hayek

Ένας από τους πιο διάσημους θιασώτες του laissez-faire κατά τον 20ου αιώνα υπήρξε ο Φρειδερίκος Χάγιεκ, πατέρας της λεγόμενης «Αυστριακής» οικονομικής σχολής, κάτοχος Νόμπελ Οικονομίας (1974) και διάσημος αντίπαλος του Κέινς. Στην Ελλάδα είναι παντελώς άγνωστος και μόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει δειλά η εισαγωγή της σκέψης του, μέσω της μετάφρασης των πολυδιαβασμένων έργων του όπως «Ο Δρόμος Προς Τη Δουλεία».

Το βιβλιό κυκλοφόρησε το 1944 και γρήγορα έγινε μια Βίβλος για τους απανταχού αντι-κομμουνιστές. Στο πέρασμα των δεκαετιών, το βιβλίο διατήρησε την αίγλη του και σε συνδυασμό με το κατοπινό «Σύνταγμα της Ελευθερίας», συνοψίζει τη σκέψη του Χάγιεκ για το πώς θα έπρεπε να είναι η κοινωνία και ποιοι κίνδυνοι ελλοχεύουν αν δεν είναι όπως την οραματίζεται.

Η Δουλεία του τίτλου είναι ο κολεκτιβισμός. Ο Χάγιεκ του 1944 υποστηρίζει τον κλασσικό φιλελευθερισμό και καταδικάζει αυτό που θεωρεί ως αντίθετό του, τον κολεκτιβισμό (άρα και τις υποκατηγορίες του, σοσιαλισμό, κομμουνισμό, κλπ). Το βασικό επιχείρημά του είναι ότι η πρόοδος των τελευταίων αιώνων της ανθρωπότητας οφείλεται στον κλασικό φιλελευθερισμό και τα προβλήματα που προέκυψαν στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα οφείλονται στην εγκατάλειψη του φιλευθερισμού, υπέρ των σοσιαλιστικών ιδεών. Ήταν τόσο καλά και σημαντικά τα αποτελέσματα της εφαρμογής του φιλευθερισμού επί αιώνες, λέει ο Χάγιεκ, ώστε θεωρήθηκαν δεδομένα και εκεί έγινε το λάθος: αντί να συνεχίσει η ανθρωπότητα πιο φιλελεύθερα, κινήθηκε πιο σοσιαλιστικά, καταστρέφοντας τα θετικά που είχε ως τότε αποκομίσει.

Σκοπός του Χάγιεκ με τον «Δρόμο προς τη Δουλεία» είναι να εξηγήσει με απλό, κατανοητό στο ευρύ κοινό τρόπο τι είναι όλα αυτά: ο κλασσικός φιλελευθερισμός, ο κολεκτιβισμός, ο κεντρικός σχεδιασμός, ο ανταγωνισμός και τι σημαινουν αυτές οι έννοιες για την κοινωνία και την ανθρώπινη ζωή. Ως θιασώτης του laissez faire, υποστηρίζει ότι η ανθρωπότητα πρόκοψε λόγω του ανταγωνισμού: η ζωή είναι απρόβλεπτη και ακριβώς αυτή η ιδιότητά της είναι που λειτουργεί εις όφελος μας. Αν δεν αφήσουμε τους ανθρώπους να δοκιμάσουν τις απρόβλεπτες ιδέες τους αλλά τους επιβάλλουμε κεντρικό σχεδιασμό, στερούμε από την ανθρωπότητα αυτή ακριβώς την δύναμη που την κάνει να προχωράει μπροστά.

Για τον Χάγιεκ κεντρικός σχεδιασμός αναπόφευκτα σημαίνει ολοκληρωτισμός. Όμως, και το άκρατο laissez-faire δεν είναι χωρίς κινδύνους, γι’αυτό θα πρέπει να υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί (οι οποίοι, όμως, στο κατοπινό έργο του Χάγιεκ θα εκλείψουν, υπέρ του περίφημου «αόρατου χεριού της αγοράς»).

Για να κατανοήσουμε καλύτερα την σκέψη του, καλό θα είναι να τοποθετήσουμε τον Χάγιεκ στην ιστορική εξέλιξη του φιλελευθερισμού. Η ιδεολογία αυτή είναι απότοκο των μεγάλων (εμφυλίων) πολέμων που συγκλόνισαν την Ευρώπη τους περασμένους αιώνες. Η βάση του είναι η «αποδοχή της πραγματικότητας»: αν ακόμα και ο Χριστιανισμός που θα ένωνε την Ευρώπη υπό το ιδεώδες της αγάπης δεν μπορεί να σταματήσει τους πολέμους, τότε πρέπει να βρούμε κάτι άλλο που μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους (το εμπόριο) και δεν πρέπει να βάζουμε υψηλούς στόχους (να γίνουν καλοί οι άνθρωποι που είναι εγγενώς κακοί). Ας αποδεχτούμε ότι η ανθρώπινη κοινωνία έχει τα ελαττώματά της και αυτά δεν θα αλλάξουν. Ας μην περιμένουν την ειρήνη από αναποτελεσματικές θρησκείες και λοιπά ανώτερα ιδανικά, αλλά ας προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε την ανθρώπινη ζωή με τις ίδιες τις δυνάμεις του ανθρώπου: αυτό μπορεί να γίνει καλύτερα με τον ανταγωνισμό, δηλαδή, κατά βάση, με το εμπόριο. Το laissez-faire του Άνταμ Σμιθ θα είναι το ιδεώδες της νέας κοινωνίας. Η «Βασιλεία του Ουρανού» του Χριστιανισμού θα αντικατασταθεί από την επίγεια «Αυτοκρατορία του Λιγότερου Κακού» του φιλελευθερισμού.

Για να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός, πρέπει να είναι ελεύθερος από κάθε γενικό σχέδιο. Αυτό είναι το πλεονέκτημά του: το απροσδόκητο. Χωρίς περιορισμούς από βασιλιάδες, κράτος, τάξεις, ο κάθε άνθρωπος που θέλει και μπορεί, θα κυνηγήσει την βελτίωση της ζωής του, θα επινοήσει, θα βρει λύσεις και όλα αυτά αργότερα θα συμβάλλουν στη βελτιώση της ζωής του συνόλου. Το περίφημο «αόρατο χέρι της αγοράς» του Άνταμ Σμιθ μας έχει ήδη δείξει τον σωστό δρόμο για την πρόοδό μας και αυτόν πρέπει να ακολουθήσουμε πιστά.

hayek

Μια σημείωση που θα πρέπει να κρατάμε πάντα όταν μιλάμε για το «αόρατο χέρι της αγοράς» είναι ότι ο ίδιος ο Άνταμ Σμιθ αναφέρει τη φράση μόλις τρεις (3) φορές σε όλο το έργο του και ότι προειδοποιεί για την ανάγκη περιορισμών στο laissez faire. Δηλαδή, ο ίδιος ο κορυφαίος θιασώτης του ανταγωνισμού, τόνιζε ότι δεν γίνεται να μην υπάρχουν κανόνες στον ίδιο τον ανταγωνισμό. Αυτό είναι κάτι που επιμελώς αποκρύπτεται από τους υποστηρικτές του απόλυτου laissez faire.

Επιστρέφοντας στον Χάγιεκ, βλέπουμε ότι στο «Δρόμο προς τη Δουλεία» συνεχίζει τη σκέψη του Σμιθ και των λοιπών κλασικών φιλελεύθερων, μέσα στα πλαίσια της δικής του εποχής. Βρισκόμαστε στην καρδιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με τον Χίτλερ και τους Ναζί του να στιγματίζουν αιώνια την ανθρωπότητα επιχειρώντας να σκοτώσουν τους πάντες, η Αγγλία πνέει τα λοίσθια, οι ΗΠΑ δεν έχουν ακόμα γίνει η μελλοντική υπερδύναμη και ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός δεν είναι πια θεωρίες αλλά πραγματικότητα στη μεγαλύτερη χώρα του πλανήτη, την ΕΣΣΔ.

Ο Χάγιεκ, τρομοκρατημένος, όπως όλη η Δύση, από την πιθανότητα κυριαρχίας του κομμουνισμού διεθνώς και (σαφώς λιγότερο) από την εξωφρενική περίπτωση του Χίτλερ, προτείνει την επιστροφή στην παλαία κατάσταση, τον κλασικό φιλελευθερισμό, ως λύση στο πρόβλημα της ανώμαλης κατάστασης που ζει ο πλανήτης: σαν κλασικός φιλελεύθερος πιστεύει ότι οι πόλεμοι θα σταματήσουν από το εμπόριο.

Γράφει, λοιπόν, ένα βιβλίο που απέχει πολύ από οικονομική μελέτη, αλλά έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός συγγράματος πολιτικής επιστήμης: είναι ένα υπερ-φιλόδοξο εγερτήριο συνειδήσεων προς τον θεμιτό σκοπό, που παρουσιάζει πάρα πολλά επιχειρήματα, χωρίς όμως να τα υποστηρίζει επιστημονικά. Είναι απόλυτα σίγουρος ότι έχει δίκιο, ότι ο ανταγωνισμός είναι προτιμότερος από τον κεντρικό σχεδιασμό. Ο δε κεντρικός σχεδιασμός είναι, αναπόφευκτα, ολοκληρωτισμός. Αναλύει σε διαδοχικά κεφάλαια τις διάφορες αρνητικές συνέπειες του κεντρικού σχεδιασμού: οι υποστηρικτές του κεντρικού σχεδιασμού είναι εθνικιστές, ο κεντρικός σχεδιασμός δεν μπορεί να λειτουργήσει υπερ όλων, καθώς σχεδιάζουν συγκεκριμένα άτομα που αναπόφευκτα θα σχεδιάσουν υπό το βάρος των συγκεκριμένων προσλαμβανουσών τους, ο σχεδιασμός δεν συμβαδίζει με την δημοκρατία ούτε με το κράτος δικαίου, ο σχεδιασμός επιδιώκει την ισότητα προς τα κάτω αντί για την ελευθερία, για ελευθερία μιλάνε ακόμα και τα καθεστώτα, κλπ.

Το κείμενο είναι πυκνό και ο Χάγιεκ έχει θέσει πολλά και σωστά ερωτήματα περί των προβλημάτων του κολεκτιβισμού. Όμως, οι απαντήσεις που δίνει ενίοτε είναι σωστές, ενίοτε παραξενεύουν. Ταυτόχρονα, υποτιμά τα προβλήματα του ανταγωνισμού, ενώ φτάνει να προτείνει μια ιδιότροπη εικόνα της Ιστορίας για να στηρίξει τον σκοπό του.

Έτσι, εισάγει την έννοια του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (θυμίζουμε ότι γράφει με πρότυπο την Αγγλία, όπως ο Μάρξ με πρότυπο τη Γερμανία), υποστηρίζει το laissez faire με περιορισμούς, προειδοποιεί για τον κίνδυνο μονοπολιών, κλπ.

Όμως, υποστηρίζει ότι ο Χίτλερ και οι Ναζί κυριάρχησαν, επειδή η Γερμανική κοινωνία είχε ως πρότυπο τον δημόσιο υπάλληλο και επί δεκαετίες η χώρα κυβερνήθηκε από σοσιαλιστές! Είχε συνηθίσει (!) ο κόσμος από τους σοσιαλιστές και γι’ αυτό δεν είχε πρόβλημα να αποδεχθεί με ευκολία έναν ψυχοπαθή, αιμοσταγή που έβαλε μια ολόκληρη, μεγάλη χώρα να εξολοθρεύσει εκατομμύρια «εχθρούς», με σκοπό να κυβερνήσει σε όλο τον πλανήτη!

Υποστηρίζει ότι ο ναζισμός και ο κομμουνισμός έχουν την ίδια ρίζα, αδιαφορώντας για την στήριξη που είχε ο Χίτλερ και τα δεκάδες άλλα φασιστικά κόμματα της Γερμανίας από τους βιομηχάνους της Γερμανίας.

Αποδέχεται την δικτατορία ως αναπόφευκτο βήμα για τη μετάβαση στο καθεστώς της ελεύθερης αγοράς, δεν εξηγεί πως δικαιολογείται ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, του οποίου η αιτία ήταν το εμπόριο και πολλά άλλα.

Αν το πιο σωστό που μπορεί να πει κανείς για τον Μαρξ είναι ότι είναι από τους ελάχιστους που κατανόησαν πραγματικά τον καπιταλισμό, αλλά η λύση που πρότεινε ως απάντησή δεν ήταν η κατάλληλη, τότε αντίστοιχα μπορούμε να πούμε για τον Χάγιεκ ότι κατανόησε τον κολλεκτιβισμό όσο λίγοι, αλλά η απάντησή του δεν ήταν η κατάλληλη.

Ο «Δρόμος προς τη Δουλεία» στιγμάτισε τον 20ο αιώνα. Οικονομολόγοι και πολιτικοί το διάβασαν, ο δε Χάγιεκ θεοποιήθηκε και βρέθηκε δίπλα σε ονόματα όπως του Άνταμ Σμιθ. Σίγουρα, πρόκειται για κείμενο που κινητοποιεί τον αναγνώστη και είναι χρήσιμο εργαλείο στην κατανόηση της φύσης του ολοκληρωτισμού. Επίσης, εν όψει της άγριας τροπής που πήρε ο καπιταλισμός στις πρόσφατες δεκαετίες, το βιβλίο – σε συνδυασμό με τα γραπτά του Άνταμ Σμιθ – υπενθυμίζει ότι τo «αόρατο χέρι της αγοράς» δεν υπάρχει και η «Αυτοκρατορία του λιγότερου κακού» δεν ειναι ακριβώς η απάντηση στα προβλήματα του κολεκτιβισμού και της ανθρωπότητας. Είναι απλά μία απάντηση.