Το βαρύ πυροβολικό της τελειότητας, ο υπέροχος κύριος Ντέιβιντ Λιντς που μας έχει στοιχειώσει από τις εποχές της κοπάνας από το φροντιστήριο –για να χωθούμε στο Άστυ με την ψυχή στο στόμα-, επικαιρεύει επικίνδυνα (ΔόξαΣοι) αυτές τις μέρες. Τα κατεβατά που του αξίζει να γραφτούν, θα ξεκίναγαν φτερωτά από το Καλλιμάρμαρο και θα έφταναν σε έκταση για να κάνουν τουλάχιστον 1.789.578 φορές  τον γύρο της Γης και πάλι πίσω. Ο Πίτερ τον συνάντησε κάποτε –τόσο ράντομ, όσο του αρμόζει-  στο Λος Άντζελες. Κι ενώ οδηγούσε, του φάνηκε πως τον είδε καθισμένο δίπλα σε έναν ελέφαντα. Και τράβηξε χειρόφρενο και συλλήβδην όπισθεν. Ναι σιγά που δεν θα καθόταν ο Ντέιβιντ Λιντς σε μια κεντρική  λεωφόρο του Χόλιγουντ, πλάι σε έναν γλυκούλη ελέφαντα. Μου είχε αφηγηθεί την ιστορία, χώνοντας μέσα τόνους ενθουσιασμού και σινεφιλικής υπεραναλυτικής  χουλιγκανίλας.  Πόουζ.

Και είσαι σε ποσιζιόν ντε για να πατήσεις το πλέι. Βάζεις ένα βοτκάκι. Βάζεις και λίγο πάγο. Και μια φέτα λεμονάκι μυρωδάτο. Και σκέφτεσαι. Πόσες φορές να έχει προσπαθήσει άραγε ο Ντέιβιντ να καλοφορμίσει την πλούσια κοκορίκο χωρίστρα του, να ξέρει άραγε ότι εμείς εδώ τον γηγενή μας φάιν νταμν κόφι, τον γυρνάμε τούμπα και βλέπουμε το μέλλον; Τον νοιάζουμε καθόλου εμείς οι θεατές του, ή είναι απόλυτα βολεμένος στην εκλεπτυσμένη του εσωστρέφεια και μας πάει όπου γουστάρει εκείνος;

Και πατάς το πλέι. Που περίμενες να το πατήσεις από το  χ  ί  λ  ι  α   ε  ν  ν  ι  α  κ  ό  σ  ι  α       ε  ν  ε  ν  ή  ν  τ  α    έ ν α.

Ομίχλη στο τοπίο, μετάβαση σε έναν διάδρομο, απείραχτη και πηγαία και επαρχιακή και αμερικάνικη ατμόσφαιρα. Η Λόρα Πάλμερ ωσάν Τζοκόντα Μαζορέτα, ξεπροβάλλει στο καδράκι της ατάραχη ανάμεσα στα ακίνητα τρόπαια αθλητικών διακρίσεων. Τίτλοι αρχής* (όχι που δεν θυμόσαστε τους τίτλους αρχής της Χαμένης Λεωφόρου που αλλόκοζμα αφηνόντουσαν τα φώτα νυχτός και η Καλιφορνέζικη άσφαλτος  στην φωνή του Μπάουι). Μπανταλαμέντι. Αρχίζουν να παρελαύνουν άγνωστοι. Και μετά αυτό το δωμάτιο με τους ξύλινους τοίχους που η Σέριλιν Φεν άφηνε ανενόχλητη την γοητεία της να μας έρχεται κατάμουτρα. Στη θέση της τώρα η Άσλει Τζαντ. Και ο παππουλάκης Τζέρι με το κολάν κάτω από τη βερμούδα του, να αναφωνεί ΣακΙτΣακΙτΣακΙτ, κρατώντας μπανάνα πάι (την οποία έφαγε εν τέλει).  Όσο περνάει η ώρα αντιλαμβάνεσαι το στίγμα που άφησε ο Λιντς σε ό,τι (καλό) έχουμε δει από το 1991 σε επεισόδια. Το Λιντσίζειν, έχει «λούσει» και το Λοστ και το Τρου Ντετέκτιβ (το σίζον ουάν). H σπείρα μες στην οποία μας μπλέκει αυτήν τη φορά ο Ντέιβιντ, είναι φουλ άχρονη. Είναι ένα διαρκές παιχνίδι ανάμεσα στο παρόν και το μέλλον, εκμεταλλευόμενος το διάστημα που έχει μεσολαβήσει από το 1991 ως σήμερα. Άθελά σου ψάχνεις συνεχώς να βρεις τα καινούρια πρόσωπα και να ταυτοποιήσεις τα παλιά. Κάπως να ισιώσεις το κουβάρι της αφήγησης. Το θέμα με τον Λιντς είναι ότι ποσώς τον ενδιαφέρει το αφηγηματικό κομμάτι. Ή μάλλον κομψότερα η ευθυγραμμισμένη αφήγηση. Μυστηριώδη αντικείμενα (ένας θόλος με θέα το Μανχάταν κι ένα γυάλινο κατιτίς) ξανά στο πλάνο, ολίγον σπλάτερ, το καλό το γυμνό, ποτήρια με καφέ (σαφώς), ένας φόνος, κι άλλος φόνος, διαρκείς εναλλαγές χώρων (Νέα Υόρκη, Λας Βέγκας, Νότια Ντακότα). Όλα παραμένουν εξίσου ομιχλώδη και αλλόκοσμα, συνεχίζει να κυριαρχεί αυτή η εμμένουσα αισθητική του χειρότερου εφιάλτη. 

Και στο επίκεντρο όλων αυτών, ο Έιτζεντ Ντέιλ Κούπερ. Που είναι πια κάποιος άλλος (αλλά ΠΟΛΥ ΑΛΛΟΣ. Και καθόλου έιτζεντ). Ξεπροβάλλει κυριολεκτικά σαν σύγχρονος Εξολοθρευτής (ή ξεπεσμένος ροκ σταρ), με το αντίστοιχο μουσικό χαλί, με δερμάτινο τζάκετ, με κόμη του ’80, με τις ρυτιδούλες του, με την νταρκίλα του, εντελώς κόντρα σε ό,τι τον είχαμε συνηθίσει. Και με διευρυμένες μαύρες κατήμαυρες κόρες. Των ματιών του. Όλα δείχνουν πως πάνω του θα βασιστεί η συνέχεια του πράγματος. Και κάπως έτσι θα μείνουμε με το δάχτυλο στο πλέι περιμένοντας να δούμε τι θα συμβεί μέσα στο Τουιν Πικσικό Μπλακ Λοτζ. Εκείνο με τις παχιές βελούδινες μπορντώ κουρτίνες, το γεωμετρικό πάτωμα, τα τρομπετοειδή επιδαπέδια φωτιστικά και το αρχαιοελληνικό γυμνό γυναικείο άγαλμα. Εκεί που ξαναεμφανίζεται η Λόρα Πάλμερ με μια μαύρη τουαλέτα με βαθύ ντεκολτέ και περίσσιο αισθησιασμό για να αποκολλήσει το πρόσωπό της και να το ξαναβάλει στη θέση του. Και να εμπλακούν σε διάλογο και να πουν:

-Who are you?

-I am Laura Palmer.

-But you are dead.

-I am dead. Yet I live.

*Αλήθεια εσείς παίζετε το παιχνίδι των τίτλων αρχής/ τέλους που  λέγεται ΒρεςΤονΈλληνα; Δηλαδή από κάπου θα ξεπροβάλει ο Χι κομπάρσος John Karapatakis ή η Ψι βοηθός μοντέρ Helen Palaiopoulos.