Categories: ΠΟΛΗ

Είναι αυτό το πιο ωραίο μαγαζί στην Ελλάδα;

Χτες το βράδυ στο ταβερνείο Νικόδημος της αγαπημένης Λάρισας (από τις πιο ζωντανές πόλεις της ελληνικής επαρχίας με ωραία εναλλακτικά μαγαζιά που αν τα ‘χαμε στην Αθήνα θα βουτάγαμε μέσα τους κάθε βράδυ, ισόποση δόση καλτίλας για να δένει η μαγιά και κουλ κόσμο- μια μικρή Θεσσαλονίκη χωρίς τη θάλασσα). 

Εκατοντάδες μπουκάλια, παλιές φωτογραφίες διάφορων αξιωματούχων μετά των συζύγων τους, μια εκπληκτική ζυγαριά δαπέδου (που κάθε φορά μ’ αρέσει να βάζω πάνω στην πλατφόρμα της το πόδι μου και να βλέπω το ζύγι να ταλαντεύεται), ένα πατάρι με πλεχτά καλάθια, ένας μαρμάρινος νεροχύτης που χρησιμεύει για τραπέζι για όσους θέλουν να έχουν 360 θέα στο χώρο και ένα αριστουργηματικό γιγάντιο έπιπλο που χωρίζει τη σάλα από τη κουζίνα και έχει θήκες όπου παλιά έβαζαν μέσα τα όσπρια (ένα από τα πολλά απομεινάρια της περιόδου που ο χώρος λειτουργούσε ως οινοπαντοπωλείο, πριν το μετατρέψουν σε ταβέρνα πέντε φίλοι που το νοίκιασαν μετά το λύκειο για να μαζεύονται κάθε μέρα με τα τάπερ τους και να κάνουν πάρτι!).

Ωραία όλα αυτά θα μου πεις. Τα έχουμε ξαναδεί δει το έργο σε δεκάδες νεοταβέρνες (από τότε που έπιασε το νήμα το Mamacas στο «άγουρο» τότε Γκάζι και οι κονσέρβες Κύκνος έγιναν pop art item κάτι σαν τις δικές μας Campbell’s) που έχουν ανοίξει σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και σερβίρουν πιάτα με ελληνικά προϊόντα (άλλη “γαστρονομική απάτη” από κει, γιατί τα «τοπικά ράσα» δεν κάνουν τον παπά). 

Καμία σχέση! Ο Νικόδημος είναι σαν «ταινία μέσα στην ταινία»- σαν ένα inception βγαλμένο από κάποιο παραθαλάσσιο χωριό της Σικελίας ή σαν ένα μυστικό χάνι (που παλιά ίσως ήταν σταθμός τρένου) σε μια συνοριακή γραμμή στη Γαλλία του 19ου αιώνα. Κάθε φορά που ανοίγω την πόρτα του νομίζω ότι μπαίνω σε ένα μαγικό κουτί άχρονο και άπατρι (ο Νικόδημος δεν είναι ακριβώς Λάρισα, Θεσσαλία, Ελλάδα, κόσμος, γαλαξίας).

Κάθομαι πάντα στο τραπέζι απέναντι από την κουζίνα και δίπλα σε μια ξεφτισμένη φωτογραφία της Βουγιουκλάκη (νομίζω από κάποιο πέρασμα της από εδώ) που βρίσκεται ανάμεσα σε αποξηραμένες κολοκύθες. Μια μικρή κουρτίνα κρέμεται στην πόρτα της κουζίνας. Από τη θέση μου βλέπω κάθε φορά σχεδόν ηδονοβλεπτικά την (σεφ και ιδιοκτήτρια) Γεωργία μαζί με μια άλλη κυρία να μαγειρεύουν και να ετοιμάζουν τα πιάτα για τις παραγγελίες σχεδόν σιωπηρά και αθόρυβα ακόμα και όταν το μαγαζί είναι φίσκα (ή τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται εμένα κάπως όπως στις ταινίες δράσης σταματάει η μουσική και η εικόνα μπαίνει σε αργή κίνηση). Το φαγητό είναι φανταστικό- ένα στάνταρ μικρό μενού και 3-4 πιάτα ημέρας που η Γεωργία ξέρει να τα πουλάει και να τα ξεπουλάει: οσομπούκο με μανιτάρια, τάρτες με χειροποίητο φύλλο, ζουμερή σπαλομπριζόλα, σαλάτα με νιβατό και μαρμελάδα βανίλιας – ενώ μια φορά έφαγα και  κορυφαία ψαρόσουπα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Και κάπου, κάποτε, μερικές φορές ή και συχνά (πάντως μάλλον σίγουρα Δευτέρα που δεν θα βρεθεί κάποιος σε ένα διπλανό τραπέζι να του ζητήσει το «Στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε» ή δεν έχουν reunion συμμαθήτριες που «έχουν πάρει απολυτήριο από τον καιρό του Μεσοπολέμου» όπως λέει και ο Ζήσης ο πολιτικός μηχανικός που έχει μεγαλώσει με το «Νέο Κύμα») θα εμφανιστεί μέσα στο σκοτάδι ο μουσικός Σπύρος Καβαλλιεράτος με το μαλλί αφάνα -σαν ρομαντικός τροβαδούρος άλλης εποχής (τον φαντάζομαι να παίζει τα βράδια μόνους του με τη κιθάρα του σε μια σκοτεινή πλατεία της Πάντοβα ή να κάνει καντάδες στο Ληξούρι circa 1920), θα κάτσει στο τραπέζι σου (όπως εχθές) θα πιάσει την κιθάρα του και θα σου παίξει μερικά αναπάντεχα τραγουδάκια όπως το «Je Reviens Toujour» των Χάνομαι γιατί Ρεμβάζω, την «Παναγία των Πατησίων» των Χατζιδάκι-Γκάτσου (με τον τρομερό στίχο «Μα εμένα μού `δωσε η ζωή λαχταριστές καμπύλες / που για τους άντρες άνοιγαν των ουρανών τις πύλες / και μού `λεγαν στενάζοντας καθώς με παίρναν πρέφα / «Εσύ κερδίζεις μάνα μου και κύπελλο Ουέφα») και ένα σερί με παραδοσιακά Επτανησιακά (λόγω καταγωγής) όπως τα «Μαύρα Μάτια» και το «Λάμπει μες στο γιαλό».

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα με το Νικόδημο. Όσες φορές και αν έχω προσπαθήσει να τον φωτογραφίσω το αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό -ούτε το 1% της ατμόσφαιρας δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε μια insta φευγαλέα φωτογραφία ενός κινητού- σαν ο χώρος να αντιστέκεται στις υψηλές ταχύτητες και στα μεγάλα διαφράγματα. 

Ή ίσως να φοβάται ότι θα του κλέψεις την ψυχή, όπως πιστεύουν και οι Ινδιάνοι.

Info: Νικόδημος, Φαρμακίδου & Καραϊσκάκη 1, Λάρισα, τηλ. 2410 535042
Φώτης Βαλλάτος

Share
Published by
Φώτης Βαλλάτος