popaganda_lost_2

Ο Παναγιώτης Μένεγος γράφει το κείμενο που χρωστάει στον εαυτό του για το άδοξο φινάλε του Lost.

Όλοι χωρίζουν. Ή θα χωρίσουν κάποια στιγμή. Ας μην έχουμε αυταπάτες, ο χρόνος φέρνει κούραση, η κούραση φέρνει φθορά, η πολυγαμία είναι φυσική επιλογή (που λέει κι ένας φίλος), άσε που καμιά φορά έχουμε παρεμβάσεις από εξωθεσμικά κέντρα όπως ο Κάτω Κόσμος ή ο Άνω Ουρανός, όπως το προτιμάτε εγώ δεν κρίνω. Τι έχει λοιπόν σημασία; Να κρατήσεις τα καλά, δηλαδή αυτά να υπερτερούν και να μη νιώθεις ότι έχασες τον χρόνο σου. Ειδικά αν είχες πέσει με τα μούτρα. Δεν έχω βγει εκτός θέματος, μια χαρά ξέρω γιατί μιλάω. Μιλάω για το LOST που αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 10 χρόνια από την πρώτη φορά που παίχθηκε στο ABC εξελισσόμενο σιγά σιγά σε φαινόμενο μαζικής pop φρενίτιδας (βέβαια πρέπει να δούμε πώς θα τακτοποιήσουμε την, συσκευασμένη πια, νοσταλγία τύπου «το Funeral έγινε 10», «το Dummy έκλεισε τα 20» και τα λοιπά, γιατί πλέον έχουμε μια επέτειο κάθε δεύτερη μέρα και στα 50 θα νιώθουμε μαθουσάλες).

Το LOST λοιπόν ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2010 χαρίζοντας μια τεράστια απογοήτευση σε όσους το παρακολουθούσαμε μετά μανίας. Σε όσους τσιμπήσαμε στο, ασυνάρτητο όπως αποδείχθηκε, σασπένς με το οποίο μας τάιζε αδιέξοδα για έξι σεζόν. Μετά την υπέροχη τέταρτη σεζόν (την τελευταία πραγματικά καλή), το πράγμα είχε αρχίσει να φθίνει. Και ήταν φανερό σε όλους μας, ή τουλάχιστον σε όλους όσοι είχαμε φάει το χάπι και ψάχναμε στο ίντερνετ να βρούμε τα trivia-κλεισίματα του ματιού σχετικά με την πλοκή, ότι δε θα απαντούσε όλα τα ερωτήματα. Αυτό δε μας πείραζε. Θέλαμε όμως ένα φινάλε που να σέβεται το χρόνο που είχαμε περάσει μαζί. Το mode «3 επεισόδια-σεξ-βρώμικο Μιχαλακοπούλου-3 επεισόδια κ.ο.κ.» με το οποίο είδα τον δεύτερο κύκλο σε μερικά 24 ώρα (στο κρεβάτι δε νομίζω να βελτιώθηκα, μερικά κιλάκια τα πήρα πάντως). Το τηλεφώνημα που έκανα κάτι άγρια χαράματα στο Μιχαλόπουλο μετά από ένα επεισόδιο του τέταρτου κύκλου ουρλιάζοντας «τι γίνεται ρε;». Κι άλλα ουρλιαχτά στο τέλος του τρίτου κύκλου, το παρακολούθησα με φίλους που είχαν ήδη δει το επεισόδιο και μόλις κατάλαβα τι παίζεται παραληρούσα γηπεδικά «δεν είναι flash back, είναι flash forward» όπως ο Συρίγος στο «είναι κλοπή». Το ανοιχτό στόμα όταν ο Desmond φανερώθηκε μέσα από την καταπακτή με το κλασικό “brotha”. Την αίσθηση ότι βλέπεις υπέροχη τηλεόραση όταν τελείωσε το “The Constant” (s4e05). Τον συναγερμό που ακολουθούσε στις τελευταίες δύο σεζόν, κατέβαζε ένας το επεισόδιο και το μοίραζε στους υπόλοιπους σε μια διαδικασία που δε διέφερε και πολύ από έμπορα και βαριά εξαρτημένους. Τέλος πάντων λίγο πολύ όσοι ήμασταν on board και θυμόμαστε ακόμα τους 6 αριθμούς (που μας δίνουν άθροισμα 108 είναι… μια στιγμή… 4-8-15-16-23-42) θέλαμε κάτι καλύτερο. Είχαμε πλήρη επίγνωση, ειδικά από ένα σημείο και μετά, ότι προφανώς το LOST δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τα μεγαλόπνοα μεγαθήρια τύπου Six Feet Under ή Sopranos (και μεταγενέστερα Mad Men), αλλά θέλαμε μια δικαίωση για την, ας πούμε, ένοχη απόλαυση. Όμως οι δημιουργοί της σειράς επέλεξαν να φτιάξουν ένα φινάλε οικουμενικό, δε θέλω καν να μπω σε κουβέντα ανάλυσης για το new age χριστιανικό περιτύλιγμα της τελευταίας σκηνής (μπούρδας). Προτίμησαν, όπως συνήθως, να το λήξουν έχοντας στο μυαλό τους μια αισιόδοξη –και λίγο μεταφυσική- παπαρολογία που θα άφηνε ικανοποιημένη την αμερικάνικη μεταπυρηνική οικογένεια που κάποια στιγμή αποφάσισε να συντονιστεί με τη σειρά για την οποία μιλούσε όλος ο κόσμος. Κι όλους τους υπόλοιπους, που ακριβώς επειδή είμαστε θύματα της pop culture και με αυτήν καλύπτουμε άλλα μας κενά, μας κάλεσε να βάλουμε εκεί που ξέρουμε ώρες επί ωρών με συζητήσεις για θεωρίες αλλά και την «εξωσχολική δραστηριότητα» για να βρούμε τις λογοτεχνικές αναφορές ή τα έξτρα στοιχεία που θα έδιναν απαντήσεις. Το φινάλε του LOST είναι κλασική εφαρμογή της θρυλικής ρήσης του Johnny Rotten στο τελευταίο live των Sex Pistols. “Ever get the feeling you’ve been cheated?”. Κακό πράγμα μια σχέση έξι ετών να σου αφήνει μόνο αυτό το ερώτημα.

line-630
popaganda_lost_1

Η Λίνα Ρόκου ήταν άρρωστη με το Lost το 2010. Μετά της πέρασε. 

Τον Μάιο του 2010, λίγες ημέρες πριν την προβολή του τελευταίου επεισοδίου του Lost έγραψα ένα κείμενο. Όχι επειδή μου το ζήτησε κανείς, ούτε με σκοπό να δημοσιευθεί κάπου, αλλά επειδή πολύ απλά ήμουν άρρωστη με το Lost. Μεταξύ άλλων είχα γράψει:

Ένα βράδυ του Αυγούστου του 2006 είχα ξεμείνει στο σπίτι και μάλλον είχα κλασικά δουλειές να κάνω –δουλειές που βαριόμουν μέχρι αηδίας. Η τηλεόραση ανοιχτή έπαιζε τάχα αδιάφορη στη ΝΕΤ και εγώ προσπαθούσα να βάλω μια τάξη στο χάος. Κάποια στιγμή το μάτι μου έπεσε στην οθόνη.  Η πρώτη μου επαφή με το Lost ήταν η φάτσα του Hurley κι ομολογώ ότι αμέσως κόλλησα. Ήταν το επεισόδιο με τα «Νούμερα» και κάπως έτσι ξεκίνησε η αρρώστια. Την επόμενη κιόλας ημέρα έπιασα τη σειρά από την αρχή. 

Τον πρώτο κύκλο τον καταβρόχθισα σε μια εβδομάδα. Η καρδιά μου χτύπησε δυνατά στην εμφάνιση της πολικής αρκούδας στο τροπικό Νησί (WTF?) κι από εκεί και ύστερα ανέβαλλα συνεχώς συναντήσεις με αίσθημα, φίλους και γνωστούς  γιατί πολύ απλά δεν έβγαινα από το σπίτι για να παρακολουθήσω το επόμενο επεισόδιο. Κανονικό τζάνκι, τι να λέμε τώρα; Κάπως έτσι κύλισαν και οι επόμενες σεζόν, με μένα να χοροπηδώ πάνω στο κρεβάτι και να ουρλιάζω της «πουτάνας γίνεται, της πουτάνας» όταν ο Michael σκότωσε Libby και Ana Lucia και να κλαίω με μαύρο δάκρυ όταν ο Charlie αναλογιζόταν τις πέντε κορυφαίες στιγμές της ζωής του.

Και με τούτα και με εκείνα, μέσα από ταξίδια στο χρόνο και στη λογική φτάσαμε στην έκτη και τελευταία σεζόν. Κάθομαι εδώ μπροστά στον υπολογιστή μου περιμένοντας το φινάλε και κάνοντας διάφορες σκέψεις. Αυτή που κυριαρχεί είναι ότι δε θέλω να τελειώσει ποτέ αυτή η σειρά. Δεν εννοώ βέβαια να προβάλλεται επ’ αόριστον αλλά λυπηθείτε μας, μην μας δείξετε ακόμα το τέλος. Το ξέρω ότι ακούγεται τρελό όταν ανυπομονώ απεγνωσμένα να μάθω επιτέλους τη λύση αυτού του τεράστιου γρίφου αλλά θέλω να στύψω κι άλλο το κεφάλι μου, να ψάξω κι άλλο «μα τι στο καλό εννοούσε ο Widmore με εκείνη την ατάκα που πέταξε ή γιατί ο Desmond είναι τόσο ξεχωριστός». Γι’ αυτό και ελπίζω το τέλος που θα μας δοθεί να μην μας λύσει όλες τις απορίες. Ναι, ναι καλά ακούσατε. Θέλω ένα τέλος διφορούμενο… Να το συζητώ μετά μαζί με τους άλλους κολλημένους, να ανταλλάσουμε απόψεις και τελικά ο καθένας να κρατάει αυτό που θέλει και μπορεί.

Ο λόγος που αγάπησα το Lost ήταν ότι έδωσε αξία στις στιγμές. Όταν κάτι ουσιαστικά αισιόδοξο συνέβαινε οι δημιουργοί σταματούσαν τον χρόνο και μας έδειχναν σε slow motion την χαρά αυτών των ανθρώπων και τα χαμόγελα τους. Σου έλεγε ο σκηνοθέτης: κοίτα τους, παρατήρησε τους πώς μέσα στην δυστυχία τους χαίρονται που υπάρχει ο ένας για τον άλλον, νιώσε το τι συμβαίνει αυτή ακριβώς τη στιγμή.

Θα μου πεις τόσες σκέψεις χάρη σε μια αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά; Θα σου απαντήσω ότι ο καθένας έχει την αρρώστια του. Άλλοι είναι πωρωμένοι με την Πανάθα, άλλοι γουστάρουν να γλείφουν δάχτυλα ποδιών, άλλοι βρίσκουν το νόημα της ζωής ανεβαίνοντας στο Έβερεστ. Ε, εγώ αρρωσταίνω με Lost για όλους τους λόγους που προανέφερα αλλά και για άλλους που με κάνουν να αισθάνομαι σαν να γυρνάω σπίτι μου κάθε φορά σχεδόν που βλέπω ένα επεισόδιο. Λόγους που ακόμα δεν τους έχω ανακαλύψει αλλά πού θα πάει. Θα τους βρω συζητώντας με άλλα αρρωστάκια και ξαναβλέποντας τις αγαπημένες μου σκηνές-στιγμές. Σαν και αυτή που ο Hurley και ο Sayid ψάχνοντας στον ασύρματο πέφτουν πάνω στο Moonlight Serenade. Υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από το να ακούς δίπλα στην θάλασσα παρέα με τον αγαπημένο σου φίλο ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έχουν γραφτεί για την πανσέληνο;

Πριν από λίγες ημέρες ο Θεοδόσης μου ζήτησε να γράψω ένα κείμενο με αφορμή τα δέκα χρόνια από την έναρξη του Lost, για να το δημοσιεύσουμε στην Popaganda. Έχουμε και λέμε:

Α) Καλά να πάθω αφού το έπαιζα τόσο άνετη και ωραία σχετικά με το τέλος. Μετά είδα το τελευταίο επεισόδιο και προσπαθούσα για μήνες να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν ήταν τόσο κακό. Ε, λοιπόν ήταν (εκτός από το τελευταίο λεπτό).

Β) Στην απορία του Θεοδόση για ποιο από όλα τα γκομενάκια το έβλεπα απαντώ με ένα στόμα, μια φωνή: για τον man in black Titus Welliver.

Γ) Το κόλλημα με το Lost το έχω ξεπεράσει. Πράγματι, τότε που το έβλεπα πίστευα ότι δεν θα υπάρξει ποτέ καλύτερη σειρά στην ιστορία της τηλεόρασης. Ε, μετά άρχισα να βλέπω Mad Men (σκύβει για να αποφύγει τις τομάτες από τους αμετανόητους φαν).