ σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το παιδαγωγικό έργο του με τα διάφορα projects που έχει πραγματοποιήσει για παιδιά. Πνεύμα ανήσυχο, αναζητά πέρα από την κλασική παιδεία, νέους μουσικούς δρόμους έκφρασης. Στις 8 Φεβρουαρίου θα έχουμε την ευκαιρία να τον παρακολουθήσουμε σε ένα ρεσιτάλ βιολοντσέλου στα πλαίσια ενός κύκλου συναυλιών σύγχρονης μουσικής που διοργανώνει η Στέγη με το Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Μουσική Δεν νομίζω πως είχα ποτέ τη χαρά να ανακαλύψω τον κόσμο της μουσικής, νομίζω απλά γεννήθηκα μέσα του. Και οι δύο μου γονείς, αν και όχι μουσικοί, είναι καλλιτέχνες και λάτρεις της μουσικής. Από όταν ήμουν μωρό λοιπόν, δεν νομίζω πως υπάρχουν πολλές στιγμές της ζωής μου που να θυμάμαι χωρίς μουσική. Και τα ακούσματα που μου προσφέρθηκαν ήταν ποικίλα: από τα κοντσέρτα του Vivaldi, τις Καντάτες του Bach, τις συμφωνίες των Beethoven, Bruckner και Mahler έως την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» του Stravinsky, τα «Κατα Λουκά πάθη» του Penderecki και το «Εν πυρί» του Στέφανου Βασιλειάδη, και από τον Dizzy Gillespie, τον Charlie Parker και τον Miles Davis εώς τον Jimmy Hendrix, τον Frank Zappa και τους Led Zeppelin.

Νομίζω ακόμη και τώρα, το εύρος στη μουσική που ακούω όταν έχω ελεύθερο χρόνο δεν έχει μειωθεί. Πέρα από κάποιες φάσεις που μπορεί να επικεντρωθώ σε ένα είδος μουσικής ή σε έναν ερμηνευτή ή συνθέτη, συνήθως ακούω σχεδόν τα πάντα.

Δεν θα έλεγα ούτε πως ως μουσικός έχω κάποια προτίμηση σε ένα μόνο είδος μουσικής. Σίγουρα οι Σουίτες για σόλο βιολοντσέλο του Bach έχουν έναν ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή μου, πράγμα που νομίζω πως κάθε τσελίστας μπορεί να πει. Η ηχογράφηση των έργων αυτών από τον Pablo Casals ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ξεκίνησα το βιολοντσέλο.

Μου αρέσει όμως πολύ να εξερευνώ και να ανακαλύπτω τις δυνατότητες του βιολο-ντσέλου σαν όργανο και αυτό είναι κάτι που μπορώ να κάνω καλά παίζοντας σύγχρονα έργα και σε συνεργασίες με συνθέτες. Η σύγχρονη μουσική έχει έναν πρωτεύο-ντα ρόλο στη ζωή μου πια, μιας και μαζί με τον Φάνη Γκιολέ έχουμε ιδρύσει ένα σύνολο σύγχρονης μουσικής στο Αμβούργο, το ensemble volans, με το οποίο κάνουμε συχνά συναυλίες και παρουσιάζουμε έργα νέων συνθετών για πρώτη φορά στο κοινό.

Βιβλίο Από μικρό παιδί μου άρεσαν τα βιβλία και διάβαζα πολλά. Προσπαθούσα να διαβάσω όλα τα βιβλία που βρίσκονταν μέσα στο σπίτι, ακόμη και αν κάποια δεν ήμουν σε θέση να τα καταλάβω. Πίστευα πως ακόμη και αν δεν μπορούσα να συλλάβω όλα τα νοήματα, σίγουρα κάτι θα αποθηκευόταν κάπου μέσα μου και κάποια στιγμή στο μέλλον θα εμφανίζονταν ως κάποιου είδους ασυνείδητη γνώση. Ίσως γι’ αυτό το λόγο προτιμούσα τα βιβλία θεωρητικών γνώσεων, φιλοσοφικού ή επιστημονικού περιεχομένου από τα μυθιστορήματα. Φαντάζομαι πως θα πρέπει να ήταν πολύ περίεργη εικόνα να βλέπει κανείς ένα 13χρονο αγόρι στην παραλία να διαβάζει Nietzsche! Πέρα από τα αστυνομικά μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές τον Ηρακλή Πουαρό, τον Σέρλοκ Χολμς και τη μις Μαρπλ δεν είχα μεγάλη επαφή με τη μυθιστορηματική λογοτεχνία ή την ποίηση. Αυτό ήρθε αργότερα, μετά τα 16 μου.

Τα βιβλία, ή μάλλον ένα βιβλίο αποτέλεσε και μια ακόμη από τις αφορμές που με ώθησαν να ξεκινήσω το βιολοντσέλο, όταν ήμουν 7 χρονών. Ήταν ένα βιβλίο που ονομαζόταν “η ορχήστρα” και συνοδευόταν από μία κασέτα με μουσικά παραδείγματα για κάθε όργανο που αναφέρονταν μέσα στο βιβλίο. Στο βιβλίο υπήρχαν ζωγραφιές με κάποια ζώα που έπαιζαν τα όργανα αυτά. Μια χαμογελαστή τίγρης έπαιζε βιολοντσέλο μπρος σε έναν μπλε φόντο και στην κασέτα υπήρχε μια ηχογράφηση από το πρελούδιο της 6ης σουίτας του J. S. Bach. Πώς να αντισταθεί κανείς σε αυτό;

Τα βιβλία για μένα είναι φορείς τόσο θεωρητικών όσο και πνευματικών γνώσεων, και έτσι αποτελούν και μέσα εμπλουτισμού των μουσικών ερμηνειών μου. Δεν νομίζω πως θα μπορούσα να ερμηνεύσω με τον ίδιο τρόπο τα έργα μεγάλων Ρώσων συνθετών, όπως του Tchaikovsky, του Rachmaninow ή του Shostakovich, αν δεν είχα δια-βάσει έργα των μεγάλων λογοτεχνών αυτής της χώρας, όπως του Tolstoi, του Dostoyevsky ή του Gogol.

Πλέον δεν διαβάζω βιβλία στον ίδιο ρυθμό όπως όταν ήμουν παιδί, δεν μου το επιτρέπει ο χρόνος μου. Η βιβλιοθήκη μου όμως εμπλουτίζεται κάθε τόσο με βιβλία που ανακαλύπτω και συνηθίζω να ξαναδιαβάζω πολλά από τα βιβλία που διάβαζα και μικρός. Τελικά δεν νομίζω πως τα καταλαβαίνω καλύτερα τώρα, ίσως απλά βρίσκω μέσα τους καινούρια νοήματα και είμαι σίγουρος πως αν τα ξαναδιαβάσω σε 15 χρόνια θα βρω και πάλι άλλα. Μερικά βιβλία έχουν εμπνεύσει και κάποια project μου, ό-πως τα “εκατό ερωτικά σονέτα” του Pablo Neruda ή η «Ασκητική» και η «Αναφορά στον Γκρέκο» του Νίκου Καζαντζάκη. Κάθε φορά που ταξιδεύω έχω τουλάχιστον ένα βιβλίο στην τσάντα μου.

Ιnternet Το διαδίκτυο είναι σίγουρα ένα από τα πιο εύχρηστα εργαλεία για τη δουλειά, ακόμη και αυτή ενός μουσικού σαν και μένα, που το βασικό εργαλείο του είναι ενα βιολοντσέλο ηλικίας 300 ετών. Πέρα από το τεράστιο μέγεθος πληροφοριών που μπορεί να αντλήσει κανείς για σχεδόν οποιοδήποτε θέμα, από παρτιτούρες έως πληροφορίες για έργα και συνθέτες, είναι και ένα ισχυρό επικοινωνιακό εργαλείο. Η διαδικτυακή παρουσία είναι κάτι που πλέον αναγκαστικά οι νέοι καλλιτέχνες πρέπει να διατηρούμε. Αυτό έχει, όπως όλα τα πράγματα, και τα θετικά του και τα αρνητικά του. Ένας καλλιτέχνης πια μπορεί να απευθυνθεί πολύ πιο άμεσα σε ένα ευρύτερο κοινό και να έρθει σε επαφή με άλλους καλλιτέχνες σε όλες τις γωνιές του κόσμου δημιουργώντας έτσι ενδιαφέρουσες συνεργασίες πολύ πιο εύκολα. Ταυτόχρονα όμως, πολλές φορές υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια σύγχυση στις προτεραιότητες, να γίνει δηλαδή το φαίνεσθαι δυσανάλογο ως προς το είναι του καλλιτέχνη.

Εγώ προσωπικά περνάω πολλές ώρες μπρος στην οθόνη του υπολογιστή οργανώνοντας πρόβες, συναυλίες, ανακοινώνοντας μελλοντικές εμφανίσεις αλλά και αναζητώντας νέα μουσικά έργα ή ακόμη και για λόγους απλής ενημέρωσης μιας και από τότε που ξεκίνησα τις σπουδές μου δεν έχω τηλεόραση. Προτιμώ τόσο στην ενημέρωση όσο και στην ψυχαγωγία να μπορώ να επιλέγω, όσο το δυνατόν πιο ελεύθερα, το τι καταναλώνω. Η ιδέα πως τουλάχιστον στο διαδίκτυο υπάρχει και ενός είδους ενεργή αναζήτηση με κάνει να το προτιμώ από την παθητική κατανάλωση που προσφέρει η τηλεόραση. Θεωρώ όμως σημαντικό να βρίσκει κανείς και λίγο χρόνο μακρυά απ’ όλα αυτά. Είναι απαραίτητο να δημιουργούμε ευκαιρίες για να αφιερωθούμε σε εσωτερικές διαδικασίες από τις οποίες το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνήθως μας αποσπούν την προσοχή.

Ταξίδια Είμαι πολύ ευτυχής που το επάγγελμα του μουσικού όχι μόνο μου δίνει τη δυνατότητα, αλλά και με αναγκάζει να ταξιδέψω. Ως μουσικός είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω σχεδόν σε όλη την Ευρώπη. Τα τελευταία δύο χρόνια ειδικά δεν έχω καταφέρει να περάσω πάνω από ένα μήνα χωρίς να χρειαστεί να ταξιδέψω για κάποια συναυλία, κάποια πρόβα ή κάποιο μάθημα. Μπορεί ίσως οι ατελείωτες ώρες στο τρένο ή στα αεροδρόμια περιμένοντας μια ανταπόκριση να μοιάζουν βάσανο για τους περισσότερους, αλλά δεν μπορώ να πω πως με ενοχλούν ιδιαίτερα. Είναι για μένα ένας νεκρός χρόνος που μπορώ να γεμίσω διαβάζοντας, γράφοντας ή μελετώντας τις παρτιτούρες μου.

Βέβαια τα ταξίδια με συνοδοιπόρο ένα παλιό βιολοντσέλο δεν είναι ιδιαίτερα εύκολα. Στο αεροπλάνο πρέπει να αγοράζω πάντοτε μια δεύτερη θέση γιατί λόγω της αξίας του δεν μπορώ να το δώσω στις αποσκευές και λόγω του μεγέθους του δεν μπορώ να το κρατήσω ως χειραποσκευή. Ακόμη και η αγορά ενός τέτοιου εισιτηρίου μπορεί να αποδειχθεί περιπέτεια.

Πέρα όμως από αυτό το πρόβλημα το να ταξιδεύει κανείς με και για τη μουσική έχει και τα προτερήματα του. Όταν μαζευόμαστε, για παράδειγμα, μουσικοί από όλες τις χώρες του κόσμου σε ένα φεστιβάλ μουσικής, άσχετα με το πόσο μακριά έχουμε γεννηθεί ο ένας από τον άλλον ή πόσο διαφορετικοί είναι οι πολιτισμοί από τους οποίους προερχόμαστε, έχουμε τόσα πολλά κοινά βιώματα που θα μπορούσε να νομίσει κανείς πως όλοι οι μουσικοί είμαστε σαν μια μεγάλη οικογένεια. Ένα άλλο μεγάλο προτέρημα για εμάς τους μουσικούς είναι πως, όπου κι αν πάμε, έχουμε συνήθως πρόσβαση σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Μου έχει τύχει για παράδειγμα, να κάνω μια συναυλία και να δειπνήσω στο παλάτι του Μονάχου με μερικούς από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου και, μερικές μέρες μετά, να αυτοσχεδιάσω σε μια μπυραρία σε ένα μικρό χωριό μέσα σε μια παρέα εργατών εργοστασίου.

Η μουσική λοιπόν για μένα είναι αδιάρρηκτα δεμένη με τα ταξίδια. Έχει υπάρξει το μέσον και ο λόγος να ανακαλύψω πολλά μέρη του κόσμου που αλλιώς δεν θα είχα ανακαλύψει.

Τώρα Μία κινέζικη κατάρα λέει «σου εύχομαι να ζήσεις σε ενδιαφέροντες καιρούς» και νομίζω πως τώρα βρισκόμαστε σε πολύ ενδιαφέροντες καιρούς, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως. Αυτό με κάνει να πιστεύω πως είμαι πολύ τυχερός που έχω τη μουσική σαν επάγγελμα. Νιώθω πως η μουσική με αναγκάζει κάθε φορά που μελετάω να επικεντρώνομαι σε κάποια, για μένα, πολύ βασικά και ουσιώδη πράγματα και μ΄ αυτό τον τρόπο γίνεται ένα μέσο διαφυγής από την παράνοια της επικαιρότητας. Είναι ένας τρόπος για να βρίσκω μία ισορροπία.

Τώρα η ζωή μου βρίσκεται κατά κύριο λόγο στη Γερμανία. Ζω στο Αμβούργο, όπου διδάσκω και ασχολούμαι με τη σύγχρονη μουσική και το ensemble volans. Παράλληλα, ταξιδεύω συχνά για συναυλίες είτε ως σολίστ είτε ως μέλος κάποιου συνόλου μουσικής δωματίου και ετοιμάζω διάφορα project. Θεωρώ πως η μουσική έχει τη δυνατότητα και, ακριβώς για αυτόν το λόγο, και την ευθύνη να έχει έναν ουσιαστικό κοινωνικό ρόλο, τώρα περισσότερο από ποτέ. Προσπαθώ πολλά από τα project που οργανώνω και αρκετές από τις συναυλίες που κάνω να έχουν ένα τέτοιο κοινωνικό αντίκτυπο. Ίσως γι΄αυτό δίνω και ένα ιδιαίτερο βάρος σε παρουσιάσεις που κάνω για παιδιά, στις οποίες πρωταρχικός στόχος δεν είναι να μάθω στα παιδιά μουσική αλλά περισσότερο να εξάψω την περιέργεια και την φαντασία τους.

Όνειρα Όταν μέσα μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να ασχοληθώ επαγγελματικά με τη μουσική ήμουν ακόμη παιδί και ως παιδί δεν είχα ακόμη αποκτήσει συναίσθηση του τι σημαίνει να βγάζει κανείς χρήματα ή τι είναι αυτό που οι ενήλικες όριζαν ως επιτυχία ή φήμη. Η μουσική δεν συνδεόταν για μένα με αυτά τα πράγματα, ούτε και ήθελα να πετύχω κάποιο από αυτά μέσω της μουσικής. Ακόμη και οι επιτυχίες εντός του κόσμου της μουσικής, όπως είναι μια εμφάνιση ως σολίστ με μια μεγάλη ορχήστρα ή η εμφάνιση σε μια φημισμένη αίθουσα συναυλιών, μου διέφευγαν τότε. Θα μπορούσε λοιπόν να πει κανείς πως όταν ξεκίνησε η ενασχόληση μου με τη μουσική δεν είχα όνειρα. Η μουσική ήταν κάτι που με απορροφούσε και μου προσέφερε κάτι που δεν μπορούσα να βρω αλλού και αυτό συνεχίζει να κάνει μέχρι και σήμερα.

Τώρα πια βέβαια, ως ενήλικας, είναι φυσικό πως έχω αποκτήσει όνειρα και στόχους που αφορούν τη μουσική. Ένα από αυτά, που μάλλον φαίνεται αυτονόητο αλλά δεν είναι πάντα, είναι το να μπορώ να ζω από τη μουσική. Ακόμη και οι στόχοι που δεν είχα ως παιδί, όπως το να παίξω με μια ορχήστρα ή σε μια φημισμένη αίθουσα ή να ηχογραφήσω έναν δίσκο βρήκαν τη θέση τους ανάμεσα στα όνειρα και τους στόχους μου. Υπό αυτή την έννοια θα μπορούσε να πει κανείς πως έχω εκπληρώσει αρκετά από αυτά.

Ίσως αυτό που παραμένει πιο μεγαλεπήβολο όνειρο και μάλλον θα παραμείνει για αρκετό καιρό, είναι να βρεθώ πάλι στην ίδια κατάσταση που ήμουν ως παιδί, όπου ούτε τα χρήματα ούτε η επιτυχία όπως την ορίζουμε στον πολιτισμό μας, έχουν σημασία. Μια κατάσταση όπου η μουσική υπάρχει απλά για τη μουσική, χωρίς άλλου είδους παρεμβολές.

Στόχοι Η φετινή χρονιά είναι γεμάτη με πολλά ενδιαφέροντα πρότζεκτ. Επόμενοι στόχοι μου λοιπόν μετά την συναυλία στο Πάντειο στις 8 Φεβρουαρίου, είναι μία εμφάνιση στο Δημοτικό Ωδείο Ηλιούπολης στις 11 Φεβρουαρίου με σκοπό τη συγκέντρωση τροφί-μων για 120 οικογένειες του δικτύου αλληλεγγύης «Ηλιουπόλις», ενώ όταν γυρίσω στο Αμβούργο με περιμένει μια συναυλία, που απευθύνεται στους πρόσφυγες από τη Συρία στις 23 του μήνα και την αμέσως επόμενη μέρα με το ensemble volans θα κάνουμε μία πρώτη ερμηνεία ενός έργου γραμμένου για το ensemble μας από τον Γερ-μανό συνθέτη Benjamin Helmer. Παράλληλα ετοιμάζω έργα για την πρώτη μου σολιστική δισκογραφική δουλειά που θα ηχογραφηθεί στις αρχές Μαρτίου. Πρόκειται για ένα δίσκο με έργα του 20ού και 21ου αιώνα για σόλο βιολοντσέλο. Ανάμεσα στα έργα βρίσκεται και η «Κρητική Σουίτα για σόλο βιολοντσέλο» της συνθέτριας Έφης Μαρκουλάκη, ένα έργο που επεξεργάζεται, με σύγχρονες συνθετικές τεχνικές, μοτίβα από την παραδοσιακή μουσική της Κρήτης. Η κυρία Μαρκουλάκη είχε μάλιστα και την καλοσύνη να μου αφιερώσει αυτό το έργο γνωρίζοντας την αδυναμία που τρέφω για την Κρήτη. Ένα μέρος του έργου αυτού, τον «Κισσαμίτικο», θα παρουσιάσω και στη συναυλία στο Πάντειo.

Ελλάδα Αν υπάρχει κάτι που μου λείπει από την Ελλάδα, αυτό είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο που έχω καταφέρει να βρω μόνο εκτός της Αθήνας και μακριά από τις αίθουσες συναυλιών. Είναι ίσως ενός είδους αθωότητα στον τρόπο με τον οποίο με προσεγγίζουν άνθρωποι που με βλέπουν να παίζω μια μουσική και ένα όργανο που δεν έχουν ξανακούσει από κοντά. Παρατηρούν και ρωτάνε πράγματα που δεν θα πέρναγαν ποτέ ούτε από το δικό μου μυαλό ούτε από αυτό του συνηθισμένου ακροατή. Κάτι σε αυτή την προσέγγιση μου δημιουργεί ένα ιδιαίτερο συναίσθημα, που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω ίσως ως αισιοδοξία.

Η Ελλάδα της κρίσης και οι κοινωνικοπολιτικές της εξελίξεις προσφέρουν πράγματι πολύ υλικό για καλλιτεχνική έκφραση. Ένας μουσικός όμως που θέλει να εκφραστεί επαρκώς, χρειάζεται κάποια εργαλεία, κάποιες βάσεις που, τουλάχιστον για το βιολοντσέλο, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να αποκτήσει στην Ελλάδα. Νομίζω πως κάθε νέος έλληνας μουσικός που αναζητεί μια εκφραστική και καλλιτεχνική ολοκλήρωση το νιώθει αυτό σε κάποια στιγμή της πορείας του.

Δεν θεωρώ πως η Ελλάδα έχει έλλειψη μουσικής παιδείας. Ίσως υπάρχουν ελλείψεις στον τομέα της κλασσικής μουσικής, αλλά στην Ελλάδα υπάρχουν τόσες πολλές εκφάνσεις της μουσικής τέχνης, που δεν μπορώ να θεωρήσω τις ελλείψεις αυτές ως μια γενική έλλειψη μουσικής παιδείας. Αυτό που θα επιθυμούσα όμως πραγματικά, θα ήταν να υπήρχε περισσότερη μουσική στην παιδεία, δηλαδή στο εκπαιδευτικό και σχολικό σύστημα της Ελλάδας. Η μουσική και η τέχνη, όντας στην ουσία τους εμπειρίες και όχι θεωρητικές γνώσεις, απελευθερώνουν τις δημιουργικές δυνατότητες των παιδιών και αφυπνίζουν υψηλότερες διαδικασίες. Η σύγχρονη κοινωνία άλλωστε, απαιτεί όλο περισσότερο δημιουργικούς ανθρώπους που, οπλισμένοι με φαντασία, μπορούν να βρίσκουν λύσεις στα όλο και πιο περίπλοκα προβλήματα που τους τίθενται. Στους καιρούς της κρίσης λοιπόν, και όχι μόνο, θεωρώ πολύ πιο τυχερή μια κοινωνία που αποτελείται από ανθρώπους με φαντασία από μία που αποτελείται από δεξιοτέχνες βιολιστές, τσελίστες ή πιανίστες. Προτιμώ λοιπόν από μια μουσική παιδεία, μια παιδεία που εμπλουτίζει την εμπειρία των παιδιών μέσω της μουσικής και της τέχνης.

To popid επιμελήθηκαν οι φοιτήτριες Όλγα Καλλέργη, Βασιλική Κουστένη, Άννα Σκούταρη που σπουδάζουν στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου στην κατεύθυνση «Πολιτισμός και πολιτιστική διαχείριση» στο πλαίσιο της εργασίας τους στον κύκλο συναυλιών Μια γέφυρα μουσικής επάνω από τη Συγγρού vol. 2 (συνδιοργάνωση: Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και Πάντειο Πανεπιστήμιο)