DIARY2014

Τρία, δύο, ένα, μηδέν. Ποδόσφαιρο. Έλεος. Πόλεμος στον κάτω μαχαλά, αλλά και στον πάνω. Αποστασιοποίηση. Μαρμελάδα, εργασία, αίμα και αθώωση. Χρόνια τα λένε οι αναρχικοί για τη μπουρζουά δικαιοσύνη, ας τα πει και το BBC. Μια ελληνοξεφτίλα πάνω, μια κάτω, δε βαριέσαι. Σημασία έχουν οι διακοπές, αυτό παράγει η χώρα. Δύο ενήλικες, ένα παιδί, ένα αυτοκίνητο, σ’ ένα πλοίο, πάνω-κάτω το Αιγαίο, πεντακόσια ευρώ. Κρήτη. Τάφοι και πανηγύρια. Ανάφη. Απεγνωσμένοι (κοσμο)πολίτες αναζητούν σωτηρία. Αντίπαρος. Η εκδίκηση της άσπρης καρέκλας. Σπίτια προς πώληση σε όλη την επικράτεια. Επιχειρήσεις προς πώληση. Σουβλάκι χοιρινό, πατάτες, κόκα κόλα, δέκα ευρώ. Σουβλάκι ξιφίας, φάτε, είναι είδος προς εξαφάνιση. Τραπεζικό μηχάνημα χαλασμένο κρατάει την μαγική κάρτα των λεφτών. Μάνατζερ απορεί: «άλλους πόρους δεν έχετε;». Εεε, όχι. Enter η εποχή των δανεικών. Δύσκολο. Αδερφή απλήρωτη από τους διοικητικούς του πανεπιστημίου (που πληρώνουν όμως τους εαυτούς τους), μάνα με μισή σύνταξη, φίλοι άνεργοι. Χαλασμένο παράθυρο αυτοκινήτου, εκατό πενήντα ευρώ. Συγκοινωνία προαστίων, ανύπαρκτη. Βενζίνη, περιφρούρητη. Φίλοι εκ ξενιτιάς, αγχωμένοι μέχρι αηδίας από τις νέες δουλειές, δεν αποτρέπουν άλλους φίλους από το να ζουν για να δουλεύουν. Αποκεφαλισμοί στην τηλεόραση της γιαγιάς, όμως εντάξει, το παιδί τρώει. Θρησκομανία. Αθηνοϋποσχέσεις για μιναρέδες, αντροσυριζοπαρέες σε μοναστήρια, τζιχάντ, τζιχάντ, τζιχάντ. Φίλοι με σπασμένα πόδια γιατί ο δρόμος κατέληγε σε γκρεμό. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποιεί: «Χάνεται και η μάχη» με το Έμπολα. Μια μάχη πάνω, μια κάτω, η ζωή ως πόλεμος. Ο έρωτας στα χρόνια των δανείων. Αντικαταθλιπτικά νέα γενιάς, 97,6% φυσικά συστατικά. Αναζητείται παρηγοριά στη λογοτεχνία. O Νορβηγός Karl Ove Knausgaard γράφει μυθιστορηματικά best-sellers για το που είναι αδύνατο να είσαι συγγραφέας, δηλαδή άντρας, και να σπρώχνεις καρότσια με παιδιά στη Στοκχόλμη. Μεγάλη Σκανδιναβία, ήδη τα μεταφράζουμε όλα! Καλά ρε φίλε, να σπρώξω μόνη (γίνεται αστείο αν προσθέσω “αν βρω πεζοδρόμιο στην Αθήνα»;). Αντιρατσιστικό με φλεγμονές ανελευθερίας του λόγου. Μα τι έκπληξις, από μια τέτοια προοδευτική βουλή. Ανάγνωση λόγου Σημίτη, πρωθυπουργού από 18 Ιανουαρίου 1996 ως 10 Μαρτίου 2004. «Επιδίωξή μας πρέπει να είναι να αποκτήσουν φωνή όσοι θέλουν να αντιπαρατεθούν στις αιτίες των Μνημονίων και της περιθωριοποίησης της χώρας, στις πάντα κυρίαρχες δομές και πρακτικές του περασμένου αιώνα, τον λαϊκισμό, την πελατειακή οργάνωση, τις προσόδους των συντεχνιών, τις ψηφοθηρικές παροχές, το σύστημα που καλλιεργεί και συγκαλύπτει την υστέρηση και τις ανισότητες». Πρέπει να καταπιεζόταν τρελά ο άνθρωπος, τόσα χρόνια πρωθυπουργός στο Πασόκ. Όμως οι κακοί είναι στη φυλακή, ή μάλλον οι κακές. Το ‘χουμε, διά βίου μάθηση. Από τη Στέλλα Αντωνίου μαθαίνω πράγματι τη συνέχεια του έργου: «Είδα να έρχονται στη φυλακή όλες αυτές οι κοπέλες, των οποίων τις φωτογραφίες είχα δει στα κεντρικά δελτία ειδήσεων ως τις οροθετικές πόρνες, οι οποίες σπέρνουν αρρώστιες στους άντρες οικογενειάρχες με κίνδυνο την υγεία ολόκληρης της κοινωνίας. Στη φυλακή τις απομονώνουν σε ένα υπόγειο. Τους απαγορεύεται η πρόσβαση στο προαύλιο όταν προαυλίζονται οι υπόλοιπες». Δεν θα κάνω ακόμη εμετό, γιατί υπάρχουν και καλά νέα. Εδώ στη Guardian βλέπω, 4 Σεπτέμβρη, ότι η Ελλάδα είναι, πλανητικώς, από τις χώρες με τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών. Σαφέστατα, εκτός αν έχω αχρωματοψία, η πατρίς είναι στο πράσινο. Αλλά το πράσινο δεν αποτρέπει από την αυτοκτονία, οι αγρότες στην Ασία που δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους, πρώτοι, λέει, στο χορό του οικουμενικού Ζαλόγγου. Πάντως, για εδώ χάμου, τόση γκρίνια πια για μια τόση δα αύξηση του Καρυωτακισμού με τη λιτότητα. Ένα ψύλλου πήδημα μέσα στη παγκόσμια καπιταλιστική τουαλέτα ήταν τελικά. Δεύτερη επιδρομή στην παρηγορητική λογοτεχνία. Πεσσόα, Ο Αναρχικός Τραπεζίτης, για 17 ευρώ στο περίπτερο. Τα σκάω. Εκτιμώ την ειρωνεία. Θα χρειαστώ άρα κι άλλα δανεικά, όμως χαλάλι γιατί διαβάζω αυτό: «Φίλε μου, υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο να συμφωνήσουν κάτι οι άνθρωποι και στο να αισθανθούν ότι συμφωνήθηκε. Και σ’ αυτή την απόσταση εδράζονται όλα». Πρέπει άρα ν’ αρχίσω να αισθάνομαι τη συμφωνία. Αλλά με ποιους; Ποια ήταν η συμφωνία; Τι συμφώνησα και πότε; Σύννεφα στην Αττική σχηματίζουν τη λέξη Parking. Κι έχω και φάτσα στο σπίτι το σχολείο, τιγκαρισμένο στο κάγκελο, να μου θυμίζει ότι εντάξει, τουλάχιστον ξέμπλεξα με την φθινοπωρινή επιστροφή σε αυτό. Εξάλλου όπως τραγουδάνε και οι Μάτζεστι, που ακούω κάθε νύχτα ενώ η νύχτα γίνεται όλο και μεγαλύτερη, shoot your guns for me, do your drugs for me, do the living for me. Κι όποιον πάρει. Ή, ας πούμε, όποιος αντέξει.