«Έχετε δει ποτέ σας νεράιδες να συνοδεύουν ποιητές έξω από τα εγκόσμια; Ξέρετε πώς πεθαίνει ένας ποιητής;»

Με αφορμή το έργο του Γιάννη Καμπύση για τις τελευταίες στιγμές ενός ποιητή και όχημα τη μουσική, την ποίηση και τη φαντασία, οι C. for Circus στήνουν μια ολοζώντανη τελετή αποχαιρετισμού, ξαναγράφουν για χάρη του ποιητή τις τελευταίες του σελίδες και γιορτάζουν τα 10 χρόνια της κοινής τους πορείας με το «Δαχτυλίδι της μάνας» την πιο αισιόδοξη παράστασή τους μέχρι σήμερα.  Τα μέλη της ομάδας απαντούν στις ερωτήσεις της Popaganda.

Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε το συγκεκριμένο έργο; Νικόλας Παπαδομιχελάκης:  Λέμε μερικές φορές ότι δεν επιλέγεις εσύ κάτι, σε επιλέγει αυτό. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και γι’ αυτό το έργο, που ήταν ξεχασμένο στη βιβλιοθήκη του ΑΠΘ μέχρι να το βρει και να μας το προτείνει ο Γιωργής, μέλος της ομάδας. Το διαβάσαμε, στην αρχή δε μας τράβηξε το ενδιαφέρον, μοιάζει με ποιμενικό μελόδραμα που η γλώσσα του και το ύφος του το καθιστούν δυσπρόσιτο. Το αφήσαμε στην άκρη, πέρασαν περίπου δυο χρόνια μέχρι να έρθει ο Παύλος και να μας πει ότι θέλει να το σκηνοθετήσει, έχοντας καθαρά στο μυαλό του ότι το έργο πρόκειται για έναν αποχαιρετισμό σ’ έναν ποιητή, σε έναν νέο, ταλαντούχο άνθρωπο που μαράζωσε επειδή του απαγόρεψαν να εκφραστεί μέσω της τέχνης του.

Σκοπός μας μέσα απ’ αυτήν την παράσταση, έλεγε ο Παύλος, είναι μα γιορτάσουμε την πορεία ενός ανθρώπου προς το αναπόφευκτο τέλος. Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε όντας ακόμα επιφυλακτικοί, δυσκολευτήκαμε να βρούμε έναν κώδικα επικοινωνίας με τη γραφή του έργου, με τα θέματα που πραγματεύεται. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε περισσότερα όταν πια έγινε παράσταση, όταν είδαμε την ιστορία μέσα από τα μάτια των θεατών, και συνεχίζουμε να την ανακαλύπτουμε, γι’ αυτό θα επιμείνω σ’ αυτό που είπα στην αρχή, ίσως δεν επιλέξαμε εμείς αυτό το έργο, αυτό μας επέλεξε.

Ποια η σκηνοθετική προσέγγιση και πώς την αναπτύξατε στις πρόβες; Παύλος Παυλίδης: Ξεκινήσαμε ασχολούμενοι με το θέμα του έργου. Όλο το υλικό που ζητήθηκε απ’ τους ηθοποιούς ήταν σε απόλυτη συσχέτιση με την θεματική περισσότερο και λιγότερο με το ρόλο που είχε ο καθένας να κάνει. Από εκεί και πέρα, η παράσταση σίγουρα έχει μια φόρμα αφηγηματική η οποία ήταν απαραίτητη. Ήταν ο μόνος τρόπος που έχει νόημα να σταθούμε απέναντι σε μια ιστορία θανάτου.

Ποιο είναι το πιο δυνατό σημείο της παράστασης για εσάς; Χρύσα Κοτταράκου: Για μένα η πιο δυνατή στιγμή είναι εκείνη που η Ερωφίλη απαγγέλλει το ποίημα του Χρόνη Μίσσιου «Τι είναι ο έρωτας». Βρίσκεται περίπου στη μέση της παράστασης και η οδηγία μας σε αυτό το σημείο είναι να ακούμε προσεκτικά και ήρεμα, χωρίς να ξοδευόμαστε σε τίποτε άλλο. Έχουμε δηλαδή κατά κάποιον τρόπο το δικαίωμα να χαθούμε – όσο μια παράσταση μπορεί να το επιτρέπει – στις σκέψεις του ο καθένας. Το αισθάνομαι ως ένα σημείο συνάντησης με έναν έναν όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους που βρίσκονται πάνω στη σκηνή μαζί μου και σε αυτό αντιλαμβάνομαι κάτι πολύ δυνατό.

Αν θέλατε να πέντε  να πείσετε έναν θεατή να επιλέξει τη δική σας παράσταση -ανάμεσα στην πληθώρα έργων που ανεβαίνουν στις θεατρικές σκηνές- τι θα του λέγατε; Ειρήνη Μακρή: «Έχετε δει ποτέ σας νεράιδες να συνοδεύουν ποιητές έξω από τα εγκόσμια; Ξέρετε πώς πεθαίνει ένας ποιητής;» υπό τη μουσική του παραδοσιακού «Κάτω στα δασιά τα πλατάνια» διασκευασμένου από την ομάδα. Για εμένα σ’ αυτο ακριβώς το σημείο συμπυκνώνονται το ερώτημα και η απάντηση.

Είναι εύκολο για μια θεατρική ομάδα ή έναν σκηνοθέτη να βρει στέγη και να παρουσιάσει τη δουλειά της/του; Εσείς ποιες δυσκολίες τυχόν αντιμετωπίσατε στο παρελθόν; Νατάσα Ρουστάνη: Αν με τη ‘στέγη’ αναφερθούμε κυριολεκτικά σε έναν χώρο όπου μπορεί να φιλοξενήσει κοινό και που μπορεί να παιχτεί μια παράσταση, μπορούμε να πούμε πως παρότι υπάρχουν διάφορα εμπόδια, βρίσκονται πολλοί ευφάνταστοι τρόποι να ξεπεραστούν: παραστάσεις παίζονται σε ταράτσες πολυκατοικιών ή ομάδες σαν και τη δική μας που από το μηδέν φτιάξαμε το δικό μας χώρο τότε στη Θεσσαλονίκη και στρώναμε με τα χέρια μας πετροβάμβακες και ξύλινο πάτωμα για πρόβες και παρουσιάσεις.

Αν υπάρχει ένα εμπόδιο που θα μπορούσε να αποβεί απροσπέλαστο, θα έλεγα ότι είναι η αδυναμία κάλυψης των εξόδων παραγωγής. Σ’ αυτά φυσικά συμπεριλαμβάνονται και οι αμοιβές των συντελεστών. Μου φαίνεται αδιανόητο το γεγονός ότι θεωρείται δεδομένο ότι ένας ηθοποιός θα δουλέψει δύο και τρεις μήνες πρόβες, εντελώς απλήρωτες. Ή ότι η πληρωμή του θα γίνεται με ποσοστά επί των εισιτηρίων χωρίς καμία διασφάλιση κάποιου κατώτατου μισθού. Είναι αναγκαίες οι επιχορηγήσεις του Υπουργείου, είναι μια ανάσα για τους καλλιτέχνες που, τη δουλειά τους την κάνουν ούτως ή άλλως, καλό είναι πότε πότε να μπορούν να πληρώσουν και το νοίκι τους.

To Δαχτυλίδι της Μάνας, του Γιάννη Καμβύση. Σκηνοθεσία: Παύλος Παυλίδης, Δραματουργία: Παύλος Παυλίδης, Αθηνά Σακαλή, Κατασκευή σκηνικού: Σπύρος Δουκέρης, Κοστούμια: Λίνα Σταυροπούλου, Τζίνα Ηλιοπούλου, Σχεδιασμός φωτισμών: Ιωάννα Ζέρβα, Μουσική διδασκαλία: Βαλέρια Δημητριάδου, Πιάνο, νταούλι, ηλεκτρική κιθάρα, τρομπόνι, μελόντικα: C. for Circus,Βοηθός σκηνοθέτη: Αθηνά Σακαλή, Φωτογραφίες: Νίκος Πανταζάρας. Βίντεο: Μαρία-Ελισάβετ Κοτίνη. Παίζουν οι ηθοποιοί: Παναγιώτης Γαβρέλας, Χρύσα Κοτταράκου, Αθανασία Κουρκάκη, Ειρήνη Μακρή, Νικόλας Παπαδομιχελάκης, Νατάσα Ρουστάνη, Σπύρος Χατζηαγγελάκης. ΒΙΟS. Πειραιώς 84, Αθήνα. Δευτέρας και Τρίτες στις 21:00.
Λίνα Ρόκου

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα. Το 1998 ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού. Από το 2001 εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Share
Published by
Λίνα Ρόκου