Όπως σημειώνεται στην επιστολή των εκπαιδευτικών που αναμεταδίδει το 902.gr, ο μαθητής, ο Ζ., είναι ένα από τα παιδιά μιας επταμελούς οικογένειας (2 γονείς και 5 παιδιά ηλικίας 1 έως 15 ετών) που ήρθαν ως πρόσφυγες-αιτούμενοι άσυλο πριν δυόμισι περίπου χρόνια στη χώρα μας. Η πατρίδα τους, το Dohuk, βρίσκεται στο Βόρειο Ιράκ και σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης Ασύλου «κατά τη διάρκεια του 2019 και του 2020, η κατάσταση ασφαλείας στις βόρειες παραμεθόριες περιοχές του Dohuk Governorate επιδεινώθηκε λόγω τουρκικών και PKK δραστηριοτήτων…». Αυτή η κατάσταση ανάγκασε την οικογένεια να πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς και να βρει ένα ήσυχο και ασφαλές λιμάνι στον τόπο μας.
Ο μαθητής έχει διαγνωσθεί με αυτισμό και η κατάσταση της υγείας του ήταν ο δεύτερος βασικός παράγοντας (μετά τον πόλεμο) που ανάγκασε την οικογένεια να ξεριζωθεί από την πατρίδα της. Μάλιστα, όπως αναφέρεται στην επιστολή «όταν πρωτοήρθε στο σχολείο, είδαμε ένα φοβισμένο παιδί που τρόμαζε ακόμη και με τα πουλιά που πετούσαν στην αυλή του σχολείου. Χάρη στο εξατομικευμένο-δομημένο πρόγραμμα που εφάρμοσε το σχολείο και στη συνολική υποστήριξη που παρείχε στον ίδιο και την οικογένειά του, ο μαθητής έκανε άλματα ως προς την εκπαίδευση και κοινωνικοποίησή του. Σήμερα είναι ένα χαρούμενο παιδί που μιλάει και συνεννοείται στα ελληνικά, ενώ ο ένας αδελφός του φοιτά στο συστεγαζόμενο διαπολιτισμικό σχολείο».
Από την πρώτη στιγμή που ο μαθητής εγγράφηκε στο σχολείο μας, είχαμε άριστη συνεργασία με την οικογένεια, καθώς πρόκειται για ευγενικούς, προσιτούς, χαμογελαστούς ανθρώπους, με μεγάλο ενδιαφέρον για την ανατροφή και τη μόρφωση των παιδιών τους, με εκτίμηση στη χώρα που τους φιλοξενεί σήμερα. Ο πατέρας, από την πρώτη στιγμή αναζήτησε εργασία και δουλεύει ανελλιπώς. Σήμερα απασχολείται ως εργάτης σε οικοδομές.
Ωστόσο, πριν λίγες μέρες οι εκπαιδευτικοί πληροφορήθηκαν με έκπληξη ότι, σύμφωνα με δικαστήριο που έγινε πριν λίγο καιρό, δεν παραχωρήθηκε άσυλο στην οικογένεια και τους ζητήθηκε μέχρι τέλους Ιουλίου να εγκαταλείψουν το σπίτι που διαμένουν (τους έχει παραχωρηθεί από την ΜΚΟ «INTERSOS») και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους άμεσα.
Οι εκπαιδευτικοί τονίζουν πως το παραπάνω ενδεχόμενο θα είναι απάνθρωπο και καταστροφικό για την ψυχοσωματική υγεία του μαθητή μας Ζ., αλλά και για ολόκληρη την οικογένεια. Όπως σημειώνουν, «η επιστροφή σε μια περιοχή η οποία -παρότι χαρακτηρίζεται ασφαλής σήμερα (;;;)- δεν παύει να είναι εμπόλεμη και δεν διαθέτει καμιά υποδομή υποστήριξης παιδιών με αυτισμό, θα σημάνει το τέλος στη θετική πορεία που έχει σημειώσει ο μαθητής μας, θα τον σημαδέψει ανεπανόρθωτα σε όλη του τη ζωή».
Για όλους τους παραπάνω λόγους ζητούν:
Να εκτιμηθεί από την πολιτεία η ιδιαίτερη κατάσταση της οικογένειας που δίνει έναν τιτάνιο αγώνα για την υποστήριξη του Ζ. που είναι ΑμΕΑ, όντας πολύτεκνη, με όλα τα τέκνα της να είναι ανήλικα και να τους δοθεί άσυλο στη χώρα μας. Η αποδειγμένη εργατικότητα των γονέων δείχνει ότι κάθε άλλο παρά θα είναι οικονομικό βάρος για την πατρίδα μας.
Να πάρουν θέση το Εργατικό Κέντρο Ιωαννίνων, ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και η ΕΛΜΕ Ιωαννίνων, συντασσόμενοι με το αίτημά μας να μην απελαθεί η οικογένεια και να τους δοθεί άσυλο στη χώρα μας.
Να μη γίνει έξωση της οικογένειας από τη σημερινή τους κατοικία.
Τέλος, με βάση την ενημέρωση ότι υπάρχει και μια άλλη οικογένεια στην πόλη, ίδιας καταγωγής, με παιδί με τετραπληγία που φοιτά στο Ειδικό Σχολείο ΣΑΠ Ιωαννίνων, οι εκπαιδευτικοί τονίζουν πως «είναι καιρός, η πολιτεία να επανεκτιμήσει τα κριτήρια απόδοσης ασύλου, δίνοντας τη δυνατότητα σε οικογένειες προερχόμενες από εμπόλεμες ζώνες με παιδιά ΑμεΑ, να παίρνουν άσυλο άμεσα στη χώρα μας, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι η ανθρωπιά επιβάλλεται να υπερτερεί της αυστηρότητας των νομικών και πολιτικών ενεργειών».