Όσοι έχουν έστω και μια μικρή σχέση με τα δίκυκλα έχουν παρατηρήσει τις αλλαγές που έχουν συμβεί στον χώρο τα τελευταία χρόνια. Από τη μια η οικονομική κρίση και από την άλλη η δυσκολία των μεγάλων εταιριών να δώσουν ταυτότητα στα νέα τους μοντέλα έχει προσφέρει μια δεύτερη νιότη σε μηχανές περασμένων δεκαετιών με μια ταυτόχρονη αύξηση του customizing.

Ξεχασμένες υποκουλτούρες επανήλθαν δριμύτερες, ενώθηκαν με άλλες, δημιούργησαν υβρίδια και απαλλαγμένες από τα μίση και τις αντιπαλότητες του παρελθόντος στήνουν τη νέα μοτοσυκλετιτιστική σκηνή.

Ήταν θέμα χρόνου αυτή η τάση να επηρεάσει και το κομμάτι των αγώνων. Λένε πως οι αγώνες μοτοσυκλέτας ξεκίνησαν με την κατασκευή της δεύτερης μοτοσυκλέτας και αυτές οι ρίζες είναι ακριβώς το Rotten Race. Δεν είναι ακριβώς αγώνας γιατί κανείς δεν ασχολείται με το ποιος θα βγει πρώτος, εδώ μετράει η συμμετοχή και γι’αυτό μπορούν να τρέξουν όλοι. Όταν λέμε όλοι εννοούμε όλοι, ακόμα και ως αντίπαλοι μεταξύ τους.

Από «γκαρελάκια» με πετάλια μέχρι Χάρλεϋ πολλών κυβικών ιντσών κι από δίχρονα εντούρο που ζάλισαν το κοινό με το «άρωμα» τους μέχρι τετρακύλινδρα σπορ στήθηκαν στη γραμμή εκκίνησης. Μόνη απαραίτητη προϋπόθεση σε αυτόν τον αντι-αγώνα η rotten εμφάνιση πάνω από τον προστατευτικό εξοπλισμό για να δοθεί η έμφαση ότι το θέαμα έχει μεγαλύτερη αξία από το αποτέλεσμα του αγώνα.

Είδαμε τον Evel Kneivel στο λιγότερο επικίνδυνο ακροβατικό της καριέρας του, τους Mario και Luigi να λύνουν μια και καλή τις οικογενειακές τους διαφορές, έναν μασίστα παλιού τσίρκου να λυγίζει τιμονόπλακες κι έναν ορθόδοξο πασοκτζή να μας υπενθυμίζει ότι τη χρυσή δεκαετία της μοτοσυκλέτας, που ήταν τα 80s, καθόλου τυχαία είχαμε ΠΑΣΟΚ.

Η χάραξη της πίστας βασίστηκε σε μια από τις αρχαιότερες μορφές αυτής, δυο στροφές 180ο  που ενώνουν δυο μικρές ευθείες σε ένα οβάλ. Μια flat track διαδρομή που όσοι δεν έχουν έχουν ιδέα από αυτό το αμερικάνικο, κυρίως, είδος αγώνων μπορούν να σκεφτούν τον Μπεν Χουρ.

Το ποιοι κέρδισαν τελικά στις επιμέρους κατηγορίες μικρή σημασία αφού το χειροκρότημα δεν πήγαινε πάντα στον νικητή κάθε κούρσας αλλά και σε αυτόν με το πιο ωραίο κουστούμι ή στο αουτσάιντερ που του «έριχναν» γύρο.

Πίσω από το Rotten Race για ακόμα μια φορά οι The Real Intellectuals σε μια διοργάνωση που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από αντίστοιχες του εξωτερικού όπως το Dirt Quake. Από εκεί που το Rotten Race αφορούσε 30-40 συμμετέχοντες και τους φίλους τους, φέτος εξελίχθηκε σε ένα κανονικό φεστιβάλ με 120 συμμετοχές, σε διευρυμένο χώρο, κάνοντας κατάληψη του Polo Club. Με live από τους Holy Monitor και a Victim of Society, άφθονη μπύρα, burgers και βινύλια από το Syd records να ενισχύουν τη φεστιβαλική φύση του αγώνα και να δημιουργούν ακόμα μεγαλύτερες προσδοκίες για το μέλλον του αγώνα.