_MG_5522

H ομάδα των Atenistas που συγκεντρώνει το υλικό για τα υπαίθρια γλυπτά της Αθήνας.

Περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας, από το πιο στενό σοκάκι μέχρι και την εκάστοτε κεντρική πλατεία, δεν χρειάζεται παρά μόνο απλή παρατηρητικότητα για να καταλάβει κανείς πως η πόλη είναι κυριολεκτικά γεμάτη από μικρά και σεμνά αριστουργήματα. Υπαίθρια γλυπτά εκτίθενται παντού και παντός καιρού, τόσο που έχουν γίνει ένα με την καθημερινή διαδρομή προς τη δουλειά ή τη σχολή, τόσο που έχουμε πάψει πια να τα προσέχουμε. Πολλά από αυτά δεν φαίνονται, πολλά από αυτά δεν συντηρούνται, ακόμη περισσότερα είναι ντυμένα με τα μαύρα πέπλα που τους επιφύλασσαν οι ερασιτέχνες γκραφιτάδες  κι άλλα τόσα παρά την αψεγάδιαστη εμφάνισή τους ή την κεντρική τους θέση παραμένουν παντελώς άγνωστα στο ευρύ κοινό. Ακόμη κι αν κάτι σου τραβήξει την προσοχή, συχνά στερείται επιγραφής ή υπογραφής. Και αυτή η έλλειψη στερεί με την σειρά της τη γνώση που κάποιος θα προσπαθούσε να πάρει από την καθημερινή του βόλτα. Πού θα ανατρέξεις για πληροφορίες; Ή έστω, τί θα πατήσεις στο google; «Γλυπτό μαρμάρινο στα πέντε μέτρα από την είσοδο του Ζαππείου»;

Αυτά και πολλά άλλα φαίνεται πως προβλημάτισαν τη δραστήρια ομάδα αθηναιολατρίας των Atenistas, η οποία ξαναχτυπά, αυτή τη φορά με ένα project που κάνει τους ιστορικούς της τέχνης να βγάζουν το καπέλο και να κάνουν μια βαθιά υπόκλιση. Τα «Γλυπτά της Αθήνας» πλέον έχουν τη δική τους τιμητική χάρη στους εθελοντές που πήραν μια κάμερα κι ένα βιβλίο στο χέρι και δημιούργησαν το athensculptures.com: μια ηλεκτρονική βάση πληροφοριών που συνδυάζει τη φωτογραφία του γλυπτού με το ιστορικό του υπόβαθρο και τη θέση του στο χάρτη της Αθήνας. Μιλήσαμε λοιπόν με τους Atenistas για την προσπάθεια και το αποτέλεσμα, για τη απαθή σχέση των Αθηναίων με την πόλη, για την παθιασμένη σχέση των graffiti και των γλυπτών και φυσικά για το νέο εργαλείο του Αθηναίου ή τέλος πάντων του φιλομαθούς αθηναιολάτρη.

Screen Shot 2014-07-01 at 8.58.37 μ.μ.

«Η ιδέα ξεκίνησε γιατί αγαπούσαμε τη γλυπτική, είδαμε ότι δεν υπήρχε μια βάση όπου θα μπορούσε ο ενδιαφερόμενος να βρει πληροφορίες. Μπορούσε κανείς να ανατρέξει μόνο σε βιβλία τεχνικά που ήταν πολύ ακριβά για όποιον ενδιαφερόταν και επίσης ήταν γραμμένα με τεχνικούς όρους, οπότε δεν μπορούσε όποιος ήθελε να έχει πρόσβαση σ’ αυτή την πληροφόρηση. Κι έτσι θελήσαμε να κάνουμε κάτι για την πόλη μας που θα μείνει. Είπαμε να φτιάξουμε μια βάση δεδομένων για τα γλυπτά της πόλης που θα μπορούσε οποιοσδήποτε να μπει και να διαβάσει» εξηγεί η Έλενα Γραμμένου, συντονίστρια της ομάδας και του project. «Ο κάθε ερευνητής φωτογράφος έπαιρνε μια περιοχή από κάθε δημοτικό διαμέρισμα και περπατούσε όλη την περιοχή με τα πόδια φωτογραφίζοντας τα γλυπτά. Δεν είχαμε κανένα χάρτη, καμιά βοήθεια, απλώς περπατούσαμε και ανακαλύπταμε. Κι αφού τα βρίσκαμε, μετά κάναμε έρευνα για την αναγνώρισή τους. Ψάξαμε να βρούμε εμπεριστατωμένες πηγές και να βρούμε όσες πληροφορίες έπρεπε. Η χαρτογράφηση δεν έχει τελειώσει ακόμη, είναι ένα έργο επίπονο και χρονοβόρο, αλλά θεωρούμε ότι θα το τελειώσουμε. Ο δήμος Αθηναίων έχει σχεδόν καλυφθεί, μένει ένα πολύ μικρό ποσοστό που δεν έχει ανέβει στο site».

«Δεν είχαμε καμία βοήθεια από κανένα φορέα. Κάποιοι είχαν γνώσεις σε κάποιον τομέα, κάποιοι σε κάποιον άλλο, οπότε ο καθένας προσέφερε ό,τι μπορούσε. Αυτή ήταν η λογική από ένα σημείο και μετά» συνέχισε ο φωτογράφος Ηλίας Γεωργουλέας, επίσης μέλος της ομάδας. Αυτό το project θα έλεγε κανείς πως έχει δύο πρόσωπα: το πρώτο είναι το ακαδημαϊκό, με την έννοια μια ιστορικής μελέτης πλήρως καταρτισμένης που λειτουργεί σαν σημείο αναφοράς για έρευνες, το δεύτερο είναι το εργαλειακό, με την έννοια ενός καλομελετημένου «μπούσουλα» που θα υποδείξει μια διαφορετικού είδους βόλτα. «Αυτός ακριβώς ήταν ο στόχος του χάρτη», απαντά η Τζένη Τόλου. «Να μπορείς και μόνος σου να περιηγηθείς στην Αθήνα, να ξέρεις τί βλέπεις και φυσικά να είναι προσβάσιμο σε όλους. Εμείς το βλέπουμε περισσότερο σαν ένα εργαλείο, λιγότερο σαν ιστορική έρευνα, ξεκινάς από το πιο απλό και έπειτα πας στο πιο σύνθετο. Το είδαμε αρχικά σαν ένα ξεχωριστό χάρτη».

_MG_5516

Βέβαια, η κατάσταση των υπαίθριων γλυπτών – όπως όλοι ξέρουμε – δεν είναι και η καλύτερη δυνατή. «Κάποια ήταν σε άθλια κατάσταση, κάποια δεν υπάρχουν καν, είτε επειδή έχουν κλαπεί είτε επειδή βρίσκονται σε διαδικασίες συντήρησης. Γενικώς εμείς προσπαθήσαμε να αναδείξουμε την καλή πλευρά του πρότζεκτ, να βελτιώσουμε την εικόνα τους έστω και ψηφιακά με τα μέσα που είχαμε για να πλησιάσει το γλυπτό στην αρχική του εικόνα» σχολίασε επ’ αυτού ο Αντώνης Χατζηλάμπρος, ενώ η Καλλιόπη Τζούμα συνέχισε: «Προσωπικά πιστεύω ότι έχει να κάνει γενικά με την επαφή που έχει ο Έλληνας και ο Αθηναίος δημότης με το δημόσιο χώρο, δεν  έχουμε μνήμες ίσως από το δημόσιο χώρο για να θέλουμε να τον σεβαστούμε, να τον γνωρίσουμε, να τον συντηρήσουμε, να επιστρέφουμε σ’ αυτόν για να θυμηθούμε κάποιο παλαιότερο ευχάριστο συναίσθημα. Έχουμε λίγο απομακρυνθεί».

«Πρέπει να αλλάξει ο καθένας ξεχωριστά. Από την πολιτεία δεν μπορείς να περιμένεις και πολλά. Ζεις στην Αθήνα, μια πόλη με ιστορία και με πολλά όμορφα σημεία. Αν κάτι πάει στραβά στη ζωή σου, δεν σου φταίει η Αθήνα. Αυτό πρέπει να καταλάβει ο Αθηναίος και η Αθηναία, ότι αυτός ο χώρος δεν είναι του κράτους, είναι δικός του και πρέπει να τον προστατεύσει. Να τον σεβαστεί», κατέληξε η Δήμητρα Θεοδώρου. Άλλωστε, όπως πολύ σωστά είπε κι ο Ηλίας, «αν δεν αγαπήσουμε την πόλη, δεν θα γίνει η πόλη τέτοια που να αγαπιέται».

athensculptures.com