Στη Δραπετσώνα, κάτω από το ιστορικό ρολόϊ της Μελίνας Μερκούρη με την χαρακτηριστική μελωδία από «Τα παιδιά του Πειραιά» να ηχεί κάθε φορά που οι δείκτες δείχνούν ακριβώς, βρίσκεται ο καταυλισμός σεισμοπλήκτων Δραπετσώνας. Δεκαπέντε χρόνια μετά τον μεγάλο σεισμό του Σεπτέμβρη του 1999, τα σημάδια της εγκατάλειψης έχουν μείνει μέχρι και σήμερα ανεξίτηλα. Μόνο που πια εκεί δεν μένουν θύματα του Εγκέλαδου, αλλά θύματα της Κρίσης. Άνθρωποι που αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους είτε λόγω έξωσης, είτε λόγω ανεργίας. Τους επισκεφθήκαμε, μιλήσαμε μαζί τους και παρότι ο καθένας είχε να μας πει τη δική του διαφορετική ιστορία, όλοι είχαν κάτι κοινό. Το παράπονο για την εγκατάλειψη που βιώνουν σε κάθε επίπεδο.
Να τα πάρουμε όμως από την αρχή. Ο χώρος αυτός, ο οποίος ανήκει στο Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε, παραχωρήθηκε ώστε να μείνουν σεισμοπαθείς των οποίων τα σπίτια είχαν κριθεί ακατάλληλα μετά τα 5,9 ρίχτερ του 1999. Ήταν μια προσωρινή λύση μέχρι να χτιστούν καινούργιες πολυκατοικίες. Έτσι κι έγινε. Έπειτα από μερικά χρόνια κάθε οικογένεια κλήθηκε να παραλάβει το δικό της διαμέρισμα. Τα εικοσιένα κοντέϊνερ όμως δεν έμειναν άδεια. Με την οικονομική κρίση να έρχεται και σταδιακά να επελαύνει, άρχισαν σιγά σιγά να κατοικούνται από άπορους.
Οικογένειες με παιδιά, ζευγάρια, άνθρωποι μόνοι, αθίγγανοι και τοξικοεξαρτημένοι αποτελούν την κοινότητα του καταυλισμού, άλλοι καταλήγοντας εκεί με νόμιμες διαδικασίες κι άλλοι όχι. Οι περισσότεροι από εκείνους που μιλήσαμε γνωρίζουν πολύ καλά πως για να ζήσει κανείς δε χρειάζεται πολλά πράγματα, χρειάζεται όμως μια δουλειά για να τους εξασφαλίσει τα προς το ζην… την οποία δεν έχουν.
Βρίσκουν εναλλακτικούς τρόπους επιβίωσης. Το φαγητό, για αρκετούς, προσφέρεται από την εκκλησία, είναι όμως κακής ποιότητας και μάλιστα δε γίνεται διάθεση από τέλη Ιουνίου ως μέσα Σεπτέμβρη «λόγω διακοπών», όπως μας είπαν οι κάτοικοι. Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη παρέχεται από τους Γιατρούς του Κόσμου στο Πέραμα, όπως μας είπε ο Βασίλης. Σύζυγός του, η Γεωργία, που το μόνο που την κρατά από την τρίτη απόπειρα αυτοκτονίας είναι ο άντρας της, «Αυτόν σκέφτομαι, τι θα απογίνει». Κι οι δυο τους άνεργοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους και να μείνουν για ένα μήνα στο δρόμο, σε σκηνή. Πλέον στο μόνο που ελπίζουν είναι η μέριμνα από τη δημοτική αρχή.
Ο Κώστας, ψάχνει για δουλειά αλλά του λένε πως στα 56 του είναι αρκετά μεγάλος για να τον προσλάβουν και αρκετά μικρός για να βγει στη σύνταξη. Ζει με μοναδική συντροφιά ένα ημίαιμο γκριφόν, τον Ρεξ, και μία καρδερίνα, προετοιμασμένος για ό,τι άλλες αρνητικές εκπλήξεις του επιφυλάσσει το μέλλον.
Ο Σάββας, με την οργή να ξεχειλίζει από τα μάτια του δε χρειαζόταν να μας πει πολλά. Από εργαζόμενος στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά κατέληξε άστεγος να κοιμάται επί δύο μήνες πάνω σε μία γέφυρα, νηστικός για ένα μήνα. «Μετά ήρθα εδώ. Εγώ δεν πάω στην εκκλησία για φαγητό, έχω και μια υπερηφάνεια».
Ο Δήμος με τη σύζυγό του έμεναν επί δύο μήνες σε ένα Γραφείο Τελετών. «Εκεί έκανα και κανένα μεροκάματο, τώρα τίποτα», κι όταν τον ρωτήσαμε αν για το φαγητό καλύπτεται από την εκκλησία, μας επανέλαβε: «Η εκκλησία είναι κλειστή για δυόμιση μήνες. Φασόλια φτιάχνουμε με τέτοια ζέστη».
Η Μαρία και ο σύζυγός της, ένα ζευγάρι που διατηρούν το χαμόγελο και τη θετική ενέργεια, προσπαθούν να δουν τα πράγματα από την καλή τους πλευρά. Χωρίς δουλειά για δύο και τρία χρόνια, αντίστοιχα. Το φαγητό τους το καλύπτει η εκκλησία. «Δε μας βοηθάει κανείς», λένε με μια φωνή.
Ο Τάκης, επίσης άνεργος, έχει 2 παιδιά. 2 ετών και 6 μηνών. Δεν έχει ιδέα πως θα τα βγάλει πέρα και τι θα ξημερώσει. Αυτό που ξέρει να κάνει είναι να μην χάνει την ελπίδα του και να παλεύει. Όπως ο Γιάννης που μένει με τη σύζυγό του την Κούλα, άνεργοι και αβοήθητοι – βγαίνει κάθε μεσημέρι με το καρότσι του σούπερ μάρκετ να μαζέψει από τα σκουπίδια ό,τι του φανεί χρήσιμο προς ανακύκλωση. Έτσι, ίσως μπορέσει να το πουλήσει για βγάλει άλλη μια ημέρα, ώσπου να έρθει η επόμενη.
Όλοι τους, κουβαλάνε εμφανή τα σημάδια της φτώχειας. Τα μαρτυρά η θλίψη στο πρόσωπό τους. Ίσως σε αρκετούς από σας, οι ιστορίες μοιάζουν ξένες, πολύ μακρινές. Σίγουρα δυσάρεστες, από αυτές που γυρίζεις το κεφάλι από την άλλη πλευρά γιατί σε ψυχοπλακώνουν. Οι άνθρωποι αυτοί «έπεσαν έξω». Για διάφορους λόγους. Για τους οποίους δεν είναι σίγουρο ότι θέλουν να μιλήσουν. Ή ότι αν το κάνουν, θα πουν ολόλκληρη την αλήθεια. Βιωνουν μια κατάσταση που σίγουρα προκάλεσε, ενίσχυσε ή παρέτεινε η Κρίση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η απόσταση ανάμεσα στην ενοχή και την μεμψιμοιρία είναι πολύ μικρή. Κι όσοι είναι εκτός, μάλλον δε δικαιούνται δια να ομιλούν. Ακόμα κι αν έχουν περάσει δύο, τρία ή ακόμα και τέσσερα χρόνια που ζουν στην ανέχεια, ακόμα κι αν αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι, και όχι άδικα, από τους αρμόδιους φορείς της περιοχής, παλεύουν να μην αφεθούν, να μην εγκαταλείψουν τον εαυτό τους. Παλεύουν μέρα με την ημέρα, όπως είπαμε και πριν – μια συνθήκη που στους περισσότερους από μας, σκεφθείτε το λίγο, φαίνεται από εντελώς ξένη έως απόλυτα εφιαλτική.
Πέρα από τις προσωπικές ανθρώπινες ιστορίες, υπάρχει κι ένα άλυτο κουβάρι από φορείς που εμπλέκονται στον καταυλισμό.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο περίπου, το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε έχει ζητήσει το χώρο που φιλοξενούνται τα κοντέϊνερς (ο οποίος του ανήκει). Οι κάτοικοι αντιστέκονται με πανό, επιστολές κι εκκλήσεις στο δήμο Κερατσινίου –Δραπετσώνας για άμεση επίλυση του θέματος. Αν φύγουν από εκεί, δεν έχουν που να μείνουν. Γι’ αυτό και η απερχόμενη δημοτική αρχή με επιστολή στο Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε είχε ζητήσει την παραχώρηση του χώρου. Επίσημη απάντηση δεν έχει υπάρξει ακόμα.
Υπάρχουν όμως κι άλλα αιτήματα από τους κατοίκους:
Ζητούν να καθαριστεί ο περιβάλλοντας χώρος και να απολυμανθεί, υπάρχουν αρκετά ποντίκια, κατσαρίδες, μέχρι και φίδια. Το αίτημα αυτό είναι προς υλοποίηση, όπως τους διαβεβαιώνουν, αλλά μετατίθεται από Δευτέρα σε Δευτέρα. Ζητούν επίσης δωρέαν ηλεκτροδότηση, αλλά κι άμεση επισκευή των περισσότερων κοντείνερ που δεν είναι σε καλή κατάσταση (σοβαρό πρόβλημα η έλλειψη θερμοσίφωνα με τις οποίες συνέπειες σε θέματα υγιεινής). Και η ασφάλεια ακόμα είναι ένα θέμα, αφού η είσοδος του καταυλισμού είναι εύκολα παραβιάσιμη και σε συνδυασμό με τον κακό φωτισμό, δεν είναι εύκολο να ελέγχεται το ποιος μπαινοβγαίνει στον καταυλισμό που συχνά παρατηρούνται φαινόμενα παραβατικότητας όπως κλοπές.
Έπειτα από επικοινωνία που είχαμε με την Περιφέρειας Αττικής, έλαβαν γνώση για το θέμα η Περιφερειάρχης, κα Ρένα Δούρου, η οποία δεσμεύτηκε να επισκεφθεί τον καταυλισμό σε εύλογο χρονικό διάστημα, καθώς επίσης κι ο Αντιπεριφερειάρχης Πειραιά, κ. Γιώργος Γαβρίλης, που πήρε θέση στα αιτήματα της κοινότητας που του θέσαμε υπ’ όψιν. Μας είπε ότι έχει ήδη ορίσει ημερομηνία συνάντησης με τον Δήμαρχο Κερατσινίου – Δραπετσώνας, κ. Βρεττάκο, ώστε να επισκεφθούν μαζί το χώρο για να γίνει αυτοψία και ότι θα επικοινωνήσει με το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., για να συζητηθεί το αίτημα αδειάσματος του χώρου. Ως προς την επισκευή των κοντέϊνερς (υδραυλικά, πατώματα κτλ.) ο κ. Γαβρίλης ανέφερε πως μέσω της αυτοψίας που θα γίνει θα υπάρξει εκτίμηση για το τι ακριβώς χρειάζεται ο καταυλισμός. Τέλος, σχετικά με την ηλεκτροδότηση ανέφερε πως εκείνο που μπορεί να κάνει είναι να μεσολαβήσει για να ενταχθούν στο κοινωνικό τιμολόγιο της Δ.Ε.Η.
Η κρίση έχει αφήσει τα σημάδια της στην ελληνική κοινωνία των τελευταίων χρόνων, έχει δημιουργήσει πληγές που είναι δύσκολο να επουλωθούν. Η κοινωνία του καταυλισμού της Δραπετσώνας που ζει σε αυτές τις άθλιες συνθήκες μας υπενθυμίζει και μια κρίσιμη απόφαση που πρέπει να πάρουμε σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, ενώ ακούμε γύρω μας για ανάκαμψη, ανάπτυξη, έξοδο από την κρίση. Αυτούς τους ανθρώπους θα τους αφήσουμε πίσω;
όλο το φωτορεπορτάζ εδώ
Στη Δραπετσώνα πια έχουνε ζωή;