popaganda_football

Πριν 8 ημέρες ο Ολυμπιακός έχασε με 3-0 από τον Παναθηναϊκό στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» και δεν κατάφερε ούτε φέτος να πάρει αήττητος το πρωτάθλημα (ο μοναδικός σοβαρός του στόχος στην Ελλάδα, τόσο μεγάλη διαφορά που έχει από τους υπόλοιπους), Ή, για να είμαστε δίκαιοι, ο Παναθηναϊκός ήταν αυτός που τον συνέτριψε χαρίζοντας σε όσους τον υποστηρίζουμε μια επιβλητική νίκη που περιμέναμε ίσως περισσότερα χρόνια απ’ όσα γράφει η ταυτότητα μερικών παικτών του Αναστασίου. Γράψτε ξανά λάθος. Δεν κέρδισε ο Παναθηναϊκός. Βασικός κανόνας της σύγχρονης ποδοσφαιρικής «θεωρίας των δύο άκρων» είναι ότι τον Ολυμπιακό δεν (επιτρέπεται να) τον κερδίζει κανένας. «Εμείς και όλοι σας», είναι το μότο που, κακά τα ψέματα, συντηρεί και το ενδιαφέρον σε μια διοργάνωση κάκιστου θεάματος, μηδενικού ενδιαφέροντος κι ανύπαρκτης αξιοπιστίας.
Έτσι λοιπόν οι οπαδοί είχαν έτοιμο το σενάριο για την «απόδοση 75 που έδινε στο 0-3 μια εταιρεία στην Κουάλα Λουμπούρ», γιατί «το ‘στησε μωρέ ο Μαρινάκης, αφού έχει κριθεί το πρωτάθλημα».  Και η διοίκηση μόλις έπεσε λίγο ο κουρνιαχτός από το σοκ της, αδιάφορης βαθμολογικά πλην βαριάς σε όρους γοήτρου, ήττας «βγήκε στην αντεπίθεση» όπως αντέγραψε τα non papers σύσσωμος ο αθλητικός Τύπος. Τα έβαλε με την αστυνομία για τα επεισόδια, χωρίς άλλη μια φορά να μας εξηγήσει γιατί δεν καταφέρνουν να εγγυηθούν την ασφάλεια στο φαληρικό γήπεδο οι αξιωματικοί που μόλις βγάλουν την στολή βρίσκουν δουλειά στην ΠΑΕ. Κατηγόρησε τον προπονητή του  Παναθηναϊκού για θέατρο, θεωρώντας λίγο πολύ πρόοδο το πέρασμα από τα αεροβόλα που σημάδευαν τον Τζορβα στα ιπτάμενα ποτήρια. Δεσμεύτηκε ότι θα βρει τον δράστη, μόνο που ακόμα δεν μας έχει ενημερώσει για την πρόοδο των ερευνών. Με αποκορύφωμα την στοχοποίηση μέσω επίσημης θέσης του διευθυντή του gazzetta.gr Βασίλη Παπαθεοδώρου. Ο οποίος, μάλλον όχι και τόσο συμπτωματικά… δεν είναι πια διευθυντής του gazzetta.gr. Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι γραφικές αντιδράσεις ενός «εφήβου» – see what I did here – που δεν ξέρει να χάνει (κάπως σαν τα tweets του Γιάννη Αλαφούζου), αν δεν ήταν λίγο επικίνδυνα. Αρκεί να θυμηθεί τις επανειλημμένες επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων πέρυσι στο «Καραϊσκάκης» ή την αντίστοιχη τρομοκρατία που ασκούσε κάποτε η ΠΑΕ Παναθηναϊκός στον Τύπο με το αλήστου μνήμης Media Watch που δημοσίευε στην επίσημη (!!!!) ιστοσελίδα της. Τώρα που ο Ολυμπιακός ξαναέχασε χθες από τον ΠΑΟΚ, και μάλιστα σε ματς που έχει και σοβαρό λόγο να φωνάζει για τη διαιτησία, τι θα έχει το μενού της εβδομάδας; Ανατροπή του πολιτεύματος;

Ας περάσουμε σε ένα άλλο, όχι πολύ μακρινό, θέμα της αθλητικής επικαιρότητας.

Μετά την «ήττα-σοκ» από την Λαμποράλ Κούτσα (αυτήν που λέγαμε Ταουγκρές όταν ήμασταν μικροί και αθώοι), ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος έλυσε τη συνεργασία του με τον Αργύρη Πεδουλάκη. Ας δούμε μερικά πράγματα που δεν κατάφερε ο «Άρτζι» στις 609 ημέρες που έκατσε στον πράσινο πάγκο. Δεν πέτυχε την επιστροφή των Ελγινείων. Δεν έδιωξε την Τρόικα. Δεν διεκδίκησε τις γερμανικές αποζημιώσεις. Και, σίγουρα, δεν τελείωσε ένα ματς ατσαλάκωτος, κρατώντας το πουκάμισό του μέσα από το παντελόνι και τη γραβάτα σφιχτά δεμένη στο λαιμό. Στα υπόλοιπα, σε αυτά για τα οποία προσλήφθηκε δηλαδή, μέτρησε 3 στους 3 εγχώριους τίτλους, μια αξιοπρεπέστατη ευρωπαϊκή παρουσία πέρυσι στη θρυλική σειρά με την Μπαρτσελόνα κι ένα, ηδονικό για τους Παναθηναϊκούς, 7-1 στα τελευταία 8 αιώνια ντέρμπι. Βελτίωσε παίχτες (Ούκιτς, Λάσμε, Γκιστ έγιναν άλλοι άνθρωποι δίπλα του) κι έχει να περηφανεύεται ότι είναι ο μοναδικός προπονητής στην Ευρώπη που με συνέπεια κατέστρεψε το παιχνίδι του καλύτερου γκαρντ εκτός NBA, του Βασίλη Σπανούλη. Κι όλα αυτά σε μια συνθήκη που είναι αδύνατον να εκτιμήσουν όσοι δεν έχουν μπει ποτέ σε αποδυτήρια, αφού παρέλαβε μια ομάδα με 1.5 παίκτη – τον Διαμαντίδη και τον Τσαρτσαρή που είχε αποφασίσει να αποσυρθεί. Μια σύγκριση με την φετινή Man U και την διαδοχή  Σερ Άλεξ – Μόγιες, τα λέει – τηρουμένων των αναλογίων – όλα.

Ο κόσμος όμως τον αμφισβήτησε εξαρχής. Λογικό σε ένα βαθμό. Η σκιά του μεγάλου Ζέλικο Ομπράντοβιτς ήταν αναπόφευκτα πολύ βαριά και οι εξ’ απορρήτων νοσταλγοί του Σέρβου φρόντιζαν να την ενισχύουν με τα ανυπόγραφα αστειάκια για τα αγγλικά του Πεδουλάκη, τα «μποχού» και τα σχετικά βίντεο που διέρρεαν στο YouTube. Σύμφωνοι, το μπάσκετ που παρουσίαζε ο Παναθηναίκός ήταν συχνά αποκρουστικό. Και γιατί ο «Άρτζι» παίζοντας διαρκώς το κεφάλι του, παραμελούσε την επίθεση επιμένοντας στην άμυνα, αλλά και γιατί ήταν υποχρεωμένος (κι εκ του αποτελέσματος δικαιωμένος) να εξαρτάται από έναν τεράστιο παίκτη που όμως  πια κατεβαίνει το λόφο κι αν θες να σου δίνει 30 καλά λεπτά, πρέπει να προσαρμόζεσαι στον αργό ρυθμό που μπορεί να ακολουθήσει. Το δε επιχείρημα ότι δεν ετοίμασε «την μετά τον ΔΔ εποχή» επιστρέφεται ως ανέκδοτο, εκτός αν είδατε τον μύθο Ζοτς του τριπλάσιου μπάτζετ να αφήνει κάβα καμία έτοιμη ομάδα. Τώρα, ο Παναθηναϊκός καλείται να υπερασπιστεί εγχώρια κεκτημένα και να παίξει την ευρωπαϊκή του ύπαρξη με τον Φραγκίσκο Αλβέρτη σε ρόλο μαθητευόμενου μάγου–μπροστινού, αφού κανείς σοβαρός κόουτς δεν αναμένεται να δεχθεί να αναλάβει μέσα Μάρτη. Μια εξέλιξη που αδικεί όλους τους εμπλεκόμενους.

Κοινή συνισταμένη των δύο ιστοριών,«δεν κάνει ήττα στην Ελλάδα». Μεγαλώσαμε με εκείνη την απερίγραπτη μπαρούφα «είμαι φίλαθλος, όχι οπαδός» λες και το να είσαι το δεύτερο συνιστούσε έγκλημα. Κι όσο πλήθαιναν τα αθλητικά μίντια και ο υπόκοσμος έμπαινε για τα καλά στο παιχνίδι (κυρίως στο ποδόσφαιρο), καταργήσαμε την ιδέα της ήττας αφήνοντας τα «στις χαρές και τις λύπες μαζί» (που είναι βέβαια η βάση αυτού του παράδοξου, σχεδόν θρησκευτικού, συναισθήματος που νιώθουμε για τις ομάδες) για τους ξενέρωτους Βρετανούς και περάσαμε απευθείας από το politically correct στο καθεστώς του πανηγυρτζή κάφρου. Εκείνου που ντοπάρεται με την «ψύχωση» που έλεγε κάποτε ο Σωκράτης Κοκκάλης και αδιαφορεί για το μέσο αρκεί να επιτυγχάνεται ο σκοπός. Επειδή όμως αυτήν την υστερία δεν μπορείς για πολύ καιρό να την υπηρετείς αν δεν σε χαρτζιλικώνουν, ο Ολυμπιακός παρότι διάγει με το σπαθί του μια από τις καλύτερες σεζόν στην ιστορία του, δεν μπορεί να γεμίσει το «Καραϊσκάκης» κάθε Κυριακή. Και για τον ίδιο λόγο, ακόμα και όσοι έκραζαν (χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν γιατί) τον Πεδουλάκη, αρχίζουν να φοβούνται που μπορεί να οδηγηθεί μια θρυλική ομάδα όταν αρχίζουν τα αλαζονικά «ηλεκτροσόκ» του κυκλοθυμικού «προέδρου που λειτουργεί πρώτα με το συναίσθημα».