Anne_Wiazemsky_Robert_Bresson_Au_hasard_Balthazar_5

Από την ταινία «Στην Τύχη ο Μπαλταζάρ» του Ρομπέρ Μπρεσόν.

Η ζωή της Anne Wiazemsky είναι υλικό για μυθιστόρημα: κατάγεται από Ρώσικη οικογένεια πριγκήπων, είναι εγγονή του Μωριάκ, υπήρξε σύζυγος και μούσα του Γκοντάρ, πρωταγωνίστηκε σε ταινίες μέγιστων σκηνοθετών (Παζολίνι, Μπρεσσόν, Τζίγκα Βερτόφ, Αντρέ Τεσινέ, κλπ) και έπειτα στράφηκε επιτυχημένα στη λογοτεχνία.

Στο «Κορίτσι» αφηγείται την πρώτη της εμπειρία με τον κινηματογράφο, όταν σε ηλικία 18 ετών και όντας ακόμα μαθήτρια, βρέθηκε να πρωταγωνιστεί στην αριστουργηματική ταινία «Στην Τύχη ο Μπαλταζάρ» του Ρομπέρ Μπρεσόν, για την οποία ο Γκοντάρ είχε πει ότι «είναι στην πραγματικότητα όλος ο κόσμος σε μία ώρα και μισή».

Η αφήγηση ξεκινά από την άνοιξη του 1965: ο Μπρεσόν αναζητά την ηθοποιό που θα μπορέσει να ενσαρκώσει το ιδεώδες του για τη νέα του ταινία που θα σημάνει και μια μεγάλη αλλαγή στη θεματολογία του. Η Wiazemsky θα βρεθεί στο σπίτι του, όπου θα διαβάσει για αυτόν. Η αμόλυντη – από τα τεχνάσμα των ηθοποιών – έκφρασή της και η αγνότητα της ανήλικης κοπέλας τον γοητεύουν και κάνει τα πάντα για να πείσει την οικογένειά της (και κυρίως τον Μωριάκ) να την αφήσει να παίξει στην ταινία κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών της από το σχολείο.

Έκτοτε, η ζωή της όλη θα γίνει η ταινία: τα πρώτα δοκιμαστικά στο στούντιο της Βουλώνης, η πρώτη επαφή με τους ανθρώπους μιας ταινίας, με τα φώτα και τους ήχους των γυρισμάτων. Ο Μπρεσόν θα την πάει να διαλέξουν ρούχα για την ταινία (σε μια ξεκαρδιστική σκηνή), θα την πάει στο σινεμά για να της δείξει την τελευταία ταινία του «Δίκη της Ζαν Ντ’Αρκ» προκαλώντας σκηνή.

Έπειτα, τα γυρίσματα μακριά από το Παρίσι. Για την συγγραφέα, υπήρξαν «οι πιο ευτυχισμένες της ζωής μου. Αμέσως ένιωσα πως ήμουν στο στοιχείο μου στο σπίτι μου, με το συναρπαστικό συναίσθημα πως είχα βρει την αληθινή οικογένειά μου, αυτήν που θα μου επέτρεπε επιτέλους ν’ανοίξω σαν λουλούδι».

Πέρασε το καλοκαίρι στο ίδιο σπίτι με τον Μπρεσόν, κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο, ήταν διαρκώς μαζί του ακόμα και στις σκηνές που δεν έπαιζε. Ο σκηνοθέτης γινόταν ασφυκτικός, την απομάκρυνε από τους υπόλοιπους, την υπέβαλε σε νοητικές διαδικασίες που εκείνη δεν αντιλαμβανόταν με σκοπό να βγάλει από αυτήν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αυτή ήταν η περίφημη μέθοδός του, να πλάθει και ξαναπλάθει τον ηθοποιό, μέχρι αυτός να γίνει ένας άλλος, παραμένοντας συγχρόνως ο εαυτός του. Τότε, η ψυχή ξεπροβάλλει πραγματικά, εμφανίζεται, τη βλέπουμε, θα μπορούσαμε να την αγγίξουμε.

wiazemsky
Η Wiazemsky ανακαλύπτει ενστικτωδώς την τέχνη της ηθοποιού. Τη βλέπουμε να νιώθει αυτή την άγνωστη χαρά της ερμηνείας, τον αυτοσχεδιασμό, την παύση, το βλέμμα, τη χροιά της φωνής. Αλλά παράλληλα, ανακαλύπτει και τον εαυτό της. Κάνει πρώτη φορά έρωτα ένα Σαββατοκύριακο με έναν από τους ηθοποιούς της ταινίας. Θαυμάζει και πλατωνικά ερωτεύεται τον Μπρεσόν που μοιάζει με «ιππότη του Μεσαίωνα». Συναναστρέφεται τους συναδέλφους της και τα μέλη του συνεργείου, δίνει συνεντεύξεις, βλέπει την φωτογραφία της σε εξώφυλλα.

Μέσα από τις δικές της μικρές στιγμές, η συγγραφέας αφηγείται και την ιστορία της ίδιας της ταινίας: τις αψιμαχίες του Μπρεσόν με τον διευθυντή φωτογραφίας του Γκισλέν Κλοκέ (ήταν η πρώτη τους συνεργασία, η οποία συνεχίστηκε για άλλες δύο ταινίες) για το φως αλλά και για την συμπεριφορά του σκηνοθέτη προς την ανήλικη ηθοποιό, τον φόβο των ηθοποιών για τον Μπρεσόν αλλά και την αναγνώριση της μεγαλοφυϊας του, τις περιπέτειες με τον έτερο πρωταγωνιστή (τον γαϊδαρο Μπαλτάζαρ), τις επισκέψεις των παραγωγών και του Γκοντάρ (που είδε την Wiazemsky στο εξώφυλλο μιας εφημερίδας και την ερωτεύτηκε σφόδρα), τη σκληρή συμπεριφορά του Μπρεσόν προς τον συγγραφέα Πιερ Κλοσόφσκι που συμμετείχε ως ηθοποιός στην ταινία.

Το «Κορίτσι» διαβάζεται ως λεύκωμα ενηλικίωσης, ως φόρος τιμής στον Μπρεσόν και ως ημερολόγιο της ταινίας.


Εκδόσεις Πόλις