23__MG_7752a

Κάποτε είχα μεγάλη επιθυμία για δημόσιο λόγο αλλά πλέον έχω εγκαταλείψει, σχεδόν, την ανάγκη να παίρνω θέση για διάφορα πράγματα. Σταδιακά αυτή η ανάγκη μειώθηκε όταν διαπίστωσα ότι επειδή τα συμπεράσματά μας για τον κόσμο δεν κατασκευάζονται από τη λογική αλλά ασυνείδητα από χιλιάδες διεργασίες που έχουν να κάνουν με το συναίσθημά μας και τις εμπειρίες μας αυτό συνεπάγεται ότι τα συμπεράσματα μας δεν μπορούν να αναθεωρηθούν από τη λογική παρά σε σπάνιες περιπτώσεις. Άρα η τάση είναι να συμφωνούμε με αυτούς που έτσι κι αλλιώς συμφωνούμε, να μιλάμε στους ήδη πεισμένους και σπανιότατα, με αυτούς που διαφωνούμε, θα μπορέσουμε να βγάλουμε άκρη, να τους μετακινήσουμε ή να μας μετακινήσουν. Βέβαια αυτό είναι μια πολύ απαισιόδοξη θέση γιατί αυτό θα σήμαινε ότι οι κοινωνίες δεν προχωρούν όμως οι κοινωνίες προχωρούν με έναν τρόπο που είναι μεγαλύτερος από εμάς, ίσως μεγαλύτερος κι από τις δικές μας τις ζωές. Κι έτσι δεν το βλέπουμε και λέμε λανθασμένα «α, πάντα ίδια μένουν τα πράγματα». Εκατό πενήντα χρόνια πίσω να πάμε θα δούμε ότι καθόλου δεν είναι ίδια τα πράγματα, αλλάζουν με τρομερό τρόπο. Έχουν περάσει μόνο σαράντα χρόνια από τότε που η ομοφυλοφιλία περιέχονταν στο βιβλίο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρίας ως νόσος. Και ο κατάλογος είναι ατελείωτος ειδικά στο κομμάτι των ανθρώπινων δικαιωμάτων οι αλλαγές που έχουν γίνει είναι απίστευτες. Στα συναισθήματα όμως και στα ζωτικά ένστικτα, όπως ο έρωτας, δεν έχει αλλάξει κάτι. Αυτό μας το αποδεικνύει και η ιστορία και η λογοτεχνία.

23__MG_7665

Σε αυτή τη χώρα χρειαζόμαστε περισσότερους Οδυσσείς και λιγότερους Φιλοκτήτες. Γιατί έχουμε περισσότερους ανθρώπους που «έχουν ένα δίκιο» ή «έχουν το δίκιο με το μέρος τους». Πράγματι ο Φιλοκτήτης εγκαταλείφθηκε δέκα χρόνια στο νησί, υπέφερε, έκανε θυσίες, το «εγώ» του είναι φυσικό να είναι φουσκωμένο από θυμό, οργή και πόνο. Στην ελληνική πραγματικότητα έχουμε περισσότερους ανθρώπους σε αυτή την κατάσταση και λιγότερους που μπορούν να αποφασίσουν ψύχραιμα και πράξουν ό,τι χρειάζεται για την κοινή ωφέλεια. Τέτοιους χρειαζόμαστε.

Ο ίδιος πολιτισμός που άφησε τον Φιλοκτήτη σ’ ένα νησί έβαλε την Ιφιγένεια να θυσιαστεί για να μπορέσουν τα καράβια να αποπλεύσουν. Δεν είχαν τέτοια θέματα οι άνθρωποι. Καταλάβαιναν τι σημαίνει «πρέπει να γίνει κάτι». Έχτισαν έναν μύθο και μια τραγωδία πάνω στο γεγονός ότι η Ιφιγένεια πρέπει οπωσδήποτε να θυσιαστεί γιατί αλλιώς δε θα γίνει δουλειά. Και πάλι τα ερωτήματα είναι ίδια: Πρέπει η Ιφιγένεια να θυσιαστεί για να γίνει η δουλειά; Το ενδιαφέρον στον «Φιλοκτήτη» είναι ότι αφού γίνονται όσα γίνονται ο Οδυσσέας δε τα καταφέρνει και τότε εμφανίζεται ο Ηρακλής και λέει ακριβώς αυτά που έχει πει νωρίτερα ο Οδυσσέας. Και με το που ακούγεται το ίδιο επιχείρημα από μια φωνή πιο ηχηρή και πιο καλά ρυθμισμένη, από μια θεϊκή φωνή αμέσως ο Φιλοκτήτης πείθεται.

23__MG_7687a

Οι άνθρωποι αλλάζουμε μέσα από δρόμους συναισθηματικούς. Το επιχείρημα είναι το μισό όπλο στη διαδικασία, το ποιος θα το αποτυπώσει, πώς και πότε είναι το άλλο μισό. Εγώ είμαι άνθρωπος που λόγω ιδιοσυγκρασίας και είδους παιδείας αγαπώ πολύ το επιχείρημα και το αντεπιχείρημα, στην πραγματικότητα όμως αυτό είναι ένα από τα μειονεκτήματά μου γιατί μεγαλώνοντας καταλαβαίνω ότι ο κόσμος δεν μετακινείται με τη λογική. Όλοι θεωρούμε για τους εαυτούς μας ότι οι θέσεις μας είναι σωστές και είναι καταγεγραμμένες μέσα στο μυαλό μας με σύνεση και ψυχραιμία κατόπιν μελέτης. Στην πραγματικότητα ο τρόπος με τον οποίο σχηματίσαμε τιις περισσότερες ιδέες μας έχει ανάλογη προέλευση με τον τρόπο που διαλέξαμε ποδοσφαιρική ομάδα. Τυχαία. Δε νομίζω ότι διαλέγει κανείς ποδοσφαιρική ομάδα με επιχειρήματα ή ότι παρατηρεί όλες τις ποδοσφαιρικές ομάδες και διαλέγει ποια είναι η καλύτερη. Σε μικρή ηλικία διαμορφώνει κανείς πολλά στοιχεία του εαυτού του και μετά απλώς, νομίζω, ότι ξεχνάμε να τα επανεξετάσουμε. Για παράδειγμα σε μικρή ηλικία παίρνουμε μια θέση για το πιστεύουμε σχετικά με το Θεό, μια μη-θέση συνήθως, κι αργότερα κατά βάση βολευόμαστε κι αντί να στριμωχτούμε με επιχειρήματα προτιμούμε να υιοθετήσουμε μια προσωπική θέση για τον Θεό. Κι όταν κανείς έχει μια προσωπική σχέση με κάτι, δηλαδή ο καθένας το ονομάζει διαφορετικά από τον διπλανό του δεν υπάρχει καμία περίπτωση συνεννόησης.

23__MG_7819

Μου φαίνεται πιο σωστό να μετακινούνται οι άνθρωποι γιατί αυτό σημαίνει ότι αναπροσαρμόζουν την εικόνα τους για την πραγματικότητα με βάση την πραγματικότητα. Στην κοινωνία μας οι αμετακίνητες θέσεις προκαλούν σεβασμό. Για παράδειγμα λέμε για το ΚΚΕ «κοίτα να δεις έχουν περάσει σαράντα χρόνια και δεν έχουν μετακινηθεί καθόλου από τις θέσεις τους» κι αυτό το θεωρούμε προτέρημα. Ρωτάω λοιπόν αν είναι όντως προτέρημα να έχουν περάσει σαράντα χρόνια και να έχουν γίνει κεφαλαιώδεις αλλαγές στο πώς λειτουργεί ο κόσμος και το πως τον καταλαβαίνουμε, και να πιστεύουμε στην αξία της ατμομηχανής ενώ έχουμε μπει στην εποχή του μικροτσίπ. Μήπως πρέπει να μετακινηθείς; Υπάρχει και η άλλη περίφημη ρήση που λέει «Χρειάζονται απλά τριάντα χρόνια για να γίνεις από προοδευτικός συντηρητικός χωρίς να αλλάξεις ούτε μία θέση». Αλλά εμείς θεωρούμε την παγίωση της θέσης ως ακέραιη στάση ζωής γιατί φοβόμαστε ότι η μη παγίωση της θέσης συνεπάγεται τεχνάσματα, σημαίνει προσπάθεια για να μείνεις στην επιφάνεια των πραγμάτων και να επιπλεύσεις. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ότι μπορεί να μην είναι ακέραιη στάση η κλειδωμένη θέση αλλά απλά ανήλικη, ανώριμη και πεισματάρικη. Γιατί η πραγματικότητα αλλάζει. Αν λοιπόν δεν είσαι ένας άνθρωπος που αλλάζει την πραγματικότητα για να ταιριάζει με τη θέση του αλλά προτιμάς να αλλάζεις τη θέση σου για να ταιριάζεις με την πραγματικότητα θα διαπιστώσεις ότι κινείσαι.

Νομίζω ότι οι άνθρωποι που είναι ευάγωγο υλικό στο να μετακινηθούν και να αλλάξουν το κάνουν και προσαρμόζονται. Υπάρχουν όμως κι άλλοι άνθρωποι  που θα κάνουν ό,τι μπορούν για να μείνουν τελείως αμετακίνητοι. Το θέμα είναι ότι το κράτος αποτελείται από μια πολυσυλλεκτική κοινωνία που περιέχει και τους μεν και τους δε. Στην κοινωνία μας υπάρχουν κι αυτοί που θέλουν να προσαρμοστούν και να προχωρήσουν μπροστά και υπάρχουν και οι άλλοι, περίπου ένας στους τρεις, που πιστεύει ότι μας ψεκάζουν. Έλεγα κάποτε ότι όποιος νομίζει ότι μας ψεκάζουν τότε δεν μπορεί, αυτόν όντως τον ψεκάζουν. Συνυπάρχεις με αυτούς τους ανθρώπους όπως συνυπάρχεις με τους γείτονες σου σε μια πολυκατοικία. Οι αγωγοί ύδρευσης, τα καλώδια του ηλεκτρικού ρεύματος, οι κοινόχρηστοι χώροι είναι για όλους άρα πρέπει να βρεις έναν τρόπο συνύπαρξης. Γιατί δεν μπορείς να τον υποχρεώσεις να πιστεύει ότι δεν μας ψεκάζουν, άσε που δε θα τα καταφέρεις κιόλας. Αυτός ανήκει στους αμετακίνητους. Εγώ τα βράδια πριν κοιμηθώ επειδή με ξεκουράζει, μπαίνω για λίγο στο youtube και κάνω κάτι search «νεφελίμ», «μας ψεκάζουν», «ο ερχομός του αντίχριστου» και βλέπω από κάτω 50.000 views. Και καλά εγώ κάνω την πλάκα μου αλλά πολλοί από αυτούς τα πιστεύουν και ζούμε όλοι στην ίδια χώρα και πρέπει να έχουμε κοινούς κανόνες που να εξυπηρετούν και τους μεν και τους δε. Πρόβλημα όλο αυτό αλλά πρέπει να λυθεί. Τα καλά νέα είναι ότι λύνεται, είναι φτιαγμένο για να λύνεται. Ανάμεσα σε τόσο διαφορετικές ομάδες ανθρώπων ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής μεταξύ τους είναι ο νόμος. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Ζούμε βέβαια σε μια χώρα που θεωρείται ότι υπάρχει ηδονή στο να ανατρέπει κανείς τους κανόνες. Θεωρείται σχεδόν ευφυές να ανατρέπεις τους κανόνες, πιθανότατα γιατί επί εκατονταετίες χρειαζόταν να ανατρέπονται οι κανόνες και να πηγαίνουμε ενάντια στους νόμους για να μπορούμε να επιβιώνουμε. Με αυτούς που θες να συναντηθείς θα συναντηθείς ούτως ή άλλως και χωρίς να χρειάζεται να τεθεί και κανένα πλαίσιο μεταξύ σας αλλά με αυτούς που συζείς ενώ σας χωρίζει άβυσσος σε όλα τα πεδία πρέπει να βρεις ένα τρόπο. Ο τρόπος είναι να σέβεσαι και να τηρείς κι εσύ κι εκείνοι κοινούς κανόνες.

Σκηνές από τις πρόβες.

Σκηνές από τις πρόβες.

Δεν πιστεύω στην ποινικοποίηση των ιδεών, όσο κι απεχθείς κι αν μας είναι, όχι μόνο για λόγους ηθικούς αλλά κυρίως για λόγους πρακτικούς. Δεν μπορείς να περιορίσεις μια ιδέα. Μπορείς να δείξεις την απαξίωση και την απέχθεια σου με τη στάση σου ατομικά αλλά και ως κοινωνικό σύνολο αλλά να τη βγάλεις εκτός νόμου, όπως για παράδειγμα με την Χρυσή Αυγή, μου θυμίζει το παραμύθι του Tolstoy που ο μεγάλος αδερφός λέει στον μικρό αδερφό να μη σκεφτεί τον λευκό ελέφαντα και μετά για τον μικρό αδερφό είναι αδύνατον να μην τον σκεφτεί. Όμως για οτιδήποτε αγγίζει ή και υπερβαίνει τα όρια του νόμου, για οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη οφείλει να αναλαμβάνει ο νόμος. Στην πραγματικότητα λύνεται αυτό, πρέπει να αντιμετωπιστεί κάθε πράξη χωριστά κι αν πράγματι στοιχειοθετείται η κατηγορία για σύσταση εγκληματικής συμμορίας να εφαρμοστεί ο νόμος. Αυτό το κομμάτι αντιμετωπίζεται. Ο κόσμος που τους ψήφισε θα μετακινηθεί όταν υπάρξει επί της ουσίας λόγος να μετακινηθεί δηλαδή όταν θα δει ότι η χώρα πηγαίνει σε μια κατεύθυνση τέτοια που ο ίδιος δεν αισθάνεται πια την ανάγκη να τιμωρήσει το πολιτικό σύστημα. Η Χρυσή Αυγή παίζει τον ρόλο του αντισυστημικού και τώρα πια παίζει και τον ρόλο του ήρωα αντισυστημικού που τον πολεμούν.

Οι κοινωνίες μοιάζουν πολύ με τους ανθρώπους, ο κάθε ένας από εμάς έχει έναν εαυτό ανοιχτό, θετικό, καλοπροαίρετο αλλά ο καθένας από εμάς έχει και φοβικές, συντηρητικές, μισαλλόδοξες πλευρές. Αν σκεφτείς την κοινωνία ως ένα πρόσωπο αυτή η πλευρά εκφράζει το φοβικό κομμάτι της κοινωνίας που είναι φυσικό να υπάρχει και ακριβώς επειδή είναι φυσικό είναι και πολύ δύσκολο να καταπολεμηθεί. Δε μου φαίνεται περίεργο σε μια εποχή σαν τη σημερινή, με τα σημερινά προβλήματα ένα ποσοστό του κόσμου να εκφράζεται έτσι, άλλωστε παραμένει ένα ποσοστό μικρότερο από αυτό που πιστεύει ότι μας ψεκάζουν. Επιπλέον μου φαίνονται κάπως ατελέσφορες οι συζητήσεις για το πως αντιμετωπίζεται πολιτικά η Χρυσή Αυγή. Αντιμετωπίζεται πολιτικά όταν βρίσκεις τον τρόπο να εκλείψεις τον λόγο για τον οποίο υπάρχει. Τον αντιλαμβάνεσαι ως σύμπτωμα μιας ασθένειας και ο σκοπός σου πρέπει να είναι να καταπολεμήσεις την ασθένεια και όχι τον σύμπτωμα. Αν οι άνθρωποι, παρά τις δυσκολίες που περνούν, ένιωθαν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα κι αν αυτό δεν είχε απαξιωθεί τόσο πολύ με ευλογίες απ’ όλες τις μεριές, με μούντζες και τα σχετικά, αν το θέμα μας ήταν μονάχα οι δυσκολίες και όχι η έλλειψη πίστης, θα ήταν πιο εύκολα αντιμετωπίσιμο όλο αυτό.

23__MG_7835

Η επιτυχία στο θέατρο ποτέ δεν είναι τυχαία. Υπάρχει κάποιος λόγος που μια παράσταση βρίσκει αποδοχή από το κοινό. Έχω ξεμπλέξει σε νεαρή ηλικία από το δίλημμα popular ή ποιοτικό. Όταν διάβασα σε νεαρή ηλικία το «Ο φύλακας στη σίκαλη» και θυμάμαι ότι έλεγα στον καθηγητή μου των αγγλικών ότι μου αρέσει τόσο πολύ αυτό το βιβλίο που με στεναχωρεί που αγγίζει και τους υπόλοιπους. Με έκανε να αισθάνομαι ότι αυτό που ένιωθα δεν ήταν μοναδικό αλλά ήταν πολύ κοινό. Αλλά το ξεπέρασα όταν μου εξήγησε ότι η λογοτεχνική αξία δεν επηρεάζεται από αυτό. Στην Ελλάδα, επειδή για μια μεγάλη περίοδο είχαμε τα πράγματα χωρισμένα σε κατηγορίες και χρησιμοποιούσαμε ταμπέλες για το τι είναι ποιοτικό, τι εμπορικό, τι είναι προοδευτικό, τι είναι αριστερό και τι δεν είναι αριστερό το να γίνει κάτι επιτυχία του αφαιρεί, σχεδόν, τη δυνατότητα να θεωρείται ουσιαστικό και με περιεχόμενο. Προσωπικά έχω δει θαυμάσια πράγματα με ευρεία αποδοχή και λιγότερο θαυμάσια πράγματα με καμία αποδοχή. Θεωρώ ότι πρέπει να κρίνουμε τα πράγματα αυστηρά σύμφωνα με αυτό που είναι και από τη σχέση που μπορούν να αποκτήσουν μαζί μας. Όλα τα υπόλοιπα είναι σχήματα γύρω από τη σχέση μας με ένα έργο τέχνης. Το τι έχει επιτυχία δε σημαίνει ότι θα μας αγγίξει ούτε ότι δε θα μας αγγίξει. Γιατί υπάρχει και το ανάποδο σύμπλεγμα. Υπάρχει αρκετός κόσμος που αποζητά μια επιτυχία χωρίς να τον ενδιαφέρει το περιεχόμενο της, το θέμα του έργου, οι πρωταγωνιστές. Στην πραγματικότητα βάζουμε ένα πολύ μεγάλο φίλτρο στις γνώμες μας αντί να σκεφτόμαστε ελεύθερα ανεπηρέαστοι από τις απόψεις των άλλων.

Τον ηθοποιό τον πληρώνεις και τον χειροκροτείς όταν καταφέρνει να σε πείσει ότι αυτό συνέβη πραγματικά. Το κοινό έρχεται έτοιμο για να πειστεί. Εκτός από τους κριτικούς, οι θεατές είναι άνθρωποι καλοπροαίρετοι που ήρθαν εκεί για να ακούσουν μια ιστορία. Αποσύρουν την έλλειψη πίστης προς κάτι που δεν είναι πραγματικό και είναι έτοιμοι να το δεχτούν ως αληθινό. Ο λόγος που χειροκροτούν στο τέλος είναι επειδή το πίστεψαν κι αυτό σημαίνει ότι έκανες καλά τη δουλειά σου.

Ο ηθοποιός είναι και ο καλλιτέχνης και το έργο τέχνης ταυτόχρονα. Ο δημιουργός και το δημιούργημα βρίσκονται στο ίδιο πρόσωπο την ίδια στιγμή. Το θέατρο καταναλώνεται στον ενεστώτα κι αυτό απαιτεί μεγάλη ψυχραιμία και καλλιέργεια μέσα στα χρόνια για να μπορείς να παράγεις αποτελέσματα που έχουν αξία. Σαν θεατές αυτό που μας μένει από τις ερμηνείες των ηθοποιών που αγαπάμε είναι αυτό που αποτυπώνεται από την ανθρώπινη πλευρά τους που υπάρχει στη σκηνή ερήμην τους. Μας συγκινούν και μας γοητεύουν με τις κουκίδες που αφήνουν, σαν τα ψίχουλα του Χάνσελ και της Γκρέτελ, σε μια πορεία από τον έναν ρόλο στον άλλον, από τη μια φόρμα στην επόμενη, σχηματίζοντας την εικόνα τους ως άνθρωποι.

Επειδή οι ηθοποιοί λειτουργούμε δευτερογενώς, δηλαδή αποτελούμε το μέσο για να φτάσει το κείμενο του θεατρικού συγγραφέα στο κοινό, το μεταπρατικό μας έργο παίρνει αξία χάρη σε αυτό που αποτυπώνεται ερήμην. Δεν χρησιμοποιούμε τα δικά μας λόγια για να μιλήσουμε όμως ό.τι ιστορία και να πούμε μέσα από το θέατρο τελικά για τον εαυτό μας μιλάμε, ακριβώς όπως και στη ζωή. Όταν εκθέτουμε τις απόψεις μας για τους άλλους πάλι για τον εαυτό μας μιλάμε.

23__MG_7832 (1)

Όλοι οι δημιουργικοί άνθρωποι των τεχνών έχουμε μια έλλειψη, μια τρύπα. Αυτή την έλλειψη ο καθένας την αντιλαμβάνεται σε διαφορετική στιγμή της ζωής του και με διαφορετικό τρόπο. Το λάθος είναι να προσπαθήσεις να την καλύψεις γιατί αυτός που θα το καταφέρει θα πάει σπίτι του καθώς δεν θα έχει πια λόγο να δημιουργεί. Το θέμα λοιπόν είναι να τη φροντίσεις, να την περιποιηθείς, να την ταΐσεις για να συνεχίσεις να υπάρχεις πάνω στη σκηνή. Αυτή η τρύπα πρέπει να παραμείνει ανοιχτή για να μπορείς να κουμπώνεις πάνω της το δικό σου αποτύπωμα του κόσμου. Ένας άνθρωπος πλήρης δεν ανεβαίνει στη σκηνή, δε δημιουργεί. Χρειάζομαι το θέατρο για να υπάρξω με έναν άλλον τρόπο, για να ζήσω μια πιο συμπυκνωμένη, άρα και πιο αληθινή, ζωή. Όπως ακριβώς το αιθέριο έλαιο μιας ουσίας αποτυπώνει πλήρως τη μυρωδιά και την αίσθησή της χωρίς να την έχεις εκεί. Το θέατρο είναι συμπυκνωμένη, αποσταγμένη ζωή. Ο ανθρώπινος πολιτισμός προχωράει χάρη στις ιστορίες που λέμε μεταξύ μας. Άλλοι έχουν την ανάγκη να τις λένε και οι περισσότεροι έχουν την ανάγκη να τις ακούν. Θεωρώ ότι η δημιουργία είναι περισσότερο ιαματική παρά επώδυνη διαδικασία. Δεν ξέρω πολλούς ανθρώπους του θεάτρου που έχουν ψυχίατρο.

«Φιλοκτήτης», τραγωδία του Σοφοκλή

Φιλοκτήτης : Μιχαήλ  Μαρμαρινός. Νεοπτόλεμος: Αιμίλιος Χειλάκης. Οδυσσέας, έμπορος:  Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης.

Χορός: Γιάννης Γιαννούλης, Τάσος Δημητρόπουλος, Κώστας Κορωναίος, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Γιώργος Παπανδρέου, Κρις Ραντάνοφ, Γιώργος Ρουστέμης.

Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας. Σκηνοθεσία: Κώστας Φιλίππογλου.

Σκηνικά-κοστούμια: Κenny MacLellan. Πρωτότυπη μουσική: Lost Bodies.

Παραστάσεις:
Πάτρα, Ρωμαϊκό Ωδείο: Τρίτη 1 και Τετάρτη 2 Ιουλίου
Θεσσαλονίκη, Θέατρο Δάσους: Παρασκευή 4 Ιουλίου
Δίον, Αρχαίο Θέατρο: Κυριακή 6 Ιουλίου
Καβάλα, θέατρο Κάστρου: Δευτέρα 7 και Τρίτη 8 Ιουλίου
Κέρκυρα, θέατρο Ρένας Βλαχοπούλου, Μον Ρεπό: Τετάρτη 9 Ιουλίου
Μεσσήνη, Στάδιο Αρχαίας Μεσσήνης: Παρασκευή 11 Ιουλίου
Ήλιδα, θέατρο Αρχαίας Ήλιδας, Σάββατο 12 Ιουλίου
Οινιάδες, Αρχαίο θέατρο Οινιάδων: Κυριακή 13 Ιουλίου

Οι παραστάσεις ξεκινούν στις 21:15 μ.μ.
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου: Παρασκευή 18 και Σάββατο 19 Ιουλίου

1 2