001-orestis_andreadakis-journalist-cinema_magazine-athens-september_2013-gerasimos_domenikos-fosphotos-popaganda.jpg

ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Ποιες δυσκολίες συναντήσατε φέτος προετοιμάζοντας το φεστιβάλ; Όπως πέρυσι και πρόπερσι, το βασικό πρόβλημα ήταν τα χρήματα. Είναι πια πολύ δύσκολο να βρεις χορηγούς. Και παλιότερα δεν ήταν εύκολο, αλλά μέσα σε λογικά πλαίσια. Τα τελευταία δύο χρόνια το πράγμα όμως έχει ζορίσει πολύ. Εμείς παρόλα αυτά είχαμε την τύχη και πέρυσι στο Open Air και φέτος στις Νύχτες Πρεμιέρας, να έχουμε το ΕΣΠΑ. Το φεστιβάλ γίνεται με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ. Αυτό ήταν μια τεράστια ανάσα για εμας. Υπάρχουν βέβαια και οι παλιοί χορηγοί, όπως ο ΟΤΕ που μας στηρίζει εδώ και εφτά χρόνια.

Πόσο εύκολο είναι να κλείσεις μια ταινία συγκριτικά με 4 χρόνια πριν που τα λεφτά υπήρχαν, τώρα που δεν έχουμε μία; Ποτέ δεν ήμασταν σπάταλοι, πάντα στήναμε το φεστιβάλ με λίγα χρήματα. Σε σύγκριση με άλλα μεγάλα φεστιβάλ, ας πούμε της Θεσσαλονίκης, είχαμε το 1/10 του budget, οπότε είχαμε μάθει πάντα να κάνουμε ένα συμμαζεμένο προϋπολογισμό και να μην ξοδεύουμε άσκοπα. Κάναμε πάντα φοβερά παζάρια για τα ενοίκια ταινιών. Το ενοίκιο της κάθε ταινίας κοστίζει περίπου 1.500 ευρώ. Εμείς κάνουμε παζάρια και το κατεβάζουμε ακόμη και στα 300. Πολλές φορές, πάντως, πετυχαίνεις κάποιον παραγωγό ή ξένο διανομέα που είναι φιλέλληνας, όπως έγινε φέτος με μια ταινία που παίξαμε στο Open Air και μας έστειλαν ένα τρομερό γράμμα, που έλεγε «για τους φίλους μας στην Ελλάδα που αντιστέκονται, κόντρα στη Χρυσή Αυγή, δε θα σας πάρουμε ενοίκιο». Ήταν για την ταινία Ένα Φονικό Καλοκαίρι.

Ο φιλελληνισμός σε ό,τι έχει να κάνει με τον κινηματογράφο μας καλά κρατεί δηλαδή; Ναι, όλα τα φεστιβάλ, μικρά και μεγάλα, ψάχνουν ελληνική ταινία. Ενώ παλιά αν δεν τύχαινε να πέσει ελληνική ταινία στα χέρια τους, δεν την έψαχναν.

Αυτό πώς πιστεύεις ότι έχει επηρεάσει τους Έλληνες παραγωγούς και σκηνοθέτες και εν γένει τον ελληνικό κινηματογράφο; Καταρχήν, πλέον υπάρχουν Έλληνες παραγωγοί, οι οποίοι κάνουν σοβαρά τη δουλειά τους. Είναι νέα παιδιά συνομήλικα με τους δημιουργούς, που τους παίρνουν απ’ το χέρι και βγαίνουν στις αγορές και χτίζουν την ταινία μαζί. Αυτό είναι πρωτοφανές. Μετά, μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, οι Έλληνες δημιουργοί έχουν οξύνει την αντίληψη τους. Είναι καλύτερη γενιά από τις προηγούμενες, πιο μορφωμένη, πιο ταξιδεμένη. Δεν ξέρω τι τους βάζουν στο νερό, αλλά είναι καλύτερη. Και οι ταινίες τους δεν κάνουν επιτυχία μόνο στα φεστιβάλ, αλλά αγοράζονται κιόλας, κάποια στο Λονδίνο, κάποια στο Παρίσι, κάποιες ακόμη και για την τηλεόραση.

Πέρυσι είπες ότι το να κάνεις ένα φεστιβάλ την περίοδο της κρίσης είναι μια πράξη πολιτική. Φέτος τι πράξη είναι; Νομίζω ότι είναι μια πράξη αγάπης πια. Γι’ αυτό κάνουμε και το Open Air. Φέτος μάλιστα το ξανακάναμε με πολύ λιγότερα λεφτά και ακόμη περισσότερες, δωρεάν πάντα, προβολές.

Τρεις μήνες το Open Air. Αν προσθέσεις και τις Νύχτες, είναι σαν να κάνεις το 1/3 του χρόνου φεστιβάλ… Τώρα που το λέτε… Φέτος κάναμε το Open Air με την υποστήριξη του ΕΟΤ.  Αυτό μπορεί να παίξει και ένα ρόλο στο να δώσεις ένα μικρό κίνητρο στον τουρίστα να καθίσει ένα βράδυ στην Αθήνα, από τον πιο πλούσιο τουρίστα που έχει αρχίσει να ψωνίζει στην Αθήνα, διότι είναι πολύ πιο φτηνά και έχει και επιστροφή φόρου, μέχρι τον πιο κουλτουριάρη που αρχίζει να ανακαλύπτει ότι το Athens by Night δεν είναι μόνο το μπουζούκι και όλ’ αυτά τα φολκλόρ. Μπορεί να πάει στο δικό μας φεστιβάλ, στο φεστιβάλ Αθηνών, να πάει στο Ηρώδειο, να πάει σε μια συναυλία, να δει μια παράσταση. Στο Open Air είχαμε πάρα πολλούς τουρίστες. Μου έκανε τρομερή εντύπωση που ήταν κάτι Ρώσοι από το βαθύ Βορρά του ψύχους και μου είπαν «δεν φανταζόμασταν ότι είναι τόσο ωραίο να βλέπεις σινεμά έξω».

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Ποιος είναι ο φετινός τίτλος του φεστιβάλ; Memini ergo sum. Θυμάμαι άρα υπάρχω. Είναι μια μικρή παραλλαγή της φράσης του Ντεκάρτ, «Σκέφτομαι άρα υπάρχω». Έχει να κάνει με όλα αυτά που συμβαίνουν, με όλ’ αυτά που φοβόμαστε. Πιστεύω ότι ο τρόπος που μπορούμε να αντισταθούμε είναι η μνήμη. Να θυμηθούμε τι έγινε στη Γερμανία το ’30, πώς ανέβηκε ο Χίτλερ, τι έγινε στο Βιετνάμ, στην Κορέα, τι σημαίνει ολοκληρωτισμός στη Σοβιετική Ένωση του ’30 και του ’50.

Δεν τα θυμόμαστε όλα αυτά; Όχι, αν τα θυμόμασταν δε θα ήταν έτσι η κατάσταση.

Δεν είναι και μια ευκολία πλέον το να λέμε «κοίταξε να δεις, θα βάλω μια ταινία που αφορά στον ολοκληρωτισμό στη Γερμανία γιατί έτσι πουλάω πιο εύκολα όλο αυτό το εμπόριο που υπάρχει με τη Χρυσή Αυγή, τσιμπάει πιο πολύ ο κόσμος»Όχι, είναι μια δυσκολία, γιατί συναντάς πια κόσμο κανονικό, οι οποίοι σου λένε «μπορεί να είναι και καλό να βγει η Χρυσή Αυγή για δύο χρόνια, να καθαρίσει η Αθήνα, να φύγουν όλοι οι βρωμιάρηδες και μετά θα είμαστε καλά». Αν ανατρέξετε σε εφημερίδες εποχής, αυτό ακριβώς έλεγαν αυτοί που υποστήριζαν τον Χίτλερ και δεν ήταν ναζιστές. Έλεγαν «ντάξει μωρέ δεν είναι τόσο κακά τα πράγματα. Θα διώξει τους κωλοεβραίους και μετά θά ‘μαστε μια χαρά». Δεν το θυμόμαστε όλο αυτό. Γιατί τώρα λέμε «πώς είναι δυνατόν και οδηγηθήκαμε σε αυτή τη φρίκη;», αντί να διαβάσουμε άρθρα σοβαρών διανοούμενων για τη χιτλερική εποχή και να θυμηθούμε αν μη τι άλλο ότι τον Χίτλερ τον ψήφισε ο κόσμος, δεν έκανε πραξικόπημα.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΣΙΝΕΜΑ

Αυτή τη σεζόν ποια είναι η κινηματογραφική τάση που θα επικρατήσει; Με τι καταπιάνονται οι δημιουργοί; Δεν πιστεύω ότι υπάρχει μια μόνο τάση. Πας στις Κάννες και βλέπεις κάτι, τρεις μήνες αργότερα πας στο Λοκάρνο και βλέπεις κάτι τελείως διαφορετικό, τον επόμενο μήνα πας στη Βενετία και βλέπεις κάτι άλλο. Είναι πια τόσο πολλά πράγματα, ειδικά στον κινηματογράφο αλλά και στη μουσική και στη ζωγραφική που δεν μπορείς να πεις ότι υπάρχει μια τάση.

Θα έχουμε μια καλή χρονιά φέτος; Ναι, νομίζω ότι αυτό έχει ήδη φανεί.

Το ότι πάτωσαν όλα τα χολιγουντιανά blockbusters το καλοκαίρι έχει καμία σημασία; Δε χαίρομαι όταν πατώνει ένα blockbuster που δεν μου άρεσε, γιατί επηρεάζει όλο το κύκλωμα. Την αίθουσα, αυτόν που τη δουλεύει, το γραφείο διανομής, που αν του πάει πολύ καλά ένα blockbuster θα πάρει και τρεις ανεξάρτητες. Μόνο σε περιόδους που υπήρχε άνθηση της κινηματογραφικής βιομηχανίας ανθούσε και ο ανεξάρτητος κινηματογράφος. Σε σχέση και με αυτό που λέγαμε πριν, ότι κάνουμε σχεδόν 4 μήνες φεστιβάλ, αυτό είναι ένα άλλο μότο που έχουμε, ότι τα φεστιβάλ δεν μπορούν να είναι πια φεστιβάλ με την παραδοσιακή έννοια. Όπως είχα πει και σε μια ομιλία στο Πάντειο, έχει έρθει «το τέλος των φεστιβάλ και η αρχή των πόλεων». Δε μπορούν πια ούτε τα κινηματογραφικά, ούτε τα θεατρικά, ουτε τα μουσικά φεστιβάλ να είναι μια πολυτέλεια 10 ημερών μιας προνομιούχας γειτονιάς happy few, οι οποίοι μπορούν να πληρώσουν ένα εισιτήριο και να δουν πρώτοι ή κατ’ αποκλειστικότητα αυτό που τους έχεις φέρει. Πρέπει να απλώνεται σε όλη την πόλη, σε μια μεγάλη περίοδο χρονική και να είναι παρεμβατικό. Στις γειτονιές, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, να είναι παντού. Γι’ αυτό κάναμε το Open Air, γι’ αυτό θέλουμε και σχεδιάζουμε αν μπορούμε να βρούμε λίγα λεφτά να κάνουμε και το χειμώνα τέτοια πράγματα.

Πώς διαισθάνεσαι εσύ τι θέλει να δει η Αθήνα; Η πόλη θέλει μια ελπίδα. Δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε να του τη δώσουμε, αλλά αυτό προσπαθούμε. Να δώσουμε μια ελπίδα, ένα φως μες στο σκοτάδι.

Πέρυσι που ήταν μια δύσκολη χρονιά κοινωνικά μιλώντας κι εσείς προσφέρατε 2.000 εισιτήρια σε ανέργους, αλλά και προνομιακές τιμές εισιτηρίων σε πολλές προβολές. ΦέτοςΤο ίδιο είναι. 2.000 προσκλήσεις σε ανέργους, η τιμή των εισιτηρίων παραμένει ίδια εδώ και πολλά χρόνια, οι κάρτες διαρκείας με 50% έκπτωση κλπ. Βέβαια είναι πολύ περισσότερα από 2.000 τα δωρεάν εισιτήρια, είναι σχεδόν τα τριπλά. Εγώ έχω πάντα στην τσέπη μου έναν πάκο με προσκλήσεις και όποιος μου ζητήσει του δίνω. Δεν πάμε να βγάλουμε λεφτά από το φεστιβάλ. Εξάλλου τα εισιτήρια είναι ένα πολύ μικρό έσοδό του.

Αττικόν και Απόλλων, άλλη μια χρονιά εκτός… Μεγάλη απώλεια. Δεν ξέρω τι θα γίνει. Έχω ακούσει από την πολεοδομία και το συμβούλιο μνημείων ότι το ίδιο το σινεμά δεν έχει τρομερά προβλήματα, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστεί το γενικότερο πρόβλημα στατικότητας του κτιρίου.

ΤΟ ΦΕΤΙΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

http://youtu.be/pdjhECFW1n8

Είπες πριν ότι είναι δύσκολο να εντοπίσεις πλέον ένα μεμονωμένο κινηματογραφικό κίνημα, όπως παλιά που θα έβλεπες τον Γαλλικό Ποιητικό Ρεαλισμό ή τον Ιταλικό Νεορεαλισμό. Θα υπάρξουν ευκαιρίες στο μέλλον να υπάρξουν τέτοια κινήματα στον Κινηματογράφο; Σίγουρα, η Τέχνη κινείται πάντα σε κύκλους. Αλλά ένα τέτοιο ας το πούμε κίνημα, το οποίο δεν έχει τα χαρακτηριστικά του κινήματος είναι το Νέο Ελληνικό Ρεύμα, που είναι πολύ ιδιαίτερο. Δεν είναι όπως ο Ιταλικός Νεορεαλισμός, ούτε καν όπως ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος την εποχή του Αγγελόπουλου. Είναι πολύ πιο πλατύ και ευρύ, αλλά σα ρεύμα υπάρχει. Το συζητάει όλος ο κόσμος και σου λέει «ναι, θέλω μια ταινία απ’ το Νέο Ελληνικό Ρεύμα», σε όλα τα φεστιβάλ.

Στις 4 από τις 5 ειδικές προβολές διακρίνουμε έναν τόνο μάλλον γλυκόπικρο. Το The Tin Drum και το King of Comedy μιλούν για κάποιους κοινωνικούς παρίες, που χάνονται μέσα στις ψυχώσεις τους. Βλέπουμε στο Long Goodbye και το Όλγα Ρόμπαρντς στοιχεία σχετικά με την αστική αποξένωση. Σημεία των καιρών ή σύμπτωση; Εδώ θα πρέπει να πω αυτό που είχε πει ο Τζον Φορντ στον Μπογδάνοβιτς όταν του έπαιρνε συνέντευξη και του είπε «βλέπω στο έργο σας τον άνθρωπο που αποξενώνεται» και του λέει «όχι, όχι. Cut!». Τυχαίο είναι. Η προβολή της Όλγα Ρόμπαρντς είναι φόρος τιμής στον Βακαλόπουλο που φέτος συμπληρώθηκαν είκοσι χρόνια από τον θάνατό του, το The Tin Drum έχει καινούρια κόπια και μπορέσαμε να καλέσουμε τον Σλόντορφ, που είναι φίλος με τον Περάκη, γιατί έχει κάνει τα σκηνικά στο …Drum. Κάποια πράγματα είναι λίγο τυχαία.

Μιλήσαμε για ένα memini, ergo sum. Συνδέεται καθόλου με την προβολή του Our Hitler: A Film from GermanyΒέβαια! Ξαφνικά κάποια στιγμή την ξαναείδα, γιατί διάβαζα ένα κείμενο που είχε γράψει ο Βασίλης Ραφαηλίδης γι’ αυτήν την ταινία κι από κει αρχίσαμε να χτίζουμε όλο αυτό το πράγμα. Είναι ένα συγκλονιστικό έργο, δεν ξέρω ποιοι θα έχουν την υπόμονη να το δουν ολόκληρο, τους το προτείνω όμως. Είναι 8 ώρες, θα παιχτεί μια φορά ολόκληρο και μια σε δύο μέρη. Αλλά είναι μια μοναδική εμπειρία, ειδικά στη μεγάλη οθόνη, γιατί είναι ένα έργο που έχει μέσα τα πάντα: φιλοσοφία, ποίηση, θέατρο, κουκλοθέατρο, πολιτική.

Άρι Φόλμαν και Ζορζ Φρανζί. Γιατί αποφασίσατε να κάνετε δύο αφιερωμάτων στις συγκεκριμένες περσόνες; Ο Φρανζί ένας σκηνοθέτης που ανέκαθεν λάτρευα, τον είχα δει παλιά στο Παρίσι και είχα πάθει την πλάκα μου. Μολονότι ήταν συνιδρυτής της Γαλλικής Ταινιοθήκης, οι ταινίες του υπήρχαν σε ελάχιστες κόπιες και πολύ σπάνια τις έβρισκες. Ένα μεγάλο μέρος από αυτές ήταν μόνο δεκαεξάρες. Μετά είχαμε ένα πρόβλημα με την Ταινιοθήκη γιατί μια φορά που μας είχαν δώσει μια κόπια την είχαμε καταστρέψει και μας έβαλαν στη Μαύρη Λίστα. Είναι όλα τυχαία. Οπότε φέτος έληξε η Μαύρη Λίστα, έγιναν και κάποιες τανίες του restoree, οπότε βρήκαμε την ευκαιρία. Ο Φόλμαν είχε καινούρια ταινία στις Κάννες, που μας άρεσε πάρα πολύ, και ήταν μια ευκαιρία να δούμε και τις άλλες ταινίες, διότι ναι, ξέρουμε μόνο το Βαλς με τον Μπασίρ, άλλη μια ταινία που συνδέεται με τη μνήμη πάρα πολύ έντονα, με το τι είναι ο πόλεμος, τι είναι να θυμάσαι μέσα στον πόλεμο, τι είναι να ζεις θυμόμενος τι είχες κάνει συμμετέχοντας σε μια σφαγή.

Θα προβάλλετε και την πρώτη του ταινία που είναι μικρού μήκους. Ναι, η οποία ταινία υπό το πρίσμα αυτών που συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή είναι τρομερά επίκαιρη.

Ο κινηματογράφος του Βάρμερνταμ είναι ένας κυνικός, πικρόχολος. Πώς ανταποκρίνεται στη σημερινή πραγματικότητα; Είχαμε παίξει άλλη μια ταινία του παλιά, το Γκαρσόνι και μας είχε αρέσει πολύ. Μετά τον ξεχάσαμε, και ξαφνικά είδαμε φέτος την καινούρια του ταινία Borgman στις Κάννες. Συνήθως όλοι μετά τις προβολές είτε είναι ενθουσιασμένοι, είτε απογοητευμένοι το ξεπερνάνε και λένε «πάμε να φάμε τώρα». Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση έλεγαν εκστασιασμένοι «Τι είδαμε; Τι ήταν αυτό ακριβώς; Τι συνέβη;». Τον συναντήσαμε λοιπόν μετά και ξαναείδαμε όλες τις ταινίες του. Μου έκανε εντύπωση που τις μοιράσαμε και στα νεότερα παιδιά και αυτοί έρχονταν την άλλη μέρα στο γραφείο και μας έλεγαν «είδα χθες μια ταινία του Βάρμερνταμ… τι είδα ακριβώς;».

Αυτό το «Τι είδα ακριβώς;» θα γίνει φέτος με το Δολοφόνο που φορούσε κιλοτάκι ή με το Βαθύ ΛαρύγγιΘα σας πω ακριβώς πώς έγινε η επιλογή του Δολοφόνου. Κυκλοφορούσαμε στην αγορά με έναν πολιτειακό παράγοντα, ο οποίος κάποια στιγμή σταματάει σε ένα περίπτερο γιαπωνέζικο και λέει «Κοίτα αυτήν την αφίσα!». Κοίταξα λοιπόν και φώναξα «δεν το πιστεύω!» Την ανακάλυψε δηλαδή ένας άνθρωπος που δε θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί κανείς ότι θα έπεφτε το μάτι του πάνω σε κάτι τέτοιο. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ.

INFO

www.aiff.gr

18-29 Σεπτεμβρίου 2013

Κινηματογράφοι:

Δαναός 1 & 2 (Κηφισίας 109, τηλ. 210 6922655)

Ιντεάλ (Πανεπιστημίου 46, τηλ. 210 3826720)

Opera 1 & 2 (Ακαδημίας 57, τηλ. 210 3622683)

Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά Οδός 48, τηλ. 210 3609695)