Ακόμα και η νύχτα σου μοιάζει,
η μακρινή νύχτα που θρηνεί
σιωπηλά, μέσα στα βάθη της καρδιάς,
και τ’ άστρα περνάνε κουρασμένα.
Ένα μάγουλο ακουμπάει σ’ ένα άλλο μάγουλο –
είναι μια παγερή ανατριχίλα, κάποιος
χτυπιέται και σε παρακαλεί, μονάχος,
σκορπισμένος μέσα σου, στον πυρετό σου.

Η νύχτα υποφέρει και θέλει την αυγή
φτωχή καρδιά που τρέμεις.
Ω πρόσωπο κλειστό, σκοτεινή αγωνία
πυρετέ που πικραίνεις τ’ άστρα,
υπάρχει κάποιος που περιμένει την αυγή όπως και συ
ψάχνοντας το πρόσωπό σου στη σιωπή.
Είσαι ξαπλωμένη κάτω από τη νύχτα
σαν ένας κλειστός νεκρός ορίζοντας.
Φτωχή καρδιά που τρέμεις
κάποτε ήσουν η αυγή.