Categories: ΠΡΟΣΩΠΑ

H Ναταλία Γερμανού θέλει να επιστρέφει σπίτι ξέροντας ότι δεν έκανε τίποτα για το οποίο πρέπει να ντρέπεται

Η σχέση μου με την τηλεόραση τα τελευταία πολλά χρόνια, είναι οι απροσδόκητες εκπλήξεις που φωτίζουν ένα αποκαρδιωτικό τοπίο συνενοχής στη βαρβαρότητα, άνθρωποι δηλαδή που καταφέρνουν να ισορροπήσουν το ρίσκο της προσωπικής τους άποψης πάνω σε γενικεύσεις, που τις περισσότερες φορές αποπροσανατολίζουν. Η αλήθεια είναι, κι αυτό αποτελεί μια προσωπική μου σχέση με το συγκεκριμένο μέσο, ότι δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι αυτοί, παρόλα αυτά, κάποιοι έχουν καταφέρει να μην αλλάξω βιαστικά κανάλι, να αναζητήσω τοποθετήσεις τους σε βίντεο στο YouTube, γλιτώνοντας μας αρκετές φορές απ’ την ματαιότητα του «όλοι ίδιοι είναι». Μια τέτοια προσωπικότητα είναι ο Ναταλία Γερμανού, για την οποία πέρασα πρώτη φορά την είσοδο καναλιού, για να συναντηθούμε σε ένα γραφείο σαν να γνωριζόμασταν από καιρό.

Η πρώτη μας επαφή έγινε όταν η Ναταλία φιλοξένησε στον αέρα της εκπομπής της τον διασώστη Ιάσονα Αποστολόπουλο. Μέχρι τότε, είχα ήδη παρακολουθήσει προσεκτικά τη συνέπεια της στάσης της απέναντι στην αποκαλυπτική χρονιά που μας πέρασε κι αφορούσε το κίνημα metoo, οπότε η εξέλιξη αυτή μου επιβεβαίωσε ότι δεν αντιλήφθηκε τον πόνο των εξομολογήσεων όλων αυτών των γυναικών σαν μια πρόσκαιρη μόδα, αλλά αποτελεί ένα μέρος του αξιακού της κώδικα. «Τον Ιάσονα, ξεκίνησα να τον ψάχνω απ’ τον Σεπτέμβρη, μια περίοδο που η εκπομπή δεν είχε βγει ακόμη στον αέρα. Εκείνος δεν είχε πολύ χρόνο στην Ελλάδα, μιας και βρίσκονταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στη Μεσόγειο. Αυτό που ήθελα έχοντας παρακολουθήσει από πριν το έργο του, ήταν να αναδείξω αυτό που δεν έχει μέχρι και σήμερα σταματήσει να κάνει ο άνθρωπος αυτός, να βουτάει δηλαδή κάτω από οποιαδήποτε καιρική συνθήκη σε μια θάλασσα σώζοντας ανθρώπους που πνίγονται. Χωρίς να ξεχωρίζει χρώμα δέρματος, θρησκεία ή φύλο, βλέπει τους ανθρώπους σαν ναυαγούς που χρειάζονται διάσωση. Για μένα λοιπόν, οποιοσδήποτε άνθρωπος σώζει ή διασώζει άλλους ανθρώπους, έχει κάτι το ηρωικό. Με τον ίδιο τρόπο αντιλαμβάνομαι κι έναν γιατρό που δεν θα δεχθεί «φακελάκι» για να σώσει έναν ασθενή, υπηρετώντας με τον τρόπο αυτό αυτό που προστάζει η ηθική του και ο όρκος που έδωσε, μια νοσηλεύτρια που θα ξεπεράσει τις ώρες τις βάρδιας της παλεύοντας στην καρδιά μιας τεράστιας υγειονομικής κρίσης, έναν εθελοντή πυροσβέστη που πέφτει χωρίς δεύτερη σκέψη στη φωτιά όταν εκείνη ρημάζει τα πάντα.

Όταν τελείωσε η κουβέντα μας με τον Ιάσονα, ένιωθα πολύ χαρούμενη που τον φιλοξένησα μιας και δεν είναι ένας άνθρωπος που δίνει συχνά το παρών σε ψυχαγωγικές εκπομπές. Τότε ήταν που άρχισα να δέχομαι επιθέσεις, οι οποίες ούτε λίγο ούτε πολύ μου καταλόγιζαν ότι έβγαλα στην εκπομπή μου έναν δουλέμπορα. Με απόλυτη ειλικρίνεια σου λέω ότι δεν υπήρξα ποτέ ένας φανατισμένος άνθρωπος. Αυτό που προσπαθούσα αρχικά να κατανοήσω ήταν το πόσο δύσκολο είναι τελικά για κάποιους αυτό που στο δικό μου μυαλό είναι αυτονόητο, να πεις δηλαδή ένα μπράβο στον άνθρωπο που τραβάει μωρά απ’ τα κύματα. Δεν περίμενα ούτε κατά διάνοια ότι θα συνέβαινε όλο αυτό. Τέτοια πολιτική επίθεση, δεν είχα δεχθεί ποτέ ξανά. Δεν στεναχωρήθηκα, ταράχτηκα. Ευτυχώς, παρά τα όσα συνέβαιναν διατήρησα την ψυχραιμία μου, καταφέρνοντας να μην απαντήσω σε κανένα απ’ αυτά τα μηνύματα που λάμβανα, μένοντας μακριά από διαδικτυακούς τσακωμούς με ανθρώπους που με χαρακτήριζαν από ναζίστρια μουσουλμάνα μέχρι πράκτορα του Ερντογάν. Ακόμη και σήμερα, με αφορμή οποιοδήποτε κοινωνικό σχόλιο που μπορεί να κάνω, εξακολουθώ να λαμβάνω μηνύματα που με προτρέπουν ειρωνικά να πάω να περισυλλέξω κάποιον πρόσφυγα.

Με το χέρι στην καρδιά, η συνέντευξη του Ιάσονα δεν είχε κανένα πολιτικό κριτήριο, ενώ παράλληλα αποτελεί παράσημο στην τηλεοπτική μου πορεία. Όχι απλά δεν μετανιώνω, αλλά θα το ξαναέκανα με πολύ μεγάλη χαρά. Παρόλα αυτά, κι έχοντας πάρει πλέον μια απόσταση απ’ το συμβάν, δεν μπορώ να σου κρύψω ότι με προβληματίζει η ποινικοποίηση της αλληλεγγύης, το γεγονός δηλαδή ότι κάποιος άνθρωπος επιλέγει να κάνει το καλό και δέχεται πόλεμο γι’ αυτό. Απ’ την άλλη βέβαια, διαπιστώνω πόσο γενναία υψώνουν το ανάστημα τους απέναντι σε αυτήν τη βαρβαρότητα όλοι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν στόχο ζωής την αλληλοβοήθεια, χωρίς να παρεκκλίνουν παρά τις αισχρές επιθέσεις που δέχονται, κι ανακουφίζομαι. Προσωπικά, θεωρώ πως κατάφερα να παραμείνω ψύχραιμη γιατί ήμουν σίγουρη ότι στάθηκα στη σωστή πλευρά. Έχουν υπάρξει φορές που έκανα λάθος, όπως στον χειρισμό της γυναικοκτονίας της Καρολάιν. Στην υπόθεση αυτή ένιωθα να ακροβατώ διαρκώς σε ένα σχοινί και θεωρώ ότι κάποιες φορές το σχοινί αυτό έσπασε. Έκανα λάθη σε αυτή την υπόθεση, όμως ξέρεις κάτι; Δεν υποστήριξα ποτέ ότι είμαι ένα θεϊκά φτιαγμένο πλάσμα. Δεν φοβάμαι να πω συγγνώμη και να πάρω την ευθύνη.

Οποιοσδήποτε άνθρωπος σώζει ή διασώζει άλλους ανθρώπους, έχει για μένα κάτι το ηρωικό.

Χρύσα, είμαι ένας άνθρωπος που προσπαθεί να αφουγκράζεται το τι γίνεται γύρω του, μου είναι αδύνατον να είμαι αναίσθητη. Μεγάλωσα έχοντας στο μυαλό μου την αξία της ενσυναίσθησης. Σαφώς και κάνω μια ψυχαγωγική εκπομπή στο κανάλι που είμαι, όμως ευτυχώς μπορώ πλέον να μιλάω και για πράγματα που με απασχολούν, μιας και καλώς ή κακώς δεν ζούμε σε μια ροζ φούσκα, πώς να το κάνουμε; Οφείλουμε να επικοινωνούμε με τους ανθρώπους που μας βλέπουν στην τηλεόραση, μας ακούνε στα ραδιόφωνα, μας διαβάζουν στα έντυπα. Όταν χάσεις την επικοινωνία μαζί τους και θεωρήσεις ότι είσαι κάτι πιο σοβαρό ή πιο σημαντικό, το παιχνίδι έχει τελειώσει για εσένα. Προσωπικά, διατηρώ επικοινωνία με τους ανθρώπους με τους οποίους είμαστε φίλοι στα social. Κάποιοι που μπορούν να διαφωνούν μαζί μου κι έχουν την ευγένεια να γράψουν την αντίθεση τους σε μια ευπρεπή γλώσσα, κάνω διάλογο μαζί τους. Με αυτό που δεν μπορώ να συνδιαλλαγώ, είναι η ρητορική μίσους. Όχι, από συναδέλφους δεν έλαβα αρνητική κριτική για την εκπομπή με τον Ιάσονα, ούτε όμως και θετική αν εξαιρέσεις κάποιους συναδέλφους της κρατικής τηλεόρασης που μου έστειλαν συγχαρητήρια, καθώς και δύο στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που μου εξέφρασαν τη στήριξη τους σε αυτήν μου την επιλογή.

Η Ναταλία Γερμανού, ανέδειξε μέσα απ’ την εκπομπή της με αξιοπρέπεια, χωρίς αυτοαναφορικότητα και περιττές υστερίες όσα σαρωτικά συνέβησαν την προηγούμενη χρονιά σχετικά με την έμφυλη κακοποίηση, κάνοντας λόγο για ένα κύμα που όρμησε στο σπιτικό πολλών εκπομπών της ελληνικής τηλεόρασης. «Μπορεί το κίνημα metoo να ξεκίνησε απ’ τη Σοφία Μπεκατώρου η οποία ανήκε στον χώρο του αθλητισμού, όμως όλο αυτό συνεχίστηκε χτυπώντας αλλεπάλληλα τον καλλιτεχνικό κόσμο, με θύτες ανθρώπους που κατά καιρούς έχω φιλοξενήσει κι έχω πλέξει το εγκώμιο. Όπως καταλαβαίνεις, όπως ο περισσότερο κόσμος έτσι κι εγώ, έφαγα ένα τούβλο στο κεφάλι. Εκείνη λοιπόν ήταν η στιγμή που έπρεπε να διαλέξεις και να αποφασίσεις αν θα το πας διπλωματικά ή με το κεφάλι στον τοίχο. Εγώ, το πήγα με το κεφάλι στον τοίχο γνωρίζοντας καλά ότι οι άνθρωποι αυτοί, που είτε είναι έξω απ’ τη φυλακή είτε είναι προφυλακισμένοι αυτήν τη στιγμή, αν για οποιονδήποτε λόγο που δεν μπορώ να σκεφτώ τώρα, η έκβαση της ιστορίας τους τους δικαιώσει, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να δεχθώ μηνύσεις για τη στάση μου. Χαλάλι όμως. Επιλογές είναι αυτές και προσωπικά θα τις κρατήσω μέχρι το τέλος. Ακολουθώ το ένστικτο μου, κι αυτό με φέρνει πάντα στη μεριά των θυμάτων.

Η τηλεόραση είναι τηλεόραση. Το θέατρο είναι κάτι άλλο κι εγώ δεν έχω απωθημένο να δώσω καμία παράσταση.

Όχι, δεν θεωρώ ότι το metoo έχει ολοκληρώσει την τομή που χρειάζεται να γίνει στην ελληνική πραγματικότητα, είναι πολλά ακόμη αυτά που δεν έχουν ειπωθεί, υπάρχουν κι άλλα κεφάλαια που πρέπει να ανοίξουν. Ξεκινώντας απ’ τη μικρή βιοτεχνία της γειτονιάς, φτάνοντας μέχρι την πιο μεγάλη πολυεθνική. Θα έχει συνέχεια όλο αυτό, δεν θα κάτσει. Όσο δίνουμε το βήμα, θα υπάρχουν κορίτσια κι αγόρια που θα μιλάνε δημιουργώντας επιπλέον ρωγμές. Θέλω να πιστεύω ότι υπάρχουν τυχερές γυναίκες και κορίτσια, που δεν έχουν μια ιστορία κακοποίησης να διηγηθούν. Αυτό όμως που θεωρώ πολύ σημαντικό είναι να μην υπάρξουν άλλες, να τους δώσουμε τη δύναμη που χρειάζεται, να βοηθήσουμε με κάθε τρόπο να ξεφοβηθούν. Γι’ αυτό τρέμω κάθε φορά που κάποια προσπαθεί να σηκώσει ανάστημα βροντοφωνάζοντας την αλήθεια της και τελικά χάνει τη μάχη. Θα το διατυπώσω όσο πιο προσεκτικά γίνεται με ένα παράδειγμα. Αν η ιστορία της Γεωργίας απ’ τη Θεσσαλονίκη, ακριβώς όπως τη διηγήθηκε η ίδια με τα πεντακάθαρα μάτια της είναι αληθινή και καταφέρουν να τη βγάλουν ψεύτρα, θα είναι μια τεράστια ήττα για δεκάδες άλλες γυναίκες, μια ήττα για σένα και για εμένα, μια ήττα για όσες προσπαθήσαμε να τη βοηθήσουμε κι αποτύχαμε, μια ήττα για όλα τα κορίτσια που έζησαν το ίδιο με εκείνη. Όπως σου είπα εμπιστεύομαι το ένστικτο μου, κι αυτό μου λέει να πιστέψω αυτό το κορίτσι. Είμαι μαζί της λοιπόν».

Η Ναταλία μου εξηγεί ότι βιώνει μια περίοδο στην οποία νιώθει απελευθερωμένη, πως αισθάνεται ότι αυτό που κάνει έχει μια χρησιμότητα, ότι δεν είναι απλά μια παρουσιάστρια που ψυχαγωγεί, τονίζοντας μου παράλληλα ότι δεν υποτιμά καθόλου την ψυχαγωγία. «Ο κόσμος είναι πολύ ζορισμένος, είναι ωραίο να τον κάνεις να ξεχνιέται. Είναι ωραίο να ξεχνιόμαστε, οφείλουμε όμως να μην ξεχνάμε».

Μοιράζομαι μαζί της τον προβληματισμό μου για τον τρόπο που πολλές παρουσιάστριες και παρουσιαστές επιλέγουν μέχρι και σήμερα να διαχειρίζονται τοξικές συμπεριφορές και κακοποιητικό λόγο που επανατραυματίζει τα θύματα, δίνοντας τους δημόσιο βήμα. «Έχω την αίσθηση ότι ο υπερβολικός ενθουσιασμός κάποιων, μπροστά στο τεράστιο κίνημα metoo που αναδύθηκε, δημιούργησε την ανάγκη του να ισχυροποιηθούν στα μάτια του τηλεθεατή. Πώς γίνεται αυτό; Βγάζοντας κάποιον ακραίο τύπο, που υπερασπίζεται ας πούμε έναν βιαστή, μόνο και μόνο για να εξοργιστείς μαζί του, να τον στολίσεις από πάνω μέχρι κάτω, εκείνος απ’ τη μεριά του και με το δίκιο του αναρωτιέται αν του ζήτησες να βγει στην εκπομπή για τον μαλώσεις, με αποτέλεσμα να τον κλείνεις με εξαλλοσύνη, νιώθοντας τη στιγμή εκείνη ότι έχεις κερδίσει μια μεγάλη μερίδα του κόσμου. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Υπάρχει πάντα εναλλακτική, κι αυτή είναι το να μην παρουσιάσεις καθόλου το πρόσωπο αυτό. Προσωπικά, μαζί με τον αρχισυντάκτη μου, τον Βασίλη Δρυμούση, έχουμε πολλές φορές βρεθεί σε αυτό το δίλημμα, μιας και συχνά μας παίρνουν τέτοιοι άνθρωποι για να αυτοπροταθούν και να βγουν στην εκπομπή. Ευγενικά επιλέγουμε να μην το κάνουμε, για να μην έρθουμε μετά στη δυσάρεστη θέση να τσακωθούμε δημόσια. Εννοείται ότι έχει τύχει να ξέρουμε ότι κάποιο πρόσωπο θα φέρει καλά νούμερα στην εκπομπή, δεν το βγάλαμε όμως για τους λόγους που σου είπα παραπάνω. Η τηλεόραση είναι τηλεόραση. Το θέατρο είναι κάτι άλλο κι εγώ δεν έχω απωθημένο να δώσω καμία παράσταση. Εννοείται ότι μπορεί να σου τύχει και κάτι που δεν υπολογίζεις. Σε αυτή την περίπτωση τελειώνεις άμεσα την κουβέντα για να μη σπάσουν ούτε να νεύρα τα δικά σου, ούτε τα δικά του, ούτε των ανθρώπων που μας βλέπουν και καμία όρεξη δεν έχουν να μας ακούνε να ουρλιάζουμε μέσα στα σπίτια τους».

Τη ρωτώ αν όλα αυτά τα χρόνια έχει δεχθεί παραβιαστικές συμπεριφορές. «Δεν έχω δεχθεί σεξιστικές συμπεριφορές, έχω δεχθεί όμως στο παρελθόν καψόνια από εργοδότες. Πάντα τις απέδιδα στο γεγονός ότι ήμουν κόρη του Φρέντυ, νομίζω ότι ήθελαν να μου σπάσουν τον τσαμπουκά, να μου δείξουν ότι σε αυτό τον χώρο το επίθετο δεν σημαίνει τίποτα, ότι θα λιώσω στη δουλειά κι αν δεν αξίζω θα με πετάξουμε σαν την τρίχα απ’ το ζυμάρι. Η αλήθεια είναι ότι δεν θα το άντεχα να είμαι ένα άχρηστο πλάσμα και να με έχουν κρατήσει μόνο και μόνο για να μην τους θυμώσει ο Φρέντυ. Άλλωστε, όσοι τον γνώριζαν ήξεραν ότι θα τους θύμωνε μόνο αν με κρατούσαν χωρίς να αξίζω.

Αυτό που μου κληροδότησε ο πατέρας μου, είναι καλοσύνη και αξίες.

Στο σημείο αυτό, θέλω να πω κάτι για τον μπαμπά μου και νομίζω ότι τώρα είναι μια καλή ευκαιρία. Στα σχόλια που έχω κατά καιρούς δεχθεί με αφορμή την προβολή της συνέντευξης με τον Ιάσονα, ένα πολύ συνηθισμένο σχόλιο που μου γράφουν, είναι πως είμαι η ντροπή του πατέρα μου και πως “ευτυχώς που δεν ζει για να σε δει τι κάνεις”. Θέλω λοιπόν να μου επιτρέψουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να γνωρίζω τον πατέρα μου λίγο καλύτερα από εκείνους και να είναι σίγουροι πως αν ο πατέρας μου αυτή τη στιγμή ζούσε κι ήταν ενεργός στην ελληνική τηλεόραση και στις εφημερίδες, θα αφιέρωνε δύο εκπομπές στον Ιάσονα. Όσοι λοιπόν τον χρησιμοποίησαν αυτήν την περίοδο, θα ήθελα να ξέρουν ότι ο μπαμπάς μου θα καμάρωνε και πως κάπου ανάμεσα στα σύννεφα με χειροκροτά όρθιος.

Φυσικά και πολλές φορές ένιωσα το βάρος του ονόματος του. Τα τελευταία χρόνια αισθάνομαι ότι κάνω βήματα προς το μέρος του, βήματα που θυμίζουν ψήγματα της προσωπικότητας του. Ήταν ένας σπουδαίος δημοσιογράφος, ένας ρεπόρτερ που έψαχνε τα θέματα του μέχρι κόκκαλο. Όλα αυτά που κάνουν για εμένα οι δημοσιογράφοι μου κι εγώ τα παίρνω και τα συζητάω σε μια σύσκεψη, εκείνος το έκανε μόνος του, με δύο μόνο καλούς δημοσιογράφους στο πλευρό του. Έκανε μοντάζ μέχρι τα ξημερώματα, για να είναι το θέμα όπως ακριβώς ήθελε. Έμαθα πολλά από εκείνον, κυρίως όμως αυτό που μου κληροδότησε ο πατέρας μου, είναι καλοσύνη και αξίες».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η κουβέντα μας φτάνει στο ageism, στο slut shaming και γενικά σε όλα αυτά τα σχόλια που μας έμαθαν τις γυναίκες να ανεχόμαστε σαν κάτι αυτονόητα φυσιολογικό, από πάντα. «Με εκπλήσσει το γεγονός ότι περνάνε ολόκληρες δεκαετίες, κι οι ρυθμοί που αλλάζουν τα μυαλά στην κοινωνία μας, μοιάζουμε με ρυθμούς χελώνας που τεμπελιάζει. Ακόμη και σήμερα και παρά τα όσα έχουν καταφέρει οι γυναίκες, βλέπεις να αρθρώνονται σχόλια που αφορούν το ντύσιμο, τη σιγουριά ότι για να βρίσκεται κάποια σε υψηλόβαθμη θέση κοιμήθηκε με κάποιον, καθώς και χαρακτηρισμοί όπως “τεκνατζού” για κάποια που είναι με έναν είκοσι χρόνια μικρότερο της. Βέβαια, αν αλλάξεις την εξίσωση και πρόκειται πλέον για έναν 70χρονο που βγαίνει με μια 30αρα, εκεί θα ακούσεις για έναν αξιοζήλευτο άντρα, άξιο, που μπορεί και ρίχνει τις μικρές. Θα πίστευε κανείς ότι είμαστε στο 1985, όμως είμαστε στο 2022. Δεν έχω λύση γι’ αυτό. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε οι γυναίκες είναι να συνεχίσουμε να ζούμε, να εργαζόμαστε, να ερωτευόμαστε να κάνουμε ό,τι γουστάρουμε στη ζωή μας, με το σώμα και την προσωπικότητα μας. Να κλείνουμε τα αφτιά μας και να προχωράμε όπως εμείς νιώθουμε ευτυχισμένες. Δεν γίνεται να δίνουμε βάρος στη γνώμη μιας κοινωνίας που επιμένει να μένει κολλημένη τρεις δεκαετίες πίσω, δεν της αξίζει η ενέργεια μας. Επιλέγω να αδιαφορώ. Αν δεν το κάνεις κι απαντήσεις, γυρίζουν και σου απαντάνε ξεκινώντας με ένα “άντε μωρή”. Εγώ σε τέτοια προσφώνηση αρνούμαι να απαντήσω. Σιγά-σιγά μαθαίνεις να θωρακίζεσαι απέναντι σε όλα αυτά, με τον καιρό μαθαίνεις να φιλτράρεις τι θα κρατήσεις και τι όχι».

Η Ναταλία πιστεύει ότι για να κάνεις τηλεόραση όσο πιο κοντά στους όρους σου γίνεται, πρέπει να έχεις λύσει κάποια προσωπικά σου ζητήματα, κάτι που της πήρε χρόνο. «Να βάζεις προτεραιότητες, να έχεις απαντήσει στο ερώτημα του τι θες να κάνεις. Αυτό που εγώ θέλω, είναι όταν τελειώνει η εκπομπή να γυρνάω σπίτι μου, να κάθομαι στον καναπέ και να λέω στον εαυτό μου ότι ούτε σήμερα ντρέπομαι για εμένα».

Γυναικοκτονίες, έμφυλη βία, νεκροί από covid, δολοφονία 19χρονου στη Θεσσαλονίκη, εγκλωβισμένοι διαρκώς άνθρωποι στο εκάστοτε καιρικό φαινόμενο. «Με βαραίνουν αφάνταστα πολύ όλα όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα, κάποιες φορές αναρωτιέμαι αν όντως τα ζούμε όλα αυτά. Ας πούμε το περιστατικό με τον Άλκη δεν τον χωράει το μυαλό μου, δεν νομίζω ότι θα το χωρέσει ποτέ. Έπειτα, δεν σταματάμε να μετράμε νεκρούς απ’ την πανδημία ενώ παράλληλα σκέφτομαι ακόμη όσα έγιναν στην Αττική Οδό, με τους ανθρώπους που εγκλωβίστηκαν να είναι απολύτως δικαιολογημένα έξαλλοι, παρακολουθώντας παράλληλα τους απανταχού υπεύθυνους να ψάχνουν να μεταβιβάσουν την ευθύνη, να φύγει από πάνω τους. Σαν ένας μη κομματικοποιημένος άνθρωπος, αναρωτιέμαι ποιος θα κάνει αυτό το κράτος να λειτουργήσει. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου έχω ζήσει ένα σκασμό κυβερνήσεις με διαφορετικούς πρωθυπουργούς, που μπορεί να αλλάζουν χρώματα, από κάτω όμως όλα παραμένουν ίδια. Κάτι είναι σαθρό στο υπόβαθρο και κάποιος πρέπει να πάρει την απόφαση και να το διορθώσει με δυναμισμό. Διαφορετικά, θα θρηνούμε διαρκώς καταστάσεις και θύματα, όπου τα καλοκαίρια θα καιγόμαστε, το φθινόπωρο θα πνιγόμαστε και τους χειμώνες θα εγκλωβιζόμαστε στην Αττική Οδό. Δε λέω ότι έχω λύση, όμως να σου πω και κάτι; Δεν είναι δική μου δουλειά, αλλά εκείνων που διεκδικούν κάθε φορά την ψήφο μας».

Χρύσα Λύκου

Share
Published by
Χρύσα Λύκου