P1130059

Ο Βαγγέλης Προβιάς νιώθει ότι περνάει από λογοτεχνικό δικαστήριο επειδή δεν του άρεσε ο «Δον Κιχώτης» του Cervantes.

«Κύριοι ένορκοι, κυρία δικαστή, κυρία πρόεδρε. Στέκομαι σήμερα στο εδώλιο του κατηγορουμένου συντετριμμένος. Δεν ζητώ να με αθωώσετε, δεν αιτούμαι επιείκεια. Δικάστε με, καταδικάστε με, τιμωρήσετε με… μα ακούστε με.

Ντρέπομαι, Θεέ, πως ντρέπομαι. Είναι δυνατόν, λέω  ο ίδιος για μένα, να μην αντέχω ούτε 50 σελίδες από το μυθιστόρημα με τον τίτλο του «πρώτου σύγχρονου μυθιστορήματος»; Που αποτελεί τη ρίζα από την οποία υψώθηκε το μεγαλειώδες δέντρο της γραπτής αφήγησης με τους τόσο διαφορετικούς, σε γεύση και μορφή, υπέροχους καρπούς;

Και όμως, τίποτε δεν με συγκινεί τον τιποτένιο. Ούτε το γεγονός ότι γράφτηκε περίπου το 1600. Αναρωτιέμαι…. πως άραγε γράφτηκε; Με τι γραφική ύλη; Με πένα; Κάρβουνο; Αίμα; Σάλτσα τομάτας; Μελάνι σουπιάς; Πάνω σε τι; Πάπυρο; Δέρμα ζώου; Φλούδα ξύλου; Τοίχο; Και με τι φωτισμό; Τον ήλιο; Λυχνάρι; Σπαρματσέτο;

Aξιότιμο δικαστήριο, δεν αξίζω επιείκια. Είναι αδύνατο να εκτιμήσω τον Δον Κιχώτη, παρά τις δυσκολίες της εποχής που γράφτηκε, παρά την επίδρασή του. Στην πραγματικότητα, ομολογώ, μου είναι δυσάρεστο να το διαβάζω. Αυτή η αλληλουχία από αναποδιές που συμβαίνουν σε έναν υπεργλυκύτατο ονειροπόλο μου φαίνεται, στην καλλίτερη περίπτωση, πως στερείται ελάχιστου ίχνους χιούμορ. «Τι έφταιξε ο κακομοίρης ο Δον και τον περιγελάτε», θέλω να φωνάξω. «Τέτοιοι ευαίσθητοι θα έπρεπε να είναι κυρίαρχοι του κόσμου, όχι περίγελος!»

Να με εκτελέσετε στην Εθνική Βιβλιοθήκη κύριοι ένορκοι. Να αφήσετε τη σορό μου σε δημόσια θέα για παραδειγματισμό. Γιατί έχω ακόμη μια ομολογία να κάνω.

Όταν ήμουν παιδί, στην τηλεόραση, πρόβαλαν μια σειρά κινουμένων σχεδίων με ήρωα τον Δον Κιχώτη. Ήταν εξαίσια, συναρπαστική – ή ήμουν παρθένος και ευάλωτος στην δύναμη της εικόνας. Ο Δον, το ψωράλογο, ο Σάντσο, η Δουλτσινέα, ο κόσμος στην οθόνη… πόσο μα πόσο τους αγαπούσα! Δεν γνώριζα ότι η λατρεμένη εκπομπή ήταν μεταφορά βιβλίου (ναι! μπορείτε να αγανακτήσετε!). Το έμαθα, έτρεξα να το δανειστώ. Μου φάνηκε άχρωμο, περιορισμένο, χωρίς μουσική, χωρίς καλή εναλλαγή σκηνών. Αναρωτιέμαι. Εκείνη η απογοήτευση, απόρροια της σύγκρισης του καρτούν με το βιβλίο, διαχέεται στην τωρινή μου αίσθηση για το βιβλίο;  Άραγε επηρέασε κάθε επόμενή απόπειρα να το διαβάζω; …Ω ναι! Όχι μόνο άφησα την τηλεόραση να ορίσει την γνώμη μου για ένα λογοτεχνικό έργο, επιπλέον… δεν έχω καταφέρει να το τελειώσω!

Κύριοι ένορκοι, κύριοι δικασταί. Δεν έχω άλλα να πω. Αυτή είναι η ομολογία μου. Είμαι στα χέρια σας. Συντρίψτε με. Μην δείξτε έλεος. Δεν μου αξίζει. Εγώ πρώτος το λέω. Μάλιστα, έχω να προτείνω και τιμωρία. Να με αναγκάσετε επιτέλους να διαβάσω τον Δον Κιχώτη ολόκληρο. Και μετά να με αποτελειώσετε δια δονκιχωτοβολισμού. Ναι! Θανατώστε με πετώντας μου τόμους του σπουδαίου αριστουργήματος. Αυτό μου αξίζει!»

Το βιβλίο του Βαγγέλη Προβιά «Τα μαύρα παπούτσια της παρέλασης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΟΛΚΟΣ.

 

1 2 3 4 5