Christine Tobin 2 by Ian Anderson www.ForbesAnderson.Photography

Christine Tobin – A Thousand Kisses Deep

H σύγχρονη φωνητική τζαζ στα καλύτερά της.

Φυσικά και δεν υπάρχει παρθενογέννηση, αλλά η Christine Tobin δεν μοιάζει, δεν μιμείται και δεν παραπέμπει φανερά σε καμία από τις μεγάλες φωνές του παρελθόντος. Έχει δικό της ηχόχρωμα, προσωπικό ύφος και ερμηνευτικό στυλ. Eπιπλέον, γράφει θαυμάσια μουσική και ποιητικούς στίχους αποδεικνύοντας ότι είναι μια ολοκληρωμένη μουσική προσωπικότητα. Θεωρώ μάλιστα ότι είναι και ιδιαίτερα τολμηρή. Πρώτον γιατί ποντάρει στον εαυτό της στηριζόμενη στο δικό της υλικό  χωρίς να επαφίεται στην πεπατημένη με τα άπειρα στάνταρντς που επιλέγουν άλλες ντίβες της εποχής μας προδίδοντας την ανασφάλειά τους. Δεύτερον , γιατί και όταν προσφεύγει σε υλικό άλλων, διασκευάζοντας και ξανατραγουδώντας κορυφαία τραγούδια δεν φοβάται τη σύγκριση και καταφέρνει να ανανεώνει ένα υλικό που από το χέρι του δημιουργού του φαντάζει (και είναι ενδεχομένως) αισθητικά πλήρες. Του δίνει μάλιστα μια  διαφορετική διάσταση που δικαιολογεί απολύτως την ενασχόλησή της μαζί του.

Όπως ακριβώς έγινε δηλαδή με τα έντεκα αριστουργήματα του ανεπανάληπτου και μοναδικού Leonard Cohen που η Tobin επέλεξε για το δικό της  απολαυστικό και άκρως εντυπωσιακό τζαζ αισθητικής και ύφους, A Thousand Kisses Deep. Η Τοbin δεν αισθάνεται κόμπλεξ κατωτερότητας αλλά ούτε και θέλει να ξεπεράσει τον Cohen. Εντρυφεί στο μαγικό υλικό του με απόλυτο σεβασμό αλλά το μετασχηματίζει με φαντασία σε μια τζαζ  «σουίτα» που κερδίζει εντυπώσεις και ουσία με το πρώτο άκουσμα. Η  Tobin φτιάχνει ένα χειροποίητο δίσκο-διαμάντι και αναγκάζει κοινό και κριτικούς να την χειροκροτήσουν, αυτήν και τους συνεργάτες της μουσικούς: τους Phil Robson στην κιθάρα, Dave Whitford κοντραμπάσο, Adriano Adewale στα κρουστά, Huw Warren ακορντεόν, Gwilym Simcock πιάνο στο «Anthem» και τον Nick Smart στην τρομπέτα στο θρυλικό πια «Dance me to the End of Love». Οι περισσότερες διασκευές και ενορχηστρώσεις είναι της ίδιας της Tobin και άλλες είναι σε συνεργασία  με τον Phil Robson. Ώριμη και βέβαιη γι΄αυτό που κάνει, δίνει και τον ανάλογο δημιουργικό χώρο στους εξαιρετικά ταλαντούχους μουσικούς της, κάνοντάς τους στην πραγματικότητα συνδημιουργούς του A Thousand kisses Deep.

Η Τobin μακριά από εύκολες επιδείξεις και άγονους εγωισμούς , ξέρει ότι όσο περισσότερο παίζουν, συμμετέχουν και αυτοσχεδιάζουν οι υπόλοιποι μουσικοί του σχήματος, τόσο πιο ολοκληρωμένα και επιτυχημένα ακούγονται τα δικά της τραγούδια. Δεν φοβάται την ισότιμη και αρμονική συνεργασία μαζί τους και αυτό είναι που την κάνει άλλωστε να ξεχωρίζει από τις άλλες σταρ του είδους της, πέραν φυσικά των άλλων προσόντων της. Η φωνή της, μερικές φορές τουλάχιστον , ακούγεται σαν ένα ακόμη καθοριστικό αλλά και χρήσιμο για το σύνολο, μουσικό όργανο.

Το A Thousand Kisses Deep σαν φόρος τιμής στον Leonard Cohen από την Ιρλανδή τραγουδίστρια και μουσικό, δεν έκλεψε μόνν τις καρδιές των ακροατών της αλλά και τους ύμνους μιας κατά τα άλλα δύσκολης και «στριφνής» μερικές φορές, κριτικής. Οι Βρετανοί κριτικοί δικαίως το ανέδειξαν στη λίστα με τους κορυφαίους δίσκους του 2014. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η Δουβλινέζα απολαμβάνει την αποθέωση των τζαζόφιλων. Από το Best Vocalist Award των BBC Jazz Awards του 2008, το British Composer Award για την καλύτερη σύγχρονη jazz σύνθεση το΄12, μέχρι το Parliamentary Jazz Awards σαν η καλύτερη jazz τραγουδίστρια του 2014 και το Herald Award για τον εν λόγω δίσκο A Thousand Kisses Deep, στο περίφημο φεστιβάλ Fringe του Εδιμβούργου, την ίδια χρονιά. Με άλλα λόγια, Christine Tobin + Leonard Cohen = η σύγχρονη jazz στα καλύτερά της.

line-630
JDMcPherson_BlueWindow_Master

JD McPherson – Let the Good Times Roll

Επιστροφή στο… μέλλον, με χρονοκάψουλα από βινύλιο.

Κάτι τρέχει τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια στις ΗΠΑ. Είναι σαν οι Αμερικανοί να θέλουν να μπουν σε μια χρονοκάψουλα και να ταξιδέψουν πίσω στο χρόνο, στην «ηρωική εποχή» της έκρηξης του ροκ εν ρολ, όταν οι γονείς και οι παππούδες τους ήταν νέοι, ερωτεύσιμοι, γεμάτοι ενέργεια, πάθος για ζωή και όνειρα για ένα μαγικό όσο κι  απροσδιόριστο αύριο. Ίσως αυτά τα συναισθήματα, η αναπόληση και η προσδοκία για κάτι πιο «ζωντανό» απ’ αυτό που υπάρχει σήμερα να λείπει από τους σύγχρονους Αμερικανούς όπως, εδώ που τα λέμε, λείπει κι από τον υπόλοιπο κόσμο που έχει βουτήξει στην κοινοτοπία, την πεζότητα, το κυνήγι της επιβίωσης, σε μια ζωή χωρίς συναίσθημα, στεγνή και άχρωμη και σ’ έναν «ύπνο» με πολλούς εφιάλτες και κανένα όνειρο. Λογικό είναι να λένε λοιπόν για μια ακόμα φορά back to the future και να ψάχνουν τη δύναμη και τη δυναμική της ρίζας και την ενέργεια ενός χθες που φαντάζει πια ιδανικό. Πίσω στο ροκ εν ρολ. Πίσω στη ζωογόνα αλητεία του ροκαμπίλι. Πίσω στις γόνιμες πάντα ρίζες του ρυδμ εν μπλουζ. Αυτά μοιάζουν να είναι τα συνθήματα μιας γενιάς τριαντάρηδων-σαραντάρηδων τραγουδοποιών στην Αμερική σήμερα. Αυτά λέει και ο  γεννημένος τον Απρίλη του ’77, JD McPherson από την Tulsa της Oklahoma, όπως και ο Nick Waterhouse από τη δυτική ακτή, όπως και ο Nick Lowe από τη Βρετανία όπως και άλλοι πολλοί…

O McPherson έχει σαφείς επιρροές από τον Little Richard και τον Fats Domino αλλά και από τους Led Zeppelin και τους Pixies. Έπαιζε ηλεκτρική κιθάρα από τα 13 του και στο γυμνάσιο φλέρταρε με το punk. Γύρισε όμως γρήγορα πίσω στις ρίζες του ροκ εν ρολ και άρχισε να γράφει στο στυλ των ηρώων του από τα 50s. Η πλάκα είναι ότι ο McPherson σπούδασε visual art στο πανεπιστήμιο της Tulsa και αργότερα εργάστηκε σαν καθηγητής. Τι ήταν αυτό που έκανε έναν πανκ τηνέητζερ και δάσκαλο τέχνης και τεχνολογίας στη συνέχεια, να ασχοληθεί μετά τα 30 του μάλιστα, σοβαρά και επαγγελματικά με τη μουσική και το τραγούδι; Σίγουρα όμως «φταίει» και αυτή η απίθανη και αναζωογονητική ενέργεια του ροκαμπίλι και η γοητεία της δεκαετίας του ΄50, όταν ξύπναγε η λίμπιντο της Αμερικής και έφερνε τα πάνω κάτω, βγάζοντας τη γλώσσα σε ένα συντηρητικό κατεστημένο που απεχθανόταν και φοβόταν την απόλαυση της νεότητας.

http://youtu.be/6RVz67Nin-Y

Το 2010, στα 34 χρόνια του πια, ο McPherson ηχογραφεί στην Hi-style Records του Jimmy Sutton το πρώτο άλμπουμ του με τον τίτλο Signs and Signifiers, το οποίο επανακυκλοφόρησε το 2012 από την Rounder Records παίρνοντας καλές κριτικές από το Rolling Stone και κερδίζοντας αξιοζήλευτες θέσεις στα charts. Το Φλεβάρη του 2015 σκάει και η δεύτερη ροκ εν ρολ βόμβα του πρώην δάσκαλου από την Οκλαχόμα με τον χαρακτηριστικό τίτλο Let The Good Times Roll και 11 ηχητικούς δυναμίτες που ξεσηκώνουν νεκρούς και ζωντανούς. Καλή σας ακρόαση…