Ποπ κουλτούρα και Ποτοαπαγόρευση

 

Ένα urban, περιπετειώδες χρονικό, το οποίο εμπνέεται
από το νέο edition του Cutty Sark, Cutty Sark Prohibition
που μας καλεί στον κόσμο της ποτοαπαγόρευσης.

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΙΝΕΜΑ: ΙΩΣΗΦ ΠΡΩΙΜΑΚΗΣ

1

Η ιστορία της Ποτοαπαγόρευσης
και τα speakeasy bars


Αν ρύθμιζες μια χρονομηχανή ώστε να σε μεταφέρει στις εκρηκτικότερες περιόδους της αμερικανικής κουλτούρας, η πρώτη στάση που σίγουρα θα έκανε θα ήταν η δεκαετία του 1920 ή, όπως ονομάστηκε, τα roaring 20's. Σε αυτό τον «απαγορευμένα» γοητευτικό κόσμο μας οδηγεί το νέο edition του Cutty Sark, Cutty Sark Prohibition Edition 50% Vol, που έχει σαν κεντρικό θέμα το Prohibiton. Άλλωστε γι' αυτό όλο το urbanandventures.gr έχει στραμμένη πια την προσοχή στα retro και vintage μέρη της Αθήνας. Ας επιστρέψουμε τώρα στην ιστορία μας. Η Αμερική μετά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο άφηνε πίσω τη σιγουριά της παράδοσης και αγκάλιαζε το καινούριο σε όλους τους τομείς, ενώ οι πόλεις τραβούσαν τους ανθρώπους σαν μαγνήτης με τη Νέα Υόρκη και το Broadway να γίνονται το κέντρο της νέας κουλτούρας. Γεμάτα νυχτερινά κλαμπ, ξέφρενο τσάρλεστον, μεγάλες τζαζ μπάντες, μπριγιαντίνη, ασπρόμαυρος κινηματογράφος, καπέλα, αστραφτερά αυτοκίνητα και διασκέδαση μέχρι το πρωί με άφθονο αλκοόλ και απανωτά «ποπ» από άνοιγμα σαμπάνιας - έτσι θα ήταν η καθημερινότητά σου αν ζούσες στα 20's, με μια λεπτομέρεια: όλοι όσοι έπιναν, παραβίαζαν το νόμο.

Την 1η Ιανουαρίου του 1920 τέθηκε σε ισχύ ο νόμος Volstead, ο οποίος απαγόρευε την παραγωγή, την πώληση και τη μεταφορά αλκοόλ.

Πράγματι, όσο παράξενο κι αν φαίνεται, η αμερικανική νομοθεσία αποφάσισε να κηρύξει παράνομο το αλκοόλ για περισσότερο από μια δεκαετία (1920-1933), μετατρέποντας τους αναμενόμενα πολλούς παραβάτες σε παράνομους πολίτες. Η ιδέα δεν ήταν καινούρια, αντίθετα είχε χαράξει το δρόμο της μέσα από θρησκευτικές οργανώσεις που κατηγορούσαν το αλκοόλ ήδη από τον 18ο αιώνα, και πιο δραστήριες οργανώσεις στη συνέχεια, όπως η Χριστιανική Ένωση Εγκράτειας Γυναικών και η Ένωση κατά των Σαλούν το 1874. Το κίνημα γιγαντώθηκε με το τέλος του πολέμου, όταν κυκλοφόρησε η αντίληψη ότι το αλκοόλ προκαλούσε ηθική παρακμή, ασθένειες και μειωμένη παραγωγικότητα στην εργασία και έτσι την 1η Ιανουαρίου του 1920 τέθηκε σε ισχύ ο νόμος Volstead ο οποίος απαγόρευε την παραγωγή, την πώληση και τη μεταφορά αλκοόλ. Όμως, ο νόμος είχε ένα κενό. Δεν απαγόρευε την κατανάλωση αλκοόλ για ιδιωτική χρήση, αλλά ήταν αδύνατο να βρεις αλκοόλ εκείνη την εποχή χωρίς να έχεις παραβεί κάποιον από τους αρχικούς νόμους.

prohibition222

Κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης, πολλές γυναίκες άρχισαν να συχνάζουν στα speakeasy bars, κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο μέχρι τότε, ενώ κάποιες από αυτές εξελίχθηκαν σε ιδιοκτήτριές τους. Επίσης, σε αυτά τα μέρη άρχισε να χτίζεται η συνύπαρξη λευκών και μαύρων, που κατά τα άλλα αποτελούσε φλέγον ζήτημα της εποχής.

 

Όπως ήταν φυσικό, η αμερικανική κοινωνία δεν θέλησε να υπακούσει το νόμο κι έτσι για τα επόμενα 13 χρόνια η χώρα ζούσε μια διπλή, παράνομη αλλά τόσο ελκυστική καθημερινότητα. Φαντάσου να περπατάς στους δρόμους του Μανχάταν, ψάχνοντας για αλκοόλ ένα συνηθισμένο απόγευμα (στις ρετρό περιπλανήσεις με το urban adventures θα έχεις σίγουρα καθοδήγηση). Παρατηρώντας αφηρημένα τις καφέ προσόψεις των σπιτιών, το μάτι σου πέφτει σε ένα μικροσκοπικό πορτάκι που φέρει την επιγραφή «Ιδιωτική κατοικία. Μην ενοχλείτε». Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν να χτυπήσεις ρυθμικά, ή να πεις κάποιο σύνθημα και η πόρτα θα άνοιγε, αποκαλύπτοντας ένα αυτοσχέδιο μπαρ, στημένο στο σαλόνι ενός σπιτιού και μια μεγάλη παρέα ανθρώπων να απολαμβάνουν παράνομες γουλιές από τον «απαγορευμένο καρπό», δηλαδή κάποιο σπιτικό αλκοολούχο ποτό.

Μια διάσημη φράση της εποχής ήταν ότι «το μόνο που χρειάζεσαι είναι δύο μπουκάλια και ένα δωμάτιο» και ήταν αλήθεια. Άλλωστε ήταν συνηθισμένες οι μεγάλες δεξιώσεις στα σαλόνια των σπιτιών όπου κάποιος από τους καλεσμένους αναλάμβανε να διασκεδάσει τους υπόλοιπους, παίζοντας πιάνο και τραγουδώντας μετά το γεύμα. Ένα συνηθισμένο ποτό που έφτιαχναν στα σπίτια και θα απολάμβανες συχνά ήταν το Orange Blossoms που περιείχε τζιν και χυμό πορτοκάλι, ενώ μια άλλη επιλογή ήταν να αγοράσεις το «ιατρικό κρασί» που πουλούσαν ορισμένα φαρμακεία και είχε χαμηλή (αλλά πάντως είχε) περιεκτικότητα σε αλκοόλ. Η δαιμόνιες και ευρηματικές πρακτικές που εφάρμοζαν οι πολίτες προκειμένου να μην στερηθούν την αγαπημένη τους συνήθεια έδωσαν περιεχόμενο στις λέξεις «moonshine» και «bathtub gin» που χρησιμοποιούνταν διαρκώς εκείνη την περίοδο για το αλκοόλ, συνήθως χαμηλής ποιότητας, που παραγόταν σε μη βιομηχανικές, αυτοσχέδιες συνθήκες. Όταν θα προσπαθούσες να παρασκευάσεις κάποιο σπιτικό κοκτέηλ με τζιν θα χρειαζόσουν τη βρύση της μπανιέρας για να το νοθεύσεις με νερό, αφού τα μπουκάλια ήταν ψηλά και ξεπερνούσαν το στόμιο του κανονικού νιπτήρα- έτσι θα έπιανες αυτόματα το νόημα όταν κάποιος σε ρωτούσε αν θα ήθελες λίγο bathtub gin.

Αλλά αρκετά με τις homemade εκδοχές, έχεις μεταφερθεί στα roaring 20's και η καρδιά της νύχτας χτυπά στα speakeasies ή αλλιώς στα κέντρα διασκέδασης που σερβίρουν παράνομα αλκοόλ, εξασφαλίζοντας την απόλυτη (και παράνομη) διασκέδαση. Έχοντας πάρει συνθηματικά το όνομά τους από τα μπαρ που λειτουργούσαν χωρίς άδεια πίσω στο 1880 και γι΄αυτό έπρεπε κανείς να αναφέρεται σε αυτά χαμηλόφωνα μπροστά σε κόσμο (speak- easy), τα speakeasies πολλαπλασιάζονταν στις αμερικανικές πόλεις με ανεξέλεγκτη ταχύτητα- μια αστυνομική εκτίμηση έκανε λόγο για πάνω από 32.000, ενώ μόλις οι αστυνομικές αρχές κατάφερναν να κλείσουν ένα, το αντικαθιστούσαν αμέσως δύο καινούρια. Τα speakeasies ήταν παντού, σε κρυμμένους χώρους κανονικών καταστημάτων, σε υπόγεια, σε μικρά δωμάτια πίσω από καμουφλαρισμένες πόρτες, σε μικρές στοές και πατάρια, ενώ μεγάλο ποσοστό κάλυπταν τα ήδη υπάρχοντα μπαρ και κλαμπ τα οποία μεταμορφώνονταν σε speakeasy όταν έπεφτε η νύχτα.

prohibition-barman

 

Το αλκοόλ που μπορούσες να βρεις στα speakeasies κυμαινόταν από πολύ καλό έως πολύ κακό, ανάλογα με τις διασυνδέσεις που είχε ο ιδιοκτήτης με τη μαφία και τους παράνομ ους προμηθευτές και διακινητές - γνωστούς τότε ως bootleggers. Όσοι έπαιρναν το ρίσκο και άνοιγαν ένα speakeasy bar ή κάποια σχετική επιχείρηση θησαύριζαν και οι παραβάτες έρχονταν πιο κοντά με τον καιρό και γνωρίζονταν σαν οικογένεια. Εξάλλου, μεγάλο μέρος της αστυνομίας ήταν μπλεγμένο στο παιχνίδι της παρανομίας, μην μπορώντας να αποχωριστούν το αλκοόλ στο τέλος της βάρδιας, οπότε δεν ήταν λίγες οι φορές που οι αρχές έκαναν τα «στραβά μάτια» ή διασκέδαζαν ανάμεσα στους θαμώνες.

Το Σάββατο βράδυ θα έμπαινες σε μια κιτρινόμαυρη αστραφτερή Cadillac και θα οδηγούσες λίγο πιο κάτω από την West 50 street στη Νέα Υόρκη, όπου βρισκόταν (και βρίσκεται μέχρι σήμερα) το διάσημο 21 Club, που έγραψε ιστορία την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης. Το μπαρ του ήταν φτιαγμένο με ένα ειδικό μηχανισμό και όταν ο φύλακας ειδοποιούσε με σχετική ανακοίνωση ότι επρόκειτο να γίνει έλεγχος από την αστυνομία, εκείνο μετακινούνταν και με κάποιο τρόπο το μέρος έδειχνε σαν ένα συνηθισμένο ρεστοράν. Αλλά η πρωτοπορία του δεν σταματούσε εκεί. Αν στην ερώτηση του αστυνομικού για απόθεμα ποτών στο μαγαζί άκουγες τους ιδιοκτήτες να λένε «όχι» με φυσικότητα, θα ήταν επειδή πραγματικά ήταν αλήθεια. Ο αρχιτέκτονας είχε κατασκευάσει έτσι το κελάρι με τα κρασιά ώστε να αποτελεί το υπόγειο του διπλανού κτηρίου που περνούσε υπεράνω υποψίας.

Αφού είχες απολαύσει ένα ποτήρι σέρι πριν το γεύμα, κρασί κατά τη διάρκεια και κάποιο λικέρ με τον καφέ, όπως συνηθιζόταν, η χαρούμενη και καλοντυμένη παρέα σου θα πρότεινε να συνεχίσετε σε κάποιο άλλο κλαμπ, ίσως στο Εl Fey, στο Bath Club ή στο 300 Club, ιδιοκτήτρια του οποίου ήταν η Texas Guinan που καλωσόριζε τους πελάτες με ένα δυνατό «Ηey Suckers!». Εκεί, όπως και σε άλλα speakeasies εκτός από αλκοόλ θα έβλεπες και θέαμα που αναλόγως τη βραδιά και το στυλ του μαγαζιού θα ήταν μια εκρηκτική blues μπάντα ή κάποια ομάδα προκλητικά ντυμένων κοριτσιών που κουνούσαν ναζιάρικα τις φούστες τους και χόρευαν με την ψυχή τους.

Εκτός από διάσημο speakeasy, το Cotton Club ήταν ένα από τα μαγαζιά με τις καλύτερες μουσικές σκηνές όπου εμφανιζόταν σε σταθερή βάση η big band του Duke Ellington.

Εκτός από διάσημο speakeasy, το Cotton Club ήταν ένα από τα μαγαζιά με τις καλύτερες μουσικές σκηνές όπου εμφανιζόταν σε σταθερή βάση η big band του Duke Ellington.

Η Νέα Υόρκη είναι η πόλη στην οποία πάντα κάτι παίζει (#cuttypaizei), η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται, έλεγαν από πάντα, και οι σχεδόν μεθυσμένοι φίλοι σου -τότε η κακή ποιότητα αλκοόλ μπορούσε να σε χτυπήσει με μερικές γουλιές- σε τραβάνε από το σακάκι ή το γυαλιστερό σου φόρεμα για ένα τελευταίο ποτό στο θρυλικό Cotton Club. Εκτός από διάσημο speakeasy, το Cotton Club ήταν ένα από τα μαγαζιά με τις καλύτερες μουσικές σκηνές όπου εμφανιζόταν σε σταθερή βάση η big band του Duke Ellington ξεσηκώνοντας όλους τους θαμώνες σε ρυθμικό swing χορό. Καθισμένος στους αναπαυτικούς καναπέδες από όπου περνούσε όλη η αφρόκρεμα της πόλης από αστέρες του σινεμά μέχρι πολιτικούς και επιχειρηματίες, θα έπινες ένα κοκτέιλ Gin Rickey με τζιν, λάιμ και σόδα, ένα από τα αγαπημένα του συγγραφέα Scott Fitzgerald που εμπνεύστηκε από την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης για να γράψει το The Great Gatsby. Άλλωστε το Cotton Club βρισκόταν στην καρδιά του Harlem που ήταν από μόνη της μια hot spot γειτονιά με πολλά speakeasies και τζαζ μπαρ.

Στον πυρετό της αμερικανικής νύχτας, μέσα στο χαμηλό φωτισμό, τους καπνούς, τα αρώματα και τη μυρωδιά του αλκοόλ η ζωή έμοιαζε όμορφα επικίνδυνη και η διάθεση των κεφάτων θαμώνων έβαζε τους δικούς της κανόνες στη διασκέδαση. Η υποκρισία, η μυστικότητα και η παρανομία είχαν άλλη διάσταση για όσους διασκέδαζαν - οι γκάνγκστερς και οι μαφιόζικες συμμορίες διακίνησης αναλάμβαναν το πιο «πρακτικό» κομμάτι που συχνά οδηγούσε σε αιματηρή κατάληξη. Πάντως, μέχρι την κατάργηση του νόμου, το 1933, το αλκοόλ δεν είχε λείψει ουσιαστικά από το προσκήνιο - αντιθέτως είχε περάσει μια δεκαετία σαν ελκυστική, μυστική περιπέτεια.

 

2

Cutty Sark το ουίσκι της ποτοαπαγόρευσης.
Η ιστορία του τότε και τώρα.

Χαμηλός φωτισμός, καπνός, δυνατές ομιλίες και τζαζ μουσική. Αυτή ήταν η συνηθισμένη ατμόσφαιρα μέσα σε κάποιο καλά κρυμμένο speakeasy, ενώ το παράνομο αλκοόλ γέμιζε τα «αθώα» φλιτζάνια τσαγιού. Και μπορεί συχνά η παρανομία να είχε σαν αποτέλεσμα την κακή ποιότητά του, όσα speakeasy όμως είχαν καταφέρει να συνεργάζονται με τους πιο ικανούς εμπόρους, προσέφεραν στους πελάτες τους ποτά εκλεκτής ποιότητας.

Ένας από αυτούς τους εμπόρους ήταν ο Αμερικανός καπετάνιος William McCoy, ο οποίος κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης κατάφερε να εισαγάγει στην Αμερική το περίφημο Cutty Sark Blended Scotch Whiskey. Μάλιστα, επειδή η ποιότητα του ποτού ήταν η καλύτερη και ξεχώριζε σε μεγάλο βαθμό από τα υπόλοιπα, πολλοί αναφέρονταν σε αυτό ως The real McCoy, τιμώντας τον έμπορο και την ικανότητά του να προμηθεύει ανόθευτο, αυθεντικό ουίσκι. Το διάσημο σκωτζέζικο ουίσκι παραγόταν στην εταιρία Berry Bros & Rudd και πήρε το όνομα και την ετικέτα του από το πιο γρήγορο καράβι του 19ου αιώνα, το Cutty Sark.

Σήμερα, 80 χρόνια μετά την ποτοαπαγόρευση, το Cutty Sark κάνει μια στροφή στα βασικά, και αναβιώνει την αυθεντική του γεύση από τα speakeasy bars με το Cutty Sark Prohibition Edition 50% Vol, ένα blend «μικρής σοδειάς» από τα κορυφαία single malt και κορυφαίας ποιότητας grain whiskies. Παλαιωμένο σε επιλεγμένα με το χέρι αμερικάνικα δρύινα βαρέλια, χαρακτηρίζεται από διακριτικές νότες εσπεριδοειδών βουτηγμένα μέσα σε μέλι και μυρωδάτα μπαχαρικά, ενώ η πλούσια, κρεμώδης γεύση του με αίσθηση καραμέλας και νότες πιπεριού αφήνει μια ζεστή και απαλή επίγευση, όπως τον παλιό καλό καιρό.

Μάλιστα, η εμφάνιση του Cutty Sark μένει κι εκείνη πιστή στο vintage προφίλ, με τη μαύρη εντυπωσιακή γυάλινη φιάλη, τη χαρακτηριστική κίτρινη ετικέτα και το πώμα από φελλό να προδιαθέτουν για μια αυθεντική εμπειρία υπό την επιγραφή The Real McCoy. Οι τολμηροί 20's πότες τιμούσαν ένα τέτοιο full strength whisky πίνοντάς το σκέτο ή με πάγο, αλλά η πλούσια και ελαφρώς πικάντικη γεύση του μπορεί να συμμετέχει σε διάφορους γευστικούς συνδυασμούς κοκτέηλ, όπως το Pear Cooler με αχλάδι και ginger. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια back to the old days εμπειρία!

3

H κουλτούρα της Ποτοαπαγόρευσης
και η μουσική της εποχής

Όταν μιλάμε για roaring 20's και swinging 30's, η μουσική δεν θα μπορούσε να είναι κάτι λιγότερο από έντονα προκλητική και αναμφίβολα ξεσηκωτική. Αυτά τα στοιχεία υπάρχουν και σήμερα και τα βρίσκετε στον κόσμο του urbanadventures.gr. Αν τα συνδυάσετε και μ΄ένα Cutty Sark Prohibition Edition 50% Vol θα καταλάβετε και καλύτερα την αξία τους ή θ' αγαπήσετε περισσότερο τη μουσική τους.

+ LISTEN
Glenn Miller
In The Mood

Η εποχή της ποτοαπαγόρευσης συνέπεσε με την έκρηξη του ραδιοφώνου, και όλα τα ρετρό νοικοκυριά συντονίζονταν με δέος γύρω από το μαγικό μουσικό κουτί το οποίο εξέπεμπε ρομαντικές μπαλάντες από τραγουδιστές με σθεντόρια, αισθαντική φωνή. Οι τολμηρές γυναίκες της εποχής τύλιγαν με φροντίδα τα μαλλιά τους γύρω από ρολά, ώστε να πετύχουν τον τέλειο κυμματισμό και μόλις το ρολόι περνούσε τις «καθωσπρέπει» ώρες έπαιρναν αγκαζέ τους καβαλιέρους τους και περνούσαν τις πόρτες των speakeasies όπου κάπνιζαν κομψά μακριά τσιγάρα και έπιναν νοθευμένα κοκτέηλ.

Αυτές οι γυναίκες ονομάζονταν flappers και ο χορός που χόρευαν ήταν το τσάρλεστον - μια ακολουθία από γρήγορες κινήσεις στα πόδια που συνοδευόταν από χέρια που τινάζονταν ξέφρενα στον αέρα. Η μουσική των 20s ήταν γρήγορη και κεφάτη, ισοδύναμη της ταχύτητας με την οποία έμοιαζε να κυλά η ζωή και του ρυθμού που απαιτούσαν οι νύχτες στα όρια της παρανομίας. Πολλά speakeasies παρουσίαζαν ανάλογο show, με χορεύτριες που αναλάμβαναν να ξεσηκώσουν τους πελάτες -ο δικός τους χορός όπως είχε μια παραπάνω δόση αισθησιασμού, όσο επέτρεπαν τα όρια της εποχής- και η ποσότητα αλκοόλ στο αίμα των θαμώνων.

+ LISTEN
Green Hill Instrumental
The Charleston

Περπατώντας στα σοκάκια μιας γειτονιάς, ερχόταν στα αυτιά σου ένα ρυθμικό τικ-τακ από παπούτσια που χτυπούσαν στο έδαφος. Ήταν το λεγόμενο tap dancing –ή, αλλιώς, κλακέτες που έβαζαν κυριολεκτικά τη μουσική και το ρυθμό στο σώμα όσων το χόρευαν, αφού ουσιαστικά αναλάμβαναν το ρόλο των κρουστών σε μια μπάντα- έκτοτε οι μεγάλες τζαζ μπάντες της εποχής άρχισαν να συμπεριλαμβάνουν ένα νούμερο tap ανάμεσα στα κομμάτια τους. Οι κλακετίστες φορούσαν τα ειδικά διαμορφωμένα παπούτσια τους με το σιδερένιο πάτο και δάμαζαν τις ρυθμικές ακολουθίες σε κάθε ταχύτητα, πετούσαν χορεύοντας μέσα στα σφιχτά μαύρα τους κοστούμια. Βέβαια το tap δεν ήταν αποκλειστικά αντρικός χορός - πολλές γυναίκες «κόλλησαν» το μικρόβιο και διεκδίκησαν το μερίδιό τους στην πίστα. Κάπως έτσι δημιουργήθηκαν οι χορογραφίες ζευγαριών, οι οποίες επεκτάθηκαν στις πιο ανάλαφρες κινήσεις του lindy hop χορού που ήταν το πιο διαδεδομένο στυλ χορού την εποχή του swing που ακολούθησε. Έτσι αν είχες πάει για ακόμα ένα βράδυ σε κάποιο speakeasy ballroom, αναζητώντας την επόμενη νυχτερινή αστική περιπέτεια (όπως λίγο πολύ κάνεις στα tours του Cutty Sark) μπορεί να ήσουν τυχερός και να πετύχαινες κάποιο tap show, όπως αυτά που θαυμάζεις στις ταινίες με τον Gene Kelly και τον Fred Astaire.

dbc66f718d92031e3d0f6a706700e444

+ LISTEN
Benny Goodman
Sing Sing Sing

Όμως, μια άλλη μουσική σκηνή που έβραζε άρχισε σιγά σιγά να διαδίδεται μέσα από τους καπνούς, και το ρυθμικό χτύπημα των δαχτύλων και τον οξύ ήχο ενός σαξοφώνου. Ήταν η τζαζ, η νέα «αλήτικη» μουσική που πάντρευε τον κοφτό ρυθμό και το groove των αφρικάνικων κρουστών και τις πλούσιες μελωδίες της δυτικής Ευρώπης σε ένα αποτέλεσμα που έμελλε να αλλάξει για πάντα την ιστορία της μουσικής. Η τζαζ της εποχής παιζόταν από πολυμελείς πάντες -big bands- και ο κόσμος χόρευε ασταμάτητα στο άκουσμά της - ήταν επίσης και η πρώτη μουσική που έφερε κοντά τους λευκούς και τους μαύρους αφού η απήχησή της δεν θα μπορούσε να μην είναι καθολική. Στο Cotton Club, έπαιζε σε σταθερή βάση ένας απίστευτα ταλαντούχος μαύρος πιανίστας, ο θρυλικός Duke Ellington που ήταν και ένας από τους ιδρυτές του είδους, μαζί με άλλα ονόματα που εμφανίστηκαν εκείνη την εποχή, ή και αργότερα, όπως ο Benny Goodman, o Glenn Miller, o Artie Shaw και ο Louis Armstrong.

+ LISTEN
Louis Armstrong
St. James Infirmary

Το κέντρο της τζαζ ήταν τότε το Harlem, το οποίο κυριολεκτικά άχνιζε από τη μουσική δημιουργικότητα των τζαζ καλλιτεχνών οι οποίοι άρχιζαν να μην υπακούν την πατριτούρα και να επιδίδονται σε τρελούς αυτοσχεδιασμούς παίρνοντας το κοινό μαζί τους. Ήταν τέτοια η φύση της μουσικής και το «νέο» που έφερνε στις ζωές των ανθρώπων που αρχικά θεωρήθηκε από αρκετούς οπαδούς της παράδοσης ως μουσική «του διαβόλου» που έπαιζαν ασεβείς και προκλητικοί τύποι που έβαζαν σε πειρασμό τις γυναίκες και τους ξυπνούσαν ένστικτα επικίνδυνα για τη θέση και την εικόνα τους. Όμως η παρανομία της εποχής ζητούσε μουσικές καινοτομίες και έτσι τα τρελά σαξόφωνα, τα μελωδικά πιάνα και τα δυνατά κοντραμπάσο κέρδισαν έδαφος στη νύχτα και τις καρδιές των ανθρώπων. Τώρα το κοινό επικροτούσε χειροκροτώντας και σφυρίζοντας τα σόλο των μουσικών και άρχιζε να καταλαβαίνει την λειτουργία και τον ήχο κάθε οργάνου. Σιγά σιγά η τζαζ εξαπλώθηκε στις περισσότερες πόλεις και μουσικές σκηνές και συνέχισε να εξελίσσεται ταχύτατα ακόμα και μετά το τέλος της ποτοαπαγόρευσης.

 

4

Η Ποτοαπαγόρευση στη μεγάλη οθόνη

Κινηματογραφικά διαμάντια που θα σας κάνουν να θέλετε να πιείτε ένα ποτηράκι στην υγειά τους.

Αν η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη, ο κόσμος αγριεμένος, κι ο πιο κομψοντυμένος άντρας στην οθόνη φοράει φαρδιά γραβάτα ανάμεσα από μονόχρωμες τιράντες, και κάτω απ’ το three piece κοστούμι του κρύβει πολυβόλο με ροδέλα, τότε είμαστε στην εποχή της Ποτοαπαγόρευσης. Κι αυτές εδώ είναι οι δέκα καλύτερες ταινίες και μια μνημειώδης σειρά που την έχουν αποτυπώσει. Σερβιριστείτε ένα Cutty Sark Prohibition Edition 50% Vol, διαβάστε για τις ταινίες και μετά δείτε ότι #cuttypazei στο urbanadventures.gr

 

  1. Οι Αδιάφθοροι / The Untouchables
    the-untouchables
    Ο Brian De Palma στις μεγαλύτερες φόρμες του, σε σενάριο του τεράστιου David Mamet, με τις μουσικές του Ennio Morricone να χύνονται απ’ τα ηχεία και την ασύληπτη συναστρία του πρωταγωνιστικού τρίου των Kevin Costner, Sean Connery κι Andy Garcia ν’ ανάβουν την οθόνη, και με τον Robert De Niro να περιμένει στη γωνία μ’ ένα καλογυαλισμένο ρόπαλο έτοιμο ν’ ανοίξει κρανία, ετούτη εδώ η εξιστόρηση του στησίματος της ομάδας που θα στρίμωχνε για τα καλά τον Al Capone, είναι εύκολα η απόλυτη ταινία για τον Ποτοαπαγόρευση. Και ένα υποδειγματικό γκανγκστερικό θρίλερ βέβαια.
  2. Κάποτε στην Αμερική / Once Upon a Time in America
    Once Upon a Time in America
    Ίσως η πιο φιλόδοξη απεικόνιση του saga της Americana ολόκληρης, το σχεδόν τετράωρο έπος του Sergio Leone ήταν το απότοκο του διακαή πόθου του δάσκαλου των spaghetti westerns να απλώσει σε μια χορταστική τριλογία όλη την πορεία της μετάλλαξης του αμερικανικού ονείρου σε κάτι βγαλμένο απ’ τους εφιάλτες του Δαρβίνου. Με το τρίπτυχο της φιλίας, της προδοσίας και της ματωμένης βίας για οδηγούς του, ο Leone αμόλυσε τους Robert De Niro, James Woods και Joe Pesci στους δρόμους της Νέας Υόρκης, για να αναχθούν από φτωχά εβραιόπουλα σε τρομερές μορφές του οργανωμένου εγκλήματος, ακριβώς στην εποχή που ο γκανγκστερισμός έδειχνε στην Αμερική το πιο άγριο χαμόγελό του.
  3. Ο Νονός, Μέρος 2ο / The Godfather: Part II
    The GodfatherΤο πρώτο sequel στην ιστορία των Όσκαρ που κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας, ένα απ’ τα ελάχιστα sequel που κατόρθωσαν να ξεπεράσουν το πρωτότυπό τους, και μια απ’ τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών τελεία, το δεύτερο μέρος της τριλογίας του Νονού, εκτός απ’ το να παρακολουθεί τη διαδοχή της εξουσίας απ’ τον Vito στον Michael Corleone, αφηγείται και την πορεία της οικογένειας Corleone στις ανώτατες κορυφές της οργανωμένης Μαφίας. Μίσος, αίμα, εκδίκηση και θεία δίκη ως αμείλικτοι εκδικητές της αφελούς ανθρωπιάς, είναι οι βασικοί δραματουργικοί άξονες πάνω στους οποίους βάδισε ο Francis Ford Coppola, για να μεταφέρει στην οθόνη την στοιχειωτική περιήγηση στα σκοτάδια της ανθρώπινης κατάστασης που είναι το βιβλίο του Mario Puzo.
  4. Το Πέρασμα του Μίλλερ / Miller’s Crossing
    millers-crossingΣ’αυτό το ανάλαφρο νουάρ κομψοτέχνημά τους, οι αδερφοί Coen δίνουν ένα μικρό και μετρημένο ρεσιτάλ ύφους, παντρεύοντας τον γκανγκστερικό μύθο της εποχής της Ποταπαγόρευσης με τον κατάμαυρο κυνισμό που φοράνε στο πέτο τους ως σήμα κατατεθέν, μέσα απ’ την ιστορία του έμπιστου συμβουλάτορα του αρχιμαφιόζου μιας αδιευκρίνιστης επαρχιακής πόλης, ο οποίος μπλέκεται σ’ έναν κικεώνα ανατροπών, προδοσιών, διπλοκαρφωμάτων, και φυσικά, αιματοκυλισμάτων.
  5. Παράνομοι / Lawless
    lawlessΜια απ’ τις καλύτερες αμερικανικές συμμετοχές σε διαγωνιστικό των Κανών τα τελευταία χρόνια, το Lawless έφερε στη χώρα των μεγάλων budgets τον Αυστραλό John Hillcoat, και μαζί τη μεγάλη του έφεση στο να εφαρμόζει μεταμοντέρνες αισθητικές σε western τοπία. Με το Lawless, σε σενάριο του Nick Cave, αφηγήθηκε την αληθινή ιστορία των τριών αδερφών Bondurant, που είχαν γίνει στην αμερικανική επαρχία βασιλιάδες της παρασκευής και της διακίνησης παράνομου αλκοόλ. Στο ηλεκτρισμένο και μεστό του δράμα, με τις ερμηνείες που απέσπασε ο Hillcoat μεταμόρφωσε τον Tom Hardy σ’ έναν βιώσιμο υποψήφιο αστέρα του Hollywood, έδωσε ανάσα ζωής στον Shia LaBeouf πριν ξαναβουτήξει στα θολά νερά της καλλιτεχνικής του αναζήτησης, και χάρισε στον Guy Pearce την πιο σπαρταριστή, αντισυμβατική και κατάμαυρα χιουμοριστική εμφάνιση της καριέρας του.
  6. Ο Τελευταίος Επιζών / Last Man Standing
    last-man-standingΜια απ’ τις απολαυστικότερες, κι ίσως η πιο υποτιμημένη απ’ τις στιγμές του Bruce Willis στην πληθωρική καριέρα του, ετούτη η σκηνοθετική απόπειρα του Walter Hill (που βρίσκεται ως παραγωγός πίσω απ’ όλη τη σειρά των Alien), είναι είναι πραγματικό αναπολογητικό action διαμαντάκι, που παίρνει το concept του Yojimbo (του Akira Kurosawa) και το μεταφέρει σε μια πόλη-φάντασμα του Texas στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης:  ο μυστηριώδης ξένος του Willis, πιάνει τις δυο αντιμαχόμενες οικογένειες που πίνουν το αίμα των χωρικών, και τις στρέφει τη μια ενάντια στην άλλη, μέχρι το αίμα που θα πνίξει τους δρόμους να είναι το δικό τους.
  7. Σφαίρες Πάνω από το Μπρόντγουεϊ / Bullets over Broadway
    bullets-over-broadway
    Ακόμη και χωρίς αλκοόλ τα πράγματα μπορούν να ξεφύγουν απ’ τον έλεγχο, και ποιος καλύτερος να το αποδείξει από τον Woody Allen, που σ’ αυτήν του την σπαρταριστή κωμωδία παρακολουθεί τον John Cusack στο ρόλο ενός νεαρού, φέρελπι θεατρικού συγγραφέα, να χάνει τα μυαλά του προσπαθώντας να γράψει το πρώτο του σουξέ στη Νέα Υόρκη της Ποτοαπαγόρευσης. Σα να μη φτάνει που αναγκάζεται να προσλάβει για πρωταγωνίστρια την ατάλαντη φιλενάδα του μαφιόζου με τον οποίο μπλέκει για να βρει τα χρήματα, ο γαλαντόμος χρηματοδότης του αποδεικνύεται καλύτερος γραφιάς από τον ίδιο, κι αυτό βέβαια είναι παραπάνω από αρκετό για να να κάνει τα νεύρα του ανασφαλή συγγραφέα παπαρδέλες.
  8. Ο Δρόμος της Απώλειας / Road to Perdition
    road-to-perdition-originalΜε τον Conrad L Hall στη δ/νση φωτογραφίας, ο Sam Mendes μετατρέπει το άγριο σύμπαν της ζωγραφιστής νοβέλας των Max Allan Collins και Richard Piers Rayner σ’ έναν ζωντανό και κινούμενο σκοτεινό εξπρεσιονιστικό πίνακα, στον κανβά του οποίου ξεδιπλώνεται το χρονικό της παιδικής αθωότητας που χάνεται, όταν ο γιος ενός εκτελεστή της Μαφίας γίνεται μάρτυρας του τι κάνει ο μπαμπάς του για τα προς το ζειν. Ο Tom Hanks σ’ ένα ευπρόσδεκτα μεστό δραματικό διάλειμα απ’ τις συνήθεις χαμηλών απαιτήσεων εμφανίσεις του στα πρώιμα 00s, καταθέτει τα διαπιστευτήριά του απέναντι στην μινιμαλιστική, αλλά ανατριχιαστικά σκοτεινή εμφάνιση του Paul Newman στον τελευταίο του κινηματογραφικό ρόλο.
  9. Μερικοί το Προτιμούν Καυτό / Some Like it Hot
    some-like-it-hot-image-2Είναι δύσκολη η ζωή του γκάνγκστερ, πολλώ δε μάλλον του κοινού θνητού που μπορεί να καρφώσει έναν γκάνγκστερ! Στο καρακλασικό μιούζικαλ του Billy Wilder, ο Tony Curtis κι ο Jack Lemmon είναι δυο μουσικοί, που τυγχάνει να βρεθούν στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή και να γίνουν μάρτυρες στη Σφαγή του Αγίου Βαλεντίνου --ένα απ’ τα πιο άγρια ξεκαθαρίσματα λογαριασμών όλης της περιόδου της Ποταπαγόρευσης. Η μόνη τους διέξοδος είναι να χωθούν στο λεωφορείο μιας μπάντας θηλέων, και να την κάνουν για Miami: Κι όχι μονάχα θα ντυθούν γυναίκες για να γλιτώσουν, αλλά θα βρουν κι άντρα να παντρευτούν αν χρειαστεί! Το ότι στη μπάντα θα είναι κι η Marilyn Monroe βέβαια, τούς το κάνει όλο αυτό πολύ καλύτερο, αν κι αρκετά δυσκολότερο.
  10. Δημόσιος Κίνδυνος / Public Enemies
    public_enemies-2Μια απ’ τις πιο μέτριες στιγμές του Michael Mann κι ίσως η τελευταία καλή του Johnny Depp, το γκανγκστερικό δράμα που βασίστηκε στο βιβλίο ντοκουμέντων του Bryan Burrough, εκτός απ’ την άνοδο και την πτώση του μνημειώδη ληστή τραπεζών John Dillinger στην Αμερική της μαφίας και της Ποτοαπαγόρευσης, παρακολουθεί ουσιαστικά και τη γέννηση του σύγχρονου FBI κάτω απ’ την ηγεσία του J Edgar Hoover, με τον Christian Bale να κρατά το ρόλο του πράκτορα που είναι στο κατόπι του χαρισματικού μαφιόζου, με τον οποίο ο Depp ένιωσε στιγμιαία οικειότητα, μιας κι ο παππούς του ηθοποιού λήστευε τράπεζες, κι ο πατέρας του παρασκεύαζε παράνομο αλκόολ. Το λες και καρμικό.

 

...και ένα τηλεοπτικό διαμάντι: Boardwalk Empire

Το Atlantic City στην αυγή της Ποταπαγόρευσης δεν ήταν απ’ τα μέρη που ίσχυαν ακριβώς οι κανόνες: στις πέντε σαιζόν που απλώθηκε στις τηλεοπτικές μας οθόνες η πολυβραβευμενη σειρά του HBO, ο Steve Buscemi ξεκαθάρισε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο πιο αποτελεσματικός τρομοκράτης είναι το κράτος.
Με τριζάτη σκηνοθεσία και ποιότητα παραγωγής που άξιζαν κάθε ένα απ’ τα 18 εκατομύρια δολάρια που κόστισε ο πιλότος της σειράς (σε σκηνοθεσία Martin Scorsese παρακαλώ), το έπος του HBO έγινε μια απ’ αυτές τις σειρές που επανακαθορίζουν τα όρια της τηλεόρασης, παρουσιάζοντας μια δραματοποιημένη εκδοχή της αληθινής ιστορίας του Enoch Johnson, ο οποίος με δημαγωγική σαγήνη και αμείλικτη αποφασιστικότητά, κατάφερε να ανελιχθεί στην κορυφή της εξουσίας εντός κι εκτός του νόμου, απλώνοντας τη σκιά της σιδηράς του γροθιάς πάνω από κάθε δραστηριότητα της παιδικής χαράς του τζόγου και των βίτσιων που ήταν το Atlantic City στην Αμερική των ‘20s και ‘30s.

 

5

Από το τέλος της Ποταπαγόρευσης μέχρι και σήμερα
η retro vintage αισθητική κυριαρχεί
σε όλες τις εκφάνσεις της ποπ κουλτούρας


2015. Ζούμε στην εποχή του ίντερνετ και των γρήγορων ρυθμών ζωής, αγαπάμε να ανακαλύπτουμε διαρκώς ο,τι καινούριο παίζει στην πόλη, στη μουσική, στην τέχνη, πάμε ταξίδια, εξελισσόμαστε, κάνουμε σαφάρι στα μπαρ της πόλης και αγοράζουμε νέα gadgets. Όμως, συχνά αναπολούμε τη μαγεία της παλιάς εποχής και δεν μπορούμε παρά να δεχτούμε τη διαρκή επιρροή της σε διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής μας, από τον τρόπο που ντυνόμαστε μέχρι τα είδωλα που θαυμάζουμε. Άλλωστε, όταν μιλάμε για κάτι «κλασικό» δεν μπορούμε παρά να αναφερόμαστε σε αυτούς που το δημιούργησαν και άφησαν το όνομά τους στην ιστορία, αφήνοντας σε εμάς το παιχνίδι της αναβίωσής του μέσα από τη vintage και τη ρετρό κουλτούρα. Κουλτούρα, την οποία περιγράφει εξαιρετικά το urbanadventures.gr του Cutty Sark που αυτή την περίοδο σκαλίζει τις επιρροές που έχει το παρελθόν στο παρόν και στο μέλλον. Δεν το κάνει τυχαία, αφού στην αγορά κυκλοφορεί το νέο Cutty Sark Prohibition Edition 50% Vol, που τιμά έτσι με τον τρόπο του την περίοδο της ποταπαγόρευσης όπου το Cutty Sark ήταν το πρώτο ουίσκι στον κόσμο.

Breakfast at Tiffanys

Ψάχνοντας το κομψό μαύρο φόρεμα όπως εκείνο που φορούσε η Audrey Hepburn στο Breakfast at Tiffany's.

Έτσι, τρυπώνουμε σε second hand μαγαζιά ρούχων όπως το Preloved και το Kiloshop με την ελπίδα να ξετρυπώσουμε κάποιο κομψό μαύρο φόρεμα όπως εκείνο που φορούσε η Audrey Hepburn στο Breakfast at Tiffany's και ψωνίζουμε κοσμήματα έχοντας στο νου την αψεγάδιαστη εικόνα της που έδινε μαθήματα στυλ. Χανόμαστε στις σελίδες του Great Gatsby από τον Francis Scott Fitzgerald και ονειρευόμαστε μαλλιά που λάμπουν από μπριγιαντίνη και αστραφτερά φορέματα με πούλιες, ψάχνουμε στα σκονισμένα ράφια για κάποιο τσαντάκι που να θυμίζει εκείνη την εποχή, βλέπουμε το Singing in the rain με τον Gene Kelly και σχεδιάζουμε να ξεκινήσουμε μαθήματα μιούζικαλ και να κλέψουμε το παλιό κίτρινο αδιάβροχο της μαμάς μας. Οργανώνουμε μαραθώνιο κλασικών ταινιών και θαυμάζουμε τον Marlon Brando στο Λεωφορείον ο Πόθος και φτιάχνουμε 50's retro playlists στον υπολογιστή μας με jazz, swing και rock 'n roll. Βλέπουμε σειρά βίντεο του βασιλιά Elvis Presley να ερμηνεύει το θρυλικό Jailhouse Rock, ζηλεύουμε το πλήθος που παραληρεί αποθεώνοντας τον και κανονίζουμε να πάμε στο Blue Fox για να χορέψουμε rockabilly με τους Rolling Foxes και swing με τους Athens Lindy Hop, τους Rythm Hoppers ή τους Lindy Hop Greece (αν ζεις στη Θεσσαλονίκη).

Robert-Redford-Great-Gatsby-1974-

Oι εκθαμβωτικοί Robert Redford και Mia Farrow στην κινηματογραφική μεταφορά του The Great Gatsby το 1974. Ο Francis Scott Fitzgerald έγραψε το βιβλίο περιγράφοντας τη ζωή στα roaring 20's και η ταινία δεν θα μπορούσε να είναι λιγότερο φαντασμαγορική.

 

«We are more popular than jesus» είπε ο John Lennon αναφερόμενος στους Beatles που έσπαγαν όλα τα μουσικά ρεκόρ το 1966 - και ποιος από εμάς δεν έχει έστω και έναν δίσκο ή μια κασέτα των Σκαθαριών ή δεν «κόλλησε» σε κάποια φάση της ζωής του με τον εθιστικό easy rock ήχο τους; Τα early 60's ήταν mod, μια μόδα στο ντύσιμο και το στυλ που ήθελε στυλιζαρισμένο μαλί, κλαρωτές φούστες, σακάκια και παντελόνια στον αστράγαλο, τάσεις που βλέπουμε συνεχώς να επανέρχονται τόσο στα ρούχα όσο και στα έπιπλα - στις Παλιοσυνήθειες μπορείς να βρεις από ένα ρομαντικό μεσοπολεμικό αμπαζούρ μέχρι μια γαλάζια λουστρίν πολυθρόνα.

Τα 70's κατοικούν κατά κύριο λόγο στα δισκάδικα - τις Κυριακές κατηφορίζουμε στο ιστορικό κέντρο και το Kasseta Records, το Αrt Nouveau, το Amberola Vinyl Store ή τα κλασικά δισκο-spots στην Ηφαίστου και ψάχνουμε μανιωδώς για μια ηχογράφηση του Jimmy Hendrix, των Doors και της Janis Joplin από το Woodstock, το φεστιβάλ των ονείρων κάθε ροκά που σέβεται τον εαυτό του. Βλέπουμε αμέτρητα ντοκυμαντέρ για τη θρυλική χρονιά του 1969, και το καλοκαίρι μιμούμαστε τους χίπηδες ξαπλώνοντας στο γρασίδι μιας υπαίθριας συναυλίας. Την ίδια χρονιά, το Space Oddity ενός νέου μουσικού μπαίνει στο βρετανικό τοπ 5 - ο γκλαμ ροκ θεός David Bowie έρχεται για να μείνει στην ιστορία της μουσικής και της ποπ κουλτούρας και όπως αποδεικνύεται συνεχίζει να εμπνέει με ο,τι κάνει.

Πίσω στην αναζήτηση βινυλίων και τα ροκ πάρτυ σε διάφορα venues της πόλης, το punk δεν θα μπορούσε να λείπει από τη vintage συλλογή μας - πόσο iconic θεωρείται ακόμα μια μπλούζα με στάμπα God save the Queen των Sex Pistols ή τη διάσημη γλώσσα των Rolling Stones;

STUDIO54

Rod Stewart, Alan Stewart, Tina Turner, Cher και Valerie Perrine διασκεδάζουν στο studio 54, το θρυλικό κλαμπ των 70's στην καρδιά της Νέας Υόρκης.

 

Φυσικά, μια αναφορά στην ποπ κουλτούρα θα ήταν ημιτελής χωρίς το όνομα μιας από τις σημαντικότερες μορφές της: ο πάπας της pop art ή αλλιώς Andy Warhol άλλαξε την ιστορία της σύγχρονης τέχνης και ενέπνευσε το διάκοσμο αναρίθμητων σπιτιών και μαγαζιών με τα πολύχρωμα πορτραίτα του ή τη διάσημη ντοματόσουπα. Εκτός από αυτό, έθεσε νέα standards στην έννοια του πάρτυ - αυτός και η μούσα του Edie Sedgwick ήταν από τους βασικούς θαμώνες του θρυλικού Studio 54, του κλαμπ όπου η κοσμική αφρόκρεμα της Νέας Υόρκης περνούσε αμαρτωλές νύχτες με αλκοόλ, χορό και ναρκωτικά. Σακάκια με βάτες, εκκεντρικά γυαλιά ηλίου και disco nights είναι ο,τι βρίσκουμε σήμερα από τα late 70's, μαζί με άπειρα disco βινύλια των Donna Summer, Bee Gees, Gloria Gaynor και Boney M.

Oποιοδήποτε second hand κομμάτι μοιάζει να παγώνει το χρόνο και να μας μεταδίδει λίγη από την αύρα της εκάστοτε εποχής - το μαγαζί Retrosexual με αντίκες και memorabilia από διάφορες δεκαετίες είναι μια καλή λύση όταν μας πιάνει η vintage ονειροπόληση. Γιατί είναι όμορφο το παρόν αλλά δεν θα ήμασταν τίποτα χωρίς τις αναφορές μας, τόσο το καλύτερο εάν μπορούμε να ζήσουμε - έστω και για λίγο - την ψευδαίσθηση ότι τις ζωντανεύουμε, πιάνοντας λίγη από τη λάμψη της ιστορικής στιγμής τους.

6

Η Ποτοαπαγόρευση σήμερα.
Μια φανταστική Urban Adventure Ιστορία.

«Κυρίες και κύριοι, διακόπτουμε το πρόγραμμά μας για μία έκτακτη ανακοίνωση: από αύριο εφαρμόζεται ο νόμος της ποτοαπαγόρευσης στην Ελλάδα». Αυτή η πρόταση δεν ειπώθηκε ποτέ από κανέναν, αλλά φαντάσου έστω και για λίγο, να ήταν αλήθεια.Το urbanadventures.gr τότε θα γινόταν το μυστικό κομμάτι του διαδικτύου που θα συνεννοούνται όλοι οι «παράνομοι» των Αθηνών. Μυστικός κωδικός για ν' ανοίγουν οι πόρτες θα γίνει το #cuttypazei και φυσικά το νέο edition του Cutty Sark, Cutty Sark Prohibition θα παρέπεμπε στην δεκαετία του '20, τότε που η μπράντα κυριαρχούσε στα μυστικά σοκάκια. Προσοχή! Τα όσα ακολουθούν είναι προϊόντα της vintage φαντασίας του συντάκτη και δεν αναφέρονται σε πραγματικά γεγονότα.

Τα περισσότερα μπαρ - όπως και τότε - μεταμορφώνονται ξαφνικά σε καφέ και ζαχαροπλαστεία ή εφευρίσκουν κάποια ροφηματοειδή σπεσιαλιτέ, όπως σπιτική λεμονάδα με μέντα και ρόδι, λευκή λιωμένη σοκολάτα, σφηνάκια καραμέλα με πορτοκάλι και προμηθεύονται λουλουδάτα φλιτζανάκια και πολύχρωμες κούπες. Το βράδυ συνεννοείσαι με ένα φίλο σου να πάτε σε ένα «μιλημένο» σπίτι στον τρίτο όροφο μιας πολυκατοικίας στην Κυψέλη, όπου κάποιος τολμηρός φοιτητής χημείας φτιάχνει αυτοσχέδια σφηνάκια και συνεχίζετε σε μια μονοκατοικία στο Χαλάνδρι όπου η οικοδέσποινα μοιράζει απλόχερα - αλλά πάντα κρυφά - ένα γλυκό δυνατό κρασί που αγόρασε από το φαρμακείο σαν δοσολογημένο φάρμακο για την καρδιά.

Το Σάββατο κατεβαίνεις στο κέντρο με το αυτοκίνητο, αφού η έννοια του αλκοτέστ έχει προσωρινά χάσει τη χρησιμότητά της, και πίνεις για ξεκάρφωμα το πρώτο virgin «ποτό» από φρούτα στο Τρανζίστορ στου Ψυρρή. Ξαφνικά παρατηρείς μέσα στον κόσμο μια περίεργη γυναίκα με μαύρο καπέλο που γνέφει προς το μέρος σου. Σηκώνει το γαντοφορεμένο χέρι της και κάνει μια συνθηματική κίνηση σαν να πίνει, έπειτα κουνά το κεφάλι της προς την κατεύθυνση που πηγαίνει. Έχεις ήδη μπει στο νόημα - αφήνεις βιαστικά τα χρήματα πάνω στο τραπέζι και την ακολουθείς. Η γυναίκα προχωράει μπροστά και στρίβει σε ένα σκοτεινό δρομάκι, μετά από λίγο χάνεται σε μια πόρτα. Πλησιάζοντας, ανακαλύπτεις ότι πρόκειται για ένα ψιλικατζίδικο - ο ψιλικατζής σε κοιτάζει αυστηρά και αμέσως, σαν να καταλαβαίνει σου δείχνει μια μικρή πόρτα που διακρίνεται πίσω από τις κούτες με τα περιοδικά. Ανοίγοντας την πόρτα βρίσκεσαι στο «μυστικό» ταβερνείο του Ψυρρή, που έχει μεταμορφωθεί σε speakeasy και σερβίρει τα αποθέματα που έχει σε κρασί και μπύρα. Η ατμόσφαιρα είναι θολή από τον καπνό και οι φωνές των θαμώνων δυνατές - αν και κάθε τόσο πέφτει «σύρμα» στο πέρασμα κάποιου αστυνομικού.

Καθώς οι δείκτες προχωρούν και η νύχτα απαιτεί μια δόση οινοπνεύματος παραπάνω, βγαίνεις στο κρύο πεζοδρόμιο. Ώρα για το δεύτερο σποτ της βραδιάς, το Μοonshine Bar. Κατεβαίνοντας τα σκαλιά, αναβιώνει εντελώς το 20's νεοϋορκέζικο σκηνικό: χαμηλός φωτισμός, μπάρμαν με γιλέκο και κουστούμι, γυναίκες με βαρύ μακιγιάζ και μακριά τσιγάρα και μια τζαζ μπάντα παίζει μπλουζ στο βάθος. Εδώ κάτι παίζει (#cuttypaizei) σκέφτεσαι. Τα πράγματα είναι πιο απελευθερωμένα - το αλκοόλ που σερβίρεται είναι λικέρ και ουίσκι, και τα ποτήρια είναι κανονικά - αν είναι να κάνουμε το έγκλημα ας γίνει οργανωμένα, φαίνεται να σκέφτηκαν οι ιθύνοντες του μαγαζιού. Γεμίζεις προσεκτικά ένα μικρό φλασκί με ουίσκι και το φυλάς για παν ενδεχόμενο σε μια εσωτερική τσέπη.

Ο φίλος σου σε τραβάει να συνεχίσετε, η Αθήνα που είναι πόλη ασυμβίβαστη σε όλα της δεν δείχνει διάθεση να συμβιβαστεί με το νέο νόμο - πόσο μάλλον όταν αυτός είναι άμεσα συνδεδεμένος με την άγρια νυχτερινή ζωή της. Kατεβαίνοντας προς το παλιό χρηματιστήριο, αναρωτιέσαι πού πηγαίνετε και σε τι νέες περιπέτειες θα μπείτε (αν θέλεις να ζήσεις τέτοιες περιπέτειες στην πραγματική ζωή ρίξε μια ματιά στο site urbanadventures). Σταματάτε έξω από ένα μικροσκοπικό κατάστημα- μα πώς δεν το σκέφτηκες, το vintage κουρείο της Σοφοκλέους με την μεσοπολεμική αισθητική! Τι σχέση θα μπορούσε να έχει όμως με τη διασκέδαση ένα κουρείο; Απ’ έξω στέκεται ένας άνδρας με μαύρο παλτό, που κάτι φαίνεται να περιμένει. Ο φίλος του κάνει νόημα, η μικρή πόρτα του κουρείου ανοίγει και γρήγορα προχωράτε σε μια γυριστή σκάλα που οδηγεί προς τα κάτω.

Αφού διασχίσετε έναν διάδρομο μέσα στο σκοτάδι του υπογείου, φτάνετε μπροστά σε μια μισάνοιχτη σιδερένια πόρτα. «Αυτή είναι η καρδιά της νύχτας» σκέφτεσαι καθώς η πόρτα ανοίγει, φανερώνοντας ένα τεράστιο υπόγειο speakeasy με ξύλινο πάτωμα όπου το πλήθος χορεύει ασταμάτητα swing. Σερβιτόρες με πατίνια ελίσσονται ανάμεσα στο πλήθος με δίσκους φορτωμένους με πορσελάνινα φλιτζάνια γεμάτα παλαιωμένο ρούμι, τεκίλα και βότκα (γιατί ποτοαπαγόρευση μεν, αλλά στο σήμερα δε) και ο κόσμος γελά και χειρονομεί χαρούμενα κάτω από τα ζεστά φώτα του χώρου. Εδώ ο μόνος νόμος είναι η διασκέδαση σε πείσμα κάθε περιορισμού, δεν θα αντέξει για πολύ μια τέτοια νομοθεσία, σκέφτεσαι.

Το ξημέρωμα, ξεμυτίζετε προσεκτικά και γυρνώντας στο σπίτι, ξεβιδώνεις το στόμιο του φλασκιού και απολαμβάνεις μυστικά τις τελευταίες σταγόνες παρανομίας στον ουρανίσκο σου. «Τι περίεργος νόμος!» σκέφτεσαι και διαβάζοντας αυτή την πρόταση επανέρχεσαι στην πραγματικότητα. «Ευτυχώς που δε ζούμε στα 20's», μονολογείς. Σκέφτεσαι το υπόγειο ballroom και αλλάζεις γνώμη. Ίσως τελικά, κι εκείνη η εποχή, να είχε τη μαγεία της.

prohibition-today