«Κόντεψα να πλακωθώ με τον ταξιτζή» λέει ο Αχιλλέας Κυριακίδης φτάνοντας στο ραντεβού μας στην πλατεία Εξαρχείων, Δευτέρα δέκα το πρωί. «Εντάξει, όχι να πλακωθώ, αλλά μου είχε βάλει στη διαπασών τον Τράγκα. Σα βασανιστήριο ήτανε…». Αγοράζει Marlboro και Εφημερίδα των Συντακτών από το περίπτερο και ανάβει επιτόπου τσιγάρο. Να επιστρέψει στην ηρεμία.

Γεννήθηκε στο Κάιρο το ’46. Συγγραφέας πρώτα και κύρια, ο Κυριακίδης είναι επίσης ο μεταφραστής 90 βιβλίων (σπουδαίες οι αποδόσεις του στον Μπόρχες), ο δημιουργός 11 ταινιών μικρού μήκους, ο λιγομίλητος διευθυντής του Αστυνομικού τμήματος με την απόλυτα ελληνική φάτσα στον «Άδικο Κόσμο» του Τσίτου, ο οικογενειάρχης, ο λαϊκός τύπος του καφενείου, o ρομαντικός του facebook, ο κοινωνός του Μπόρχες, ο άρρωστος οπαδός του Ολυμπιακού. Είναι όλα αυτά μαζί. Κι όπως οι Gorillaz έχουν τραγούδι με τίτλο “Clint Eastwood”, έτσι και ο δικός μας Larry Gus ονόμασε ένα από τα καλύτερα κομμάτια του “Achilleas Kyriakidis” – κάτι που από μόνο του λέει πολλά για τη σημασία ενός ανθρώπου που δεν υπήρξε ποτέ σταρ.

Τα μάτια του σπιθίζουν μια παιδική ζωηράδα όταν χαμογελάει. Η μύτη του δεν είναι τόσο πλακουτσωτή όσο φαίνεται στις φωτογραφίες. Η μυρωδιά και το περπάτημά του αναδύουν κάτι γνήσια αρρενωπό. Μέσα στο καφέ των Εξαρχείων, κάθεται πλαγιαστά δίπλα σε παράθυρο και έτσι όπως μπαίνει το φως, το ένα του μάτι μοιάζει μεγαλύτερο απ’ το άλλο. Η συζήτηση ξεκινάει από την τελευταία του νουβέλα με τίτλο «360», ένα μικρό σε μέγεθος – πυκνό σε νοήματα και υπαινικτικό βιβλίο, που το διαβάζεις σε μια ώρα αλλά δεν ξεμπερδεύεις μαζί του εύκολα.

Kύριε Κυριακίδη, δεν είμαι σίγουρος ότι το κατάλαβα το «360». Προσπάθησα, αλλά μάλλον δεν το κατάλαβα… Κοίταξε να δεις… Θυμάσαι στα παλιά λευκώματα που ρωτούσαν «Tι είναι ζωή;» και πολλοί απαντούσαν «ζωή είναι το διάστημα μεταξύ δύο θανάτων»;.  Ε, το βιβλίο μου, που κάνει έναν κύκλο 360 μοιρών, αρχίζει και τελειώνει με ένα θάνατο από τροχαίο δυστύχημα (μπορεί να είναι ο ίδιος αυτός που σκοτώνεται, μπορεί και όχι). Ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο θανάτους υπάρχει η ζωή πέντ’-έξι ανθρώπων οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους αλυσιδωτά. Η αναζήτηση της αγάπης, η αναζήτηση της αλήθειας, όλα αυτά που συγκροτούν την ανθρώπινη ζωή, ή όσα μπόρεσα να χωρέσω.

Ο θάνατος όμως μπαινοβγαίνει και στις ιστορίες που βρίσκονται ανάμεσα… Nαι, επανεμφανίζεται μέσα στο βιβλίο σαν λάιτ μοτίφ, σε διάφορες χρονικές στιγμές. Αυτό μπορεί να μπερδέψει τους αναγνώστες, να αναρωτηθούν «πώς είναι δυνατόν να γίνεται τώρα και να ξαναγίνεται μετά;». Το έκανα γιατί, ακόμα κι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, κάποιος άνθρωπος πεθαίνει. Ο θάνατος είναι δίπλα μας κάθε στιγμή. Κι απ’ την άλλη, με ενδιέφερε να περάσω σε ένα λογοτεχνικό κείμενο κάτι που στον κινηματογράφο συμβαίνει κατά κόρον: τη διάλυση του γραμμικού χρόνου. Δεν ξέρω αν έχεις δει το “Lost Highway” ή το “Mulholland Drive” του David Lynch… Κάποια πράγματα που έχουν γίνει ξαναγίνονται ή οι συνέπειες προηγούνται του γεγονότος. Γιατί και το μυαλό μας έτσι λειτουργεί: Tώρα που μιλάμε, εγώ θυμάμαι κάποια πράγματα ή σκέφτομαι πού θα πάω μετά κλπ. Στον κινηματογράφο αυτό είναι εύκολο, γιατί η εικόνα είναι δεσποτική και τα καλύπτει όλα. Αντίθετα στο γραπτό λόγο, είναι δύσκολο. Αν το πέτυχα, εντάξει. Aν δεν το πέτυχα, mea culpa.

η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, αρκεί να το παίζουμε με τη σοβαρότητα που παίζουν τα παιδιά τα παιχνίδια τους.

Η γεωμετρική λογική στην οποία υπακούει ο τίτλος και το περιεχόμενο, προέκυψε σαν επιρροή από το κίνημα Οulipo και το «Εργαστήρι Δυνητικής Λογοτεχνίας»; Όχι, παρ’ όλο που μ’ έχει πράγματι επηρεάσει. Είμαι μεγάλος θαυμαστής όχι τόσο του Κενό, που το ξεκίνησε, αλλά του Ζορζ Περέκ – για ‘μένα από τους κορυφαίους συγγραφείς του 20ου αιώνα. Οι άνθρωποι αυτοί, Γάλλοι διανοούμενοι, είπαν αυτό που έλεγε και ο Μπόρχες: η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, αρκεί να το παίζουμε με τη σοβαρότητα που παίζουν τα παιδιά τα παιχνίδια τους. Έκαναν λοιπόν διάφορες ασκήσεις προκειμένου να αποφορτίσουν τη λογοτεχνία από τα λεγόμενα «βαριά νοήματα», ή έστω να ντύσουν τα νοήματα αυτά με ένα παιγνιώδες ύφος. Έβαζαν στον εαυτό τους περιορισμούς του στυλ «το βιβλίο πρέπει να έχει τόσες λέξεις» ή «ένα γράμμα δεν θα εμφανιστεί πουθενά». Το «κτήνος» ο Περέκ, έγραψε δύο μυθιστορήματα έτσι: στο ένα δεν υπάρχει πουθενά το “e”, που είναι το πιο κοινό στη γαλλική γλώσσα και στο άλλο το “a”. To δε «Ζωή: Oδηγίες Χρήσεως» του Περέκ, κορυφαίο μυθιστόρημα κατ’ εμέ, έχει μέσα χιλιάδες τέτοιους καταναγκασμούς και αυτοπεριορισμούς, οι οποίοι βέβαια δεν γίνονται απαραίτητα αισθητοί.

Εσείς βάλατε κάποιον τέτοιο περιορισμό στο «360»; Όχι, αλλά βάζει ένας ήρωας του βιβλίου που είναι συγγραφέας. Θέλει να γράψει ένα κομμάτι, η ανάγνωσή του οποίου θα διαρκεί όσο και το μουσικό έργο “Langsamer Satz” του Βέμπερν.

http://youtu.be/rdeTZKpjTJc

Ξέρω πως το μεγαλύτερό σας «κόλλημα» είναι η μουσική… «Όλες οι τέχνες τείνουν στη μουσική» είχε πει ο Πέιτερ. Μεγαλοφυής φράση. Η μουσική είναι η τελειοτέρα των τεχνών, ακριβώς επειδή είναι η πιο αφηρημένη – όλες τις άλλες μπορείς να τις περιγράψεις και να τις αφηγηθείς. Εμένα ένα από τα μεγάλα μου απωθημένα (και θα πεθάνω μ’ αυτό) είναι ότι δεν μπόρεσα να μάθω μουσική. Έχω υπηρετήσει τη λογοτεχνία, έχω υπηρετήσει τον κινηματογράφο, αλλά θα τα χάριζα άνετα όλα αυτά για να παίξω ή να γράψω ένα κομμάτι στο πιάνο.

Στην επόμενη σελίδα, ο Larry Gus και ο Μπόρχες, μεταξύ άλλων