Categories: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Αφού τα ρομπότ μας «κλέβουν» τις δουλειές, γιατί δεν μας έσωσαν τώρα με την πανδημία;

Ο σύγχρονος καπιταλισμός δεν έχει ξαναβιώσει κάτι παρόμοιο με την πανδημία του Covid-19. Σε λίγους μόνο μήνες, ο θανατηφόρος ιός κατάφερε να εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο, βάζοντας σε κίνδυνο κάθε οικονομία που έβρισκε στον δρόμο του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οι καταναλωτικές δαπάνες αντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα δύο τρίτα της οικονομικής δραστηριότητας, το εμπόριο έχει σταματήσει καθώς οι άνθρωποι μένουν στο σπίτι για να επιβραδύνουν την εξάπλωση του ιού. Τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και οι αεροπορικές εταιρείες έχουν χτυπηθεί σοβαρά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η  αεροπορική εταιρία Delta μείωσε τις πτήσεις της κατά 70%. Ένα στα πέντε νοικοκυριά των ΗΠΑ έχει ήδη κάποιο μέλος που έχει χάσει τη δουλειά του (ποσοστό που κάθε μέρα μεγαλώνει) και όλα αυτά λόγω των τρωτών σημείων του «ανθρώπου-εργαζόμενου». Όταν αρρωσταίνουμε – ή πρέπει να αφήσουμε τη θέση μας για να μην αρρωστήσουμε – το έργο που εξαρτάται από τους ανθρώπους, σταματάει.

Γιατί δεν μας έχουν σώσει ακόμα οι μηχανές;

Πολλοί λένε ότι η οικονομική καταστροφή διέλυσε τον μύθο του ρομπότ-εργάτη και της κυριαρχίας της τεχνητής νοημοσύνης. Μας οδήγησαν να πιστέψουμε ότι υπάρχει ένα νέο κύμα αυτοματισμού, αλλά η πανδημία έρχεται να το αμφισβητήσει. Η πολιτεία του Σαν Φρανσίσκο έχει στο παρελθόν σκεφτεί ακόμα και να επιβάλλει ειδικό φόρο για τα ρομπότ — αντικαταστήστε έναν άνθρωπο με ένα μηχάνημα και πληρώστε ένα τίμημα. «Το πρόβλημα αυτό μπορεί να γίνει τόσο σοβαρό», υποστηρίζε ο, για λίγο, υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ, Άντριου Γιανγκ, «που ίσως χρειαστούμε ένα ενιαίο βασικό εισόδημα για να υποστηρίξουμε τους εκτοπισμένους “ανθρώπους-εργαζόμενους”».

Ωστόσο, η οικονομία μας δέχτηκε μεγάλο πλήγμα, επειδή οι μηχανές απέχουν πολύ από το να είναι ισάξιές μας, όσον αφορά την νοημοσύνη και τις δεξιότητες. Είναι πολύ πιθανό, μια μηχανή να αυτοματοποιήσει μέρος της ανθρωπινης εργασίας, αλλά μάλλον όχι να σας την αντικαταστήσει εντελώς. Πάρτε για παράδειγμα τη μετάβαση από γραφομηχανές σε επεξεργαστές κειμένου που τελικά έκανε τους εργαζόμενους πιο αποτελεσματικούς. Όλο και πιο εξελιγμένοι κι ευαίσθητοι ρομποτικοί βραχίονες μπορούν τώρα να δουλεύουν δίπλα-δίπλα με ανθρώπους σε γραμμές συναρμολόγησης, κάνοντας τη βαριά δουλειά κι αφήνοντας τον λεπτό χειρισμό των εξαρτημάτων σε εμάς. Οι μηχανές έχουν τα πλεονεκτήματά τους, αλλά και οι άνθρωποι έχουμε τα δικά μας.

«Τα ρομπότ μπορούν να υποβοηθήσουν με επιτυχία τις ανθρώπινες δραστηριότητες», λέει η Τζούλι Κάρπεντερ, ερευνήτρια ρομποτικής στο Ethics and Emerging Sciences Group στην Καλιφόρνια. «Μπορούν να κάνουν τη δουλειά που δεν θέλουμε ή δεν μπορούμε να κάνουμε και είναι ιδιαίτερα χρήσιμα στην εκτέλεση εργασιών που θεωρούμε επαναλαμβανόμενες, βαρετές ή επικίνδυνες», όπως, για παράδειγμα, η ανύψωση θυρών αυτοκινήτου σε μια γραμμή συναρμολόγησης οχημάτων.

Τα ρομπότ όμως δεν είναι και τόσο έξυπνα, όταν στο τραπέζι μπαίνει η επίλυση προβλημάτων. Σκεφτείτε πώς θα μαζεύατε ένα κομμάτι χαρτί που βρίσκεται πάνω σε ένα τραπέζι. Δεν μπορείτε να το πιάσετε όπως θα πιάνατε ένα μήλο – πρέπει είτε να το τσιμπήσετε για να το σηκώσετε από την επιφάνεια είτε να το σύρετε για να φτάσει πάνω από την άκρη του τραπεζιού. Ως παιδί, μαθαίνετε να το κάνετε αυτό μέσω δοκιμής και σφάλματος, ενώ ένα ρομπότ ακόμα και μια τόσο απλή κίνηση θα πρέπει να προγραμματιστεί με ρητές οδηγίες για να την εκτελέσει.

Οι μηχανές έχουν τα πλεονεκτήματά τους, αλλά και οι άνθρωποι έχουμε τα δικά μας (..) Τα εργοστάσια αυτοκινήτων της Βόρειας Αμερικής έκλεισαν, όχι επειδή τα ρομπότ μπορεί να κολλήσουν κορωνοϊό, αλλά επειδή μπορεί να τον κολλήσουν οι χειριστές τους

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτή η αντίθεση μεταξύ ανθρώπων και μηχανών αποδείχθηκε ιδιαίτερα συναρπαστική στις αποθήκες της Amazon. Στα τέλη Μαρτίου, αξιωματούχοι της εταιρείας-κολοσσού, ανακοίνωσαν ότι για να διαχιεριστούν τις αλλαγές που έφερε ο κορωνοϊός προσέλαβαν επιπλέον 100.000 ανθρώπους, δίνοντας το σήμα. Συνεχίζοντας, ασφαλώς, σταδιακά να αυτοματοποιεί τμήματα των θέσεων εργασίας. Σε μια αποθήκη της κοντά στο αεροδρόμιο του Ντένβερ, η εταιρεία έχει αναπτύξει μικρά καταδρομικά ρομπότ που μεταφέρουν πακέτα ανάμεσα στους εργαζόμενους – κάνοντας τις «βαριές δουλειές», αφήνοντας τον λεπτό χειρισμό αντικειμένων στους ανθρώπους.

Η τεχνολογία αυτοματισμού της Amazon μόνο θα προχωρά από δω και πέρα, όμως η ζήτηση για προϊόντα θα συνεχίσει να αυξάνεται, όπως είδαμε από τον μεγάλο αριθμό προσλήψεων των τελευταίων εβδομάδων. «Η ανάγκη τους για “ανθρώπινη εργασία” μπορεί να μειωθεί με την πάροδο του χρόνου, αλλά προς το παρόν η αύξηση της ζήτησης για τα προϊόντα, ξεπερνά τα κέρδη τους από τον αυτοματισμό», λέει ο Ντιν Μπέικερ, οικονομολόγος στο Κέντρο Έρευνας Οικονομικής και Πολιτικής και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα .

Κι αν οι πιο μακροχρόνιες βιομηχανίες αποτελούν οποιαδήποτε ένδειξη, οι μηχανές μάλλον θα χρειαστούν «ανθρώπινους συνεργάτες» για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Ακόμη και οι βαριά αυτοματοποιημένες βιομηχανίες εξακολουθούν να βασίζονται στους ανθρώπους για βασικές εργασίες», λέει ο Μπέικερ. Τα εργοστάσια αυτοκινήτων της Βόρειας Αμερικής έκλεισαν, όχι επειδή τα ρομπότ μπορεί να κολλήσουν κορωνοϊό, αλλά επειδή μπορεί να τον κολλήσουν οι χειριστές τους. Ακόμα και όταν οι κομητείες του Bay Area στο Σαν Φρανσίσκο ανακοίνωσαν γενικό lockdown, η Tesla ισχυρίστηκε ότι το εργοστάσιό της στο Φρεμόντ αποτελούσε αναγκαία επιχείρηση και πρέπει να παραμείνει ανοιχτή. Ο σερίφης τελικά φάνηκε να μην πείθεται και διέταξε άμεσο κλείσιμο του εργοστασίου.

Οι πραγματικά αναγκαίες επιχειρήσεις για την καθημερινότητα, όπως τα παντοπωλεία, παραμένουν ανοιχτές. Όμως, ενώ η Amazon προσλαμβάνει, άλλες βιομηχανίες βυθίζονται σε αυτήν την κρίση, κυρίως όσες βασίζονται στη συγκέντρωση πολλών ανθρώπων σε έναν χώρο. Οι εργαζόμενοι στη φιλοξενία και την εστίαση έχουν πληγεί ιδιαίτερα, καθώς τα μπαρ, τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία έκλεισαν. Εκατομμύρια άνθρωποι στον κλάδο των μετακινήσεων και του τουρισμού μπορεί να χάσουν τη δουλειά τους. Η φιλοξενία είναι η λέξη-κλειδί εδώ. Υπάρχει λόγος για τον οποίο δεν βλέπετε πάρα πολλούς μπάρμαν ρομπότ – δύο λόγοι, στην πραγματικότητα: Τα ρομπότ δεν μπορούν να συναγωνιστούν τις δεξιότητές μας στη χειραγώγηση και κανείς δεν πηγαίνει σε ένα μπαρ για να κάνει ψιλή κουβέντα με ένα μηχάνημα.

«Ξέρουμε πως τα ρομπότ είναι εξαιρετικά σε ορισμένα πράγματα αυτή τη στιγμή, όπως οι επαναλαμβανόμενες εργασίες», λέει η Κάρπεντερ. «Και μπορούν να τις κάνουν για πάντα. Τι γίνεται όμως όταν τα βάλουμε σε ένα ανθρωποκεντρικό και πολιτιστικό πλαίσιο;».

Για παράδειγμα, ενδέχεται να μην είμαστε ποτέ σε θέση να αυτοματοποιήσουμε τη βιομηχανία που αυτή τη στιγμή το έχει περισότερο ανάγκη: αυτή της υγείας. Το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό κι άλλοι επαγγελματίες της υγείας σε όλο τον κόσμο εργάζονται μέχρι εξαντλήσεως, και πολλοί αρρωσταίνουν. Ένα νοσοκομείο, άλλωστε, δε μοιάζει με εργοστάσιο αυτοκινήτων. Έχει μεγάλη σημασία ο ανθρώπινος παράγοντας. Οι ασθενείς – ειδικά εκείνοι που έχουν νοσήσει από αυτή τη νέα ασθένεια – είναι σοβαρά άρρωστοι και φοβούνται τρομερά. «Είτε είναι σωματικό είτε συναισθηματικό, οι άνθρωποι πρέπει να αισθάνονται ότι κάποιος ακούει τον πόνο τους, ότι η σιωπηρή τους ταλαιπωρία γίνεται σαφής», λέει η Κάρπεντερ.

Πώς μπορείς να διδάξεις ένα μηχάνημα να συναισθανθεί έναν άνθρωπο στα πρόθυρα του θανάτου; Καλή τύχη με αυτό. Κι όντως, αυτό το κενό ενσυναίσθησης κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι μόνο για αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να αυτοματοποιήσουμε άλλες ιδιαίτερα ευαίσθητες θέσεις εργασίας, όπως οι δυνάμεις καταστολής και η εκπαίδευση.

Αφήστε που δεν είναι καν ξεκάθαρο εάν θα μπορούσαμε να εξελίξουμε τόσο πολύ τα ρομπότ και την τεχνητή νοημοσύνη, ώστε να αναλάβουν τέτοιες δουλειές. Στην Ιταλία, εξαντλημένοι υπάλληλοι νοσοκομείων κλήθηκαν να λάβουν σκληρές αποφάσεις, δίνοντας προτεραιότητα σε εκείνες τις περιπτώσεις ασθενών που έχουν περισσότερες πιθανότητες να σωθούν. Αλλά θα αναθέτατε ποτέ σε μια μηχανή να αποφασίσει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει;

«Μισώ που το λέω, γιατί είναι τόσο υπερβολικό, αλλά μοιάζει με το πρόβήμα με το βαγόνι του τραίνου, πολλαπλασιασμένο δισεκατομμύρια φορές», λέει η Κάρπεντερ. Το πρόβλημα με το τραίνο είναι ένα κλασικό πείραμα σκέψης: Αν οδηγείτε ένα βαγόνι τραίνου και βλέπετε πέντε άτομα στις ράγες μπροστά σας, αλλά μόνο ένα άτομο στις διπλανές, τραβάτε το μοχλό για να αλλάξετε πορεία, λαμβάνοντας ενεργά την απόφαση να σκοτώσετε μόνο ένα άτομο ή δεν κάνετε τίποτα κι αφήνετε παθητικά τους άλλους πέντε να πεθάνουν; Τέτιες αποφάσεις δεν είναι αποφάσεις που θέλουμε να λαμβάνουν οι μηχανές, όταν πρόκειται για νοσοκομειακή περίθαλψη. «Τα ρομπότ είναι υπέροχα για την ενίσχυση των ανθρώπινων δεξιοτήτων. Αλλά όπως δείχνει τώρα η κατάσταση, χρειαζόμαστε πολύ τους ανθρώπους να κατανοήσουν τις δυσκολότερες καταστάσεις και να πάρουν αποφάσεις».

Τα ρομπότ δεν μπορούν να συναγωνιστούν τις δεξιότητές μας στη χειραγώγηση και κανείς δεν πηγαίνει σε ένα μπαρ για να κάνει ψιλή κουβέντα με ένα μηχάνημα.

Ωστόσο, τα ρομπότ μπορούν να βοηθήσουν πολύ τους ανθρώπους σε ένα νοσοκομείο, αλλά αυτό είναι κάτι ιδιαίτερα δύσκολο να σχεδιαστεί. Πάρτε για παράδειγμα, ένα αυτόνομο ρομπότ που ονομάζεται Tug, το οποίο περνά μέσα από τους διαδρόμους, παρέχοντας φάρμακα σε νοσοκόμες και τρόφιμα σε ασθενείς. Οι δημιουργοί του προσπάθησαν να το καταστήσουν χρήσιμo, ακόμα κι ευγενικό. Κάνει ένα διακριτικό ήχο, ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν ότι είναι κοντά, κι όταν περιμένει το ασανσέρ, σας λέει: «Περιμένω να ανοίξουν οι πόρτες». Μερικά νοσοκομεία το ντύνουν με κοστούμια για να διασκεδάσουν τα παιδιά. Είναι ένα εργαλείο, όχι ένας υπάλληλος από μόνος του. Βοηθώντας στην παράδοση προμηθειών, δίνει την δυνατότητα τους νοσηλευτές να κάνουν ό, τι κάνουν καλύτερα ως άνθρωποι: να αλληλεπιδρούν με τους ασθενείς.

Η υπερεκτίμηση των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης, υποτιμούν τους ίδιους τους ανθρώπους που μπορούν να μας σώσουν από αυτήν την πανδημία: Γιατροί, νοσοκόμες κι άλλοι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας, πιθανότατα δεν θα αντικατασταθούν ποτέ από μηχανές. Είναι πολύ όμορφα ανθρώπινοι, γι’ αυτό.

Το άρθρο είναι ελεύθερη απόδοση από το Wired.
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι

Γεννήθηκε στην Αλβανία, λίγο πριν την πτώση του κομμουνισμού. Ζει στην Αθήνα από το 1997, παράτησε με μεγάλη επιτυχία το τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών της Παντείου και από το 2017 ασχολείται με την δημοσιογραφία.

Share
Published by
Ντενίσα-Λυδία Μπαϊρακτάρι