coldblood 1

Η Michèle Anne De Mey έχει αγαπηθεί βαθιά από το ελληνικό κοινό χάρις στη ζεστασιά και τη χαρά της ζωής που αναδίδουν οι χορογραφίες της. Ποτέ δεν φανταζόμασταν πως η Ηρωική Συμφωνία του Μπετόβεν θα μπορούσε να αποδοθεί με τέτοια ελαφρότητα και παιχνιδιάρικη διάθεση, ούτε πως ο χορός με τα δάχτυλα θα μπορούσε να μεταδώσει τόσο έντονα συναισθήματα όσο στο Kiss and Cry. Η παγκοσμίου φήμης βελγίδα χορογράφος μίλησε στην Popaganda με αφορμή τη νέα της δουλειά Cold Blood, που θα δούμε στις 23 και 24 Ιουλίου, στην Πειραιώς 260.

Θυμόσαστε πότε αποφασίσατε να γίνετε χορεύτρια; Είναι στ’ αλήθεια στα βάθη της μνήμης μου, γιατί ήμουν πολύ-πολύ μικρή. Ήταν μια παιδική επιθυμία, που κατόπιν πέρασε από διάφορα στάδια. Όμως αρχικά ήταν αληθινά μια έκλαμψη. Όταν ήμουν τριών ετών είδα κάποια κοριτσάκια σε μάθημα χορού με τη δασκάλα της γυμναστικής. Ήταν απλά ρυθμική, προετοιμασία για κάποιες γυμναστικές επιδείξεις. Είχε κάτι σαν μαζορέτες η ενορία μας. Όπως πηγαίναμε και στη χορωδία, ήθελα να πάω κι εγώ μαζί με αυτά τα παιδάκια. Η μητέρα μου δεν ήταν έντελώς αντίθετη, αλλά είχε επιφυλάξεις. Το έκανα αυτό μέχρι τα δέκα μου χρόνια, όπου δεν μου ήταν πλέον αρκετό, ήθελα να συνεχίσω πιο σοβαρά. Αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν η προετοιμασία των παραστάσεων. Ως παιδί ήθελα να γίνω καλλιτέχνης στο τσίρκο, χορεύτρια ή βοσκοπούλα. Ή να κάνω καλλιτεχνικό πατινάζ. Ό,τι είχε να κάνει με τον κόσμο της κίνησης και της ψυχαγωγίας. Η επιθυμία για βοσκοπούλα δεν κράτησε, όμως ο κόσμος του θεάματος και της σκηνής παρέμεινε. Γύρω στα δεκατρία μου ζήτησα να κάνω μαθήματα μπαλέτου, ώστε να μάθω λίγο περισσότερο τεχνική. Ύστερα άρχισα και μαθήματα μοντέρνου χορού. Αυτά βέβαια ανησυχούσαν τους γονείς μου, που δεν ήταν καθόλου ευκατάστατοι, και ήταν μια μεγάλη απόφαση το να κυνηγήσω αυτό που ποθούσα. Στα 15 μου θέλησα να μπω στη σχολή του Μπεζάρ, τη Mudra. Ο συναγωνισμός ήταν τεράστιος, αλλά έγινα δεκτή. Το πράγμα μεγάλωνε βήμα-βήμα. Και με τα χρόνια άρχισε να δίνει καρπούς.

Κατόπιν ήσασταν στην ομάδα Rosas της Anne Teresa De Keersmaeker, και συμμετείχατε σε αρκετές μυθικές, εμβληματικές χορογραφίες της: Fase, Rosas danst Rosas… Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από αυτή την περίοδο; Για εμάς σήμερα, είναι κλασικά κομμάτια. Όμως τότε, στη δεκαετία του 80, πώς αντιμετωπίστηκαν; Ακούστε, η Anne Teresa είναι μια μεγάλη καλλιτέχνιδα. Είμαστε και φίλες από την εφηβεία μας. Ήμασταν στην ίδια σχολή μπαλέτου. Πολύ πριν από τη Mudra, πριν από όλα, ήταν μια φίλη με την οποία είχαμε μοιραστεί πολλά πράγματα. Είχα γίνει δεκτή στη σχολή Mudra δύο χρόνια πρίν από εκείνη – είμαι ένα χρόνο μεγαλύτερή της. Μετά ήρθε κι εκείνη, και δεν χωρίσαμε ποτέ ως φίλες. Όταν ήμασταν στη Mudra εξακολουθήσαμε να βλεπόμαστε, και μετά γίναμε και συγκάτοικοι. Μετά τη Mudra εκείνη έφυγε στις ΗΠΑ, κι εγώ ξεκίνησα να χορεύω σε μια ομάδα χορού. Εκείνη στις ΗΠΑ αναγνωρίστηκε χάρις στο Asch, και μετά ήρθε η χορογραφία του Fase, ενος κομματιού που της είχα βρει εγώ. Όταν ήμασταν στη σχολή, εγώ τριτοετής κι εκείνη πρωτοετής, κάναμε μαζί χορογραφίες μετά το μάθημα για να συνεχίσουμε την έρευνά μας. Ήταν λοιπόν αλληλένδετα για εμάς, η φιλία και η έρευνα. Για μένα η συμμετοχή στην ομάδα της Anne Teresa, το να χορεύω εκεί και να συμμετέχω στη δημιουργία του Fase ήταν κάτι φυσικό. Ήμασταν 21-22 ετών, δεν συνειδητοποιούσαμε τι γινόταν. Κάναμε έρευνα κι είχαμε την επιθυμία να δούμε που θα μας πάει αυτό, να ψάξουμε, να μην περιμένουμε, να προσπαθήσουμε, και σταθήκαμε πολύ τυχερές που εκείνη τη στιγμή της δεκαετίας του 80, κάναμε το άνοιγμα κι αποκτήσαμε αυτη τη γλώσσα της έρευνας, η οποία αναγνωρίστηκε.

coldblood 2

Η πρώτη δική σας χορογραφία που είχα δει ήταν η Sinfonia Eroica. Η προσέγγισή σας στο κομμάτι υπήρξε αληθινή εκπληξη. Σε ένα κομμάτι που πάντοτε είχε συνδεθεί με το ηρωικό πνεύμα που ο ίδιος του ο τίτλος απαιτεί, εσείς μας δώατε μια χορογραφία βασισμένη στη χαρά της ζωής. Πώς αποφασίσατε να δουλέψετε προς αυτή την κατεύθυνση με τη συγκεκριμένη μουσική; Ερωτεύτηκα αυτή τη συμφωνία όταν άκουσα τη συγκεκριμένη εκτέλεση, όπου ο μαέστρος προσπάθησε να την εκτελέσει με τον τρόπο που ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε στο νου του εκείνη την εποχή, σύμφωνα με τις σημειώσεις της παρτιτούρας του. Τώρα πια πολλοι διευθυντές ορχήστρας έχουν προσπαθήσει να την προσεγγίσουν έτσι, κι ανακαλύπτουμε ένα Μπετόβεν γεμάτο ζωή και καταλαβαίνουμε πως η ταμπέλα που ειχαμε βάλει σε αυτή τη συμφωνία δεν είχε να κάνει με τις δικές του προθέσεις, αλλά με τις δικές μας. Όχι, αυτή η συμφωνία του Μπετόβεν πέρα από το αν είναι ηρωική, έχει τρομερή ζωτικότητα, και σε κάποια σημεία διαθέτει αποχρώσεις σχεδόν rock ‘n’ roll! Γι’ αυτό και ξετρελάθηκα μαζί της κι αποφάσια να κάνω μια ολόκληρη παράσταση πάνω της με νεαρούς χορευτές – τότε μάλιστα χόρευα κι εγώ σε αυτή – και κάναμε με την ομάδα μια ερευνητική δουλειά προς την κατεύθυνση του εφηβικού έρωτα και της ηρωικής του σχέσης με τη ζωή, αλλά και της συναρπαστικής του σχέσης με τη μουσική. Ήταν μια πολύ όμορφη εμεπειρία, αφεθήκαμε εντελως στη σκηνή με το νερό του φινάλε, όπως και στο δραματικό, σπαρακτικό δεύτερο μέρος. Έχουμε επαναλάβει πολλές φορές την παράσταση, η οποία πρωτοέγινε το 1990, καθώς είχε μεγάλη επιτυχία. Μια από τις επαναλήψεις, του 2006, την είχαμε παίξει και στην Αθήνα. Έκανα μια βερσιόν για εννέα χορευτές, σαν αναδημιουργία. Είχα την τύχη όταν έκανα το κάστινγκ το 2006 να μην έχει δει κανείς από τους χορευτές που επέλεξα την αυθεντική παράσταση του ’90, μιας και ήταν πολύ νέοι, κι έτσι μπορεί η χορογραφία να ήταν αυτή που ήταν, όμως το καινούριο πέρασμα μαζί τους ήταν αληθινά μια διαδικασία αναδημιουργίας. Σκέφτομαι να το ξανακάνω κάποια μέρα, με μια διαφορετική ομάδα. Είναι ένα κομμάτι που έχει περάσει πια στο κλασικό ρεπερτόριο.

coldblood 3

Η τελευταία φορά που ήσασταν εδώ ήταν πριν δυο χρόνια με το Kiss and Cry, στη Στέγη Γραμμάτων κια Τεχνών. Θα σας εξομολοθηθώ πως η παράσταση με συγκίνησε μέχρι δακρύων, πράγμα που είχε καιρό να μου συμβεί. Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το χορό με τα δάχτυλα; Συνέβη πολύ-πολύ απλά κι εντελώς φυσικά. Το Kiss and Cry είναι η περιπέτεια μιας ομάδας. Στην αρχή ήμασταν τρεις, o Gregory Grosjean, εγώ και ο Jaco Van Dormael. Ο Gregory Grosjean μπήκε στην ομάδα μου για την παράσταση Utopie, έγινε βοηθός μου και κατόπιν έγινε ο συνεργάτης μου, κι είναι δώδεκαα χρόνια τώρα που δουλεύουμε μαζί. Ο Jaco Van Dormael είναι σκηνοθέτης του κινηκατογράφου και ο σύντροφος της ζωής μου. Είμαστε λοιπόν μια ομάδα, εγώ κάνω τις χορογραφίες με τον Gregory και μετά όλοι μαζί αναζητούμε ως εργαστήριο τι είναι αυτό που μπορεί να συνδέσει το χορό με το σινεμά. Ο Jaco κάποια στιγμή μού είπε πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να κινηματογραφήσει κανείς το χορό, γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολη η επιλογή ανάμεσα στο γκρο πλαν και το γενικό πλάνο συνόλου, ανάμεσα στο χώρο και στο σώμα. Και τότε, πιο πολύ σαν αστείο, είπαμε πως θα κάνουμε μια χορογραφία με τα δάχτυλα, κι έτσι θα μπορείς να κάνεις τα κοντινά πλάνα με την κάμερα, ενώ θα υπάρχει κι η συνολική εικόνα. Από εκεί ξεκινήσαμε, και μετά δημιουργήσαμε τον πρόλογο της παράστασης όπου όλα διασταυρώνονται. Είδαμε τη δύναμη και το ενδιαφέρον που είχε η παρουσία του οπερατέρ επί σκηνής, αλλά με το κοινό να μπορεί να παρακολουθήσει το χορευτή και την επιλογή των πλάνων ταυτόχρονα σε μια γιγαντοοθόνη. Ο Jaco σκέφτηκε πώς μπορούσαμε να κάνουμε μια ταινία μεγάλου μήκους πάνω στη δημιουργία της παράστασης, εγώ πώς θα μπορούσα με τον Gregory να προχωρήσουμε τη χορογραφία χρησιμοποιώντας μόνο τα χέρια, έτσι ωστε να δημιουργήσουμε μια φανταστική ιστορία μέσα στο μυαλό του θεατή, κι από σκηνικής πλευράς να μπορέσουμε να διαχειριστούμε το μπαλέτο σε συνδυασμό του οπερατέρ με τη σκηνογραφία και τους χορευτές και τους χειριστές, έτσι ώστε να καταλήξουμε σε ένα αποτέλεσμα εφήμερου σινεμά.

Επίσης ήρθε στην ομάδα μας ένας φίλος, ο βέλγος συγγραφέας Thomas Gunzig, καθώς και η σκηνογράφος Sylvie Olivé που έχει δουλέψει στο βέλγικο σινεμά, αλλά και μαζί μου, και σιγά σιγά κι ο οπερατέρ κι ο φωτιστής. Το τελευταίο πράγμα που ήρθε στην παράσταση ήταν η ιστορία, τρεις εβδομάδες πριν το ανέβασμα! Σκεφτήκαμε όλοι μαζί, κι ο καθένας είχε δικαίωμα να παρέμβει στο πώς θα εξελιχθεί. Eγώ κι ο Jaco παίρναμε τις τελικές αποφάσεις. Έτσι έγιναν τα πράγματα, και το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον. Κάναμε μεγάλη έρευνα και νομίζω πως εκεί συνειδητοποιήσαμε τη δύναμη της ομαδικότητας. Τα πάντα είναι καθορισμένα και γραμμένα μέχρι το χιλιοστό, γιατί η παρτιτούρα του καθενός πρέπει να λειτουργεί ταυτόχρονα με των άλλων, ακριβώς όπως συμβαίνει με μια ορχήστρα. Eίναι μεγάλος πλούτος να βρίσκεσαι μαζί με φίλους διαφορετικών ειδικοτήτων και να μπαίνετε όλοι μαζί σε μία περιπέτεια και να συνεννοείστε ως ομάδα. Μετά κάναμε το Cold Blood, τη δεύτερή μας παράσταση, που δεν ήταν καθόλου εύκολο να την ανεβάσουμε, γιατί η επιτυχία της πρώτης ήταν τόσο μεγάλη που πολλοί είπαν πως δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί. Όμως επιθυμία μας είναι στ’ αλήθεια να αποκτήσουμε καινούριες εμπειρίες, θέλαμε να εξερευνήσουμε κι άλλα πράγματα. Τώρα η παράσταση έχει ανέβει και είμαστε πολλοί ικανοποιημένοι, έχει ήδη παιχτεί σε αρκετές χώρες και φεστιβάλ. Η βασική αρχή της παραγωγής είναι η ίδια, αυτή η εφήμερη πραγματικότητα. Αλλά η σκηνική προσέγγιση είναι εντελώς διαφορετική. Είμαι πολύ ζεστή γι’ αυτή τη δουλειά, πολύ χαρούμενη που θα τη δείτε. Ήταν πάντα εξαιρετκή η σχέση μας με το ελληνικό κοινό, όλη η ομάδα είναι ενθουσιασμένη που θα ξανάρθουμε. Για την αφήγηση, μάλιστα, συνεργαζόμαστε με Έλληνα ηθοποιό, τον Μάκη Παπαδημητρίου, γιατί η παράσταση έχει κάθε φορά φωνή στη γλώσσα της χώρας όπου παίζουμε.


Cold Blood, Πειραιώς 260, 23-24 Ιουλίου 2016, Διάρκεια 7​5′ χωρίς διάλειμμα. Τιμές εισιτηρίων: 20€, 10€ (Φοιτητικό), 5€ (Άνεργοι-Α.μεΑ.).