14_02MG_8807
Δεν είναι «μερικές γρήγορες σκέψεις» (αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό κλισέ με το οποίο ο δημοσιογράφος σου λέει κλείνοντας το μάτι ότι «το έγραψα στα γρήγορα τώρα που κινείται, αλλά δεν είμαι και πολύ σίγουρος»), αλλά κάποια πράγματα που χθες ξαναβρήκαν τις χειροπιαστές αποδείξεις του. Πέντε πράγματα, λοιπόν, που κατάλαβα από το χθεσινό πρώτο μέρος του εκλογικού έργου που θα ρυθμίσει το καλοκαίρι μας.
26_021477
α) Ότι τελικά δεν κατάλαβα και πολλά. Η ψήφος στις αυτοδιοικητικές εκλογές ήταν παραδοσιακά μια χαλαρή ψήφος, μια ψήφος διαμαρτυρίας, αν θέλετε. Με το, έστω πλασματικό, 40% (στην πραγματικότητα λόγω του χάους των εκλογικών καταλόγων είναι αρκετά μικρότερο, ιδιαίτερα υψηλό πάντως) της αποχής και τις μεγάλες μάχες να δίνονται την επόμενη Κυριακή, δεν νομίζω να βγαίνει σαφές συμπέρασμα. Τέτοιο θα βγει την επόμενη εβδομάδα που θα έχει σχηματιστεί ο αυτοδιοικητικός χάρτης και, κυρίως, θα έχει προκύψει η ετυμηγορία των εκλογών που καλώς ή κακώς (κακώς κατά τη γνώμη μου, αλλά αναπόφευκτα πέτυχε η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ) θα λειτουργήσουν ως δημοψήφισμα εθνικών εκλογών. Αυτήν την επιφυλακτικότητα της ψυχραιμίας φυσικά δεν την έδειξαν τα χθεσινά πάνελ με τους περισσότερους πολιτικούς να αποδεικνύονται για άλλη μια φορά λιγοστοί και να πανηγυρίζουν ή να πλακώνονται απολογούμενοι πριν καν πέσει η νύχτα. Το ότι δεν μπορούν να αξιολογήσουν ούτε το αντικείμενό τους, παραμένει πρωτοφανές δείγμα ανεπάρκειας.

β) Τα exit polls απέτυχαν και χθες με χαρακτηριστικότερη αστοχία τους τα πανύψηλα ποσοστά που έβλεπαν για τη Ρένα Δούρου. Το θεωρώ λογικό ή τουλάχιστον όχι ύποπτο. Δεν έχουμε πια τον μπετόν δικομματισμό του 70-80%, παίζει μεγάλη αποχή, είναι οι αυτοδιοικητικές εκλογές περισσότερο προσωποκεντρικές απ’ ότι «ιδεολογικές», η γκέλα γίνεται. Όμως, και αυτό είναι πολύ σοβαρό μιας και αποτελούν πια τον σημαντικότερο πολιτικό μοχλό της τηλεοπτικής δημοκρατίας μας, αναζητείται εισαγγελέας με αβγά για να ανοίξει την ιστορία των δημοσκοπήσεων. Που χειραγωγούν με έναν αισχρό τρόπο την κοινή γνώμη καθώς γίνονται η κολυμπήθρα στην οποία βαπτίζονται οι πιο επικίνδυνες αποφάσεις και στρατηγικές. Εδώ και τουλάχιστον μια πενταετία  συστηματικά παραμορφώνουν, όπως μπορούμε να κρίνουμε εκ του αποτελέσματος, την εικόνα, προβάλλοντας την επικοινωνιολογία εις βάρος της πολιτικής. Χαρακτηριστικότερη αποτυχία τους χθες, ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης στην Αθήνα.

ÅÕÅËÐÉÄÙÍ ÄÉÊÁÓÔÇÑÉÁ ÁÍÁÊÑÉÔÇÓ ×ÑÕÓÇ ÁÕÃÇ ÊÁÓÉÄÉÁÑÇÓ ÌÉ×ÏÓ ÐÁÍÁÃÉÙÔÁÑÏÓ
γ) Πολύ μελάνι θα χυθεί τις επόμενες μέρες και πολλά πληκτρολόγια (σαν το δικό μου) θα κακοποιηθούν με χιλιάδες λέξεις για τη Χρυσή Αυγή. Υπάρχει η «παντειακή» άποψη που κάνει λόγο για το μικροφασισμό της ελληνικής κοινωνίας  που απελευθερώθηκε με την οικονομική κρίση και θριαμβεύει με τους νεοναζί, αδιαφορώντας αν η ψήφος της είναι πια βαμμένη και με αίμα. Είναι σαφέστατα ορθή, αλλά μαξιμαλιστική. Υπάρχει και το πιο πρακτικό βραχυπρόθεσμο σκέλος που λέει ότι τη Χρυσή Αυγή θα την απομονώσεις μόνο «ταράζοντάς την στη νομιμότητα». Και εδώ παραμονεύει ο κίνδυνος να θεωρήσουμε αποτυχία τη σπουδή για δίωξη των Χρυσαυγιτών μετά  την υπόθεση Φύσσα. Καθόλου λάθος δεν ήταν. Απλά, ήταν πολύ υποκριτική. Γιατί χρησιμοποιήθηκε ως έσχατη λύση για το «θεαθήναι» του Σαμαρά, την ίδια ώρα που οι έμπιστοι του Μπαλτάκου διαπραγματεύονταν/απολογούνταν στο παρασκήνιο, προετοιμάζοντας και άλλο το έδαφος για υγρό ακροδεξιό όνειρο «της σοβαρότερης Χρυσή Αυγής». Και την ίδια στιγμή που το «οριζόντιο μαύρο κόμμα» ενισχύεται συνεχώς. Αρκεί να δείτε ποιοι καταψήφισαν και πρόσφατα την άρση ασυλίας των χρυσαυγιτών. Και δεν είναι μόνο νεοδημοκράτες. Αλλάζοντας στρατηγική ο Κασιδιάρης κι ο Παναγιώταρος, έκαναν σιωπηλή δουλειά πόρτα-πόρτα στις γειτονιές της Αθήνας και η ΧΑ από εκεί που διαλυόταν έφτασε πρώτο κόμμα στον Κολωνό και τα Σεπόλια και δεύτερο στην Κυψέλη. Και αυτό γιατί  είμαστε όλοι στον κόσμο μας. Ζούμε ανάμεσά τους* και όχι αυτοί ανάμεσά μας. Εντάξει, αυτό ξέραμε ότι ισχύει για την ζόμπι τηλεοπτική δημοσιογραφία. Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι από το μικρό ή μεγάλο βήμα μας, καταθέτουμε αποψάρες (σαν κι αυτή) ή ακόμα και ρεπορταζάρες, απλά και μόνο για να ικανοποιήσουμε το προσωπικό ή διευρυμένο ακροατήριο που συνήθως είναι το timeline μας. Ξεχνώντας εγκληματικά ότι αυτός που γράφει το «Ερχόμασται» με –αι δεν έχει twitter, ούτε ενδιαφέρεται για την ArtAthina, πόσο μάλλον για τον «νέο πολυχώρο τέχνης που σερβίρει κοκτέιλ σε μικρά ενυδρεία». Και το «στ’ αρχίδια μου» το γράφει ολόσωστα. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η Χρυσή Αυγή επιζεί (και θριαμβεύει) σε μια δημόσια σφαίρα που δεν εκφράζεται ούτε από τα παραδοσιακά, ούτε απο τα εναλλακτικά μίντια. Γιατί τα έχει απορρίψει και τα χρησιμοποιεί, μόνο την τηλεόραση δηλαδή, αποκλειστικά για την προβολή της πολεμικής.

δ)  Ο Πειραιάς του Μαρινάκη και ο Βόλος του Μπέου είναι το επόμενο στάδιο, αυτό που λέγαμε διαπλοκή. Δοκιμαζόταν χρόνια με δημάρχους τύπου Φασούλα και τώρα βρίσκει την κυνική απροκάλυπτη εφαρμογή του. Οι κολοσσοί του Ολυμπιακού συνασπίζονται, στις σακούλες της εκκλησίας με τα τρόφιμα μπαίνουν και ψηφοδέλτια (ο Μητροπολίτης Σεραφείμ άλλωστε λέγεται ότι είχε την ιδέα), εκπαιδευτικές ημερίδες εξελίσσονται σε προεκλογικά σόου με μαθητές να φωνάζουν συνθήματα (άλλωστε και ο υπουργός Αρβανιτόπουλος συμπαθεί την κίνηση κρυφοφανερά από το κόμμα του), «ο Πειραιάς είναι πάντα νικητής» και ο Τάκης Τσουκαλάς οργανώνει κερκίδα πια και σε εκλογικά κέντρα. Όλα μοιάζουν βγαλμένα από την τοιχογραφία της οργανωμένης διαφθοράς στις σελίδες του Ιζζό ή του Σαβιάνο και μένει ένα σύνθημα, το περίφημο «No Politica» να αναρωτιέται (ή να απαντά;) στο γιατί η Χρυσή Αυγή στον Πειραιά είναι συγκριτικά χαμηλά στο 5%.

ε) Μέσα σε όλα αυτά υποτιμάται το αμοράλ ντελίριο του Βενιζέλου που μας είπε χθες μέσω της «Καθημερινής» να διαλέξουμε «Ελιά ή περιπέτειες». Ο πολιτικός άνδρας που εργάστηκε όσο κανείς άλλος για το απυρόβλητο κaι ακαταδίωκτο του πολιτικού συστήματος, έχοντας πια χάσει –για όσους παρακολουθούν το μιντιακό ρεπορτάζ– και τους τελευταίους φονταμενταλιστές του, γίνεται ακόμα αμετροεπής. Ακόμα πιο απελπισμένος να διατηρήσει την καρέκλα με τον ΓΑΠ έτοιμο μαραθωνοδρόμο στη γωνία, άρα πιο επικίνδυνος.

*δανείστηκα την πανεύστοχη φράση από τον φίλτατο Μάκη Παπασημακόπουλο και ένα από τα συνηθισμένα μανηφαιστειώδη στάτους του στο fb.