Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ

Τι να φταίει άραγε;

Ο Γιώργος Σεφερτζής αναζητά τα αίτια της κακοδαιμονίας μας
Φωτογραφίες: Γιάννης Δρακουλίδης / FOSPHOTOS
fos0701809

Η προηγούμενη εβδομάδα τελείωσε χωρίς ο καπνός που βγήκε από  τη συνάντηση ΤσίπραΜέρκελΟλάντ στη Ρίγα να επιβεβαιώνει την προσδοκία επίτευξης, έστω και την τελευταία στιγμή, μίας πολιτικής συμφωνίας που θα έκανε ευκολότερη τη διαπραγματευτική προσπάθεια της κυβέρνησης.

Αντιθέτως, πίσω από τα χαμόγελα των συνομιλητών, η πραγματικότητα παρέμεινε τόσο σκυθρωπή όσο φάνηκε ότι ήταν στην αρχή της εβδομάδας, όταν όλοι καταλάβαμε πως το μέγεθος της απόστασης που μας χώριζε από τη συμφωνία με τους δανειστές μας ήταν, τουλάχιστον, ίσο του μεγέθους της προχειρότητας με την οποία, το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, ο Γιάνης Βαρουφάκης παρουσίασε στο Νίκο Χατζηνικολάου την καταπληκτική ιδέα με την οποία υποτίθεται ότι θα έκλεινε η συμφωνία για το ΦΠΑ: όσοι θα πλήρωναν με κάρτα τις αγορές τους θα είχαν μία διόλου ευκαταφρόνητη έκπτωση 3% επί του συντελεστή του. Λίγες ώρες αργότερα μαθαίναμε εμβρόντητοι ότι μία τέτοια συμφωνία ήταν απλώς ανέφικτη. Για τον απλούστατο λόγο ότι οι κοινοτικοί κανονισμοί απαγορεύουν ρητά τέτοιου είδους ρυθμίσεις (!).

 Φθάσαμε έτσι στο Σαββατοκύριακο της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, από τις χθεσινοβραδινές αποφάσεις της οποίας καταλάβαμε το μέγεθος της άλλης απόστασης που μας χωρίζει από τη συμφωνία. Είναι αυτό που ισούται προς την απόσταση που χωρίζει τις αντιπολιτευόμενες τον Πρωθυπουργό συνιστώσες από την «προεδρική πλειοψηφία» του μεγαλύτερου εκ των συγκυβερνώντων κομμάτων. Πλειοψηφία ισχυρή, αλλά όχι αρκετή να εξασφαλίσει την κομματική και κοινοβουλευτική επικύρωση της όποιας συμφωνίας θεωρηθεί από την ηγεσία της κυβέρνησης αναγκαία, είτε για να λυτρωθεί από το βρόγχο της πιστωτικής ασφυξίας, είτε για να αποφύγει την εθνική περιπέτεια ενός πιστωτικού γεγονότος, που, ακόμα κι αν δεν προκαλέσει αυτομάτως την επίσημη χρεοκοπία της χώρας, δε θα είναι αβλαβής για την αξιοπιστία της.

 Μπορεί, όμως, αν και βλαβερή, η μη καταβολή των δόσεων στο ΔΝΤ να σημάνει, παρόλα αυτά, το συναγερμό που επιδιώκει η κυβέρνηση προκειμένου, υπό την απειλή της πτώχευσης, να «φιλοτιμηθούν» οι δανειστές μας να υποχωρήσουν από τις αξιώσεις τους; Μέχρις εκείνου, τουλάχιστον, του σημείου που θα επιτρέψει στον Τσίπρα να ισχυριστεί ότι η εντός του ευρώ διάσωση της χώρας δεν έγινε με όρους επαχθείς για την κοινωνία και ταπεινωτικούς για την κυβέρνηση.

 Στο σημείωμά μου της προηγούμενης Τρίτης είχα γράψει ότι η πτώχευση της Ελλάδας και το ενδεχόμενο της αποχώρησής της από την ευρωζώνη είναι ο τελευταίος μπελάς που θα ήθελαν να βάλουν στο κεφάλι τους οι εταίροι και δανειστές μας. Έχουν πολύ σοβαρότερα και, ίσως, πιο επικίνδυνα προβλήματα να αντιμετωπίσουν. Σε μια συγκυρία που βελτιώνεται, βέβαια, κατόπιν της επιστροφής όλων, πλην της ελληνικής, των ευρωπαϊκών οικονομιών στο δρόμο της ανάκαμψης, δε λείπουν τα ζητήματα εκείνα που βαραίνουν πολύ την ατμόσφαιρα και υποχρεώνουν τις ευρωπαϊκές ηγεσίες να αναζητήσουν επειγόντως νέες λύσεις.

  • Η ανεργία παραμένει αμείωτη απειλώντας την κοινωνική συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • Η μετανάστευση τείνει να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις επαληθεύοντας τις προβλέψεις, για μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, που είχαν γίνει πολύ πριν επιταχυνθούν από τις κοινωνικές αναταραχές και τις πολεμικές συρράξεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.
  • Η προέλαση των Τζιχαντιστών του Ισλαμικού κράτους και η συνακόλουθη έξαρση της διεθνούς τρομοκρατίας θέτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτόγνωρα σε έκταση και δυσκολία ζητήματα ασφαλείας.
  • Ο ευρωσκεπτικισμός μπορεί μεν να υποχωρήσει, αν συνεχισθεί η ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών, προς το παρόν, όμως, εξακολουθεί να απειλεί το σημερινό ευρωσύστημα και τις ισορροπίες του.
  • Η προοπτική ενός δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, που θα ακολουθήσει μέχρι το 2017 τον εκλογικό θρίαμβο των Βρετανών συντηρητικών, προσθέτει έναν ακόμα πονοκέφαλο σε αυτούς που ανησυχούν για τη βιωσιμότητα και τη δυναμική της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης της ηπειρωτικής Ευρώπης.
  • Ο εκλογικός κύκλος, στον οποίο βρίσκονται Ισπανία, Γερμανία και Γαλλία, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στη λήψη παρακινδυνευμένων αποφάσεων.
  • Η πληγή που άνοιξε με τη ρωσο-ουκρανική σύγκρουση, παραμένει ανοιχτή συντηρώντας μία ακόμα εστία εντάσεων που μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να προκαλέσουν σοβαρά εσωτερικά ρήγματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δυσεπίλυτα γεωστρατηγικά προβλήματα σε ολόκληρη τη Δύση.
  • Τα σύννεφα που έχουν ξαναρχίσει να μαζεύονται πάνω από τα Βαλκάνια προμηνύουν, άλλωστε, κλιμάκωση των περιφερειακών ανταγωνισμών, με απρόβλεπτες και, ίσως, ανατρεπτικές συνέπειες για το σημερινό status quo.

 Υπ’ αυτές τις συνθήκες η Ελλάδα μπορεί, βέβαια, να σταθεί τυχερή μέσα στην ατυχία της. Όχι, όμως, εκ του ασφαλούς και όχι επειδή θα χρησιμοποιήσει με επιτυχία την απειλή της πτώχευσης. Η απειλή αυτή έχει χάσει, εν τω μεταξύ, τη διαπραγματευτική της αξία. Τους λόγους τους εξήγησα, επίσης, στο κείμενο της περασμένης Τρίτης. Αφορούν στη δραματική μείωση αυτών που σκιάζονται ή νοιάζονται για την πραγματοποίησή της.

Στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο που ο Νίκος Χριστοδουλάκης δημοσίευσε στο ένθετο «Εποχές» του χθεσινού Κυριακάτικου «Βήματος», εξηγεί πολύ καλύτερα και αναλυτικότερα τη στρατηγική όσων εκ των ιθυνόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα συμφέροντά της εξυπηρετούνται πολύ αποτελεσματικότερα από μια έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.

Αν, για μια ακόμα φορά, διαψευσθούν οι ελπίδες της κυβέρνησης να κλείσει μια οποιαδήποτε συμφωνία μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ο ορίζοντας των εκλογών θα πλησιάσει σε απόσταση αναπνοής.

 Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι στο σημερινό τους φύλλο οι «Financial Times» αναφέρουν με κεντρικό τους άρθρο ότι «οι πιστωτές της Ελλάδας έχουν αρχίσει να αγνοούν τις απειλές περί πτώχευσης πιστεύοντας ότι η Αθήνα τις χρησιμοποιεί για διαπραγματευτικούς λόγους». Ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχει η επισήμανση της εφημερίδας ότι «η Μέρκελ δεν είναι τόσο ανοικτή να βοηθήσει, όπως ήταν πριν». 

 Αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, η προσφυγή στις κάλπες ίσως να αποτελέσει τη μοναδική διέξοδο που θα απομένει στον Τσίπρα προκειμένου να προλάβει όχι μόνο την κατάρρευση της διακυβέρνησής του, αλλά και την εξαέρωση του προσωπικού πολιτικού του κεφαλαίου, χάρις στο οποίο είναι σήμερα ο πλέον δημοφιλής έλληνας πολιτικός ηγέτης. Σε αυτή την περίπτωση, το μόνο που θα απομένει να αποφασισθεί είναι ο χρόνος των εκλογών.

Αν, για μια ακόμα φορά, διαψευσθούν οι ελπίδες της κυβέρνησης να κλείσει μια οποιαδήποτε συμφωνία μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ο ορίζοντας των εκλογών θα πλησιάσει σε απόσταση αναπνοής.

Αν οι ελπίδες αυτές επιβεβαιωθούν, ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών θα εξαρτηθεί από το είδος της συμφωνίας που θα επιτευχθεί.

Αν πρόκειται για μία ενδιάμεση συμφωνία που, απλώς, θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να πάρει μία πιστωτική ανάσα για να βγάλει το καλοκαίρι και να γλιτώσει τα μπάνια του λαού, ο χρόνος των εκλογών θα μετατεθεί για το φθινόπωρο, οπότε και θα πρέπει να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση για ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα χρηματοδότησης του ελληνικού κράτους με ό,τι αυτό θα σημαίνει για το βάρος των εγγυήσεων που οι δανειστές θα ζητήσουν ενόψει ενός τρίτου μνημονίου.

 Με τα σημερινά, πάντως, δεδομένα και με τη σημερινή σύνθεσή της, η παρούσα κυβέρνηση είναι, μάλλον, απίθανο να μπορέσει να κλείσει μια τέτοια διαπραγμάτευση χωρίς να έχει εκκαθαρίσει το εσωτερικό της μέτωπο και εξασφαλίσει μία νέα λαϊκή εντολή. Πολύ δε περισσότερο, που, αργά ή γρήγορα, ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να σηκώσει το γάντι που του πέταξε η «κομμουνιστική συνιστώσα» του ΣΥΡΙΖΑ με τη δήλωση που κατέθεσε στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος. Με αυτή τον (προ)καλεί να αποδείξει ότι «η πιο βαθιά κόκκινη γραμμή είναι μια Αριστερά που δεν θα είναι κεντροαριστερά».

 Οι υπόλοιποι, πάντως, θα πρέπει να σηκώσουμε ένα άλλο γάντι. Αυτό που μας πέταξε ο κύπριος υπουργός οικονομικών με τη σημερινή συνέντευξή του στη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» περιγράφοντας την επιτυχή πορεία εξόδου της χώρας του από το μνημόνιο.

Αντιγράφω για την ιστορία τα λόγια του: «Χρειαζόμασταν την τρόικα, την καλέσαμε να μας βοηθήσει και συνεργαστήκαμε εποικοδομητικά μαζί της. Λόγω των λαθών του παρελθόντος είχαμε ανάγκη τη χείρα βοηθείας των ευρωπαίων εταίρων μας και του ΔΝΤ. Η τρόικα είναι προσωρινά εδώ. Δε θέλουμε να γίνουμε βάρος για περισσότερο διάστημα. Είχαμε εποικοδομητικές συναντήσεις, ενίοτε με διαφορετικές απόψεις».

Και συνεχίζει, αφού αναφέρει ότι δεν θα ζητηθεί η εκταμίευση όλου του ποσού βοήθειας, καθώς η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν πιο επιτυχής απ’ όσο αναμένονταν μετά από 14 τετράμηνα αρνητικής ανάπτυξης: «Αυτό δείχνει ότι δημοσιονομική εξυγίανση και δομικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία δεν οδηγούν στη βαθιά ύφεση, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι. Το αντίθετο συμβαίνει, αφήνουμε την ύφεση πίσω μας και δε θέλουμε να χρειαζόμαστε τους εταίρους. Θέλουμε να γίνουμε και πάλι ένα αξιόπιστο μέλος στην ευρωζώνη».

 Βεβαίως, ανάμεσα στην ελληνική και την κυπριακή οικονομία και κοινωνία υπάρχουν διαφορές μεγέθους και δομής που εξηγούν και την ποιοτική διαφορά της κρίσης που έπληξε τις δύο χώρες και τη διαφορά του βαθμού δυσκολίας στη διαχείρισή της.

Φοβούμαι, όμως, ότι αυτές οι διαφορές δεν είναι αρκετές για να ερμηνεύσουν από μόνες τους το γεγονός ότι εμείς εξακολουθούμε να βολοδέρνουμε στην ύφεση, ενώ οι κύπριοι αδελφοί ετοιμάζονται, για δεύτερη φορά από το 1974, να μετατρέψουν μια εθνική τραγωδία σε οικονομικό θαύμα.

Μήπως, κυρίως, φταίει μια άλλη πιο απλή, αλλά και πιο κρίσιμη, διαφορά; Η απλή, αλλά κρίσιμη, διαφορά σοβαρότητας;

 Ο Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός επιστήμονας-αναλυτής

POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.