1
 
Ο Ράινχαρντ Χάιντριχ υπήρξε το δεξί χέρι του Χίμλερ, το νούμερο δύο των SS, ο αρχηγός της RSHA, το αφεντικό της SD και της Γκεστάπο. Ήταν «το ξανθό κτήνος», ο «πιο επικίνδυνος άνθρωπος του Γ’ Ράϊχ», ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που σεβόταν ο Χίτλερ, ο οποίος τον έλεγε «άνδρας με την σιδερένια καρδιά». Υπήρξε βασικός υπαίτιος για την Νύχτα των Κρυστάλλων, υπεύθυνος για τη δολοφονία τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου ανθρώπων (κυρίως Εβραίων). Ήταν το πρότυπο του Ναζί, ο υπέρτατος Άριος ακόμα και στην εξωτερική εμφάνιση (σε αντίθεση με σχεδόν όλους τους υπόλοιπους κορυφαίους Ναζί που μόνο με Άριο δεν έμοιαζαν).  
Η αγριότητά του δεν είχε κανένα μέτρο σύγκρισης και, σε συνδυασμό με την απαράμιλλη μεθοδικότητά του στην παρακολούθηση των πολιτών και την οργάνωση των εκκαθαρίσεων, τον καθιστούν έναν από τους μεγαλύτερους σφαγείς στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το καλύτερο παράδειγμα της σατανικής ικανότητάς του ήταν ότι αυτός, μαζί με τον Άιχμαν, σοφίστηκε τη χρήση αερίων για τις μαζικές δολοφονίες, ως λύση σε ένα πρακτικό πρόβλημα: όταν θέλεις να σκοτώσεις 11.000.000 Εβραίους (συν όλους τους άλλους που δεν σου αρέσουν), δεν μπορείς να το κάνεις με σφαίρες, γιατί ακόμα και οι πιο παρανοϊκοί Ναζί στρατιώτες, από κάποιο σημείο και μετά, δεν μπορούν να αντέξουν τη σφαγή.
 
Στο «HHhH» ο Laurent Binet αφηγείται το πασίγνωστο επεισόδιο της δολοφονίας του Χάιντριχ: στις 27 Μαϊου 1942 ο Γιαν Κούμπις και ο Γιόζεφ Γκάμπτσικ, Τσεχοσλοβάκοι αντάρτες αξιωματικοί, επιχειρούν να σκοτώσουν τον Χάιντριχ στους δρόμους της Πράγας, στα πλαίδια της μυστικής «Επιχείρηση Ανθρωποειδές». Αν και θα καταφέρουν μόνο να τον τραυματίσουν, τελικά ο σατανικός διοικητής της, υποταγμένης στη Γερμανία χώρας τους, θα καταλήξει στο νοσοκομείο, λίγες μέρες μετά.
 
Η αφήγηση γίνεται με τη μορφή ενός υβριδίου μυθιστορήματος – βιογραφίας: ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το τέχνασμα της αφήγησης της διαδικασίας συγγραφής του βιβλίου, δίνοντας μας έτσι τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την ιστορία από ποικίλλες πλευρές. Έτσι, από τη μία έχουμε την αφήγηση της ζωής του Χάιντριχ: το ντροπαλό παιδάκι με τις υποψίες περί της πιθανής Εβραϊκής καταγωγής, ο νεαρός που διώχνεται από το Ναυτικό, ο γυναικοκατακτητής που παντρεύεται για να προχωρήσει στη ζωή του, το ικανότατο στέλεχος των Ναζί, ο ιδιοκτήτης μπουρδέλου (!), ο αμείλικτος φονιάς. 
Από την άλλη, παρακολουθούμε την εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από ευσύνοπτες και εμβριθείς περιγραφές των σημαντικότερων επεισοδίων του. Αν και η δράση του βιβλίου εστιάζεται στην Τσεχοσλοβακία (παρακολουθούμε την χωρίς μάχη υποταγή της στον Χίτλερ και μετέπειτα, την ελάχιστη αντίσταση), είναι διαρκείς οι αναφορές στην Αγγλία (ο ηλίθιος Τσάμπερλεν, ο τιποτένιος Σεν-Τζον Περς), τη Γαλλία (η προδοτική κυβέρνηση του Βισύ), τη Σοβιετική Ένωση (ο Στάλιν) σε αντιδιαστολή με την εξάπλωση των Ναζί.
 
Τέλος, έχουμε τον ίδιο τον συγγραφέα που περιγράφει την ίδια του τη ζωή και πώς αυτή γυρίζει γύρω από το βιβλίο που γράφει. Τα πολλά ολιγοσέλιδα κεφάλαια του βιβλίου λειτουργούν ως επεισόδια που δημιουργούν σταδιακά το τελικό κείμενο: παρακολουθούμε την αγωνία του συγγραφέα να βρει την αλήθεια αλλά και να την εντάξει στο μυθιστότημά του. Τον βλέπουμε να διαβάζει άλλα βιβλία που έχουν γραφτεί για το θέμα, να ζηλεύει άλλους συγγραφείς, να κάνει διορθώσεις, να αποκαλύπτει τις δυσκολίες που συναντά, να μας εκμυστηρεύεται τα διλήμματα που προκύπτουν από τη γραφή.
 
Έτσι, εδώ έχουμε ένα υπο-μυθιστόρημα. Μας αποκαλύπτεται η ίδια η γραφή: ο συγγραφέας είναι ένας ταχυδακτυλουργός, ένας επιδέξιος απατεώνας, αυτός που αποφασίζει με ποιον τρόπο θα μάθουμε εμείς όχι ένα γεγονός, αλλά μια ιστορία. Πώς μπορεί ένας συγγραφέας να είναι σίγουρος για αυτό που περιγράφει; Πώς το ξέρει; Αφού δεν υπάρχει μία αλήθεια, η Ιστορία και, φυσικά και η λογοτεχνία, δεν είναι παρά μια προσωπική υπόθεση: αν κυβερνώ σημαίνει αποφασίζω και παίρνω και τα μέτρα μου, το ίδιο ισχύει και για το πως γράφεται η Ιστορία αλλά και για τον συγγραφέα που κυβερνάει τον κόσμο του βιβλίου του. Γιατί, μπορεί να οργιζόμαστε με όσους αδιαφορούν για την αλήθεια (όπως έλεγε και ο Πάτερνακ), αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’αυτό.
 
Το «HHhH» διαβάζεται ως περιπέτεια, ως βιογραφία, ως εισαγωγή στον Β’ Παγκόσμιο, ως μάθημα συγγραφής, ως υψηλή λογοτεχνία. Τέλος, για τους φίλους της μουσικής, στο κεφάλαιο 163 περιγράφεται σε ένα γράμμα του Χίμλερ προς τον Χαίντριχ η σύλληψη 500 νεαρών Γερμανών από την αστυνομία στο Αμβούργο επειδή χόρευαν swing (!) και η προτροπή να τους κλείσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (!) για 2-3 χρόνια, ώστε να αποτραπεί η διάδοση τέτοιων αγγλόφιλων τάσεων (!). Τελικά, πενήντα από αυτούς όντως κλείστηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης…  
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.