Μαζέψαμε γράμματα από Αμπού Ντάμπι, Λουξεμβούργο, Λονδίνο, Μόντρεαλ, Βερολίνο και Νέα Υόρκη από Έλληνες που έφυγαν λίγο πριν ή λίγο μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Μας απαντούν γιατί έφυγαν, για το αν θα γυρίσουν πίσω, για την κοινωνία που ζουν και για την γνώμη των ξένων για την Ελλάδα.

pop_luxembourg

Γράμμα από το Λουξεμβούργο. Από την Έρη Μπαλτά 

Πριν από δύο χρόνια μου έγινε μια πρόταση μέσα από τον τότε εργασιακό μου χώρο να μετακινηθώ σε κάποια αντίστοιχη θέση στο εξωτερικό, συγκεκριμένα στο Λoυξεμβούργο. Έχοντας ήδη εργασία στην Ελλάδα, ο βασικός λόγος που με οδήγησε στην απόφαση  να μεταναστεύσω ήταν η δυνατότητα που δινόταν για να διεκδικήσω κάτι καλύτερο για τον εαυτό μου, όπως υψηλότερες χρηματικές απολαβές, καλύτερο εργασιακό περιβάλλον και δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης. Την περίοδο εκείνη στην Ελλάδα ζούσαμε το μεγάλο δίλημμα σχετικά με τη χρεοκοπία  ή με ακόμα ένα νέο πακέτο εξαντλητικών οικονομικών μέτρων -η δική μου επιλογή ουσιαστικά ήταν μονόδρομος. Αν επέλεγα να μείνω, το μόνο που θα μπορούσα να εύχομαι θα ήταν το να μην βγω στην ανεργία ή να κρατήσω ότι μπορώ από το το εισόδημά μου, ενδεχόμενα που μου έδειχναν ότι το κράτος δεν ήταν διατεθειμένο να με προστατέψει. Τo αντίθετο μάλιστα.

Τώρα ζω εδώ για σχεδόν δύο χρόνια και η άποψη που έχω είναι ότι η κοινωνία, ακολουθώντας το πρότυπο των περισσότερων  δυτικών κοινωνιών, είναι πολύ καλά οργανωμένη και λειτουργεί σύμφωνα με συγκεκριμένους κανόνες τους οποίους οι πολίτες ακολουθούν χωρίς να αφήνεται κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης. Σε αυτό βοηθάει και το μέγεθος του κράτους το οποίο είναι πολύ μικρό οπότε μπορεί να λειτουργήσει πιο εύκολα  και αποτελεσματικά αλλά και η ίδια η νοοτροπία των ανθρώπων. Η ασφάλεια των πολιτών,η πρόνοια για αυτούς που έχουν ανάγκη, η προστασία του περιβάλλοντος δεν αποτελούν μόνο έννοιες αφηρημένες αλλά τις βλέπεις να εφαρμόζονται στην πράξη καθημερινά. Αξίζει να σημειωθεί είναι ότι σχεδόν το 70% του πληθυσμού αποτελείται από ξένους γεγονός που, αντίθετα με ότι έχουμε συνηθίσει εμείς στην Ελλάδα, δεν δημιουργεί φόβο στους ντόπιους αλλά συμβιώνουν όλοι αρμονικά και με απόλυτο σεβασμό στην διαφορετικότητα του άλλου.

Ο κόσμος εδώ απολαμβάνει κατά μέσον όρο ένα από τα υψηλότερα εισοδήματα στην Ευρώπη και έχει επίσης υψηλά επίπεδα διαβίωσης. Πρόκειται για μια κοινωνία της που είναι υλιστικά προσανατολισμένη, της αρέσει να καταναλώνει, να επιδεικνύει τον πλούτο της. Δεν έχουν προβλήματα επιβίωσης, δεν ανησυχούν για το μέλλον και αυτό αποτυπώνεται και στην συμπεριφορά τους. Απουσιάζει τελείως η καθημερινή γκρίνια,το άγχος και η νευρικότητα, χαρακτηριστικά που τα τελευταία χρόνια έχουν δικαιολογημένα γίνει μόνιμο χαρακτηριστικό των Ελλήνων.

Σε αντίθεση, κυρίως με τους γείτονές τους Γερμανούς, οι ντόπιοι βλέπουν τους Έλληνες με συμπάθεια και κατανοούν την δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονται, όπως επίσης αντιλαμβάνονται πως ο κύριος λόγος για τον οποίο η χώρα έφτασε σε αυτό το σημείο δεν είναι  η τεμπελιά και η ανικανότητα των Ελλήνων γενικότερα, απόψεις οι οποίες ακούγονται από πολλούς άλλους Ευρωπαίους (βόρειους κυρίως) αλλά η κακοδιαχείρηση και ανικανότητα όσων την διοικούσαν τόσα χρόνια.

Προσωπικά θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο  να αφήνεις τον τόπο σου,την οικογένειά σου και τους φίλους σου -φυσικά το ενδεχόμενο της επιστροφής παραμένει πάντα ανοιχτό. Ωστόσο πλέον, έχοντας δει πώς πρέπει να λειτουργεί σωστά μια κοινωνία, δεν ξέρω  πόσο εύκολα θα  επέστρεφα σε μια χώρα στην οποία γίνεται καταπάτηση  θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων ακόμα και από την επίσημη πολιτεία, η ανεργία έχει φτάσει στα ύψη και όσοι εργάζονται  αποτελούν ουσιαστικά θύματα εκμετάλλευσης, το δημόσιο σύστημα υγείας βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, η δικαιοσύνη εθελοτυφλεί σε πολλές περιπτώσεις και οι πολίτες είτε παραμένουν απαθείς μπροστά σε όλα αυτά είτε επιλέγουν να ξεσπούν σε συμπολίτες τους και κυρίως στους πιο αδύναμους και στους διαφορετικούς.

Η Έρη Μπαλτά είναι τραπεζική υπάλληλος.

 Στην επόμενη σελίδα η ξενιτιά σε Λονδίνο και Βερολίνο.