Είναι βιασμός τούτο το έργο;

Συκωτάκι για τη Mia Farrow…
Το Μωρό της Ρόζμαρι / Rosemary’s Baby

Αυστηρή χορτοφάγος σε μια εποχή που το να είσαι vegetarian ήταν σαν να δηλώνεις αντικαπνιστής στο set του Mad Men, η Mia Farrow αναγκάστηκε να δώσει κάτι παραπάνω από μια ερμηνεία της καθόδου του χαρακτήρα της στην παράνοια, όταν ο Roman Polanski την ρώτησε αν θα την πείραζε να δοκιμάσει να φάει λίγο απ’ το ωμό συκώτι που της σερβίρεται σε μια απ’ τις πιο στοιχειωτικές σκηνές του εμβληματικού Rosemary’s Baby. Όταν ο Polanski ζητούσε κάτι, βέβαια, δεν άφηνε και πολλά περιθώρια για αρνητική απάντηση, κι έτσι η Farrow δέχτηκε με ιδιαίτερη απροθυμία, αυτό που δεν είχε φανταστεί όμως, ήταν ότι για τις πάνω από δέκα λήψεις που θα χρειαζόταν για να γυριστεί η σκηνή, θα έπρεπε να το φάει ξανά και ξανά. Ωμό. Συκώτι. Η χορτοφάγος. Έξτρα γεγονός: στη συνέχεια της προετοιμασίας της ταινίας, η Farrow παρέλαβε τα χαρτιά του διαζυγίου της απ’ τον Frank Sinatra κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αλλά εντάξει, ο Polanski δεν είχε καμία σχέση μ’ αυτό.


Camping στην κόλαση
The Blair Witch Project

Ένα απ’ τα σημαντικότερα φιλμ του ακόμη νεοσσού τότε αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά, το θρίλερ που άλλαξε την έννοια του θρίλερ κι άφησε χαρακιά στο πρόσωπο του τρόμου για το πρώτο μισό των ‘00s τουλάχιστον, είχε για δυνατό χαρτί τον άκρατο ρεαλισμό του. Κι όταν μιλάμε για ρεαλισμό, δεν κάνουμε εκπτώσεις: η ομάδα των πρωταγωνιστών, που περιφέρεται στο δάσος του Blair προσπαθώντας να γλιτώσει απ’ την μεταφυσική δύναμη που ξεπαστρεύει ένα-ένα τα μέλη της, όντως πέρασε τα πάνδεινα μέχρι να τελειώσουν τα γυρίσματα, σέρνοντας για οκτώ μέρες τον εξοπλισμό της στο κρύο και την υγρασία του χειμωνιάτικου δάσους, όπου εκτός από ημερήσιες συναντήσεις με το συνεργείο, για να λάβει προμήθειες και οδηγίες για την κατεύθυνσή της, ουδεμία άλλη επαφή με τον πολιτισμό είχε. Επειδή αυτό όμως μοιάζει παιχνιδάκι (που σε ηθοποιούς σαν τον Di Caprio μπορεί να φέρει και Όσκαρ), για να ανέβει η ένταση κι ο τρόμος στους ερμηνευτές, οι σκηνοθέτες και το συνεργείο κάναν διάφορους θορύβους τη νύχτα, τους ταρακουνούσαν τις σκηνές, και τους λιγοστεύαν κάθε μέρα την τροφή, ούτως ώστε όταν πια στην ταινία μοιάζουν να μην μπορούν να πάρουν τα πόδια τους απ’ την φυσική και ψυχολογική εξάντληση, αυτό να μην είναι καθόλου ηθοποιία. Ή, τέλος πάντων, όχι μόνο.


Το πρόσωπο του αληθινού τρόμου
The Texas Chainsaw Massacre / Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι

Όταν ξεχύθηκε στις αίθουσες o Leatherface, ο αιμοδιψής, παραμορφωμένος και παράφρων δολοφόνος του Tobe Hooper, συγκέντρωνε συμβολιστικά στην ανατριχιαστική όψη του όλη τη φρίκη της αιμομικτικά απομονωμένης, κανιβαλιστικής Αμερικής των συντηρητικών, φοβικών δυνάμεων του Nixon, με τις μειονοτικές διακρίσεις και τις εσωτερικές παρακολουθήσεις. Ως εκ τούτου (και ως όφειλε), αυτή η εμβληματική φιγούρα του σινεμά τρόμου, ήταν το πιο φρικαλέο πράγμα που είχε προβληθεί ποτέ σε λευκό πανί –σε σημείο τέτοιο που θεατές έφευγαν αλλόφρονες απ’ την αίθουσα, αλαφιασμένοι απ’ την τρομάρα. Κι αν αυτοί είχαν μια έξοδο κινδύνου για να τρέξουν, λιγότερο τυχεροί ήταν οι ηθοποιοί της ταινίας, απ’ τους οποίους ο Tobe Hooper είχε αποκρύψει την όψη του Leatherface, ούτως ώστε ο τρόμος που θα τους προκαλούσε στην πρώτη αποκάλυψη να είναι τέρμα ρεαλιστικός. Πράγμα που ένιωσε βαθιά στο πετσί της η Emilly Burns, που σα να μη φτάναν τα τσακισμένα νεύρα της απ’ τα ζόρικα γυρίσματα της ταινίας, στη δική της γνωριμία με τον Leatherface, ήταν δεμένη σε μια καρέκλα.


Kinder-έκπληξη απ’ το μαύρο διάστημα
Alien

Μια απ’ τις πλέον αλησμόνητες στιγμές στην εικονογραφία της επιστημονικής φαντασίας η σκηνή όπου κάνει την παρθενική του εμφάνιση το εξωγήινο πλάσμα που σκορπάει τον τρόμο στο Alien, σπάζοντας με το μικρό του, τοξικό κεφαλάκι το στήθος του John Hurt –το chestburster scene όπως έχει επικρατήσει να λέγεται–, οφείλει το μεγαλύτερο κομμάτι της τρομάρας που προκαλεί στους θεατές, ακριβώς στην τρομάρα που προκάλεσε και στους πρωταγωνιστές. Σε άλλη μια καρακλασική περίπτωση σκηνοθετικής κάλυψης και απόκρυψης, ο Ridley Scott, φιλοδοξώντας να φιλμάρει μια όχι αληθοφανή, αλλά πραγματικά αληθινή αντίδραση απ’ τους ηθοποιούς, μάζεψε το cast του για να γυρίσει τη σκηνή, έχοντας παράσχει μόνο μια πολύ γενική και τελείως ασαφή ιδέα του πώς θα γυριστεί η σκηνή, που το σενάριο περιέγραφε ως «το πλάσμα αναδύεται». Η βίαιη έκρηξη σάρκας και αίματος μέσα απ’ το πλαστικό στέρνο που ήταν περασμένο πάνω από το σώμα του John Hurt, και παραγεμισμένο με εντόσθια ζώων και αίμα υπό πίεση, έπιασε όλους τους ηθοποιούς τόσο απροετοίμαστους, ώστε όχι μόνο η σκηνή να εκρήγνυται από αληθινό τρόμο, αλλά η συμπρωταγωνίστρια Veronica Cartwright, λίγο μετά, να λιποθυμά απ’ την ένταση.


Τραμπουκισμός στην άκρη του γκρεμού
The Last House on the Left / Βιασμός στο Τελευταίο Σπίτι Αριστερά

Όταν είσαι νέος κι άγνωστος σκηνοθέτης με φιλοδοξίες που ξεπερνούν τις περγαμηνές σου, το να βρεις ηθοποιούς που θα μπορέσουν να τις υποστηρίξουν δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα: παράδειγμα, ο Wes Craven. Στην ταινία με την οποία ουσιαστικά εδραίωσε το υποείδος του exploitation στον τρόμο, ο Craven είχε την ατυχία να εμπιστευτεί τον κομβικό ρόλο της πιτσιρίκας που βιώνει το μεγαλύτερο κομμάτι του τρόμου της ταινίας, στην Sandra Peabody. Οι ερμηνευτικές ανεπάρκειες της νεαρής ηθοποιού είχαν φτάσει το συνεργείο σε τέτοια άκρα, που ο Marc Sheffler, συμπρωταγωνιστής της στο ρόλο ενός απ’ τους τραμπούκους που εισβάλουν στο σπίτι του τίτλου, την άρπαξε και την έσειρε στο χείλος ενός γκρεμού, και της είπε απειλητικά: «Αν δεν παίξει σωστά σ’ αυτή τη γαμ**ένη σκηνή τώρα, θα σε πετάξω κάτω… κι ο Wes θα το γυρίσει, και θα έχουμε μια εντελώς διαφορετική σκηνή στην ταινία, αλλά θα δουλέψει γιατί θα’χεις γίνει λιώμα». Στο επόμενο γύρισμα, ο Craven είχε το αποτέλεσμα που ήθελε.


Μαύρα κοράκια με νύχια σαδιστικά
The Birds / Τα Πουλιά

Διαβόητος για το στρυφνό κι αμείλικτο ταμπεραμέντο του, ο Alfred Hitchcock δεν ήταν μόνο μαέστρος του σασπένς, αλλά και της χειραγώγησης των ηθοποιών του, απ’ τους οποίους ήταν αποφασισμένος να αποσπάσει το επιθυμητό συναισθηματικό αποτέλεσμα με κάθε κόστος –κι είχε σ’ αυτό ιδιαίτερη έφεση στις γυναίκες πρωταγωνίστριές του. Η πιο γνωστή και διαβόητη περίπτωση συναισθηματικής και ψυχολογικής ισοπέδωσης, ήταν αυτή στην οποία υπέβαλλε την Tippi Hedren, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων για το αριστουργηματικό The Birds. Όχι μόνο την έβριζε και την τραμπούκιζε λεκτικά και ψυχολογικά, αλλά την μείωνε συναισθηματικά και σεξουαλικά, όταν δεν την εξαντλούσε στα αλύπητα, ασταμάτητα, και ατελείωτα γυρίσματα σκηνών ξανά και ξανά. Αποκορύφωμα μιας σχέσης ηθοποιού-σκηνοθέτη που ολοκληρώθηκε με την Hedren να μην μιλά στον Hitchcock ποτέ ξανά, ήταν όταν, για τα γυρίσματα της σκηνής μέσα στην καλύβα, ο Hitchcock χρησιμοποίησε αληθινά, τρομαγμένα πουλιά, τα οποία πετούσε κατά πάνω της, σε μια σκηνή της οποίας τα γυρίσματα επαναλαμβάνονταν για περίπου μια βδομάδα. Όταν τέλειωσε την ταινία, η Hedren γύρισε σπίτι της με γρατζουνιές, μελανιές, κι ατέλειωτα ψυχολογικά συμπλέγματα, ως απάντηση για τα οποία εισέπραξε την απόλυτη ειρωνία της τύχης: παρά τις δαγκωματιές που χρειάστηκε να υπομείνει απ’ τα αληθινά πετούμενα, το The Birds προτάθηκε για Όσκαρ ειδικών εφέ, χάρη στα άλλα πουλιά της ταινίας, που ήταν μηχανικά.


Η ψυχολογική αποδόμηση της Shelley Duvall
The Shining / Η Λάμψη

Μάλλον το αριστουργηματικότερο πάντρεμα του μεταφυσικού και του ψυχολογικού τρόμου στην ιστορία του σύγχρονου σινεμά, η Λάμψη του Stanley Kubrick είναι ίσως η μοναδική περίπτωση όπου σκηνοθέτης έχει μεταχειριστεί πρωταγωνίστριά του με χειρότερο σαδισμό απ’ αυτόν του Alfred Hitchcock. Γυρίζοντας την ταινία του με απόλυτη χρονολογική συνέχεια, ούτως ώστε να καταγράψει στο φιλμ την πραγματική επίδραση του βυθίσματος των ηρώων του στην παράνοια, ο Kubrick ήθελε να είναι σίγουρος πως, μέχρι το φινάλε της ιστορίας του, ο χαρακτήρας της Shelley Duvall θα ήταν ένα αληθινό ψυχολογικό ράκος. Έτσι, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, φρόντιζε να την ξεφτιλίζει με δριμύτητα σε κάθε ευκαιρία που έβρισκε, ενώ εξίσου αμείλικτος ήταν και με όποιο μέλος του συνεργείου τολμούσε να την παρηγορήσει. Πραγματικό ερείπιο, με τον τρόμο και την εξάντληση χαραγμένη βαθιά στον ψυχισμό της, η Duvall παρέδωσε την (με τεράστια διαφορά) σπουδαιότερη ερμηνεία της καριέρας της, μπορεί κανείς εύκολα να ποντάρει όμως, ότι δεν ήταν καθόλου, μα καθόλου ευγνώμων στον σκηνοθέτη όταν της την αποσπούσε.


Το βούτυρο του σκανδάλου
The Last Tango in Paris / Το Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι

Με το μακρύ και το κοντό του καθενός να έχει πάρει μια ιστορία γνωστή εδώ και χρόνια και να την έχει φουσκώσει πιο πολύ κι από καλοβουτυρωμένο κέικ, σ’ αυτό το σκάνδαλο που έχει αποκαλύψει την γύμνια του διεθνούς internet σε βασική γνώση και στοιχειώδη έρευνα, την έφεσή του στους παραπλανητικούς τίτλους, και την αδυναμία του στο εντυπωσιοθηρικό spin της πραγματικότητας, μάλλον το μόνο που μένει να ειπωθεί είναι η ίδια η μαρτυρία των άμεσα εμπλεκομένων. Για την ιστορία λοιπόν, η δήλωση της Maria Schneider για το βούτυρο-gate του 2016, όπως την είχε παραθέσει σε συνέντευξή της το 2007: «Εκείνη η σκηνή δεν υπήρχε στο αρχικό σενάριο. Η αλήθεια είναι ότι ο Marlon [Brando] είχε την ιδέα. Εμένα μου το είπαν μόνο πριν χρειαστεί να την γυρίσουμε, και θύμωσα πολύ. Έπρεπε να είχα καλέσει τον ατζέντη μου, ή να φέρω τον δικηγόρο μου στο πλατώ, γιατί δεν μπορείς να αναγκάσεις κάποιον να κάνει κάτι που δεν είναι στο σενάριο, αλλά αυτό δεν το ήξερα τότε. Ο Marlon μου είπε “Μαρία, μην ανησυχείς, είναι απλά μια ταινία”. Κατά τη διάρκεια της σκηνής όμως, παρ’ όλο που αυτό που έκανε ο Marlon δεν ήταν αληθινό, εγώ έκλαιγα αληθινά δάκρια. Ένοιωσα εξευτελισμένη, και για να είμαι ειλικρινής, αισθάνθηκα λίγο βιασμένη, και απ’ τον Marlon και απ’ τον Bertolucci. Μετά τη σκηνή, ο Marlon δεν με παρηγόρησε, ούτε ζήτησε συγγνώμη. Ευτυχώς, χρειάστηκε μόνο μία λήψη».

Ιωσήφ Πρωϊμάκης

Share
Published by
Ιωσήφ Πρωϊμάκης
Tags: Σινεμά