14-05-12 ΚΟΛΛΑΤΟΣ 012
 

Δεν μπορούν όλα τα φεστιβάλ να είναι Κάνες, κι ακόμα και οι Κάνες δεν μπορούν να έχουν σ’ όλο τους το πρόγραμμα ταινίες για Χρυσό Φοίνικα. Αν βγάλεις απ’ τη μέση τις πέντε-δέκα ταινίες που θα έχει ένα καλό φεστιβάλ ως αιχμή των επιλογών του (κι αυτό το νούμερο σε μια καλή του μάλιστα χρονιά) όλο το υπόλοιπο πρόγραμμα αναγκαστικά θα πρέπει να γεμίσει με ό,τι πιο ανώδυνο μπορούν να συγκεντρώσουν οι προγραμματιστές. Αυτό όμως που δυστυχώς δεν εκτιμάται, είναι η τεράστια σημασία των κακών ταινιών. Των πολύ κακών όμως.

 

EkdikDionKollatos-1

Πάρε για παράδειγμα την Εκδίκηση του Διονύσου, την μεγάλη κινηματογραφική επιστροφή του Δημήτρη Κολλάτου στις αίθουσες της Θεσσαλονίκης. Γνωστός κι απ’ τον πολιτικό του ακτιβισμό, ο Κολλάτος έχει αναδειχθεί με το σπαθί του ένας απ’ τους αδιαμφισβήτητους άρχοντες της στρατευμένης κιτσερέλας, και με τη νέα του ταινία (που σε οποιαδήποτε άλλη απ’ τις χρονιές του Εϊπίδη, δεν θα είχε περάσει ούτε απ’ την εξώπορτα του φεστιβάλ) καταθέτει άλλο ένα μνημείο σκατίγουστης υστερίας και ασυγκράτητου ναρκισσισμού.

Συνθέτοντας το απόλυτο μοιρολόι για μια Ελλάδα που αυτοκτονεί πολίτη τον πολίτη (8 χιλιάδες Έλληνες έχουν αυτοκτονήσει απ’ την κρίση κι εδώθε, μας ενημερώνει ένας απ’ τους αναρίθμητους μεσότιτλους με τα αρχαιοελληνικά φόντα), ο Κολλάτος εξαπολύει επίθεση κατά παντός άρχοντος, ομοιάζει την τρέχουσα πολιτική ηγεσία με τους Έξι της Μικρασιατικής Καταστροφής, μπαίνει στο κάδρο για να τραβήξει το μοχλό της γκιλοτίνας που καρατομεί Σαμαρά, Βενιζέλο, Κουβέλη Παπανδρέου και Παπούλια, εκτοξεύει κατάρες για ολόκληρη τη γερμανική φυλή που έχει ξαναφέρει τον Καιάδα στην Ελλάδα, δολοφονεί δεύτερη φορά για παραδειγματισμό τον «Γιωργάκη Παπανδρέου», όπως τον αποκαλεί σε όλη αυτή τη δημιουργική ζαλάδα, ανασταίνει την Πηνελόπη Δέλτα για να τη βάλει να μας πει ότι περιμένει τον δισέγγονό της, Αντώνη Σαμαρά, να του απαγγείλει την ποινή του στην κόλαση (προνόμιο που τις έχει εμπιστευτεί ο ίδιος ο Χριστός, μάλιστα), την βάζει a propo να κατακεραυνώσει τους εκδότες που μοίρασαν τα βιβλία της με τις εφημερίδες, τις οποίες οικτίρει στην κάμερα ο Κολλάτος για την ανθελληνική τους άρνηση να μοιράσουν τις αφυπνιστικές του ταινίες στο λαό, και καταλήγει να αποκαλύπτει πως τίποτε απ’ όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί, αν οι συνωμότες της εξόντωσης της Ελλάδας, δεν είχαν δολοφονήσει (!) τον Χριστόδουλο την κατάλληλη στιγμή.

 Όλη αυτή η διανοητική τρικυμία, στην οποία ο Κολλάτος έχει φυσικά αναφαίρετο δικαίωμα, αυτή η μαύρη τρύπα στοιχειώδους γούστου που είναι η Εκδίκηση του Διονύσου, είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί σε οποιαδήποτε άλλη ταινία μπορεί να παιχτεί πριν, μετά, ή και παράλληλα με δαύτη. Γιατί, είναι βεβαίως, θα μου πεις, μηδενικού προϋπολογισμού δουλειά, την οποία ο Κολλάτος με θυσίες και στερήσεις κατάφερε να στήσει για να έρθει εδώ και να μας αφυπνίσει. Όμως αυτή η εμμονικά μονόπαντη και παρωχημένη αντίληψη του σινεμά ως ντουντούκα επειγόντων ασυναρτησιών, όπως προδίδεται από τα απύθμενα τεχνικά προβλήματα της ταινίας, τις αστειότητες του μιξάζ και τη διάσπαρτη καρακιτσάτη αρπακολιά, αυτή η προσβλητική αδιαφορία για κάθε έννοια κινηματογραφικής αισθητικής με άλλα λόγια, που προκύπτει από τον αθεράπευτο μεγαλοϊδεατισμό του δημιουργού της, πετυχαίνει κάτι πάρα πολύ σημαντικό για τις υπόλοιπες ταινίες του προγράμματος: καταφέρνει να ορίσει τον πάτο.