steve_jobs

«Ένας άντρας δεν είναι το πόσα βγάζει, αλλά το τι παράγει» («A man is not how much he makes, but what he makes») λέει σε ένα απ’ τα έντονα δραματικά στιγμιότυπα της ταινίας στον ανθρώπινο γρίφο που είναι ο Steve Jobs, η Πολωνέζα personal assistant παύλα επικεφαλής marketing, που υποδείεται με πειστική αφοσίωση κι αυταπάρνηση η Kate Winslet. Κι αυτός είναι λίγο πολύ κι ο άξονας γύρω απ’ τον οποίο κινείται το σενάριο του Aaron Sorkin: Στις δύο και κάτι ώρες της διάρκειάς της, αυτή η νέα απόπειρα αποκρυπτογράφησης ενός απ’ τα πιο διχαστικά κεφάλια του αιώνα μας, επιχειρεί να ερμηνεύσει την προσωπική κι επαγγελματική πορεία του ηγέτη της Apple, ως μια συνεχή διαμάχη ανάμεσα στο τι ήθελε να φτιάξει και στο τι (νόμιζε ότι) ήθελε να μην έχει φτιάξει.

Υιοθετώντας μια άκρως ηδονοβλεπτική, και ελαφρώς κουτσομπολίστικη προσέγγιση, ο Sorkin αναζητά τον άνθρωπο πίσω απ’ το brand βάζοντας σε άμεση αντιπαράθεση τις κεφαλαιώδεις στιγμές της καριέρας του με καθοριστικές στιγμές της οικογενειακής του ζωής, καρυκευμένες λίγο με τις σχέσεις με συνεργάτες που νόμιζαν ότι είναι και φίλοι του. Η παρουσίαση του ολότελα αποτυχημένου πρώτου Macintosh, η αντίστοιχη του επίσης αποτυχημένου Cube όταν είχε πια εκδιωχθεί απ’ την Apple, και η καθοριστική αποκάλυψη του πρώτου iMac, συμπίπτουν με ακραίες συγκρούσεις του Jobs με τη μητέρα της κόρης που δεν αναγνώριζε ως δική του, την οποία συμπαθούσε κι αποδεχόταν όλο και περισσότερο όσο την παραμελούσε η μάνα της, και την οποία αναγνώρισε ως εν μέρει έμπνευσή του, όταν εκείνη φάνηκε να του γυρίζει την πλάτη.

Ο Steve Jobs, τον οποίο υποδύεται με άνεση και φινέτσα ο Michael Fassbender σε μια χαμηλών απαιτήσεων για τα μέτρα του εμφάνιση, ήταν παιδί ορφανό το οποίο εκτός απ’ τους φυσικούς του γονείς απέρριψαν κι οι πρώτοι του ανάδοχοι, μάς λέει το σενάριο, κι εκεί εντοπίζει ο Sorkin τη δυσκολία του να αποδεχθεί ρόλο γονεϊκής φιγούρας. Η αδυναμία του να έχει τον έλεγχο εκείνου του κομματιού της ζωής του είναι κι η γεννεσιουργός του control-freak χαρακτήρα του, απ’ τον οποίο προκύπτει και το πάθος του για τα απόλυτα κλειστά και ελεγχόμενα υπολογιστικά περιβάλλοντα που ήθελε να παράξει απ’ την πρώτη στιγμή της καριέρας του, ενώ η αδιαφορία του προς τους τριγύρω του και τα αισθήματά τους, συνοψίζεται στο γνωμικό που του βάζει στα χείλη ο Sorkin για το πώς «η ανθρώπινη φύση η ίδια, είναι κάτι που πρέπει να ξεπεράσουμε». 

Αυτή η τελευταία είναι μονάχα μία απ’ τις πολλές πιασάρικες ατάκες που ξεστομίζονται κατά τη διάρκεια της ταινίας, κυρίως απ’ τον ίδιο τον Steve Jobs, κατά συνεργατών κι εχθρών που μένουνε να τον κοιτούν σα χάνοι – ο Jeff Daniels στο ρόλο του John Sculley (του CEO που ο Jobs δελέασε απ’ την Pepsi) είναι ο μόνος στον οποίο χαρίζει ο Sorkin μερικές ατάκες αντίστασης, παρουσιάζοντάς των ως ίσο απέναντι στον Jobs, αλλά κι αυτό όχι για πολύ. Η οιδιπόδεια πορεία του Jobs απ’ την σχέση γιου-πατέρα που είχε με τον Sculley, στην ενηλικίωση του δια της απόρριψης των προτύπων, κι ύστερα στην πατροκτονία δια της ολοκληρωτικής του αποδέσμευσης, είναι ο δεύτερος, παράλληλος δραματουργικός άξονας στον οποίο πατάει αυτό το σχεδόν θεατρικό δράμα τριών πράξεων που έχει στήσει ο Sorkin. Ένα δράμα πραγματικά συναρπαστικό στην παρακολούθηση, αλλά και τόσο κενό και αφελές στην ανάλυση του χαρακτήρα του, που αν το πεις παιδιάστικο θα είναι ευφημισμός.

Αυτό είναι εμφανές και στην αμηχανία του Danny Boyle να βρει τρόπο να το σκηνοθετήσει, κι είναι εμφανές από αρκετά νωρίς πως o Βρετανός θα μπορούσε κάλλιστα να το κάνει δι αλληλογραφίας, να γλιτώσει τα jet lag. Χωρίς προσωπικότητα, παλμό και στόχο, ο Boyle ακολουθεί τις εντάσσεις του σεναρίου υποδαυλίζοντάς τες με υπερβολική χρήση της υποβλητικής (και ξύπνιας στη χρήση χαρακτηριστικών Mac ήχων στα ακόρντα της) μουσικής του Daniel Pemberton. Όσο όμως κι αν κολλάει την κάμερα στο πρόσωπο του Fassbender, όταν ο Sorkin ανεβάζει τις δραματικές στροφές, την πόρτα για να μπει στο κεφάλι του ήρωα ο Boyle δεν την βρίσκει, κι αυτό υπογραμμίζει για άλλη μια φορά το προφανές με τα σενάρια ενός απ’ τους πιο πετυχημένους γραφιάδες του Hollywood: Με ψυχολογία περιπτέρου, χαρακτήρα μόνο χάρτινο μπορείς να δημιουργήσεις. Αλλά εκεί είναι βέβαια κι όλο το χαρτί.


H Popaganda τα πέρασε κι εφέτος ζάχαρη στο Λονδίνο, χάρη στην ευγενική υποστήριξη της Aegean Airlines.