Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΟΠΕΡΑ

Ο Κουρέας της Σεβίλλης: Έρωτας και Χρήμα στην «αθηναΐζουσα» Σεβίλλη του 18ου αιώνα

Στη Σεβίλλη, μία πόλη που έχει κάτι από την παρακμή της σύγχρονης Αθήνας, το «κωμικό» πλέκεται με το «τραγικό», σε μία όπερα που θα μπορούσε να έχει εμπνευστεί ο Φελίνι ή ο Τσιφόρος. Ο Κουρέας της Σεβίλλης στη νέα παραγωγή της ΕΛΣ.
_MG_6752

O ένας θέλει τη Ροζίνα για τα μάτια της. Ο άλλος την θέλει για την περιουσία της. Η φτωχή και υποβαθμισμένη Σεβίλλη, πόλη της υπό πλήρη παρακμή Ισπανικής Αυτοκρατορίας, γίνεται το θέατρο των πιο ποταπών και συνάμα δυνατών ανθρωπίνων συναισθημάτων στον Κουρέα της Σεβίλλης, έργο του Τζοακίνο Ροσσίνι που ανεβαίνει για δέκα παραστάσεις στο Θέατρο Ολύμπια από την Εθνική Λυρική Σκηνή.

Γιατί αξίζει να παρακολουθήσει κανείς τον Κουρέα; Καταρχάς, πρόκειται για ένα από τα κορυφαία αριστουργήματα της opera buffa, του είδους όπερας που, αν ήταν ταινία σήμερα, θα χαρακτηριζόταν ως κωμωδία. Και ο Ροσσίνι, ο παραγωγικότατος Ιταλός συνθέτης του 19ου αιώνα που επηρεάστηκε βαθιά από την Γαλλική Επανάσταση, ήταν από τους μάστορες του είδους.

Όμως η αξία του Κουρέα, έργο σε δύο πράξεις, δεν εξαντλείται στην ιστορική του διάσταση. Κλείνοντας φέτος δύο αιώνες από την πρεμιέρα του στο Teatro Argentina της Ρώμης – το ημερολόγιο έδειχνε τότε 20 Φεβρουαρίου 1816 – είναι πλέον σίγουρο ότι κατατάσσει τον συνθέτη του στους «κλασικούς, στους καλλιτέχνες δηλαδή που μπορούν να γίνουν κάθε στιγμή σύγχρονοι», μιλώντας στην καρδιά των ανθρώπων. Με αυτά τα λόγια δίνει στην Popaganda ο Φραντσέσκο Μικέλι, ο σκηνοθέτης της παράστασης της ΕΛΣ, τη διάσταση της διαχρονικής αξίας του Κουρέα της Σεβίλλης, μίας ιστορίας που κινείται μεταξύ δύο μεγάλων ανθρωπίνων παθών: το χρήμα και τον έρωτα.

Ο σκηνοθέτης, Φραντσέσκο Μικέλι.

Ο σκηνοθέτης, Φραντσέσκο Μικέλι.

Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι η Ροζίνα, η οποία μένει «φυλακισμένη» στο σπίτι του γέρου προστάτη, της Ντον Μπάρτολο. Ο τελευταίος κρατά «αιχμάλωτη» την όμορφη μα αφελή νεαρά, όχι για τα κάλλη της, αλλά για την περιουσία της που με αυτό τον τρόπο μπορεί να διοικεί απερίσπαστος. Αναστάτωση, διαφορετικής φύσεως, προκαλεί η άφιξη στην πόλη του Κόντε Ντ’Αλμαβίβα, ο οποίος ερωτεύεται τη Ροζίνα. Αρωγός του Κόντε στέκεται ο παλιός του γνωστός Φίγκαρο, ο οποίος τώρα εργάζεται ως κουρέας στη Σεβίλλη. Ο τελευταίος συνδράμει τον Κόντε στην προσπάθειά του να μπει με διάφορες μεταμφιέσεις στο σπίτι του Ντον Μπάρτολο, με σκοπό να «κατακτήσει» την Ροζίνα. Ως όπερα buffa, ο Κουρέας προσφέρει ουκ ολίγες σκηνές «ιταλικής φούριας», όπου Ντον Μπάρτολο και Κόντε «κονταροχτυπιούνται» για την Ροζίνα.

Ο έρωτας, η αδυναμία του ανθρώπου για τον παρά, η υποτέλεια των αδυνάτων για να αποσπάσουν κάποια οφέλεια από τους ισχυρούς, η ανασφάλεια, η προσπάθεια να γλιτώσει κανείς από τη μιζέρια και τη δυστυχία. Αυτά είναι μερικά από τα κίνητρα που κινητοποιούν τους ήρωες του Κουρέα. Κίνητρα τα οποία δεν διαφέρουν πολύ από αυτά που «σπρώχνουν» τους περισσότερους από εμάς σήμερα. «Ο Κουρέας της Σεβίλλης έχει κάτι από την αρχαία κωμωδία. Είναι σαν να γράφτηκε χθες. Οι θεματικές του άπτονται της σύγχρονης καθημερινότητας» αναφέρει ο κ. Μικέλι.

Ωστόσο, πέρα από τη διαχρονικότητα μίας ιστορίας με «καθημερινά πάθη», «αυτό που παραδοσιακά προκαλούσε το ενδιαφέρον του κοινού για την όπερα βρίσκεται στον τίτλο της και είναι φυσικά ο Κουρέας της Σεβίλλης», επισημαίνει ο κ. Μικέλι. «Είναι η προσωπικότητα του Φίγκαρο που εκρήγνυται στη σκηνή, με μία ζωντάνια μοναδική, με μία συμπάθεια, με μία ξεροκεφαλιά που συναντάμε σε λαϊκούς ανθρώπους και η οποία ποτέ ως τότε δεν παρουσιαστεί επί σκηνής». Αυτό τον καθιστά στο κοινό μία από τις πιο οικείες φιγούρες στην ιστορία της όπερας.

Ο Διονύσης Σούρμπης στο ρόλο του Φίγκαρο.

Ο Διονύσης Σούρμπης στο ρόλο του Φίγκαρο.

Παρά τον δυναμισμό που εκπέμπει ο Φίγκαρο, ο πυρήνας της ιστορίας του Κουρέα είναι η Ροζίνα, «μία όμορφη κοπέλα που παρουσιάζεται σαν μία χαζούλα κουκλίτσα που επιθυμεί να απελευθερωθεί» από τα δεσμά του προστάτη της. Πρόκειται για μία γυναικεία μορφή, η οποία, μέσα από την ελαφρότητά και ναϊφ συμπεριφορά της, «κερδίζει τελικά τη συμπάθεια του κοινού», προσθέτει ο κ. Μικέλι.

Με το είδος της opera buffa να «δύει» κατά τις αρχές του 19ου αιώνα, ο Κουρέας της Σεβίλλης αποτελεί μία από τις τελευταίες του είδους, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα χαρακτηριστικά από το dramma borghese, το θεατρικό είδος που «ανέλαβε» καλλιτεχνικά την παρουσίαση της καθημερινής ζωής, των φιλοδοξιών και των φόβων της μικροαστικής και μεσαίας τάξης την εποχή της επίπονης γέννησης των φιλελεύθερων ιδεών.

Ο Ζαφείρης Κουτελιέρης στο ρόλο του Φιορέλλο.

Ο Ζαφείρης Κουτελιέρης στο ρόλο του Φιορέλλο.

Πράγματι, σε αντίθεση με άλλα έργα όπερας όπου οι ήρωες γίνονται υποχείριο των «απόλυτων» και ανυπέρβλητων συναισθημάτων που δοκιμάζουν, η ιστορία του Κουρέα κινείται στο σχετικό πλαίσιο της αστικής κοινωνίας της εποχής: έρωτας «κατά συμφέρον», βαρονίες, πλούτη. Παρά την ελαφρότητα των κινήτρων, η επιβλητικότητα και το βάθος της μουσικής του Ροσσίνι μας δείχνει ότι «πίσω και από τα πιο μπανάλ προβλήματα της καθημερινότητας, κρύβεται μία αρχέγονη και αναντικατάστατη ανάγκη του ανθρώπου για την ελευθερία», αναφέρει ο κ. Μικέλι. «Και αυτό είναι το κεντρικό θέμα του Κουρέα: το πάθος του ανθρώπου για την ελευθερία. Ο Ροσσίνι δείχνει εδώ ότι είναι τέκνο της Γαλλικής Επανάστασης. Μπορείς να πάρεις τα πάντα από τον άνθρωπο, εκτός από την ελευθερία».

Ο Κουρέας είναι έργο γεννημένο σε χρόνια ταραγμένα, όπου η μάχη του παλιού με το καινούριο φέρει νέα παθήματα στην πολλαπλώς δοκιμαζόμενη κοινωνία των ανθρώπων. Έχει προηγηθεί η Γαλλική Επανάσταση, η άνοδος και η πτώση του Ναπολέοντα και, φυσικά, η προσπάθεια επαναφοράς του μοναρχικού και αυτοκρατορικού status quo και του ancien régime. Αυτό κάνει τους ανθρώπους θύματα καταστάσεων που τους υπερβαίνουν, αιχμάλωτους ενός παιχνιδιού που «παίζεται» μεταξύ επιβίωσης και οπορτουνισμού. Ο Κουρέας αποτυπώνει μία «συλλογική δυσκολία», την οποία εντοπίζει κανείς μέχρι και σήμερα σήμερα σε «έθνη όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, τα οποία βιώνουν μία νέα κρίση». Στον Κουρέα βλέπουμε την κοινωνική δυστοκία, η οποία «θέτει ενώπιον μας έναν διττό κίνδυνο», ένα ψευτοδίλημμα: «να καταλήξουμε σαν τη Ροζίνα, ή σαν τον Φίγκαρο», σημειώνει ο κ. Μικέλι, «δηλαδή σκλάβοι ενός Ντον Μπάρτολο ή ενός Κόντε».

MG_7031

Παρά τα ταπεινά αντανακλαστικά των ηρώων, ο Ροσσίνι «κατορθώνει να βρει τη μεσότητα μεταξύ του χυδαίου και του ελαφρού, κρατώντας αποστάσεις από αμφότερα», προσθέτει ο κ. Μικέλι. Η συνεκτική συνύπαρξη του κωμικού με το δραματικό αποτελεί άλλωστε ένα από τα χαρακτηριστικά του ιταλικού θεάτρου και της όπερας, που θέτει μίας πρώτης τάξης πρόκληση για κάθε σκηνοθέτη του Κουρέα. «Η ιταλική κωμωδία ήταν πάντοτε πικρή. Αν σκεφτείς το Φελίνι ή άλλους Ιταλούς σκηνοθέτες, δεν θα δεις ποτέ απλώς γέλιο. Θα καταλάβεις ότι το γέλιο μπλέκεται με το κλάμα, με την τραγωδία».

Έτερη ιδιαιτερότητα του Κουρέα από σκηνοθετική άποψη είναι η σύζευξη των στοιχείων της opera buffa με το dramma borghese. «Αυτό προσπαθούμε να το επιτύχουμε ακολουθώντας στην πρώτη πράξη μία ψυχεδελική βερσιόν της ιταλικής κωμικής τέχνης, την ώρα που η δεύτερη πράξη ακολουθεί το πρότυπο ενός δράματος του Στρίμπεργκ, δηλαδή πολύ σφιχτό και συγκεκριμένο».

Μία ακόμη πρόκληση για τους συντελεστές της παράστασης που θα παρακολουθήσουν οι φίλοι της ΕΛΣ είναι η προσπάθεια να αποδοθούν μουσικά και θεατρικά τα ρετσιτατίβα (τα μέρη που οι ήρωες «επιτρέπεται» να μιλούν κανονικά, «εκτός ρυθμού»), ώστε το κοινό να έχει τη δυνατότητα να ακολουθεί περισσότερο την παράσταση και λιγότερο τους υπότιτλους. «Προσπαθήσαμα να αποδώσουμε τις χροιές των ρετσιτατίβων μέσα από τη μουσική και τις θεατρικές κινήσεις, ώστε ο κόσμος να μπορεί να παρακολουθήσει περισσότερο τη σκηνή παρά να διαβάζει» κατεβατά από μεταφράσεις, αναφέρει ο κ. Μικέλι.

MG_6799

Είναι η δεύτερη φορά που ο Ιταλός σκηνοθέτης ανεβάζει τον Κουρέα και αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε «αποσκιρτήματα» από την κλασική προσέγγιση, τα οποία μάλιστα ίσως φαντάζουν επιβεβλημμένα, αν αναλογιστεί κανείς πως ο Κουρέας αποτελεί μία από τις όπερες με τις περισσότερες παραστάσεις παγκοσμίως. Οι σκηνοθετικοί πειραματισμοί εντοπίζονται σε πολλαπλά επίπεδα, από τα κοστούμια έως την χρήση της τεχνολογίας.

Στο πλαίσιο της «νεωτερικής επαναπροσέγγισης», η παράσταση της ΕΛΣ μπορεί να χαρακτηριστεί ως «αχρονική», καθώς δεν φαίνεται να τοποθετείται σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, αποτέλεσμα στο οποίο συμβάλλουν και οι ανάλογης φύσης ενδυματολογικές επιλογές.

«Η νέα προσέγγιση κάνει πιο σαφή την αντιστοιχία του έργου με τη σημερινή εποχή. Πολλές φορές, βλέποντας ένα έργο με κοστούμια εποχής, αμέσως το κατατάσσεις στο παρελθόν ως παρωχημένο, παρότι μπορεί να είναι άρτιο καλλιτεχνικά», αναφέρει στην Popaganda ο Τάσος Αποστόλου, βαθύφωνος (μπάσος) που υποδύεται τον Ντον Μπαζίλιο, δάσκαλο μουσικής της Ροζίνα και αμφιβόλου ηθικής ποιότητας φίλο του Ντον Μπάρτολο. «Μεταφέροντας το έργο στη σημερινή εποχή, τονίζεις τη διαχρονικότητα κάποιων από τα χαρακτηριστικά του», γεγονός που μπορεί να φέρει την όπερα εγγύτερα σε ένα κοινό ανυποψίαστο για το σύγχρονο των ζητημάτων που αγγίζουν οπερατικά έργα. 

MG_6989

Ο Τάσος Αποστόλου υποδύεται τον Ντον Μπαζίλιο.

Η εισαγωγή νεωτερισμών στην όπερα εξυπηρετεί έναν ακόμα σκοπό: ως μορφή τέχνης που συνδυάζει τη μουσική και το θέατρο, η όπερα παραμένει ιδιαίτερα ελκυστική ως προς το μουσικό κομμάτι, την ώρα που το θεατρικό μέρος συχνά θεωρείται πεπαλαιωμένο. Ο «εκμοντερνισμός» του έργου επιτρέπει έτσι την ανανέωση και το «θεατρικό μπόλιασμα» της πλοκής του. «Πολλές φορές τα λιμπρέτι έχουν μία μελοδραματικότητα ξεπερασμένη από την εποχή μας», αναφέρει ο κ. Αποστόλου. «Η ανάγκη να βρούμε σύγχρονα στοιχεία στις ιστορίες της όπερας οδηγεί προς την κατεύθυνση» μίας πιο μοντέρνας αντιμετώπισής τους.

Ο Τάσος Αποστόλου μας μιλά για το ρόλο του, τον Ντον Μπαζίλιο, έναν «καημένο άνθρωπο» που βρισκόμενος σε χρεία «υποκύπτει στις αξιώσεις των πιο ισχυρών», με σκοπό κάποιου είδους εξασφάλιση. Ο τσαρλατανισμός του θυμίζει σε κάποιο βαθμό τον τυχοδιωκτισμό του Ντουλκαμάρα, του γιατρού από το «Ελιξήριο του Έρωτα», την όπερα του Γκαετάνο Ντονιτσέτι. Ο τσαρλατάνος γιατρός «γυρνάει την επαρχία και υποστηρίζει ότι πουλάει το ελιξήριο του έρωτα, το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο παρά κρασί. Και αυτός, όπως και ο Ντον Μπαζίλιο, υποκύπτουν στις επιθυμίες των τρίτων με σκοπό την αποκόμιση χρημάτων.

Στιγμιότυπο από την πρόβα του Κουρέα της Σεβίλλης στο θέατρο Ολύμπια.

Στιγμιότυπο από την πρόβα του Κουρέα της Σεβίλλης στο θέατρο Ολύμπια.

Τεχνολογία και κοστούμια: μία πιο μοντέρνα ματιά στον Κουρέα της Σεβίλλης.

Τεχνολογία και κοστούμια: μία πιο μοντέρνα ματιά στον Κουρέα της Σεβίλλης.

Ωστόσο, δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση για να καταλάβει κανείς ότι η φτωχή πόλη της Σεβίλλης έχει κάτι από την Αθήνα του 2016, που δημιουργεί για το Φίγκαρο ένα κοινωνικό περιβάλλον, τηρουμένων των αναλογιών, παρόμοιο με εκείνο εντός του οποίου καλούμαστε να ανταπεξέλθουμε σήμερα: «Ο Φίγκαρο είναι ένας απλός άνθρωπος, που προσπαθεί να τα βάλει με τις αντιθέσεις της εποχής του, χάνοντας όμως τη μάχη με την κοινωνία», αναφέρει ο κ. Μικέλι. «Η ιστορία του Φίγκαρο δείχνει τη τραγική διαλεκτική αφενός μεταξύ του ανθρώπου και της κοινωνίας του, αφετέρου μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης του. Τελικώς, η κοινωνία επικρατεί επί του Φίγκαρο».

Την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής αξίζει να την παρακολουθήσει κανείς για την «λαϊκότητά» της, για το γεγονός ότι, αν ήταν λογοτεχνικό, θα είχε σίγουρα την υπογραφή του Νίκου Τσιφόρου. Όμως υπάρχει και μία άλλη διάσταση του Κουρέα, που είναι «άγνωστη» στον ανυποψίαστο προς την όπερα κόσμο. «Πολλά μουσικά μέρη του Κουρέα έχουν χρησιμοποιηθεί σε παραστάσεις, ταινίες, ακόμη και διαφημίσεις», αναφέρει ο κ. Αποστόλου, με αποτέλεσμα πολλές από τις άριες του, μουσικά ανεπανάληπτες, να ηχούν ήδη «φιλικά». Λίγο η «τριβή» με τους ήχους του Κουρέα, λίγο οι αστείες στιγμές που επιφυλάσσει η opera buffa του Τζοακίνο Ροσσίνι, ο «Φίγκαρο» αποτελεί ένα σταθερό ραντεβού για τους φιλους της όπερας και, κυρίως, τους επίδοξους εραστές της.

Ο κουρέας της Σεβίλλης του Τζοακίνο Ροσσίνι στην Εθνική Λυρική Σκηνή
Μουσική διεύθυνση: Μίλτος Λογιάδης (13, 14, 17, 19, 20, 21, 28/2),
Κωνσταντίνος Δημηνάκης 
(24, 26, 27/2)
Σκηνοθεσία: Φραντσέσκο Μικέλι
Πρεμιέρα: 13 Φεβρουαρίου 2016, Θέατρο Ολύμπια, Ώρα έναρξης: 20.00
Παραστάσεις: 13, 14, 17, 19, 20, 21, 24, 26, 27, 28 Φεβρουαρίου 2016
POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.