Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ POPAGANDA

To χάδι- Του Βαγγέλη Σωτήρη

Έλληνες συγγραφείς γράφουν, αποκλειστικά για την Popaganda, ένα διήγημα με αφετηρία το αγαπημένο τους ελληνικό τραγούδι.

https://www.youtube.com/watch?v=8Z1oOF37xSg

Δεν την είχε προσέξει ποτέ πριν αυτήν την πόρτα. Πολύ περίεργο. Το σπίτι το ήξερε καλά. Εδώ έμενε άλλωστε. Ένοιωσε αποπροσανατολισμένη. Δεν περίμενε από μια πόρτα τέτοια αγένεια. Άλλο να εμφανίζονται εκεί που τις περιμένεις κι άλλο να… για μια στιγμή. Αυτή η πόρτα δεν ήταν όποια κι όποια. Κάτι της θύμιζε. Την έσπρωξε απαλά και μπήκε στο σκοτεινό δωμάτιο. Έψαξε στα τυφλά τον διακόπτη και άνοιξε το φως. Ήταν μια κρεβατοκάμαρα. Η ταπετσαρία στον τοίχο έδειχνε μια σειρά από λουλούδια, λίγο ξεθωριασμένα είναι η αλήθεια, αλλά πανέμορφα. Η Σοφία ενθουσιάστηκε. Η διακόσμηση του δωματίου είχε γίνει από χέρι ανθρώπου ευαίσθητου και καλλιεργημένου. Δεν υπήρχε αμφιβολία για αυτό. Είχε μάτι, ήξερε να ξεχωρίζει. Το μέρος ήταν ζεστό και φιλόξενο. Της προξενούσε μια αίσθηση απρόκλητης οικειότητας. Ένιωσε ασφαλής. Τα δάχτυλά της χάιδεψαν το σκονισμένο γραφείο και σταμάτησαν σε μια κορνίζα. Η ηλικιωμένη κυρία κοιτούσε κάπου στο βάθος. Ήταν αρκετά γοητευτική, παρά την ηλικία της. Για τον εαυτό της δε μπορούσε να το πει με βεβαιότητα, αλλά ήλπιζε ότι και αυτή θα μεγάλωνε όμορφα. Είχε ραντεβού στο κομμωτήριο σήμερα. Οι ρίζες των μαλλιών της επέμεναν να βγάζουν προς τα έξω τον χειρότερο εαυτό τους. Το θέμα θα τακτοποιηθεί, άρα κανένας λόγος ανησυχίας. Προχώρησε διστακτικά προς την ντουλάπα. Αισθανόταν μια έξαψη σχεδόν παιδική. Σαν να εισχωρεί στο μυαλό κάποιου ξένου, με ελεύθερη πρόσβαση σε όλα του τα δεδομένα. Κοίταξε τα φουστάνια με αποδοκιμασία. Πιο πολλά χρώματα κι απ’ τη φρουτιέρα της. Αν είναι δυνατόν. Βασικά ίσως να υπερέβαλε λίγο. Τα ανοιξιάτικα καπέλα στο πάνω ράφι, είχαν γούστο. Θα άρεσαν και στον Αντρέα. Είχε και εκείνη ένα, μεγάλο και θαλασσί σαν τα μάτια της. Της το είχε πάρει στα Καμένα Βούρλα. Φύσαγε πολύ εκείνο το διήμερο. Με το ένα χέρι κράταγε το καπέλο και με το άλλο το χέρι του. Είχαν πετύχει και μια παλιά συνάδελφό του σε μια καφετέρια. Ο Αντρέας δεν την φίλησε στο μάγουλο, απλά της έσφιξε το χέρι. Η Σοφία θυμάται ότι είχε κρατήσει το χέρι της λίγο παραπάνω από το συνηθισμένο. Την πείραξε αλλά δεν το ‘κανε θέμα. Αγαπιόντουσαν πολύ οι δυο τους. Άφησε το θαλασσί καπέλο στο στρώμα και άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου. Το εσωτερικό ήταν καλυμμένο με τσόχα, λίγο ξεφτισμένη στις άκρες. Παλιό έπιπλο, στιβαρό. Γυαλιά πρεσβυωπίας και κάτι χάπια από αυτά που σου δίνουν με συνταγή. Θύμισε ανεπαίσθητα στον εαυτό της ότι δεν θα καταντούσε ποτέ έτσι. Τα γηρατειά την τρόμαζαν. Κι ύστερα ήταν κι αυτοί οι επίμονοι πόνοι στη μέση. Δεν είχε μιλήσει στον Αντρέα γι αυτό, ντρεπόταν. Αυτός να κοψομεσιάζεται όλη μέρα στη δουλειά κι αυτή να παραπονιέται για τη μέση της; Θα σχολίαζε κάτι για το βάρος του ταψιού με τα γεμιστά και θα γέλαγε. Τον ήξερε απ’ έξω πλέον. Έκλεισε το κομοδίνο και πήγε προς τον καθρέφτη. Ίσως έπρεπε να σκεφτεί να ανανεώσει την γκαρνταρόμπα της. Πάει αρκετός καιρός από την τελευταία φορά που πήγε για ψώνια. Άπλωσε μερικά φουστάνια στο κρεβάτι και άρχισε να τα προβάρει πάνω της με μικρές χορευτικές φιγούρες. Έκλεισε το μάτι στον εαυτό της. Το δωμάτιο αυτό ξαφνικά της άρεσε. Θα ερχόταν πιο συχνά. Αν την ξανακαλέσουν βέβαια. Γέλασε με τον εαυτό της. Στο σπίτι της να την καλέσουν; Κλασική αφηρημένη Σοφία. Αν δεν κουβάλαγε το κεφάλι στους ώμους της θα το ξέχναγε κι αυτό κάπου. Της το υπενθύμιζε συνέχεια αυτή η αντιπαθέστατη γεροντοκόρη. Πού την είχαν βρει; δεν θυμάται τώρα. Δεν την ήθελε πάντως. Μόνο η σκέψη της ήταν αρκετή για να εκνευριστεί. Ερχόταν κι ανακάτευε τα πράματά της, δήθεν ότι βοηθάει στο σπίτι. Δε χρειαζόταν βοήθεια. Ο χώρος έλαμπε. Φρόντιζε εκείνη γι’ αυτό. Μέχρι κι η πεθερά της, κακό ψόφο να ‘χει, δεν έβρισκε τίποτα να πει για το σπίτι. Έμπαινε μέσα και όταν νόμιζε ότι δεν την κοιτάζει κανείς πέρναγε με το δάχτυλο τα πιο ψηλά ράφια, περιμένοντας να βρει σκόνη. Αυτή θα έστειλε και τη γεροντοκόρη. Στραβά πόδια, πεταχτά αυτιά. Ποιος να γυρίσει να την κοιτάξει; Εντάξει, κι η Σοφία δεν είχε πόδια πασαρέλας, αλλά από κατακτήσεις άλλο τίποτα. Είχε έρθει ένας κύριος μια μέρα στο σπίτι και την έτρωγε με τα μάτια. Όλο ερωτήσεις έκανε. Για τον ύπνο της, την διατροφή της, τα πάντα. Τον είχε μαγέψει με τις απαντήσεις της. Φαινόταν στον τρόπο που απέφευγε το βλέμμα της. Ντροπαλός και ευγενικός. Καμία σχέση με τον Αντρέα.

Φωτογραφία του Δημήτρη Τζουκμάνη

Φωτογραφία του Δημήτρη Τζουκμάνη

Άκουσε κλειδί. Κοκάλωσε. Κάποιος έμπαινε μέσα στο σπίτι. Αποκλείεται να ήταν ο άντρας της, δεν είχε σχολάσει ακόμα. Έκλεισε την πόρτα και στάθηκε από πίσω της. «Ποιος είναι;» φώναξε. Καμία απάντηση. Κάτι μουρμουρητά μόνο. Η πόρτα του δωματίου έκανε να ανοίξει και η Σοφία έπεσε πάνω της με όλο της το βάρος. Δεν υπήρχε περίπτωση να υποχωρήσει. «Άσε με, φύγε!» είπε ξέπνοα. Τι θέλουν πια; Γιατί δεν την αφήνουν ήσυχη; «Άνοιξε μαμά!». Η φωνή ήταν ήρεμη και σταθερή. «Ποια μαμά;» Η Σοφία δεν ήξερε καμία μαμά. Ούτε ήθελε κι η ίδια να γίνει. Τα παιδιά είναι βάσανο. «Κάνετε λάθος» απάντησε ευγενικά αλλά μέσα της έβραζε. Με πιο δικαίωμα έμπαιναν στο χώρο της; Στο ίδιο της το δωμάτιο; Ναι ναι μπερδεύτηκε πριν, αλλά αυτό ήταν το δωμάτιό της. Άρα έπρεπε να είναι ασφαλής εδώ. Μόνο αυτό ήθελε. Να νιώθει προστατευμένη. Μαλώνει τον εαυτό της που ξεχάστηκε. Φυσικά και είναι δικό της το σπίτι. «Όπου να ‘ναι θα ‘ρθει ο άντρας μου!» απείλησε τον εισβολέα. «Μαμά μην ξαναρχίζεις τα ίδια, άνοιξε σε παρακαλώ, είναι ώρα για τα φάρμακά σου”. Η πόρτα έκανε να ανοίξει, η Σοφία αντιστάθηκε. Δεν ήθελε φάρμακα. Πού είναι ο Αντρέας, γιατί αργεί; Χρόνια έχει να τον δει. Πέφτει στο πάτωμα ξέπνοη. Μια γκρίζα τούφα κολλάει στο ιδρωμένο της μέτωπο. Πάλι πονάει η μέση της. Ο πόνος έρχεται ακάλεστος. Δεν συνηθίζεται. Τα παρατάει. Είναι κουρασμένη. Η γεροντοκόρη μπαίνει μέσα δειλά. Γιατί κλαίει αναρωτιέται η Σοφία. Ζαβό είναι μάλλον. Η κοπέλα την χαϊδεύει στοργικά στα μαλλιά και την φιλάει στο μέτωπο. Αφήνεται στο χάδι και ηρεμεί την αναπνοή της. Το μόνο που ήθελε πάντα, ήταν να νοιώθει ασφαλής.

Η συλλογή διηγημάτων «Πορτοκαλί Φάκελος» του Βαγγέλη Σωτήρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λέμβος.
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.