Από την Sylvia Plath ως τον Καρυωτάκη και από τον Baudelaire μέχρι τον Leonard Cohen, ο Θάνος Ανεστόπουλος διένυσε τις αποστάσεις της ποίησης με ένα μαεστρικό, ισόρροπο τρόπο με πλοηγό του τον άσβεστο, θυελλώδη, μεγαλύτερο-από-τη-ζωή, καταραμένο ρομαντισμό του. Από τις πιο ιδιοσυγκρασιακές περιπτώσεις καλλιτέχνη που γνώρισε η νεότερη μουσική ιστορία του τόπου  (μόνο ο Νικόλας Άσιμος, η Κατερίνα Γώγου και ο Παύλος Σιδηρόπουλος έρχονται στο νου ως αντιστοιχίες), ο Ανεστόπουλος μέσα από τα Διάφανα Κρίνα εξέφρασε τον σκοτεινό εκείνο κόσμο των σκιών που παραμένει απάτητος και εν πολλοίς αχαρτογράφητος από την πλειονότητα των καλλιτεχνών. Και το έκανε με μια απίστευτη τόλμη και αυταπάρνηση, σαν κάθε φορά που έβγαινε στη σκηνή να ήταν η τελευταία του. Ο Θάνος Ανεστόπουλος δεν κρατούσε τίποτα για τον εαυτό του. Και αυτό «δίνει» τον γνήσιο καλλιτέχνη, αυτόν που η πρωτογένεια της έμπνευσής του μπορεί να είναι βάρβαρη και τρυφερή ταυτόχρονα, καταστροφική και αναζωογονητική. Μεταστατικός καρκίνος στα οστά, δε σημαίνει τίποτα μπροστά στον ανίκητο στίχο του Ανεστόπουλου. Τίποτα απολύτως. Η ασθένεια έμοιασε με μια θορυβώδη παρεμβολή στην ορμή της μούσας του. Και παραμένει ένα «τίποτα» αυτός ο καρκίνος, μια νικημένη κούρσα καταστροφής.

«Κάποιος είπε πως θα έρθει μία μέρα
που τα δάκρυα θα στεγνώνουν στον αέρα
και ο κόσμος θα διαλέξει ένα ταξίδι
στης αγάπης την πλατιά μεγαλοσύνη»

Αυτό έκανε ο Θάνος, επέλεξε ένα ταξίδι στης αγάπης την πλατιά μεγαλοσύνη, αυτό είχε επιλέξει από τις απαρχές της πορείας του και αυτό θα επέλεγε ξανά αν με κάποιο τρόπο ξαναβρισκόταν ανάμεσά μας, ένας αθεράπευτος θηρευτής της αγάπης, ένας αυθεντικός εκφραστής του συναισθηματικού κενού που χάσκει σε όλους, μόνο που αυτός επέλεγε να το παρατηρεί. Επιλέγει να το παρατηρεί. Εκεί στην άλλη πλευρά έχει ήδη καπαρώσει στο μαρμάρινο μνήμα του τον τίτλο του άρχοντα του μεσογειακού γοτθισμού – φαντάζομαι ο Λόρδος Βύρωνας θα νιώθει δικαιωμένος που η «αγάπη θα ανθίσει απ’ τον σπόρο που στο χιόνι είχε κρύψει».

Μνήμη δυνατή και μόνιμη στα χρόνια, Θάνο.