Ο Θανάσης Νεοφώτιστος με την Προσευχή του κέρδισε το πρώτο βραβείο.

Ο Θανάσης Νεοφώτιστος με την Προσευχή του κέρδισε το μεγάλο βραβείο του φεστιβάλ.

Η πιο μεστή και ολοκληρωμένη ταινία του ελληνικού διαγωνιστικού, η Προσευχή του Θανάση Νεοφώτιστου, ήταν αυτή που πήρε και το μεγάλο βραβείο του φετινού φεστιβάλ Δράμας στην προχθεσινή τελετή λήξης του, με την κριτική επιτροπή του προεδρεύοντος Γιώργου Τσεμπερόπουλου να προσπαθεί κατά τα λοιπά να τιμήσει με 17 βραβεία και 4 μνείες, όσες περισσότερες απ’ τις 38 συμμετοχές μπορούσε. Και σε ένα φεστιβάλ που πιτσιρικάδες φτύνουν αίμα για να δώσουν υπόσταση σε όνειρα, θυσιάζοντας χαρτζιλίκια που υπό κανονικές ψυχοσυνθέσεις θα τρώγανε σε καφέδες και γκόμενες, είναι λογικό ένας βετεράνος σκηνοθέτης που ξέρει τι θα πει να έχεις γεμάτο μυαλό και άδεια τσέπη, να θέλει να δώσει κουράγιο υπό μορφή επαίνου σε όσους περισσότερους μπορεί. 

Εκτός από τον Χρυσό Διόνυσο, η Προσευχή βραβεύθηκε και για το σχεδιασμό ήχου της, την παράσταση όμως έκλεψε ο Κωνσταντίνος Σαμαράς, όχι μονάχα για την βράβευση της ταινίας Τρεις Αυγουλιέρες Παραλίγο Τέσσερις με τον Αργυρό Διόνυσο και το βραβείο Κοστουμιών, αλλά και για την ευθεία αντιπαράθεσή του με τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου Γιάννη Γλέζο. Και τον ευθύβολο τραμπουκισμό του δεύτερου προς τον βραβευμένο σκηνοθέτη, προς γνώση και συμμόρφωση κι όλων των υπολοίπων παριστάμενων πιτσιρικάδων. Τριανταρισμένος σκηνοθέτης με βαριά θητεία και στην δημοσιογραφική πλευρά του κινηματογραφικού κυκλώματος όμως, ο Σαμαράς που στον ευχαριστήριο λόγο του αναφέρθηκε στην εχθρική προς τους κινηματογραφιστές κυβερνητική πολιτική, δεν ψάρωσε ιδιαίτερα με το κεκαλυμμένο «δεν δικαιούστε δια να ομιλείτε» του εκπροσώπου του ΕΚΚ, ο οποίος πρακτικά κάλεσε τον σκηνοθέτη να μαζέψει την αντιπολιτευτική του ρητορική, διότι όπως ενημέρωσε την αίθουσα, «ο κύριος Σαμαράς έχει χρηματοδοτηθεί».

Τρεις Αυγουλιέρες Παραλίγο Τέσσερις, του Κωνσταντίνου Σαμαρά.

Τρεις Αυγουλιέρες Παραλίγο Τέσσερις, του Κωνσταντίνου Σαμαρά.

Σε μια χώρα 10 εκατομμυρίων ανθρώπων, οι οποίοι, στατιστικά, ακόμη και στην ευμάρεια των οικονομικών τους, επέλεγαν λιγότερη από μια ταινία το χρόνο να ενισχύσουν εισπρακτικά ακουμπώντας τον οβολό τους στα ταμεία (κι η όποια επιλογή τους σπανιότατα μιλούσε ελληνικά), το ζήτημα της κρατικής επιχορήγησης του ντόπιου σινεμά δεν είναι θέμα φιλολογικό, αλλά βαθιά υπαρξιακό. Και μάλιστα στην πιο αγνή μορφή που μπορεί να πάρει ένα υπαρξιακό θέμα: χωρίς κρατικά λεφτά, δεν δύναται να υπάρχει ελληνικό σινεμά, τέλος. Αυτό βέβαια δεν μεταφράζεται στο ότι το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ο επίσημος μηχανισμός κρατικής χρηματοδότησης του σινεμά, πρέπει άκριτα σε κάθε ελληνική παραγωγή να δίνει λεφτά για να στηθεί. Αλλά είναι σαφές ότι η κινηματογραφική οικονομία, ελλείψει ενίσχυσης στο box office, δεν μπορεί διαφορετικά να συγκεντρώσει την κρίσιμη ρευστότητα που χρειάζεται η αγορά της για να κινηθεί. 

Υπεραπλουστευμένα, πρέπει να υπάρξει τουλάχιστον τόσο χρήμα στην αγορά, όσο χρειάζεται για να στάξει απ’ τον παραγωγό στο σκηνοθέτη, και να του αφήσει αρκετό χαρτζιλίκι στην τσέπη για να κάνει και μια δεύτερη ταινία χωρίς να λογαριάσει τη δική του αμοιβή, αλλά να δώσει στον τεχνικό και τον ηθοποιό του κάτι τι, για να έχουν κι αυτοί να παίξουν και σε μια τρίτη ταινία αμισθί, και ούτω καθεξής. Η εξασφάλιση της κατάστασης αυτής, είναι η ακρογωνιαία υποχρέωση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Διαφορετικά, θα πρέπει να εφεύρουν για τον οργανισμό κάποιον καινούριο λόγο να υπάρχει. Ή να βρουν καινούριες πολυθρόνες σε ΔΣ άλλων οργανισμών, για να μπορέσει κι ο εκάστοτε κος Γλέζος να βολευτεί.

Ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Γιάννης Γλέζος.

Ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Γιάννης Γλέζος.

Η χαώδης απόσταση που χωρίζει την εγχώρια κινηματογραφική κατάσταση από τις τριγύρω ευρωπαϊκές χώρες ήταν φέτος στη Δράμα παραπάνω από εμφανής και δεν χρειαζόταν να συγκρίνεις τις ελληνικές με τις ξένες ταινίες για να το δεις. Όπως τόνισε με την παρέμβασή της κι η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου, αρκεί να βάλεις μια μέση ντόπια παραγωγή, δίπλα σε μια οποιαδήποτε απ’ τις συμμετοχές των λίγων Ελλήνων δημιουργών που κατάφεραν να φύγουν απ’ την Ελλάδα και να δουλέψουν σε χώρες με οργανωμένες κινηματογραφικές δομές. Το συμπέρασμα είναι απλό και ασφαλές: ο ίδιος άνθρωπος σε άλλη χώρα, με το ίδιο σενάριο κάνει άλλη ταινία. Δυστυχώς για εμάς, οι άλλες χώρες έχουν σαφή αντίληψη για τα οφέλη που μπορεί να φέρει πίσω στην οικονομία τους το καλά καταρτισμένο εργατικό δυναμικό μιας πολιτιστικής φάμπρικας με σημαντικότατη διείσδυση στα διεθνή κοινά.

Η υφυπουργός πολιτισμού Άντζελα Γκερέκου.

Η υφυπουργός πολιτισμού Άντζελα Γκερέκου.

Δεν απαιτεί βεβαίως κανείς από την Ελλάδα να μετατραπεί σε κρατικοδίαιτο Hollywood εν μία νυκτί. Αλλά όταν από βήματος βραβεύσεων, εκπρόσωποι κριτικών και κινηματογραφιστών μαζί, κοιτούν κατάματα την υφυπουργό Άντζελα Γκερέκου και την ενημερώνουν ότι η Ελλάδα έχει μείνει πίσω, κι ύστερα η ίδια συμφωνεί, το να ανέβει ένας Γλέζος στη σκηνή, έτοιμος να πετάξει απ’ το βήμα τον προηγούμενο ομιλητή για να γεμίσει την αίθουσα με αριθμούς και υποσχέσεις, και να απαιτήσει από έναν σκηνοθέτη να αγνοήσει την κατάσταση μέσα στην οποία προσπαθεί να εκφραστεί, επειδή έχει πληρωθεί, εκτός από τα μυριάδες ερωτήματα ηθικής και δεοντολογικής πρακτικής που εγείρει για έναν εκπρόσωπο της εφαρμογής της πολιτιστικής εν Ελλάδι πολιτικής, είναι κι ενδεικτικό του στρεβλού πρίσματος μέσα απ’ το οποίο η Πολιτεία επιλέγει να δει. 

Όλοι μαζί, για την αναμνηστική...

Όλοι μαζί, για την αναμνηστική…

Απ’ την άλλη βέβαια, όπως έλεγε κι ο Άγγελος Σπάρταλης, μάλλον ο πιο μάχιμος απ’ τους βετεράνους του ανεξάρτητου εν Ελλάδι σινεμά, «το κράτος θα στηρίξει τις ταινίες που συνάδουν με την ιδεολογία του συστήματος». Δεν θα στηρίξει μια ταινία που εντοπίζει τις απαρχές του κύκλου της κοινωνικής τρομοκρατίας στις αυλές των δημόσιων σχολείων, ούτε την ιστορία μιας μάνας που αναγκάζεται απ’ την οικονομική ανέχεια να παρατήσει την κόρη της σε ένα ίδρυμα, ούτε πολύ περισσότερο μια ιστορία για το ανθρωπιστικό κενό που άφησε το κλείσιμο μιας ΕΡΤ. Θα προτιμήσει, αντ’ αυτού, μια αλλόκοτη ιστορία έρωτα, σαν αυτή του Κωνσταντίνου Σαμαρά. Απλώς, ο Κωνσταντίνος Σαμαράς δεν αποδείχθηκε τόσο Γιάννης Σμαραγδής όσο θα τον ήθελε ένας Γιάννης Γλέζος, αντιπρόεδρος στο κινηματογραφικό όργανο της (συγ)κυβέρνησης του συνηθισμένου σε μαντινάδες πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά.

Ίσως, λοιπόν, να πρέπει να επιλέξουν αυστηρότερα την άλλη φορά, όχι μονάχα τις ταινίες, αλλά και τους σκηνοθέτες που συνάδουν με την συστημική αισθητική.

*Η πλήρης λίστα των βραβεύσεων είναι διαθέσιμη στο site του φεστιβάλ.