Categories: ΠΡΟΣΩΠΑ

Ακύλλας Καραζήσης: «Η ιστορία δεν μας μαθαίνει τίποτα για το παρελθόν. Μας μαθαίνει όμως πολλά σε σχέση με το τρόπο που τη βλέπουμε. Το ποιοι είμαστε»

Επιτέλους, να ένας τίτλος για βράβευση. Ένας τίτλος να κάθεσαι και να τον σκέφτεσαι με τις ώρες. Ένας τίτλος που θα σε κάνει να αγωνιάς και να αναρωτιέσαι πως θα τον στριμώξεις στο lead, στο «ρετιρέ» του κειμένου. Ένας τίτλος που στρογγυλοκάθεται αμέσως, χωρίς άλλη σκέψη, στην πρώτη θέση των ερωτήσεων: «Δεν σηματοδοτεί κάτι. Δεν είναι μία περίληψη, της περίληψης, του περιεχομένου. Περιγράφεις ίσως περισσότερο, την ατμόσφαιρα. Είχε βρεθεί, πριν την παράσταση. Δίνει τις προθέσεις μας που είναι ο Κολοκοτρώνης, το μέλλον που είναι οι γυναίκες και το εγώ που είναι ο καθένας από μας. Αυτός που κάθεται και σκέφτεται όλα αυτά. Δηλαδή ένας τίτλος που περιγράφει τις οπτικές μας γωνίες»

Είμαι στο Κτήριο της Λυρικής Σκηνής. Κάθομαι σε έναν καναπέ στον πρώτο όροφο, τσεκάρω το σημειωματάριο με τις ερωτήσεις που τελικά, κάπου αργότερα, θα χρησιμοποιήσω μόνο μία φορά και σκέφτομαι το πώς και το γιατί. Ψάχνω στο συνοδευτικό πρόγραμμα κάποιες πρώτες εξηγήσεις. «Μια παραγωγή που επιδιώκει, μέσα από μια θεατρική γλώσσα όπου τα μέσα της σκηνής και του ήχου διαπλέκονται σε απροσδόκητους και νεωτερικούς συνδυασμούς, να προσεγγίσει την Ελληνική Επανάσταση ως ένα πολυσχιδές πεδίο διαρκούς κριτικής και αυτοκριτικής, και να προτείνει μια σκηνική ανάγνωση που διαπραγματεύεται το θέμα με παιγνιώδη, ποιητικό αλλά και ιστορικά τεκμηριωμένο τρόπο».

Ο Ακύλλας Καραζήσης μαζί με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, πολλά χρόνια μετά από την προηγούμενη συγγραφική συνεργασία τους στο «Στάλιν, μια συζήτηση για το ελληνικό θέατρο», βουτάνε στην βαθιά και μεγάλη εικόνα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 προσπαθώντας να αλιεύσουν τους δικούς τους θησαυρούς από τον ιστορικό βυθό. «Συγκεντρώνουν στη σκηνή “φέτες ζωής” που έρχονται από άλλοτε και εκπροσωπούνται στο σκηνικό παρόν. Αναδεικνύουν επιτυχημένες και αποτυχημένες απόπειρες συνάντησης με το παρελθόν και παραθέτουν στη σκηνή τις ανακαλύψεις των “ανασκαφών” τους. Αντιμετωπίζουν τα υλικά τους ως σκίτσα ή μισοτελειωμένους πίνακες ζωγραφικής που απαιτούν την επέμβαση των ζωντανών συμμετεχόντων για να τα συμπληρώσουν, να τα σχολιάσουν και να τους δώσουν νόημα»

Η ποίηση, ο χορός, η μουσική, τα πρόσωπα και τα σώματα είναι το μέσο. Για να ειπωθούν οι λέξεις. Και να γίνουν χείμαρρος. Όπως αυτός που κρύβεται μέσα στις σκέψεις του Ακύλλα Καραζήση. Αυτός που περιμένεις, ελεύθερα, να ξεχυθεί. Μέσα σε ένα δωμάτιο του πρώτου ορόφου και ένα κινητό που είναι έτοιμο για να συγκρατήσει τη στιγμή.

© Βαλέρια Ισάεβα

Μια νέα μαρτυρία για πρόσωπα, συμβάντα, τόπους και χρόνους μακρινούς.

Η ιδέα υπήρχε με τον Μιχαήλ, πολλά, πολλά χρόνια πριν. Δουλεύουμε πολύ συχνά μαζί. Είχαμε γράψει μαζί το Στάλιν στο Εθνικό Θέατρο. Πριν 13-14 χρόνια. Ήταν μια ευτυχής συγκυρία, είχαμε περάσει πολύ ωραία και όλο λέγαμε πως πρέπει να το επαναλάβουμε. Από τότε ο Μιχαήλ έλεγε πως θα ήθελε να κάνουμε κάτι για την Επανάσταση του 1821. Περάσαν τα χρόνια και μετά, όταν άρχισε το αφιέρωμα στα 200 χρόνια, σκεφτήκαμε να, μια ωραία ευκαιρία.

Μια παράσταση που ψάχνει τα τεκμήρια μιας «πολύγλωττης» πραγματικότητας.

Μια παράσταση που ψάχνει την ίδια την ταυτότητα. Ατομική, προσωπική, εθνική, φυλετική, κοινωνική, τα πάντα.

Πόσα ξέρουμε γι’ αυτή την ταυτότητα;

Μιλώντας μόνο για την Ελλάδα σε αυτά τα 200 χρόνια, υπάρχουν περίοδοι που είναι τελείως άγνωστες. Ξέρουμε πολύ λίγα γι’ αυτές. Όπως για παράδειγμα για την εποχή του Μεσοπολέμου.

Δεν θα λέγαμε το ίδιο για την Επανάσταση του 1821.

Το 1821 σηματοδοτεί τη γέννηση της καινούργιας Ελλάδας, με συγκεκριμένη γεωγραφική έκταση μετά από πολλούς αιώνες. Αν ρωτήσεις όμως κάποιον τι σκέφτεται όταν ακούει 1821, θα αναφέρει πιθανότατα, πορτρέτα ηρώων και σχολικές γιορτές. Όπως και την ξύλινη ιστορία που μαθαίνουμε στο σχολείο και υπηρετεί απλοϊκά το εθνικό αφήγημα.  Όλο αυτό το προηγούμενο, είναι απωθητικό. Αντίθετα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς  Μακρυγιάννη, Παπαγιώργη, Μπρούερ και πολλές προσωπικές μαρτυρίες για την Επανάσταση.  Πολλά κομμάτια είναι συσκοτισμένα και άγνωστα.

Όπως;

Για παράδειγμα, τι είναι κλέφτης και τι αρματωλός; Ή ποιος θεωρούσε, το 1800, τον εαυτό του, Έλληνα; Όχι Μωραΐτη, όχι Ρουμελιώτη, όχι Επτανήσιο, αλλά Έλληνα. Ο όρος Έλληνας και η εθνική συνείδηση δημιουργήθηκε από τους Επαναστάτες. Υπήρχε σαν σπόρος στους διανοούμενους. Ή πόσο καλά ξέρουμε πως η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ανεξίθρησκη, πολύ περισσότερο τότε από την Καθολική Δύση; Πως οι Σουλιώτες, από τους βασικούς πρωταγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης, ήταν Αλβανόφωνοι Χριστιανοί; Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να κολυμπάς σε αυτά τα νερά.

Κολυμπάτε χρόνια σε αυτά;

Είχα, όλα αυτά τα χρόνια, τη βασική γνώση του σχολείου. Είχα και έχω ενδιαφέρον, περισσότερο, για την περίοδο του ‘30 και του ‘40 στη Ρωσία και τη Γερμανία. Όταν το συζητήσαμε πρώτη φορά με τον Μιχάηλ, είπα εντάξει, ευκαιρία να το ψάξουμε και να μάθουμε.

© Έρικκα Ζαχαροπούλου

Πόσο εύκολο είναι να γνωρίσουμε την ιστορία;

Η ιστορία δεν μας μαθαίνει τίποτα για το παρελθόν, μας μαθαίνει όμως πολλά, σε σχέση με το τρόπο που τη βλέπουμε εμείς. Το ποιοι είμαστε εμείς. Για μένα ιστορία είναι ταυτότητα και μάλιστα προσωπιική.

Είναι αυτό που ζητάμε από αυτή; Να βρούμε ποιοι είμαστε;

Αυτό που ψάχνω εγώ σε αυτή, είναι πάντα κάτι για τη ζωή μου και για τις κοινότητες, στις οποίες ανήκω.  

Αν κάποιος σας ζητούσε να του προτείνετε τρία βιβλία ώστε να κατανοήσει, να μάθει, έστω ένα μέρος της ιστορικής αλήθειας, με την οποία ασχολείται και η παράσταση, ποια θα του προτείνατε;

Τη «Φλόγα της Ελευθερίας» του Μπρούερ, τα «Καπάκια» του Παπαγιώργη και το βιβλίο για τον Μακρυγιάννη, του Νίκου Θεοτοκά. Και φυσικά πάντα τον Σπύρο Ασδραχά. 

Στα πιο προσωπικά σας, τι αγαπάτε να διαβάζετε;

Είμαι Σαλονικιός. Μου αρέσει πολύ να διαβάζω τον Πεντζίκη, τον Ιωάννου και τον Βασιλικό. Γράφουνε μυθιστορία της πόλης μου. Και να ξαναγυρίσω σε αυτό που συζητούσαμε, η ιστορία για μένα, η σχολική ιστορία, έχει ένα τεράστιο πρόβλημα. Έχει το θέμα του εκπαιδευτισμού, του ξύλινου λόγου. Αυτά τα λέει ο Καστοριάδης πολύ καλύτερα από μένα. Πως δεν ενδιαφέρει κανένα αυτή η ιστορία. Αυτή η επίσημη εκπαιδευτική ιστορία. Το μότο μου είναι αυτό που έχει γράψει από πίσω, στο Happy Day, ο Σαββόπουλος και λέει «να ελευθερωθεί η ιστορία και να ανοιχτεί στο μύθο». Νομίζω μόλις ασχοληθεί κάποιος με αυτή, διαβάσει δηλαδή καλούς ιστορικούς, αν διαβάσει τον Κασοβούλη με τις περιγραφές του για το Μεσολόγγι ή τον Σπύρο Μήλιο πάνω στο ίδιο θέμα, και ξεπεράσει τη δύστροπη παλιά γλώσσα, θα συγκλονιστεί.

Η παράσταση «Ο Κολοκοτρώνης ατενίζει το μέλλον. Γυναίκες προετοιμάζονται για την Επανάσταση. Κι εγώ, κάτι θα σκέφτομαι» βγήκε πρώτα στο κανάλι της Λυρικής Σκηνής (GNO TV) λόγω πανδημίας, και τώρα βρίσκει ευτυχώς τον δρόμο της, προς τον κόσμο.

Ελπίζαμε πως κάποια στιγμή θα εμφανιστεί στο κοινό.  Ξέρουμε ότι το θέατρο δεν είναι σινεμά, το κάνεις και έρχεται ο κόσμος και το βλέπει. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, σκέφτηκα ότι η σχέση μας με τον κόσμο, θέλει αναθεώρηση. Ο θεατρικός πλουραλισμός έχει φτάσει στο απροχώρητο. Μόνο σε ένα κομμάτι της κανονικότητας, μπορεί να έλειψε. Νομίζω ότι είναι μία καλή ευκαιρία να δούμε τη σχέση μας με αυτό, πόσο αναγκαίο είναι σε μας, τι θέλουμε να πούμε στον κόσμο. Για παράδειγμα, αυτή παράσταση έχει για μένα μια σημαντικότητα. Μιλάει για πέντε πράγματα.

Ο κόσμος πάλι από την πλευρά του χρειάζεται ίσως κι αυτός να αναθεωρήσει.

Αυτό πρέπει να ξεκινήσει από εμάς, από το κόσμο του θεάτρου.

© Βαλέρια Ισάεβα

Γιατί θεωρείτε αυτή την παράσταση σημαντική;

Είναι πολιτική, ιστορικά πολιτική, αν και δεν θέλω να χρησιμοποιήσω αυτό τον όρο, πολιτικό θέατρο. Είναι σαν μία συζήτηση. Η παράσταση έχει τη δική της φόρμα, είναι ανοιχτή, είναι διαφορετική από το να ανεβάσουμε για παράδειγμα Ίψεν. Γιατί πρέπει να ανεβαίνει συνέχεια, ‘Ιψεν ή Τσέχωφ; Πρέπει να ξεκινήσουμε με το ερώτημα, ποια κομμάτια των παλιών έργων, μιλάνε σήμερα. Όχι δεν είμαι φίλος της επικαιρικότητας, αλλά το να ακούει σε ένα έργο κανείς,  κάτι που αφορά έναν προτεστάντη παπά του 19ου αιώνα, δεν ξέρω με τι συνομιλεί σήμερα. Εκεί αρχίζουν τα ερωτήματα.  

Οι  σύγχρονοι θεατράνθρωποι μπορεί να πουν πως πάντα υπάρχει ένας συσχετισμός με το παρόν…

Είναι κλισέ ότι τα κλασσικά μιλούνε πάντα με το σήμερα. Κάποια μιλάνε, πολλά όμως όχι.   Σήμερα έχουν αλλάξει πολλά πράγματα, για παράδειγμα η θέση της γυναίκας.

Τόσες απόψεις και συνήθειες που παλιά ήταν πολιτικώς ορθές, με το πέρασμα του χρόνου, αναθεωρήθηκαν. Στο θέατρο πόσο συχνά πλέον το αντιμετωπίζετε;

Έχω την αίσθηση πως το θέατρο κινδυνεύει να γίνει, αν δεν έχει γίνει ήδη δηλαδή εν μέρη, ένα μουσείο ανθρώπινων τύπων. Μουσείο ανθρώπινων συμπεριφορών. Ο θεατρικός χώρος είναι ένας βαθύτατα συντηρητικός χώρος που θεωρεί σχεδόν ως κύρια δουλειά του, την υπεράσπιση των κλασικών κειμένων. Είναι σαν να λες αρνούμαι να βάλω στη δουλειά, νέα υλικά. Δεν γίνεται να μη βάλεις. 

Ομοίως βλέπουμε και συμπεριφορές διδασκαλίας να αναθεωρούνται. Οι σκληροί τρόποι που στέκονταν στο απυρόβλητο…

Ο δάσκαλος δεν σημαίνει πως πρέπει να είσαι σκληρός.

Σε άλλες εποχές, συγκεκριμένες συμπεριφορές είχαν μια ανεκτικότητα που σήμερα απουσιάζει.

Η Ελλάδα είναι μια εξαιρετικά συντηρητική χώρα. Κι η βάση της, ο άξονας της, είναι η πατριαρχία. Έχουμε τον πατέρα αφέντη που έρχεται και βαράει τα παιδιά του για καλό σκοπό. Αυτό τα εξηγεί όλα. Η κακοποιητική συμπεριφορά, πάντα παραμένει κακοποιητική συμπεριφορά. Αν στην δεκαετία του ‘60 και του ’70, ήταν φυσικό να τις τρώς από το δάσκαλο, κάποια στιγμή αυτό απαγορεύτηκε. Ο κόσμος ως προς αυτό, αλλάζει προς το καλύτερο.  

Ο πατέρας αφέντης είναι παντού νομίζω.

Η ελληνική κοινωνία είναι όπως μια παραδοσιακή οικογένεια. Πάντα έρχεται στο τέλος ένας «μπαμπάς» που έχει θέση νουθετική για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Μας λέει, όπα, αρκετά παίξατε, τα κεφάλια τώρα μέσα. Όπου εμφανίζεται κάτι καινούργιο, κάτι ανανεωτικό, κάτι ριζοσπαστικό, θα έρθει πάντα ο πατέρας αφέντης και θα το πνίξει. Είτε είναι διευθυντής κάπου, είτε υπουργός, είτε δημοσιογράφος.

Άρα δεν υπάρχει ελπίδα;

Η ελληνική κοινωνία κάπως ξύπνησε με το #Metoo. Πιστεύω  πια, πως έχει γίνει κοινή συνείδηση, ότι δεν μπορεί ο κάθε μάτσο εργοδότης να την πέφτει στις υπαλλήλους του, χωρίς να φοβάται τις συνέπειες. Ότι πιθανόν μπορεί να υπάρξει και μια καταγγελία. Αυτό είναι ένα κέρδος. Το ότι η η Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί δύο θύματα του #Metoo, στο Προεδρικό Μέγαρο είναι εξαιρετικά θετικό. Ίσως αυτά θα έπρεπε να είχε γίνει, πολύ πιο πριν.

© Έρικκα Ζαχαροπούλου

Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, ποιο πιστεύετε πως είναι;

Ο σύγχρονος πολιτισμός έχει μία ψευδαίσθηση, σε όλα τα θέματα. Λόγω της υπερπληροφόρησης. Ότι τα ξέρει. Δημιουργείται ένας καινούργιος τεράστιος αναλφαβητισμός, με άλλους όρους.  Μιλάμε για τον αναλφαβητισμό του ανθρώπου, ο οποίος είναι υπέρπληροφορημένος. Ξέρει να διαβάζει, να γράφει, να λύνει προβλήματα στο ίντερνετ, όμως είναι στην ουσία αναλφάβητος. Υπάρχει ένα καινούργιο είδος αναλφαβητισμού των social media. Δεν είναι όμως μόνο εκεί. Έχει κάνει προπαίδευση σε αυτό, η τηλεόραση. Που δεν είναι θέμα αποβλάκωσης αλλά ψεύτικης αίσθησης γνώσης. «Νομίζω ότι ξέρω». Αλλά δεν ξέρω τίποτα. Γιατί το να ξέρω, σημαίνει ασχολούμαι, διαβάζω, συζητάω, μελετάω, σκέφτομαι. Αυτά είναι για μένα πολιτικά προτάγματα. Γιατί ο φασισμός πάντα γεννιέται από ένα πράγμα, την εμπλοκή του θυμικού, ενός χαμηλού θυμικού, με την αδυναμία, τον φόβο μπροστά στην πολύπλοκη σκέψη! 

Πριν από κάποιους μήνες, νομίζω όταν ξεκίνησε να στήνεται αυτή η παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, υπέγραψε μαζί με άλλους, μια επιστολή στήριξης της Υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη. Κίνηση στην οποία εσείς ήσασταν αντίθετος. Παρόλα αυτά η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ σας, δεν διαταράχτηκε. Πως μπορούν δύο άνθρωποι να διαφωνούν βαθιά εν μέρη, αλλά αυτό να μη είναι τροχοπέδη, στην επαφή τους.

Με τον Μιχαήλ έχουμε κάνει πολλές συνεργασίες. Ξέρουμε ο καθένας του άλλου τα χούγια, όπως και τις συνήθειες. Όλα αυτά φτιάχνουν μια  συμπλεκόμενη κοινή σκέψη, τι είναι δικό μου στο τέλος και τι δικό του, δεν θα μπορώ να πω. Είναι αξεδιάλυτο. Ξέρεις πως αν βρεις δυσκολία, αμέσως θα σε βοηθήσει ο άλλος, όπως και το αντίθετο. Είναι ένα είδος συμβιωτικής συνεργασίας που δεν περιορίζει ο ένας τον άλλον. Το θέμα της επιστολής το συζητήσαμε στην πρόβα, ήταν ξεκάθαρο πως οι θέσεις μας ήταν διαφορετικές. Δεν είμαι υπέρ της ψεύτικης ομοιογένειας προς τα έξω ή προς τα μέσα. Δεν είμαι υπέρ της αποσιώπησης των διαφορών. Είναι καλό να έχουμε διάφορες και να τις εκφράζουμε.

Όπως και να ‘χει όμως, αυτό κρύβει ένα βαθμό δυσκολίας.

Νομίζω αυτό επιτυγχάνεται, ας πούμε στη συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί κατανοώ τους λόγους του και τους κατανοώ γιατί μου τους λέει. Αυτό που δεν έχουμε καταφέρει στην Ελληνική πραγματικότητα όπως και στην πολιτική πραγματικότητα, είναι η συνεργατικότητα. Εμείς προσπαθούμε αυτό να κάνουμε. Έχω δουλέψει και με άλλους. Η κριτική είναι μια πιο διαλεκτική σχέση. Και πάει παρέα με τη σύγκρουση.

Έχω την αίσθηση πως φοβόμαστε τη σύγκρουση;

Οι Έλληνες είναι συγκρουσιοφόβοι. Έτσι έχουμε μεγαλώσει. Με όλη αυτή την παλιά ανατολίτικη ψευτοευγένεια που μιλάει για τα καλά και ποτέ για τα άσχημα.

Η νέα γενιά πιστεύετε πως διαφέρει;

Μπορώ να το κρίνω από τα παιδιά που διδάσκω στις θεατρικές σχολές. Τους παρακολουθώ τα τελευταία 20 χρόνια, ειδικά τις ηλικίες 18-25. Με πολλούς και πολλές από αυτούς είμαστε φίλοι. Τα παιδιά θα μοιάσουν στους γονείς τους. Σε αντίστιξη; Σε αρμονία; Έχουν μεγάλη ευθύνη οι γονείς, έχει μεγάλη σημασία, τι παίρνουν από το σπίτι. Νομίζω, είμαστε καλύτεροι γονείς από τους δικούς μας, το λέω τελείως ανοιχτά.  Τα παιδιά που βγαίνουν τώρα, σε σχέση με εμάς, όπως βγήκαμε, είναι λίγο καλύτερα. Είναι πιο χειραφετημένα, δεν έχουν τους ίδιους δαίμονες  να αντιμετωπίσουν. Δεν έχουν τον δαίμονα της ντροπής, “σκάσε”, “φάε”, “μη λες πολλά”. Παλιά ένας ηθοποιός, το έβλεπες, είχε πρόβλημα εκφραστικότητας, έπρεπε να κάνει ψυχανάλυση για να τα βγάλει. Τώρα είναι πιο ελεύθερα τα παιδιά. Τώρα είναι ανοιχτός ο κόσμος, υπάρχει το ίντερνετ που ανταγωνίζεται την οικογένεια. Την οποία θεωρώ ένα θεσμό που έχει κάνει πολύ κακό. Είμαι υπέρ της ανοιχτής κοινωνίας.

Μεγαλώσατε σε άλλες συνθήκες

Εγώ έζησα στη Θεσσαλονίκη του ’60. Έζησα όλη την εφηβεία μου στη Χούντα. Όλη η παλιά Ελλάδα. Χάλια.  

Πώς διαμορφωθήκατε σε αυτό σας το ταξίδι; Τι ξεχωρίσατε στις δεκαετίες που το συνόδεψαν;

Είμαι γεννημένος το 57. Δηλαδή, ήμουν στην μεταπολίτευση, δεκαεπτά. Στην Χούντα ως αντίδραση ξεκίνησε η αγάπη μου για τη λογοτεχνία. Έχω ζήσει τρεις απαγορεύσεις κυκλοφορίας. 21 Απριλίου, Κίνημα του Βασιλιά και Πολυτεχνείο. Βαρβάτες. Με φαντάρους να περιπολούν κάτω από το σπίτι , τους ασφαλίτες, όλα τα θυμάμαι πολύ καλά, όπως και το φόβο. Μη μιλάς, μη λες τίποτα. Μετά στα δεκαοχτώ, έζησα την μεταπολίτευση, τα γεμάτα στάδια με Θεοδωράκη και Φαραντούρη, έζησα το μόνο Ελληνικό Διαφωτισμό που ήταν του ΚΚΕ Εσωτερικού κατά τη γνώμη μου, μεγάλο κέρδος ότι υπήρχε, έστω κι αυτό του 3%, γιατί εγώ εκεί έχω κολλήσει, μέχρι να πεθάνω, μεγάλη απώλεια που δεν υπάρχει πια. Και μετά η ροκ. Που την έμαθα μέσα στη Χούντα. Θυμάμαι το Γούντστοκ στο σινεμά, στο Ολύμπιον. Άναβαν κεράκια όταν έβγαινε ο Χέντριξ. Όλοι ήταν ντυμένοι χίπηδες. Και έξω τους περίμεναν οι αστυνομικοί και τους έδερναν.

Θυμάστε μια συναυλία που να είχατε πάει τότε;

Θυμάμαι μια συναυλία στο Palai De Spor, στα τέλη του 73 νομίζω. Με Poll, Πελόμα Μποκιού, Socrates Drinking the Conium. Μπροστά υπήρχαν πολλοί Αθηναίοι, χίπιδες φίλοι των συγκροτημάτων. Είχα ένα φίλο εκεί, χόρευε και μπαίνουν και τον πλακώνουν στο ξύλο. Πώς το εξηγείς αυτό. Τι κόσμος είναι αυτός που ένας πιτσιρικάς που χορεύει μόνος του, συνιστά για ένα αστυνομικό, κίνδυνο;


Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Πρώτη παρουσίαση / Ανάθεση της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ

«Ο Κολοκοτρώνης ατενίζει το μέλλον. Γυναίκες προετοιμάζονται για την Επανάσταση. Κι εγώ, κάτι θα σκέφτομαι»
Στο πλαίσιο του εορτασμού των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός, Ακύλλας Καραζήσης
Δραματουργία: Ακύλλας Καραζήσης, Μιχαήλ Μαρμαρινός
Μουσική: Αντώνης Ανισέγκος
Σκηνικά: Κέννυ ΜακΛέλλαν
Κοστούμια: Κάτριν Κρούμπαϊν
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Ερμηνεύουν: Λάμπρος Γραμματικός, Ακύλλας Καραζήσης, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Έκτορας Λυγίζος, Ηλέκτρα Νικολούζου, Μάριος Σαραντίδης, Μαρία Σκουλά
Guest: Μιχαήλ Μαρμαρινός
Συμμετέχει η Μαίρη Καραζήση
Πιάνο, ηλεκτρονικά: Αντώνης Ανισέγκος 

«Ο Κολοκοτρώνης ατενίζει το μέλλον. Γυναίκες προετοιμάζονται για την Επανάσταση. Κι εγώ, κάτι θα σκέφτομαι» Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
14, 15, 16 Οκτωβρίου 2021. Ώρα έναρξης: 20.30 (Κυριακή: 19.00)
Τιμές εισιτηρίων: 15, 20€, φοιτητικό: 10€
Προπώληση: ticketservices.gr, Ταμεία της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ (2130885700, καθημερινά 09.00-21.00) και τα Καταστήματα Public.
Δημήτρης Πάντσος