Λίγα λεπτά πριν αρχίσει η Τελετή Έναρξης, έπληκτοι οι θεατές που έπαιρναν σιγά σιγά τις θέσεις τους έβλεπαν, στη μέση περίπου του Ολυμπιακού Σταδίου, ένα ικρίωμα και μερικούς εργάτες με τις φόρμες τους να καρφώνουν  βιαστικά κάτι δοκάρια. Δυο-τρεις τελευταίες σφυριές και: “ουφ, προλάβαμε” φώναξε στις τρεις ολυμπιακές γλώσσες ένας από αυτούς βγάζοντας τη φόρμα του (ήταν ο Αλιάγας, νομίζω) για να καταλάβουμε πως αυτό το μικρό σκετς ήταν η ειρωνική απάντηση όλων μας απέναντι στην κακοπιστία πολλών ξένων ΜΜΕ οτι δεν θα τελειώναμε τα ολυμπιακά έργα στην ώρα τους.

Βλέποντας τα πράγματα εκ των υστέρων αντιλαμβάνεται κανείς οτι η πραγματικότητα ήταν διαφορετική , ότι έπρεπε να υψωθούν κίτρινες κάρτες και προϋπολογισμοί να ανατραπούν ώστε να είμαστε έτοιμοι στην ώρα μας, όμως, η κοροϊδευτική γλώσσα που βγάλαμε εκείνο το απόγευμα, το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός ενός λαού που δεν διακρίνεται ούτε για το ένα ούτε για το άλλο, είχαν κάνει πολλούς από εμάς να πιστέψουμε στα “αύριο που τραγουδάνε”. Κι ας μας είχαν προσγειώσει την προηγουμένη τα καμώματα καποιας θάνου και κάποιου κεντέρη. 

Στην αισιοδοξία των ημερών περιλαμβάνονται βέβαια και οι Ολυμπιακές εγκαταστάσεις. Μέρα τη μέρα το ένα έργο ολοκληρωνόταν μετά το άλλο, κάτι τόσο σπάνιο σε αυτή τη χώρα, η πρωτεύουσα άλλαζε όψη, υπήρχαν ειδήσεις και ήταν καλές. Κοιτώντας  τις φωτογραφίες αυτές του Γεράσιμου, τις τραβηγμένες την εποχή της αθωότητας, ας μου επιτρέψουν οι κατ επάγγελμα μίζεροι και γκρινιάρηδες να θυμηθώ πόσο απλόχερα, φιλόξενα, οικουμενικά ευτυχής ήμουν εκείνες τις ημέρες.Έστω κι αν κράτησαν λίγο. Έστω κι αν τις πλήρωσα ακριβά.

(Στις 30 Αυγουστου του 2004 το πρωί, ούτε δώδεκα ώρες μετά τη λήξη των Αγώνων, από τις εντελώς αφύλακτες πια εγκαταστάσεις του Παλαιού Φαλήρου, πομπή ολόκληρη από τρίκυκλα και Ντάτσουν έβγαινε φορτωμένη με τα δεντράκια που είχαν φυτευτεί εκεί δυο μήνες πριν).

Και μιας που τα καταφέραμε και το κείμενο είναι κάπως προσωπικό: Ν.Α.