Αν η είδηση είχε κάνει την εμφάνισή της μερικές ώρες αργότερα, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως επρόκειτο για μια αρκετά πειστική πρωταπριλιάτικη φάρσα. Δυστυχώς όμως, η έρευνα που πραγματοποίησε το Κέντρο Διεπιστημονικής Νομοθεσίας και ICT (ICRI) σε συνεργασία με το τμήμα Ασφάλειας στην Πληροφορική και Κρυπτογράφησης του Πανεπιστημίου του Λέουβεν στο Βέλγιο, δεν αστειεύεται. Σύμφωνα με τα ευρήματά της, οι χρήστες που επισκέπτονται το Facebook βρίσκονται αυτόματα εκτεθειμένοι στους μηχανισμούς παρακολούθησης της πλατφόρμας, ακόμα κι αν δεν έχουν καν λογαριασμό σε αυτή.

Τα πάντα φυσικά γίνονται στον βωμό της στοχευμένης διαφήμισης και χωρίς ο χρήστης να έχει ενημερωθεί ή να γνωρίζει εν τέλει το παραμικρό. Δεν παίζει ρόλο αν είναι συνδεδεμένος στο Facebook ή όχι ή ακόμα κι αν διαθέτει έστω λογαριασμό στην υπηρεσία. Μια επίσκεψή του σε κάποια εκ των εκατομμυρίων σελίδων της πλατφόρμας αρκεί ώστε να αποκομίσει τα cookies που απαιτούνται για την παρακολούθησή του. Πώς γίνεται αυτή; Μέσω των widgets και των add-ons που συναντάμε σε κείμενα και σελίδες σχεδόν από κάθε site και μας παρακινούν να κάνουμε “like” ή “share” –ή κάτι παρεμφερές τέλος πάντων. Μέσω αυτών των «κερκοπορτών», το Facebook γνωρίζει ποιες σελίδες έχει επισκεφθεί κάποιος, τι έχει ψάξει και τι του έχει τραβήξει την προσοχή, έτσι ώστε να του «σερβίρει» όταν έρθει η ώρα όσο το δυνατόν σχετικότερες διαφημίσεις.

Η Κομισιόν μάλιστα προειδοποιεί κάθε ενδιαφερόμενο να κλείσει τον λογαριασμό του στην υπηρεσία και να σταματήσει να επισκέπτεται σελίδες της, αν θέλει τουλάχιστον να κρατήσει όσο το δυνατόν περισσότερο μυστικά τα διαδικτυακά του ίχνη, ενώ άφησε ανοιχτό και το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στο Facebook.

Από τη μία είναι λογικό κάτι τέτοιο να έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων: δεν είναι και λίγο να μαθαίνει κανείς ότι παρακολουθείται σε κάθε του διαδικτυακό βήμα. Από την άλλη όμως, ας σκεφτούμε το πράγμα λίγο ψύχραιμα: το Facebook, η Google και κάθε άλλη υπηρεσία που ασχολείται με τη διαφήμιση ενδιαφέρεται για τις προτιμήσεις μας αλλά όχι και για την ταυτότητά μας. Θέλει να μάθει τα πάντα για εμάς χωρίς όμως να την νοιάζουν τα στοιχεία εκείνα με τα οποία θα μπορούσε να μας ταυτοποιήσει: ονοματεπώνυμο, τηλέφωνο, διεύθυνση, φωτογραφία, ΑΦΜ. Πρακτικά αυτό που θέλει είναι να μας προσφέρει διαφημίσεις πιο κοντά στα «θέλω» μας: υπό μία έννοια, η εμπειρία πλοήγησής μας στο διαδίκτυο αναβαθμίζεται αφού μπαίνει ένα τέλος στις υποκειμενικά ενοχλητικές διαφημίσεις.

Από την άλλη βέβαια δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως όλο αυτό το σκηνικό έχει στηθεί χωρίς εμείς οι ίδιοι να γνωρίζουμε τίποτα. Οι φήμες που μπλέκουν παρακολούθηση, cookies και Facebook δεν είναι και λίγες, όμως όσο περνά ο καιρός και το τελευταίο δεν βγαίνει ανοιχτά να μιλήσει για το θέμα, τότε όλο και περιπλέκεται το πράγμα. Όχι φυσικά πως υπάρχει ποτέ περίπτωση να διαβάσουμε μια ξεκάθαρη και τίμια επίσημη θέση για το ζήτημα, αλλά όσο να ‘ναι, με την ελπίδα ζούμε…

Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Πως θα πρέπει να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε το Facebook; Well, κανείς δεν μας το επιβάλλει με το ζόρι: στο χέρι μας είναι εφ’ όσον κρίνουμε ότι αντέχουμε και μακριά απ’ αυτό, να μην ξαναμπούμε. Μολαταύτα, αξίζει τον κόπο να κλείσουμε για λίγο τα αφτιά μας σε όλο αυτό το σούσουρο που έχει προκληθεί και να αναλογιστούμε αν έχουμε πραγματικά κάτι να χάσουμε συνεχίζοντας να χρησιμοποιούμε το δίκτυο. Πολύ περισσότερο αν υπάρχει περίπτωση να επιτύχουμε κάτι, ρίχνοντας πίσω μας μαύρη πέτρα. Ας μην εξετάσουμε την ηθική του όλου πράγματος γιατί άκρη δεν θα βγει: εξ άλλου τα έχουμε ξαναπεί όσον αφορά στα διάφορα social media, όσο δεν πληρώνουμε για τη χρήση τους, το προϊόν τους είμαστε εμείς.

Κι αν μπορείτε να συμβιβαστείτε με τον ρόλο αυτό, δεν τρέχει απολύτως τίποτα.