28 Οκτωβρίου 1984. Το φύλλο της Αυγής ανήμερα της εθνικής επετείου δημοσιεύει ένα κείμενο με τίτλο “Άγιαξ, για πάντα Άγιαξ”, που εκθειάζει το μεγαλοπρεπές ποδόσφαιρο του Αίαντα από το Άμστερνταμ. Το όνομα του συγγραφέα: “Α.Καμής”. Η υπογραφή δεν είναι διόλου τυχαία, μιας και ο Μανόλης Αναγνωστάκης, που χρόνια αργότερα αποκάλυψε ότι ήταν εκείνος που υπέγραψε με το ψευδώνυμο Καμής, αιτιολόγησε την επιλογή του λέγοντας πως ο Αλμπερ Καμύ ήταν εραστής του ποδοσφαίρου σε όλη του τη ζωή και μάλιστα παράλληλα με τις σπουδές του υπερασπιζόταν και την εστία του πανεπιστημίου όπου σπούδαζε, στο Αλγέρι.

Σ’όλο το έργο του, ο Καμύ φανερώνει το απωθημένο που είχε να γίνει ένας ποδοσφαιριστής. Οι φιλοσοφικοί στοχασμοί του ταυτίζονται με την ψυχολογία του τερματοφύλακα, αλλά και την σαφέστατη απογοήτευση του ανενεργού παίκτη που είναι ανήμπορος να συμμετάσχει ενεργά στον αγώνα, όπως ακριβώς κι ο ίδιος. Αναγκάστηκε να σταματήσει το ποδόσφαιρο σε ηλικία 17 ετών μόλις, λόγω ασθένειας. Αυτό του στοίχισε, όπως φαίνεται από τα “Σημειωματάριά” του (“Πώς είναι οι Κυριακές ενός ποδοσφαιριστή που δε μπορεί να παίξει”, “Πλήττει τις Κυριακές από τότε που του απαγορεύτηκαν οι ποδοσφαιρικοί αγώνες. Σέρνεται στους δρόμους, κλωτσάει τα χαλίκια προσπαθώντας να τα στείλει κατευθείαν στους υπονόμους”).

Χαρακτηριστικό είναι και το απόσπασμα από την «Πανούκλα», όπου o αγωνιστικός χώρος έχει μετατραπεί σε χώρο υποδοχής των αρρώστων και ορισμένοι ποδοσφαιριστές βοηθούν τη δύσκολη κατάσταση, χωρίς να ξεχνούν τη δίψα τους να αγωνιστούν ξανά. Ο ίδιος ξεκίνησε να αγωνίζεται από παιδική ηλικία, ενώ ενδιαφέρον στοιχείο είναι ο λόγος για τον οποίο διάλεξε τη θέση κάτω από τα γκολποστ: Η αυστηρή γιαγιά του, που ήλεγχε τα παπούτσια του μετά από κάθε αγώνα και απαιτούσε να βρίσκονται σε άριστη κατάσταση, πράγμα από δύσκολο έως ακατόρθωτο, εκτός αν είσαι τερματοφύλακας όπως έξυπνα σκέφτηκε ο νεαρός Αλμπέρ.

Τα αποφθέγματά του γύρω από το ποδόσφαιρο είναι χαρακτηριστικά και μνημονεύονται συχνά από ανθρώπους που θέλουν  να αντικρούσουν όλους εκείνους που θεωρούν το άθλημα ως «βάρβαρο» ή «σπορ των ημιμαθών». «Όλα όσα γνωρίζω γύρω από την ηθική και την ευθύνη τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο», είναι η πιο κλασική του ρήση για τη μπάλα, ενώ γνωστό είναι και το περιστατικό όπου στενός του φίλος τον ρώτησε τι θα προτιμούσε, το θέατρο ή το ποδόσφαιρο για να λάβει την αφοπλιστική απάντηση του συγγραφέα: «Ποδόσφαιρο, χωρίς ενδοιασμό».

Είχε διδαχθεί από τα χρόνια του στο πανεπιστήμιο του Αλγερίου, όχι μόνο μελετώντας  στις αίθουσες και τα βιβλία, αλλά και υπερασπιζόμενος την εστία της Racing Universitaire d’Alger (RUA). Ένιωθε τον ηρωισμό του τερματοφύλακα και αντιλαμβανόταν συνάμα αξίες και κώδικες ηθικής μέσα από την άθληση. «Είναι ένα παιχνίδι που επιτρέπει καλύτερα από κάθε τι άλλο να καταλάβεις το χαρακτήρα των ανθρώπων», είχε πει, ενώ είχε μάθει ότι «…η μπάλα δεν πάει ποτέ εκεί που την περιμένεις», μια απλή σκέψη που στο δικό του μυαλό προσέφερε πολλαπλά επίπεδα κατανόησης όχι μόνο του παιχνιδιού, αλλά και της ίδιας της ζωής. Δείγμα ενός ανθρώπου που ζούσε και φιλοσοφούσε σε κάθε έκφανση της ζωής του.