Καταλαβαίνω την ύπαρξη βραβείων. Και εγώ υπήρξα (και είμαι ακόμα)«βραβειάκιας» – πάντα μου άρεσαν οι λίστες, οι αξιολογήσεις, τα μουσικά charts, οι λίστες με τα box-office των ταινιών, τα βραβεία του MTV, τα Όσκαρ, οι Χρυσές Σφαίρες (μόνο τα Grammy  δεν μου άρεσαν), τα βραβεία στη Βενετία, στις Κάννες, στο Βερολίνο, οι ετήσιες λίστες των περιοδικών (και μεταγενέστερα των site) με τα καλύτερα album της χρονιάς (αλλά και οι υποκατηγορίες αυτών π.χ. «τα καλύτερα folk album» κλπ), οι λίστες με τα καλύτερα album όλων των εποχών, με τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της χρονιάς και πάει λέγοντας. Επίσης για όλους εμάς που δουλεύουμε «στα περιοδικά» (που πια είναι «στα site» άλλα αν έχεις πάνω σου μια 15ετία στο χαρτί δύσκολα φεύγει η «ρετσινιά») γνωρίζουμε πολύ καλά την βεβαιότητα μιας εξίσωσης: οι λίστες πουλάνε. Ο κόσμος θέλει να διαβάζει λίστες. Είναι εύκολες, εύπεπτες, έχουν καλό χιούμορ (κάποιες), έχουν ιντριγκαδόρικα countdown, προκαλούν (δημιουργικούς) καυγάδες και διαφωνίες στις παρέες και έχουν μπόλικη κουβέντα γύρω και έξω από το θέμα (aka κουτσομπολιό).

Αλλά όπως όλα στην Ελλάδα τεντώνονται, ξεχειλώνονται, γίνονται (άνοστη) σούπα, γίνονται (άνοστα) show. Έτσι ξαφνικά γεμίσαμε και γαστρονομικά βραβεία. Τον τελευταίο χρόνο ανά διαστήματα μήνες ξεπηδούν διάφοροι θεσμοί βράβευσης εστιατορίων, άλλοι σοβαροί όπως τα FNL Awards (που μαζί με τους Χρυσούς Σκούφους του Αθηνοράματος αποτελούν τους θεσμούς με κύρος στην εγχώρια εστιατορική «βιομηχανία»), άλλοι που (άκουσον άκουσον) ο επιχειρηματίας πληρώνει για να δηλώσει συμμετοχή και άλλοι που (χωρίς να προέρχονται από οργανισμούς σχετικούς με το φαγητό) είδαν φως (και χορηγούς) και μπήκαν.

Ότι το φαγητό είναι μια σαρωτική τάση είναι δεδομένο. Όλοι ασχολούνται με αυτό, όλοι έχουν ρίξει μια ματιά στο Chef’s Table του Netflix, όλοι ξέρουν ποιος είναι ο Φεράν Αντριά και ο Μάσιμο Μποτούρα (άσχετα αν τους ρωτήσεις τι κουζίνα κάνει δεν θα ξέρουν να σου απαντήσουν), όλοι ξέρουν τον Έκτορα Μποτρίνι από την τηλεόραση σαν περσόνα (αλλά δεν ξέρουν ότι είναι ένας «τεράστιος» ιδιοφυής σεφ), τον Σωτήρη Κοντιζά από το Master Chef (αλλά δεν ξέρουν ούτε που πέφτει το Nolan) και όλοι έμαθαν πάνω κάτω τι είναι η μοριακή γαστρονομία.

Τελευταίο «κρούσμα» τα βραβεία Restaurant 100 που απονεμήθηκαν χτες το βράδυ σε μια λαμπρή τελετή (sic) στην Τεχνόπολη. Η ιδιαιτερότητα των εν λόγω βραβείων είναι ότι οι νικηφόρες λίστες προκύπτουν από τις ψήφους «100+ προσωπικοτήτων από διάφορους κλάδους του επιχειρηματικού, πολιτικού και πολιτιστικού γίγνεσθαι. Μέσα από το δημοκρατικό αυτό μοντέλο αναδεικνύονται κορυφαίες επιλογές απ’ όλη την Ελλάδα και απ’ όλους τους βασικούς τύπους εστιατορίων», όπως διαβάζουμε στο site. Δεν θα αγνοήσω τις καλές προθέσεις του θεσμού, αλλά από πότε βραβεία ειδικού τύπου δεν απονέμονται από τους καθ ύλην ειδικούς; Είναι σαν να ψηφίζουν για τα Όσκαρ όχι τα μέλη της Ακαδημίας (δηλαδή όσοι άνθρωποι εργάζονται στην βιομηχανία του σινεμά) αλλά ένα κονκλάβιο με διάφορους επιτυχημένος επιχειρηματίες, πολιτικούς και influencers (δεν θέλω καν να σκέφτομαι τα αποτελέσματα). Επίσης όσοι έχουν εμπειρία από βραβεία ξέρουν ότι το «δημοκρατικό μοντέλο» είναι συνήθως η λάθος επιλογή – και αυτό γιατί πάντα επικρατούν οι «χρυσές μετριότητες». Το έχουμε δει να συμβαίνει σε δεκάδες περιπτώσεις (π.χ. πολύ σπάνια θα δείτε να παίρνει το «βραβείο κοινού» η καλύτερη ταινία ενός φεστιβάλ). Τα σοβαρά βραβεία (κάθε είδους) παγκοσμίως προκύπτουν από μια μικρή κριτική επιτροπή ειδικών επί του θέματος που έχουν το θεωρητικό υπόβαθρο αλλά κυρίως και το πρακτικό (κοινώς έχουν πάει, δει, διαβάσει, ακούσει, πιει, δοκιμάσει το σύνολο ή τουλάχιστον την πλειοψηφία των βιβλίων, δίσκων, εστιατορίων, μπαρ κλπ που καλούνται να αξιολογήσουν). Φυσικά οι ειδικοί υπάρχουν στην κριτική επιτροπή του Restaurant 100 αλλά είναι δυστυχώς η μειοψηφία και σίγουρα όχι τόσοι ώστε να επηρεάσουν ουσιαστικά το τελικό αποτέλεσμα.

Μεγάλος νικητής λοιπόν το Funky Gourmet. Βάζω στοίχημα ότι η πλειοψηφία των κριτών δεν το έχουν επισκεφθεί καν, απλά το επέλεξαν γιατί αυτό είναι στην συλλογική γαστρονομική συνείδηση το καλύτερο εστιατόριο στην Ελλάδα. Είναι όπως τις μετρήσεις αναγνωσιμότητας των περιοδικών και ακροαματικότητας των ραδιοφωνικών σταθμών. Πάντα υπάρχει ένα (σχετικά μεγάλο) ποσοστό των ερωτηθέντων που απαντάει τι διάβασε τον προηγούμενο μήνα ή τι άκουσε την προηγούμενη εβδομάδα, σύμφωνα με την μακροχρόνια συνήθειά του ή σύμφωνα με το ρεύμα (ανεξάρτητα αν είχε διαβάσει συγκεκριμένα τον περασμένο μήνα το τάδε έντυπο ή είχε ακούσει τον δείνα ρ/σταθμό). Για να μην παρεξηγηθώ δεν εννοώ ότι το εν λόγω εστιατόριο δεν αξίζει την πρώτη θέση – είναι δεδομένα ένα από τα (4-5) κορυφαία γαστρονομικά εστιατόρια στην Ελλάδα. 

Επίσης όσο και αν χαίρομαι για την πολύ υψηλή επίδοση του Vezene, το πρώτο σοκ έρχεται με τη Ράτκα στην ένατη (!) θέση, μια εντελώς ακατανόητη επιλογή που φωτίζει με μεγαλοπρέπεια το τεράστιο πρόβλημα αυτού του θεσμού (και όχι μόνο): το γεγονός ότι το καλύτερο εστιατόριο δεν είναι αυτό που περνάμε καλά με τους φίλους μας, δεν είναι αυτό που το αισθανόμαστε πιο οικείο γιατί μας δίνουν το αγαπημένο μας τραπέζι και οι σερβιτόροι ξέρουν το όνομά μας και πόσο ψημένο μας αρέσει να τρώμε το φιλέτο, δεν είναι αυτό το συμπαθητικό καφενείο που έχει καλό τσίπουρο και 5-6 μεζέδες, δεν είναι αυτό που το απολαύσαμε με τα αλάτια στο σώμα εν μέσω μια θερινής ευδαιμονίας σε ένα νησί, δεν είναι αυτό που έχουμε ακούσει/διαβάσει ότι είναι καλό, ούτε αυτό που έχει τον περισσότερο -κοσμικό- κόσμο. Η κριτική επιτροπή δεν καλείται να ψηφίσει με γνώμονα τα προσωπικά της comfort κριτήρια (αν ήταν έτσι θα έβγαινε πρώτο το φαγητό της μαμάς ή της γιαγιάς του εκάστοτε μέλους) αλλά να κρίνει και να συγκρίνει με αυστηρούς γαστρονομικούς όρους και επιπροσθέτως να έχει επισκεφθεί μια μεγάλη μερίδα των εστιατορίων που θα έπρεπε να μπουν σε μια τέτοια λίστα. 

Παρόλο που η λίστα του Restaurant 100 περιλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος των εστιατορίων που αξίζουν να είναι εκεί, δεν λογίζεται σοβαρή λίστα που οι (συμπαθείς) Σεϋχέλλες βρίσκονται στο νο.41 (πάνω από το Oozora), το Kensho (ένα από τα top 10 γαστρονομικά εστιατόρια στην Ελλάδα) βρίσκεται στο νο.57  κάτω από το… Ergon Athens, τα πολύ σπουδαία Nolita, Αθήρι, Μαυρίκος (ένα από τα 2-3 καλύτερα εστιατόρια ελληνικής κουζίνας στην Ελλάδα) βρίσκονται κάτω από τη Μαραθιά της Τήνου και το Blue Pine της Κηφισιάς, η Τασία στην Κεφαλονιά βρίσκει μια οποιαδήποτε θέση σε αυτή τη λίστα, ενώ λάμπουν δια της απουσίας τους κορυφαία εστιατόρια της χώρας όπως το Squirrel στη Χαλκιδική (ένα εστιατόριο που ίσως προσεγγίζει τα 2 αστέρια Michelin), τα Lycabettus, Santoro, Κόκκινο Ποδήλατο, Idol, Mylos, Ovac, Selene Meze & Wine, Mikrasia, Black Rock στη Σαντορίνη, το Patio (και μη σαν μπερδεύει ότι στο νο.59 υπάρχει ένα “άλλο” Patio στο Χαλάνδρι) και το Malabar του Margi, το (μάλλον καλύτερο fusion ασιατικό στην Ελλάδα) Mr. Pug στη Μύκονο, το Water του Sani Resort, το Anassa, το Radikal και το Μαιτρ & Μαργαρίτα στη Θεσσαλονίκη, το Pomo D’ Oro και το Κάθε Πράγμα στον Καιρό του στην Κέρκυρα, το Noble και το Cesar στην Ρόδο, το Έννοια Πο’ χς στη Λήμνο, o Δουράμπεης και πάει λέγοντας. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν έχουμε 100 καλά εστιατόρια ώστε να έχουμε την πολυτέλεια να πετάξουμε έξω από μια λίστα αυτά που δεδομένα είναι εκ των κορυφαίων (όπως όλα τα παραπάνω και κάποια ακόμα).

Επίσης δεν μπορώ να χωνέψω με τίποτα το γεγονός ότι το Etrusco (ένα εστιατόριο που τόσο στους Χρυσούς Σκούφους, όσο και στα FNL Awards βρίσκεται στα τρία κορυφαία της χώρας μαζί με το Funky Gourmet και τη Σπονδή) είναι στην 20η θέση, κάτω από το (εξαιρετικό μεν, άλλης λογικής δε) Θαλασσάκι, τον Κουκούμαβλο και φυσικά τη…Ράτκα.

Αλλά το πρόβλημα δεν τελειώνει στην λίστα με τα Best 100. Στις επιμέρους κατηγορίες συνεχίζεται η τρικυμία: 
-Στους newcomers βρίσκουμε το CTC που έχει κλείσει ήδη 2 χρόνια λειτουργίας, το οποίο μάλιστα παίρνει την 10 θέση (κάτω από το Big Kahuna!), ενώ το ίδιο εστιατόριο στις  τοπ10 γαστρονομικές εμπειρίες (που μεταφράζεται ως «τα καλύτερα εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας) έρχεται τέταρτο. Άρα είναι πολύ καλό γαστρονομικά, αλλά όχι τόσο ώστε να είναι καλύτερο ακόμα και από το (πολύ καλό μεν, street food προσανατολισμού δε) Big Kahuna.
-Στην κατηγορία Bar Restaurants γίνεται η απόλυτη σουρεαλιστική ανατροπή, αφού την πρώτη θέση δεν κερδίζει ένα bar restaurant αλλά ένα wine bar (στέλνοντας στην τρίτη θέση το νο.9 του πλανήτη The Clumsies που κι αυτό δεν το λες και bar/restaurant).
-Στα top 10 casual restaurants κερδίζει ένα από τα πιο formal restaurants του αθηναϊκού κέντρου, το Zonars.
-Στην κατηγορία top 10 restaurants for families, τις δυο πρώτες θέσεις κερδίζουν η Cookoovaya και το Base Grill και την τρίτη το TGI Fridays (τι θέση έχει σε γαστρονομικά βραβεία ένα μαγαζί fast food εστίασης; – εκτός αν αυτή είναι η άποψη των μελών της κριτικής επιτροπής που το ψήφισαν σε τόσο υψηλή θέση για το που και πως πρέπει να ταΐζουν τα παιδιά τους).

Και τέλος πόσο σοβαρά μπορεί να πάρει κανείς τα βραβεία που στο επίσημο site τους αναγράφουν 4 (τέσσερις!) φορές λάθος το όνομα ενός από πιο τιμώμενα εστιατόρια του θεσμού, της Cookoovaya (αναγράφοντας το ως Cookoovaya Wine (!) Cuisine και όχι ως Cookoovaya Wise Cuisine);

*Η λίστα με τα Restaurant 100 ΕΔΩ