moskoff-2

Η εμπορία ανθρώπων για σεξουαλική εκμετάλλευση και εξαναγκασμό σε εργασία (traffiking) θεωρείται η σύγχρονη σκλαβιά, μιας και αυτός ο θεσμός δεν φαίνεται να έχει καταργηθεί ουσιαστικά. Οι διεθνείς οργανισμοί τοποθετούν το έγκλημα αυτό ως το τρίτο επικερδέστερο μετά τα όπλα και τα ναρκωτικά. Πάντως, κατά ορισμένες εκτιμήσεις των αστυνομικών αρχών, πρόκειται για το επικερδέστερο όλων, μακράν των όπλων και των ναρκωτικών. Κι αυτό γιατί το θύμα υπόκειται σε μία επαναλαμβανόμενη εκμετάλλευση είτε μέσω της εργασίας είτε προσφέροντας «σεξουαλικές υπηρεσίες», οπότε αποφέρει συνεχώς «έσοδα». Σύμφωνα με υπολογισμούς του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, σε όλο τον κόσμο 21 εκατομμύρια γυναίκες, άντρες και παιδιά πέφτουν θύματα εμπορίας (22% για σεξουαλική εκμετάλλευση και 68% για καταναγκαστική εργασία, ενώ το υπόλοιπο εργάζεται καταναγκαστικά σε φυλακές ή σε εργασίες επιβεβλημένες από στρατιωτικές ή επαναστατικές δυνάμεις), ενώ τα έσοδα ειδικά από το τράφικινγκ εργασίας εκτιμώνται σε 31,6 δισ. δολάρια ετησίως.

Μήπως η εμπορία ανθρώπων δεν είναι κάτι «φυσιολογικό» και «ανεκτό», ένα ακόμα «κοινότοπο κακό»; Πως συνδέεται με το προσφυγικό ζήτημα το φαινόμενο αυτό, το οποίο άρχισε να εμφανίζεται σε μεγάλη κλίμακα με τη διάλυση του κομμουνιστικού μπλοκ και τους μετανάστες/πρόσφυγες από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή τα τελευταία 30 χρόνια; Eίναι το τράφικινγκ μία απελπισμένη κίνηση για επιβίωση ή ένα πολύπλοκο, καλοοργανωμένο και αόρατο έγκλημα με τεράστια δίκτυα σε όλον τον κόσμο και “καθετοποιημένη δομή”, που βασίζεται στην αδυσώπητη εξίσωση προσφορά – ζήτηση; Γιατί ως ελληνική κοινωνία δεν προσδιορίζουμε ξεκάθαρα τον αξιόποινο ρόλο και τη ευθύνη του πελάτη στην περίπτωση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης, ώστε να τιμωρηθεί;

Σε όλο τον κόσμο 21 εκατομμύρια γυναίκες, άντρες και παιδιά πέφτουν θύματα εμπορίας (22% για σεξουαλική εκμετάλλευση και 68% για καταναγκαστική εργασία, ενώ το υπόλοιπο εργάζεται καταναγκαστικά σε φυλακές ή σε εργασίες επιβεβλημένες από στρατιωτικές ή επαναστατικές δυνάμεις), ενώ τα έσοδα ειδικά από το τράφικινγκ εργασίας εκτιμώνται σε 31,6 δισ. δολάρια ετησίως.

Τα ερωτήματα αυτά προσεγγίζει και σε αυτά ρίχνει φως ο Ηρακλής Μοσκώφ, Εθνικός Εισηγητής για την καταπολέμηση εμπορίας ανθρώπων στο υπουργείο Εξωτερικών, συνδιοργανωτής και εμπνευστής του ετήσιου φεστιβάλ «Break the chain/ Σπάστε την αλυσίδα», που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην Τεχνόπολη για δεύτερη χρονιά. Στόχος του είναι η ευαισθητοποίηση και ενημέρωση του κοινού σχετικά με την εμπορία ανθρώπων και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.


 

Γιατί θα πρέπει ως πολίτες να μας ενδιαφέρει το traffiking, κύριε Μοσκώφ; Αν δεν είμαστε μία κοινωνία αλλοτριωμένη και εκμαυλισμένη αλλά ενεργή και ζωντανή, θα πρέπει να αντιληφθούμε πως δίπλα μας άνθρωποι πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης, βιασμών και βασανιστηρίων και, ως εκ τούτου, οφείλουμε να στηρίζουμε κάθε προσπάθεια να καταπολεμηθεί αυτό το έγκλημα. Δεν μιλούμε για ένα κοινό έγκλημα αλλά για κάτι οργανωμένο, που γίνεται με όρους εμπορικούς – της προσφοράς και της ζήτησης – και πολιτικής οικονομίας, εφόσον τα χρήματα από αυτό, τα οποία είναι εκατομμύρια, μπορούν να διοχετευθούν σε πολλές επιχειρήσεις. Προφανώς θα προστατεύσουμε το θύμα και θα διώξουμε τον διακινητή, αλλά οφείλουμε να δώσουμε έμφαση στον επόμενο κρίκο της αλυσίδας, που ακουμπούν αυτοί οι δυο, και είναι ο πελάτης- άρα πρέπει να ασχοληθούμε και με τη ζήτηση.

Δηλαδή; Συμβαίνει το εξής: κρατικοί λειτουργοί και πολίτες τυχαίνει να βρισκόμαστε μάρτυρες ενός περιστατικού «συναλλαγής» μεταξύ ενός ανήλικου παιδιού κι ενός πελάτη, που εμφανίζεται με ένα αυτοκίνητο. Αντί να οδηγείται ο ανήλικος για εξακρίβωση στοιχείων στο τμήμα και να τον νουθετούν, θα μπορούσαμε να συλλάβουμε τον πελάτη. Γιατί δεν συλλαμβάνεται; Το προβλέπει αυτό η νομοθεσία, εφόσον ο πελάτης γνωρίζει ότι πρόκειται για θύμα traffiking. Τι πιο κραυγαλέα περίπτωση από ένα ανήλικο θύμα εκμετάλλευσης; Χρειάζεται ως κοινωνία να λειτουργήσουμε τιμωρητικά και παιδαγωγικά, να καταγγείλουμε το δράστη – πελάτη, να του επιβάλουμε κύρωση, να την δημοσιοποιήσουμε, να βρεθούμε στο σχολείο και να μιλήσουμε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, να εκπαιδεύσουμε τα αγόρια – τους μελλοντικούς πελάτες και να ευαισθητοποιήσουμε αγόρια και κορίτσια για το θέμα. Δεν μπορούμε να υποκρινόμαστε, πως δεν μας αφορά. Στην γνωστή περίπτωση των οροθετικών γυναικών, που εκδίδονταν, τις υπηρεσίες τους τις αγόρασαν νοικοκυραίοι, καθημερινοί άνθρωποι. Επιπλέον, χρειάζεται δραστική αλλαγή νοοτροπίας και τοποθέτησης από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, τα οποία σε ένα μεγάλο βαθμό αντιμετωπίζουν τα θύματα της εμπορίας για σεξουαλική εκμετάλλευση κάτω από ένα «ροζ πρίσμα αισθησιασμού», ως τα «call girls», τις εργαζόμενες στα κακόφημα μπαρ και τα στριπτιζάδικα, όχι ως άτομα, που παραβιάστηκαν κατάφωρα τα ανθρώπινα τους δικαιώματα και γίνονται στόχος εγκληματικής εκμετάλλευσης.

Πως μπορούμε στην πράξη να καταλάβουμε αυτό το δίπολο προσφορά – ζήτηση στην εμπορία ανθρώπων; Το οργανωμένο έγκλημα απαντά σε ανάγκες και αυτό γίνεται ξεκάθαρο με το προσφυγικό. Εξαιτίας της αποτυχίας μας ως Ευρώπη να δημιουργήσουμε ασφαλή διάδρομο μετακίνησης των ανθρώπων αυτών, κάνουμε τα στραβά μάτια ή δίνουμε την ευκαιρία ή στον κάθε εκμεταλλευτή οποιουδήποτε βαθμού – από τον επιτήδειο επαγγελματία οδηγό έως τον διακινητή – να “καλύψει το κενό”- δηλαδή, τη ζήτηση για φθηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό, που θα απασχοληθεί σε δύσκολες, επικίνδυνες και «βρώμικες’ δουλειές, όπως μεταξύ άλλων είναι οι σεξουαλικές υπηρεσίες. Βέβαια, αυτό συνέβαινε ανέκαθεν στην ιστορία μας με τις μετακινήσεις πληθυσμών, τις τάξεις, τους προλετάριους. Σήμερα η μαφία και το οργανωμένο έγκλημα ελέγχουν τον μηχανισμό, προσφέροντας και αυτοί ένας είδος «προστασίας» – σε πάρα πολλά εισαγωγικά -, ώστε να μπορέσει να διοχετευθεί το «εργατικό δυναμικό». Εκεί έχουμε το λεγόμενο «χαμογελαστό traffiking», όπου πλέον το θύμα δεν βρίσκεται στην πλευρά μας, αλλά έχει «συναινέσει»’. Το θέμα είναι, φυσικά, πως έχεις αντλήσει αυτήν την συναίνεση, πως την έχεις «εκβιάσει», με τι απατηλά μέσα. Οι διαφορετικές όψεις της εμπορίας ανθρώπων περιλαμβάνουν όσους δουλεύουν στα χωράφια μας, στα «στούντιο»’, στην επαιτεία, στην εξαναγκαστική εγκληματικότητα. Αυτή αφορά εκατοντάδες «μικροεγκληματίες», που είναι θύματα εκβιαστών. Ενίοτε, βέβαια, τα όρια είναι ασαφή, επειδή ένα παιδί, που υποχρεώνεται να επαιτεί, μπορεί πιθανώς να πέφτει και θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης.

Τι είναι το «χαμογελαστό traffiking»; Η σωματεμπορία έχει εξελιχθεί από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, οπότε και αρχίσαμε να ασχολούμαστε με αυτήν την μορφή της σύγχρονης δουλείας ως παγκόσμια κοινότητα. Η πολιτεία λαμβάνει μέτρα, κάνει νομοθεσίες, αλλά συνήθως το έγκλημα είναι ένα βήμα μπροστά από μας, γίνεται πιο συγκεχυμένο και κάνει το τοπίο θολό, δυσκολεύοντάς μας στην πάταξή του. Επιπλέον, το οργανωμένο έγκλημα αντιλαμβάνεται πλέον ότι η ακραία βία είναι αντιπαραγωγική. Δηλαδή, όταν υπάρχει ένα θύμα απολύτως πειθήνιο, χωρίς την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, χωρίς χαρτιά, το οποίο έχει υποστεί βασανιστήρια, βιασμούς, του έχουν χορηγηθεί ουσίες, η προσπάθειά του να αποδράσει είναι πολύ εντονότερη. Επίσης, η κοινωνία, όταν φθάνει στον διακινητή του, είναι περισσότερη άτεγκτη στην επιβολή κυρώσεων. Τα εν δυνάμει θύματα, αντίστοιχα, ευαισθητοποιούνται και είναι περισσότερο υποψιασμένα.


 

Και τι συμβαίνει τότε; Το οργανωμένο έγκλημα μετασχηματίζεται, ελίσσεται και λειτουργεί στις παρυφές της νομιμότητας, κάνοντας παραχωρήσεις στα θύματα. Λόγου χάριν, δεν είναι απλήρωτες οι κοπέλες, που εξαναγκάζονται σε πορνεία, αλλά κακοπληρωμένες. Δεν έχουν απόλυτη στέρηση ελευθερίας, αλλά τους δίνεται περιορισμένη ελευθερία κινήσεων. Δεν έχουν εμφανή σημάδια κακοποίησης, οπότε να μπορούν να αναγνωριστούν ευκολότερα ως θύματα σωματεμπορίας. Ορισμένες από αυτές λαμβάνουν υποσχέσεις απελευθέρωσης, εάν «στρατολογήσουν» κι άλλα άτομα και φέρουν ορισμένα έσοδα στο κύκλωμα.

Τι είναι το «χαμογελαστό traffiking»; Η σωματεμπορία έχει εξελιχθεί από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, οπότε και αρχίσαμε να ασχολούμαστε με αυτήν την μορφή της σύγχρονης δουλείας ως παγκόσμια κοινότητα. Η πολιτεία λαμβάνει μέτρα, κάνει νομοθεσίες, αλλά συνήθως το έγκλημα είναι ένα βήμα μπροστά από μας, γίνεται πιο συγκεχυμένο και κάνει το τοπίο θολό, δυσκολεύοντάς μας στην πάταξή του.

Ποια θα έπρεπε να ήταν η αντίδρασή μας; Η εκμετάλλευση στο «χαμογελαστό traffiking» είναι πιο «ήπια», δεν ανοίγει ρουθούνι και δεν εμπίπτει στην εγκληματολογική προσέγγιση, που έχουμε υιοθετήσει ως πολιτεία και κοινωνία. Ίσως θα έπρεπε να μπορούμε να κινηθούμε αυτεπάγγελτα, αλλά και να δράσουμε προληπτικά, δηλαδή πριν να συντελεστεί το έγκλημα. Εκ των υστέρων, πλέον, το να στοιχειοθετήσεις μία κατηγορία στο δικαστήριο είναι πολύ απαιτητικό και περίπλοκο, το σύστημα αργό και τελικά οι καταδίκες λίγες – εξίσου ολιγάριθμα είναι και τα αναγνωρισμένα θύματα (λιγότερα από 100 το χρόνο και όσον αφορά την σεξουαλική εκμετάλλευση και όσον αφορά την καταναγκαστική εργασία ).

Οπότε τι κάνουμε; Ο δικός μας ρόλος είναι και να καταστείλουμε το έγκλημα και να προστατεύσουμε τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων, όχι μόνο όσα με τα υφιστάμενα νομοθετικά εργαλεία μπορούν να αναγνωριστούν, αλλά και τα δυνητικά θύματα. Κι αυτά μπορεί να είναι πάρα πολλοί άνθρωποι: ορισμένοι εργάζονται σε συνθήκες σκλαβιάς, υποδούλωσης και εξευτελισμού, κάποιοι ίσως το έχουν αποδεχτεί και άλλοι έχουν με κάποιον τρόπο πέσει θύματα εκμετάλλευσης σε πρώτο βαθμό. Η εκμετάλλευση μπορεί να γίνει κι από συγγενικό πρόσωπο ή φιλικό ή να γίνει περιστασιακά για λόγους επιβίωσης (σεξ επιβίωσης) ή μπορεί να έχει την μορφή της επαιτείας – και είναι πράγματα, που τα κάνει κανείς σε καταστάσεις απόγνωσης, ώστε να μπορέσει να κερδίσει λίγα χρήματα να επιβιώσει ή να συνεχίσει την μετακίνησή του εκτός της χώρας.

Ποιο είναι το έργο της υπηρεσίας σας; Ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της δουλειάς μας και στο πλαίσιο των δεσμεύσεών μας ως κράτη – μέλη της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, ήταν η συγκρότηση μετά πολύ κόπο και χρόνο του Εθνικού Μηχανισμού Αναφοράς. Αυτός λειτουργεί ως οδικός χάρτης για τον συντονισμό των αρμόδιων υπουργείων, ώστε να γίνει δυνατή η αναγνώριση νυν και δυνητικών θυμάτων. Στόχος μας να λειτουργήσουμε πέραν της καταστολής σε ένα επίπεδο πρόνοιας, αλληλεγγύης και πρόληψης. Είναι αναγκαίο να μην μιλάμε με όρους φιλανθρωπίας, αλλά με χειροπιαστά δεδομένα και να υπάρχει εγρήγορση. Παραδείγματος χάριν, επιδιώκουμε ως πολιτεία να εκπαιδεύσουμε τους αρμόδιους επαγγελματίες να μπορούν να ταυτοποιήσουν εγκαίρως τα δυνάμει θύματα, προτού όντως γίνουν. Κι αυτό μπορεί να το κάνουν εργαζόμενοι στα αεροδρόμια και τους σταθμούς, λόγου χάριν, αλλά και γιατροί, όταν έχουν μπροστά τους περιστατικά κακοποίησης, όπως και εργαζόμενοι και εθελοντές σε κέντρα φιλοξενίας προσφύγων, καθώς και οι μεγάλες διεθνούς βεληνεκούς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο.

A man holds a placard as youths protest the release of abducted school girls in the remote village of Chibok, in Lagos May 10, 2014. Boko Haram kidnapped more than 250 girls from a secondary school in Chibok in remote northeastern Nigeria on April 14 and has threatened to sell them into slavery, while eight girls were taken from another village earlier this week. REUTERS/Akintunde Akinleye (NIGERIA - Tags: CRIME LAW POLITICS EDUCATION)

REUTERS/Akintunde Akinleye

Κάνοντας αναδρομή στην ιστορία μας αλλά και την ιστορία γενικότερα, θα διαπιστώσουμε ότι η συνθήκη της προσφυγιάς δημιουργούσε ανέκαθεν ευνοϊκό περιβάλλον εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Έχουμε αντίστοιχες περιπτώσεις και τώρα; Λόγω του προσφυγικού φαινομένου, η χώρα μας είναι πόλος έλξης όλων των «μεγάλων παικτών»  και δεν αναφέρομαι σε όσους έχουν χρόνια δράσης και εμπειρίας εδώ, όπως είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης, οι «Γιατροί χωρίς Σύνορα» και οι «Γιατροί του Κόσμου», λόγου χάριν. Είναι παρούσες εδώ πλέον οργανώσεις όπως η «Oxfam», η «Save the Children» και πολλές άλλες. Θα περίμενε κανείς πως με την έμφαση, που δίνεται για την αντιμετώπιση του προσφυγικού, με όλες τις υποδομές, που υπάρχουν, τα κονδύλια, το ειδικευμένο και μορφωμένο προσωπικό, που εργάζεται για τις οργανώσεις, θα υπήρχαν καταγγελίες για περιπτώσεις traffiking, που υπέπεσαν στην αντίληψη τους. Δεν συμβαίνει, όμως. Άρα μπορώ να συνάγω το συμπέρασμα πως για τη μη αναφορά περιστατικών trafikking συνολικά δεν ευθύνεται αποκλειστικά και μόνον o Έλληνας υπάλληλος, αλλά και άλλοι εμπλεκόμενοι φορείς. Είναι σημαντικό και μέσα στον μηχανισμό του προσφυγικού να ενσωματωθεί η διαδικασία ταυτοποίησης με κριτήριο το ενδεχόμενο σωματεμπορίας – όσο «πολυτέλεια» και αν φαίνεται. Βάσει στατιστικών δεδομένων, εκτιμούμε ότι στο σύνολο των περίπου 60.000 προσφύγων στη χώρα μας 2.000 – 3.000 είναι πιθανά θύματα εκμετάλλευσης. Άλλωστε, πιστεύω ότι λαοί, που έζησαν την προσφυγιά, θα έπρεπε να μπορούν να κοιτούν τον εαυτό τους στο καθρέφτη και να μην επιτρέπουν να επαναλαμβάνονται σε άλλους ανθρώπους συμπεριφορές, που υπέστησαν εκείνοι στην ιστορία τους. Επιπλέον, ευθύνη φέρουμε και εμείς οι ίδιοι οι πολίτες και καταναλωτές. Δείχνοντας ανοχή στην εμπορία ανθρώπων, της επιτρέπουμε να υπάρχει και να επιδεινώνεται και γινόμαστε, τελικά, σχεδόν συνένοχοι.


 

Πως εννοείτε την ευθύνη, που έχουμε εμείς ως καταναλωτές; Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην αντιμετώπιση του traffiking είναι σημαντικότατος τόσο στην ίδια την εσωτερική του λειτουργία όσο και στην εκπαίδευση των εργαζομένων του και των καταναλωτών. Οι πολυεθνικοί όμιλοι, ειδικότερα, έχουν τους μηχανισμούς να εντοπίζουν περιστατικά εμπορίας για εξαναγκασμό σε εργασία σε διαφορετικά σημεία της προμηθευτικής τους αλυσίδας και σε διάφορες χώρες. Από την άλλη πλευρά, μέσα από το μηχανισμό της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να ενδιαφέρονται να θωρακίζεται η εταιρεία τους έναντι περιπτώσεων εξαναγκαστικής εργασίας, αλλά και να είναι ενημερωμένοι σχετικά με το traffiking για σεξουαλική εκμετάλλευση. Υπό το πρίσμα αυτό, έχουμε υπογράψει ως κρατικός φορέας μνημόνιο συνεργασίας με το Ελληνικό Δίκτυο για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, στο οποίο συμμετέχουν ελληνικές επιχειρήσεις. Ο ΑΒ Βασιλόπουλος ακολουθεί πολιτική εντοπισμού τυχόν περιστατικών traffiking εργασίας στην τροφοδοτική του αλυσίδα και προσλαμβάνει θύματα σωματεμπορίας, ενώ σε εγρήγορση βρίσκεται και ο Αερολιμένας Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Οργανισμός της Λαχαναγοράς του Ρέντη. Παράλληλα, τίθεται το ερώτημα πόσο ευαισθητοποιημένοι είμαστε εμείς ως καταναλωτές στο να δεχθούμε και να καταναλώσουμε προϊόντα και υπηρεσίες από εταιρείες, οι οποίες είναι αναμεμειγμένες σε εμπορία ανθρώπων. Η πρόσφατη εμπειρία δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική.

Αν δεις ως τρίτος – είτε ως απλός παρατηρητής είτε ως εργαζόμενος/η σε ένα χώρο είτε ως κρατικός λειτουργός – μια γυναίκα, έναν άνδρα ή ένα παιδί, που υποπτεύεσαι πως είναι θύμα traffiking, μήπως φοβάσαι να ενημερώσεις τις αρχές και να κινητοποιηθείς; Ναι, υπάρχει και αυτή η παράμετρος. Πολλές φορές μπορεί εσύ να παρατηρήσεις ένα φαινόμενο σε ένα προσφυγικό κέντρο υποδοχής ή κάνοντας τη δουλειά σου ως επιθεωρητής εργασίας ή ως νοσηλευτικό προσωπικό είτε στο αεροδρόμιο κ.λπ. Θα δημιουργηθεί θόρυβος γύρω από την καταγγελία, θα δοθεί δημοσιότητα – και δεν εννοώ μιντιακή – , θα κινηθούν έρευνες. Τις περισσότερες φορές το θύμα είναι απρόθυμο να συνεργαστεί, πιθανώς επειδή αισθάνεται πως δεν έχει πάντα κι ένα επαρκές πλαίσιο προστασίας από πλευράς κρατικού μηχανισμού. Συνήθως οι δημόσιοι λειτουργοί, οι οποίοι μπορούν να διαπιστώσουν περιπτώσεις εμπορίας για εξαναγκαστική εργασία είναι οι επιθεωρητές εργασίας και σε αυτές τις περιστάσεις συνοδεύονται από την αστυνομία. Πρόσφατα υπήρξε νομοθετική ρύθμιση για τους εργάτες γης. Το ερώτημα είναι, εάν μία τέτοια πρωτοβουλία περιορίζει την εκμετάλλευση – κι αυτό γιατί μία διαδεδομένη αντίληψη συνίσταται στο ότι «αυτού του τύπου οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένοι, αφού τους εξασφαλίζεται ένα πιάτο φαΐ». Ίσως, τελικά, η πιο παραπλανητική προσέγγιση, που καθιστά ανεκτή την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, είναι αυτή που μας υπενθυμίζει ότι «μάχεστε εναντίον μίας πραγματικότητας, δηλαδή ματαιοπονείτε». Χρειαζόμαστε μία κίνηση από κάτω προς τα πάνω μέσα στο οικοδόμημα της κοινωνίας για να μπορέσουμε να πολεμήσουμε αποτελεσματικά το traffiking.