Δεν μπορώ να αποφασίσω αν είναι περισσότερο εξοργιστικό ή κωμικοτραγικό. Ρίξτε μια ματιά…
Υποψήφιος Ευρωβουλευτής πριν από ένα περίπου χρόνο με την ψύχραιμη Ελιά ανεβάζει στο facebook του «είδηση» για την «BMW του Δραγασάκη» που ήταν η «BMW του Βενιζέλου», σπεκουλάροντας πάνω στην πρωθυπουργική δέσμευση «λιτού βίου» ότι ο πολυτελής στόλος 350 υπουργικών αυτοκινήτων θα πουληθεί μέσω eBay. Κάποιος παίρνει χαμπάρι ότι δεν ισχύει, επισημαίνει την ανακρίβεια και ο γίγαντας υποψήφιος που, ναι τικάρει όλα τα κουτάκια (ευρωπαϊστής, μεταρρυθμιστής, ανησυχών, θιασώτης της κοινής λογικής, εσχάτως υπερασπιστής της αριστείας, Γερουνγεράς – βάλτε τα φυσικά όλα σε εισαγωγικά, εκτός από το τελευταίο), απαντά αφοπλιστικά: «Ποιος νοιάζεται για την αλήθεια; Εδώ κάνουμε πόλεμο στο Σύριζα με όλα τα μέσα, όπως εκείνοι, Χοχοχο!». Και φυσικά γίνεται facebook viral, γιατί καλοί και άγιοι όσοι «πέρασαν Διαφωτισμό» και θα «ξανακάνουν τη χώρα κανονική» δείχνοντας τους υπόλοιπους με το δάχτυλο, αλλά καλό είναι να γνωρίζουν ότι η εντολή Print Screen έχει διασύρει κόσμο και κοσμάκη στην αρένα τη διαδικτυακή.
Το περιστατικό είναι προφανώς ήσσονος σημασίας, αλλά είναι και ταυτόχρονα ενδεικτικό διαφόρων τάσεων. Άρα και λίγο διδακτικό. Ανάμεσα στις μεγάλες ψευδαισθήσεις που μας προσφέρουν τα social media είναι κι εκείνη ότι μπορούμε να ξεκινήσουμε ατομική σταυροφορία αντιπολίτευσης στα κοινωνικά δίκτυα (ή έστω να συγχρονιστούμε με τις δεκαπέντε κοντινότερες επαφές μας και να νομίζουμε ότι αλλάζουμε τον κόσμο, την κυβέρνηση ή ακόμα και το νόμισμα). Ειδικά, από την στιγμή που κανείς στη ΝΔ δεν ενδιαφέρεται να κάνει σοβαρή αντιπολίτευση και η, για άλλους σοβαρή για άλλους βρώμικη, αποστολή έχει περιοριστεί στα υστερικά σόου του Άδωνι και στον νεοφιλελεύθερο πατριωτισμό αρθρογράφων που παθαίνουν meltdown στα social media και συγκρούονται με την κοινωνική πραγματικότητα όταν βλέπουν διαμαρτυρίες όπως η χθεσινή στο Σύνταγμα για το #oximpalta να μην ξεπερνά σε προσέλευση bar crawling φοιτητών Εράσμους στη νυχτερινή Αθήνα.
Όμως ας επιστρέψουμε στη «μονταζιέρα». Που έχει απλωθεί πέρα από τους κομματικούς spin doctors (τρομάρα τους) σε όλο το πεδίο της κοινωνικής δικτύωσης. Από τα δεξιά την κάνουν λίγο πιο κυνικά, επαγγελματικά ας πούμε – με Μουρούτηδες και Κεδίκογλου να κρατάνε την μπαγκέτα και την Ομάδα Αλήθειας να σολάρει. Κι από τα αριστερά την εξασκούν λίγο…εχμ, πιο «αριστερά». Στήνοντας όλα τα προηγούμενα χρόνια μέσω των φιλικών sites συνεχείς δίκες προθέσεων που φυσικά τώρα επιστρέφονται μπούμερανγκ κάθε φορά που σκάει μια υπόθεση Κατρούγκαλου ή Μάρδα. Σε κάθε περίπτωση, το κλασικό δημοσιογραφικό ρητό εξελίσσεται.
«Μην αφήνεις την πραγματικότητα να σου χαλάσει μια ωραία ευκαιρία για φθηνή προπαγάνδα».
Και να παραδεχθούμε και κάτι άλλο; Να διαλύσουμε άλλη μια ψευδαίσθηση που μας δημιουργεί ο μικρόκοσμος της κοινωνικής δικτύωσης; Η πλειοψηφία των Ελλήνων δε δίνει δεκάρα τσακιστή, δεν «προσβάλλεται», ούτε ασφυκτιά (ίσως ούτε αντιλαμβάνεται) από τα περιστατικά Ιρανοποίησης.
Γιατί να πεις ότι δεν υπάρχουν ευκαιρίες για να ασκήσει κανείς σοβαρή και ουσιαστική κριτική στην κυβέρνηση, που ξεπερνώντας πια το κρίσιμο όριο των 100 ημερών, μπορεί όλο και λιγότερο να ζητά πίστωση χρόνου; Ας πάρουμε για παράδειγμα, την αμφιλεγόμενη πολιτική περσόνα της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Είναι πραγματικά απορίας άξιον πώς άνθρωποι με πτυχία και πείρα «αγοράζουν» π.χ. αμάσητη την ανεκδιήγητη ιστορία με το βενζινάδικο και δεν στέκονται αναλόγως στην – τουλάχιστον περίεργη – στάση που δείχνει απέναντι στη Χρυσή Αυγή με αποκορύφωμα το επεισόδιο Κανέλλη-Λαγού την περασμένη εβδομάδα. Ή στον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά, που καλεί την Χρυσή Αυγή στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, σπάζοντας την (έστω για το θεαθήναι) άτυπη συμφωνία πολιτικής περιθωριοποίησής της. Ή που για να έρθουμε στα φρέσκα, η Κυβέρνηση «Πρώτη Φορά Αριστερά» άγεται και φέρεται από τον εθνολαϊκισμό των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Και μετά τα τσάμικα στις παρελάσεις, ζούμε το καραγκιοζιλίκι των λειψάνων που υποδέχεται με τιμές αρχηγού κράτους ο Πάνος Καμμένος, τα περιφέρει σε όλη την Αθήνα και κατόπιν ο υπουργός Υγείας, Παναγιώτης Κουρουπλής σπεύδει να τα συνοδεύσει στον Άγιο Σάββα. Ή να έχουμε τον βουλευτή Γιάννη Μιχελογιαννάκη να εκτινάσσει το «Βουλτεψόμετρο» στα ύψη με τα μεσαιωνικά μαργαριτάρια που πετάει στην τηλεόραση τις τελευταίες μέρες – υποθέτω, αφού δε διέρρευσε το αντίθετο, χωρίς να τον πάρει ένας τηλέφωνο να του πει να κάτσει και λίγο σπίτι του να ηρεμήσει.
(Ναι, αυτός ο Μιχελογιαννάκης – ο πιο πεινασμένος απεργός πείνας στη σύγχρονη ιστορία)
Ξέρετε, όλα αυτά τα πεδία θέλουν ξεκάθαρες θέσεις και σαφή ιδεολογική –και όχι καιροσκοπική- τοποθέτηση και πάλη. Όχι, ακριβώς το γήπεδο στο οποίο είναι καλοί δηλαδή οι πολιτικοί μας, ειδικά στην εποχή των «δύο άκρων». Και να παραδεχθούμε και κάτι άλλο; Να διαλύσουμε άλλη μια ψευδαίσθηση που μας δημιουργεί ο μικρόκοσμος της κοινωνικής δικτύωσης; Η πλειοψηφία των Ελλήνων δε δίνει δεκάρα τσακιστή, δεν «προσβάλλεται», ούτε ασφυκτιά (ίσως ούτε αντιλαμβάνεται) από τα περιστατικά Ιρανοποίησης. Ας είμαστε ειλικρινείς, έτσι μάθαμε αφού κανείς δεν πήγε κόντρα στην αφήγηση «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια». Από το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ μέχρι την «Δεξιά του Κυρίου». Κι ο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ήταν απαίτηση να απομακρυνθεί, μέχρι στιγμής δεν ξοδεύει ούτε έναν από τους περίφημους «συμβολισμούς» (πλην της ορκωμοσίας) και προς τα κει. Είτε γιατί «παγιδεύεται» ηθελημένα από τους ΑΝ.ΕΛ., είτε πιθανότερα γιατί κρατάει την πατριωτική ασπίδα ως κρυφό άσο σε περίπτωση που η Διαπραγμάτευση καταλήξει σε Κούγκι.
Μέσα σε όλη αυτήν τρέλα, με την απουσία μιας στοιχειώδους κοινωνικής συμφωνίας, μια μονταζιέρα σε κάθε ελληνικό σπίτι μας βοηθά να αισθανόμαστε για λίγο Φρανκ Άντεργουντ στην σπιτική θαλπωρή μας. Ζούμε άλλωστε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου, σε αυτήν που μπορείς συνεχώς να επανεφεύρεις τον εαυτό σου χωρίς κόστος. Να έχεις πολεμήσει π.χ. την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Γιαννάκου ή Διαμαντοπούλου, αλλά σήμερα να είσαι «Όχι Μπαλτά Στην Παιδεία». Ή παρότι έχεις λοιδορήσει όσους ζητάνε στους δρόμους μερικά αυτονόητα εδώ και κάποια χρόνια, χθες έγινες στη θέση τους για λίγο ακτιβιστής. Σαν τον Άρη, τον Θάνο και τον Άδωνι, θαρραλέοι μα κάπως μόνοι ένα ανοιξιάτικο απόγευμα στο Σύνταγμα…