Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaOSCARS 2016
Τι μάς έμαθαν τα φετινά Όσκαρ
Η Popaganda και φέτος χορεύει στο ρυθμό του Θείου Όσκαρ.

Τι μάς έμαθαν τα φετινά Όσκαρ

Κατ’ αρχήν ότι το πάλαι ποτέ προαπαιτούμενο της Αγίας οσκαρικής Τριάδας σκηνοθεσίας-φωτογραφίας-μοντάζ ενταφιάστηκε με τη νίκη του Spotlight, της πρώτης ταινίας απ’ το 1952, που κερδίζει το μεγάλο Όσκαρ με μόνο συνοδευτικό το βραβείο Σεναρίου.
Το Spotlight σήκωσε το τιμημένο...

Το Spotlight σήκωσε το τιμημένο…

Όσοι ανδρωθήκαμε ξενυχτώντας με τα Όσκαρ στα late ’90s και βεβαίως στα ’00s, μάθαμε να εμπιστευόμαστε την ακλόνητη και βέβαια σταθερά που συμπυκνωνόταν στην έννοια της Αγίας οσκαρικής Τριάδας, και η οποία έλεγε πως, για να φτάσει μια ταινία ως το Όσκαρ της Καλύτερης Ταινίας της χρονιάς, θα έπρεπε να κάνει μια στάση απ’ τις κατηγορίες Σκηνοθεσίας, Φωτογραφίας και Μοντάζ. Ήταν μια αρχή που κατ’ αρχήν έβγαζε νόημα, γιατί πώς μπορείς να είσαι η ταινία της χρονιάς αν δεν είσαι η πιο καλοφωτισμένη, καλογυρισμένη και καλομονταρισμένη, κι ήταν ύστερα και μια αρχή που μάς είχε χαρίσει απίστευτα ντέρμπι που μας τίναζαν απ’ τον καναπέ, όπως λόγου χάρη όταν ο Martin Scorsese μάζευε φωτογραφία και μοντάζ για το The Aviator /  Ιπτάμενος Κροίσος, αλλά έχανε τη σκηνοθεσία απ’ τον Clint Eastwood, ο οποίος κέρδιζε και την ταινία μετά, με το Million Dollar Baby.

Ήταν βέβαια και μια αρχή που καθιστούσε κάπως δευτερευούσης σημασίας όλα τα άλλα βραβεία της βραδιάς, με τα σενάρια να αποτελούν συνήθως περιφερειακές διακρίσεις της παρηγοριάς, τις ερμηνείες να λειτουργούν ως βραβειακές ενισχύσεις των μεγάλων διεκδικητών της χρονιάς, και τα υπόλοιπα, τα «τεχνικά», να μοιράζονται σε ταινίες είδους, όπως η φετινή επιστροφή του George Miller με το Mad Max: Fury Road, που με έξι ολόκληρα Όσκαρ βρέθηκε να είναι η πιο πολυβραβευμένη ταινία της χρονιάς, αλλά χωρίς κανένα από εκείνα τα βραβεία που θα κάνανε τον σκηνοθέτη να νιώσει βασιλιάς. Ήταν, μπορείς να πεις, ένα μοντέλο που οφελούσε στην ουσία δυο μεγάλους διεκδικητές, και λίγο χώρο άφηνε για περαιτέρω εκπλήξεις και ανατροπές. Ανατροπές κι εκπλήξεις πολλές έχει βέβαια πάντα ο παραλογισμός, και δη ο παραλογισμός που βιώνουμε την τελευταία πενταετία.

Η τελευταία φορά όπου είδαμε την αρχή της Αγίας Τριάδας να τηρείται με ευλάβεια, ήταν η χρονιά του Slumdog Millionaire: στα Όσκαρ του 2009, η ταινία του Danny Boyle είχε κερδίσει 8 Όσκαρ, μεταξύ των οποίων τα τρία βασικά, συν το σενάριο, και τελικά εκείνο της ταινίας. Το φαινόμενο της παντοκυριαρχίας της Καλύτερης Ταινίας άρχισε να σπάει την αμέσως επόμενη χρονιά, με το Τhe Hurt Locker να κερδίζει μεν μοντάζ και σκηνοθεσία, να χάνει όμως τη φωτογραφία απ’ το Avatar, και να καταλήγει ως Καλύτερη Ταινία με 6 συνολικά βραβεία. Έκτοτε, δεν έχει υπάρξει Καλύτερη Ταινία με πάνω από τρία συνοδευτικά βραβεία: τα The Artist και The King’s Speech / Ο Λόγος του Βασιλιά είχαν κερδίσει τη Σκηνοθεσία κι από άλλα δυο βραβεία, το Argo / Επιχείρηση: Argo πέτυχε αυτό που φαινόταν αδιανότητο όταν κέρδισε την Καλύτερη Ταινία χωρίς τη Σκηνοθεσία αλλά τουλάχιστον είχε Μοντάζ, και το 12 Years a Slave / 12 Χρόνια Σκλάβος τίναξε τη μπανκα στον αέρα, όταν ανακυρήχθηκε ταινία της χρονιάς, με μόνα συνοδευτικά τα Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου και Β’ Γυναικείας Ερμηνείας.

Η περσινή επικράτηση του Birdman, συνοδευόμενη από Όσκαρ Σκηνοθεσίας και Φωτογραφίας μαζί με το Πρωτότυπο Σενάριο, φάνηκε σαν μια κάποια επιστροφή στην κανονικότητα. Όμως, όπως έδειξε η φετινή απονομή, μηδένα προ του τέλους και λοιπά. Αυτή η διαφαινόμενη αποδυνάμωση των τελευταίων ετών στο διπολικό μοντέλο των δυο κυρίαρχων διεκδικητών που κονταροχτυπιούνται μέχρι τέλους, δείχνει να έχει απελευθερώσει αρκετά τους ψηφοφόρους της Ακαδημίας των Όσκαρ, ώστε να εφαρμόζουν στην εκλεκτορική τους διαδικασία μια λογική μπαχαλάκηδων, οδηγώντας την όχι απλώς στον ανορθολογισμό, αλλά πια στον πλήρη παραλογισμό. Και δύσκολα μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι η λογική του παραλόγου είναι αυτή που οδήγησε στη φετινή βράβευση του Spotlight ως Καλύτερης Ταινίας της χρονιάς, με μόνο άλλο ενισχυτικό βραβείο αυτό του Πρωτότυπου Σεναρίου.

Πέραν του ότι κάτι τέτοιο έχει να συμβεί απ’ το 1952 –εποχές Cecil B DeMille δηλαδή, με το The Best Show On Earth–, τι ακριβώς σημαίνει το μεγαλύτερο Όσκαρ της βραδιάς, για μια ταινία που έχει χάσει σε όλα τα άλλα σημεία; Και πώς μπορεί να θεωρείται η καλύτερη ταινία μιας οχτάδας, όταν σ’ αυτήν την ίδια οχτάδα υπάρχει το Mad Max: Fury Road των τριπλάσιων βραβείων, ή έστω το The Revenant / Η Επιστροφή με δυο βραβεία απ’ τα τρία βασικά; Αν υποθέσουμε ότι το ζητούμενο σε μια τελετή όπως αυτή των Όσκαρ, είναι να έχουμε μια βραδιά γεμάτη εκπλήξεις και ανατροπές, μια βραδιά όπου όλα μπορούν να συμβούν, ο πιο σίγουρος δρόμος προς αυτό, είναι τελικά κανένα βραβείο να μην έχει στ’ αλήθεια σημασία, κι η Καλύτερη Ταινία να είναι αυτή που έχει απλά την πιο ωραία συναστρία. Όμως, τι πολιτισμικό εκτόπισμα θα έχει αυτή αυτή σε πέντε χρόνια από τώρα, ή σε δέκα, ή σε τρία;

Είναι εύκολο να παρασυρθεί κανείς απ’ το σενσεσιοναλισμό που κρύβει μέσα της η θεματική του Spotlight: μια ταινία για το σκάνδαλο των παιδεραστών καθολικών ιερέων στη Βοστώνη και τον κόσμο, το κουκούλωμά του από την εκκλησία που λειτουργεί οργανωμένα σα μαφία, και τον επαγγελματισμό των δημοσιογράφων που το αποκάλυψαν ανανεώνοντας την πίστη του κόσμου στη σοβαρή δημοσιογραφία. Σούπερ. Όμως, πολλά περισσότερα από μια σκηνοθετικά υποτονική ταινία, να τη δεις και να περάσεις δυο ώρες γεμάτες ζουμερή δραματουργία και καλοκουρδισμένη ηθοποιία, το Spotlight δεν είναι. Και σίγουρα δεν είναι η πάστα της ταινίας που θα σε βγάλει απ’ την αίθουσα πορωμένο να τη διηγηθείς στους φίλους σου, να αρπαχτείς ή να παρασυρθείς μαζί τους. Σε αντίθεση με το The Revenant για παράδειγμα, που έστω για τους λάθος λόγους, έχει αυτήν την πάστα ακριβώς. Ή το Mad Max του Miller, που μπορεί να έθαψε τις αφηγήσεις του για την κοινωνική καταπίεση, τη σεξουαλική εμπορευματοποίηση, την γυναικεία χειραφέτηση, κάτω απ’ τον πληθωρισμό μιας παραβολής που δεν άντεχε να σηκώσει η ευθύβολη πλοκή του, είναι όμως ένας άθλος σκηνοθετικής πυγμής και μαεστρίας, που θα διδάσκεται και θα διδάσκει για χρόνια.

Από ‘κει και πέρα ήταν στ’ αλήθεια πραξικόπημα το ότι το Όσκαρ Φωτογραφίας αντί για το Mad Max πήγε στο The Revenant, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο Emmanuel Lubezki δεν αξίζει να είναι μια κατηγορία από μόνος του, ως ο μόνος δ/ντης φωτογραφίας με σερί τριών συναπτών Όσκαρ. Το φετινό το πήρε μάλλον ως ο καλύτερης δ/ντης φωτογραφίας που μπόρεσε να βγάλει ολόκληρη ταινία με μόλις 4 ώρες φως τη μέρα και 10 παπλώματα στην πλάτη, και πέρα απ’ το Spotlight, που ακούστηκε δυο φορές σ’ ολόκληρη την τελετή, η μόνη άλλη έκπληξη της βραδιάς ήταν η ματαίωση των ελπίδων για δικαίωση της εφηβείας μας, όταν ο Sylvester Stallone, στην πρώτη δεύτερη κι ίσως τελευταία του υποψηφιότητα για Όσκαρ ερμηνείας με το come-back του ως Rocky Balboa στο Creed, έχασε το βραβείο Β’ Ανδρικού από τον Mark Rylans για το Bridge of Spies / Η Γέφυρα των Κατασκόπων.

Ο Stallone κέρδισε βέβαια το γνωστό Όσκαρ της Καρδιάς μας, όπως του το αποσαφήνισε κι ο Arnold Schwarzenegger πολύ συγκινητικά στο twitter, και μπορείς να πεις ότι o Sly επάξια κληρονομεί τον τίτλο απ’ τον Leonardo DiCaprio, που έπαψε να είναι ο αγαπημένος μας χαμένος, κερδίζοντας (δυστυχώς και επιτέλους συνάμα) το πρώτο του Όσκαρ μετά από έξι χρόνια αποτυχίες. Ανεβαίνοντας στη σκηνή για να παραλάβει, ο DiCaprio απέδειξε ότι, εντάξει, ο τύπος είναι κάτι παραπάνω από σταρ, και μάλλον η καλύτερη επιλογή ανθρώπου να ανεβάσεις στο πόντιουμ για να σου πολιτικοποιήσει τη βραδιά χωρίς να μπορείς να ξεκρεμαστείς από τα χείλη του, με τον τρόπο με τον οποίο έμπλεξε την κλιματική αλλαγή με τις φυλλετικές διακρίσεις, τη λαϊκή αφύπνιση, και την ανάγκη για μαζική πολιτικοποίηση, να καταγράφεται ως ένας απ’ τους καλύτερους ευχαριστήριους λόγους στα οσκαρικά χρονικά.

Αν υπάρχει ένα πράγμα που έχει μείνει σταθερό στα Όσκαρ πάντως, είναι η παντοδυναμία των ταινιών με εβραϊκή θεματολογία και δη στην Ξενόγλωσση κατηγορία, όπως υπογράμμισε με τη νίκη του το Son of Saul / Ο Γιος του Σαούλ του Lazlo Nemes. Η νίκη του Πολωνού Ούγγρου σημειώνεται ως μια απ’ τις λίγες φορές που η Ακαδημία πετυχαίνει διάνα στην επιλογή της συγκεκριμένης κατηγορίας, όπως πέτυχε διάνα και με την επιλογή του Chris Rock για το hosting της βραδιάς. Την οποία ο (γενικά αμφιλεγόμενου γούστου) κωμικός, μετέτρεψε σε απολαυστικό ξεπούρλεμα του τραβηγμένου απ’ τα μαλιά «σκανδάλου» της χρονιάς, κορυφώνοντας τις δηκτικές του χιουμοριστικές επιθέσεις στο #OscarSoWhite, με την εύστοχη παρατήρηση ότι «ο μόνος τρόπος να έχουμε κάθε χρόνο μαύρους ηθοποιούς στα Όσκαρ, είναι να κάνουμε κατηγορία Καλύτερου Μαύρου». Που, εντάξει, με τα Όσκαρ ποτέ μη λες ποτέ.

Τι μάς έμαθαν τα φετινά Όσκαρ
Η Popaganda και φέτος χορεύει στο ρυθμό του Θείου Όσκαρ.
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.