room-movie

Το Δωμάτιο (Room) ***1/2**

Ιρλανδία, Καναδάς, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Lenny Abrahamson

Πρωταγωνιστούν: Brie Larson, Jacob Tremblay, Sean Bridgers

Διάρκεια: 118’

Η Joy και ο πεντάχρονος γιός της, Jack, περνούν τη ζωή τους κλειδωμένοι στο Δωμάτιο, μια αποθήκη που ανήκει στον απαγωγέα της Joy. Ο μικρός, μάλιστα, δε γνωρίζει την ύπαρξη του έξω κόσμου, ούτε την τραγική ιστορία της μητέρας του. Η ευκαιρία της απόδρασης τους δίνεται, επιτέλους, αλλά τι είναι, τελικά, αυτό που εγγυάται πως ο έξω κόσμος θα τους κάνει χαρούμενους; Αναπάντεχα, η συγκεκριμένη δραματική ταινία, παρά τα όποια κλισέ της, καταφέρνει να φέρει ισοβαθμία ανάμεσα στο ποσοστό νοσηρότητας/κατήφειας και τρυφερότητας τα οποία τη συναπαρτίζουν. Και αν δεν φαντάζει ιδιαίτερα θελκτική η πλοκή σε κάποιον, τότε οι απέριττες ερμηνείες των Brie Larson και Jacob Tremblay (μακράν η καλύτερη παιδική ερμηνεία των τελευταίων ετών) αποτελούν σημαντικό πειστήριο για το αν αξίζει να ειδωθεί ή όχι. Ένα δίδυμο που θα συζητηθεί.

Πόσες φορές η παγκόσμια κοινή γνώμη δεν έχει σοκαριστεί από ακόμα μια ιστορία κάποιας κοπέλας που κρατιόταν δέσμια κάποιου ανώμαλου μυαλού για χρόνια, μέχρι την ημέρα που η πόρτα άνοιξε και ξετυλίχθηκε ολόκληρο το απαίσιο κουβάρι της ιστορίας οδύνης και φρίκης που τα θύματα έζησαν έγκλειστα ικανοποιώντας τις ορέξεις του εκάστοτε απαγωγέα; Από τις ημέρες που η Mademoiselle Blanche Monnier βρέθηκε σε άθλια κατάσταση σε εκείνο το δωμάτιο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, μέχρι την υπόθεση Fritzl που σόκαρε την Αυστρία –και ενέπνευσε τους Rammstein να γράψουν το Wiener Blut– και την πιο πρόσφατη περίπτωση της τριπλής απαγωγής που πραγματοποίησε ο Ariel Castro, αυτό είναι ένα μοτίβο που δεν εγκατέλειψε τα πιο σκοτεινά κιτάπια της ανθρώπινης ιστορίας. Όσο, όμως, και να ηρεμεί η ανθρωπότητα μετά τη λήξη της συγκεκριμένης σκλαβιάς, άλλο τόσο δεν ηρεμούν οι ψυχές αυτών που υπέφεραν τα συγκεκριμένα μαρτύρια. Τι γίνεται αφού εισπνεύσουν για πρώτη φορά μετά από καιρό τον αέρα του ανοιχτού κόσμου οι άνθρωποι που είχαν χρόνια να νιώσουν τον ήλιο στο δέρμα τους; Το Δωμάτιο (The Room-κανένας συσχετισμός με το «αριστούργημα» του Tommy Wiseau) εξερευνά μια τέτοια περίπτωση. Ή μάλλον δύο.

Η αφίσα της ταινίας δεν μπορεί να προϊδεάσει κανέναν για τη σεναριακή νοσηρότητα που πρόκειται να ακολουθήσει μόλις ο προτζέκτορας αρχίσει να φωτίζει το πανί. Μια ιστορία που μπορεί να μην είναι πραγματική, ωστόσο είναι πλήρως πιστευτή ως προς την απεικόνιση των γεγονότων της. Γιατί δεν απασχολείται με τη φιλμική κάθαρση της «χωρικής» απόδρασης και την εκδίκηση ως αίσιο τέλος. Αυτά ισχύουν στις… ταινίες και μόνο, τα προβλήματα ξεκινούν μετά, αφού οι χαρακτήρες βρεθούν στο νέο πλαίσιο και η μέχρι πρότινος κατάσταση αρχίσει και κάνει φανερά τα σημάδια που άφησε. Και το παράδειγμα της Joy και του Jack είναι τέτοιο. Η απόδραση δεν τους έφερε την ευτυχία, αλλά αντίθετα ξύπνησε μέσα τους τα συναισθήματα που κρύβονταν εν όψει του μοναδικού τους σκοπού, που δεν ήταν άλλος από την επιβίωση. Τον πραγματικό τρόμο δεν τον ζούσαν ως κρατούμενοι, τον ζουν όταν αποκωδικοποιούν τις εικόνες που τους στιγμάτισαν και μπορούν να αντιληφθούν το μέγεθός τους. Ορθώς, λοιπόν, ο σκηνοθέτης Lenny Abrahamson και η σεναριογράφος (και συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου το οποίο εδώ διασκευάζεται) Emma Donoghue τοποθετούν το μεγαλύτερο κομμάτι του δράματος εκτός δωματίου, όταν πλέον είναι οι πρωταγωνιστές ελεύθεροι να νιώσουν τον πραγματικό τους πόνο. Γιατί τα happy ends δε διασφαλίζονται τόσο εύκολα όσο με το να ξεφύγεις από μια (έστω και τόσο οδυνηρή) κατάσταση, όταν μετά ξανακοιτάξεις τον εαυτό σου και θυμηθείς τι έγινε, τότε ξεκινά ο απόλυτος τρόμος.

Όσον αφορά στην αφήγηση, δε θα σταθώ καθόλου στις φιλοσοφικές αποχρώσεις της ιστορίας. Eίναι ξεκάθαρη η παραβολή του πλατωνικού σπηλαίου με την περίπτωση του μικρού Jack, αλλά ας μη γελιόμαστε, δεν είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο θα την προτιμήσουμε. Ούτε τόσο μεγάλο βάθος έχει, αλλά ούτε και απόλυτα ταιριαστή είναι η συγκεκριμένη αλληγορία στον γενικότερο σκοπό της ταινίας. Ο οποίος δεν είναι άλλος από την κατάδειξη των δυσκολιών μιας ζωής βασανισμένης και όχι το υπαρξιακό της υπο-μήνυμα. Έχει και κάποια σημεία τα οποία είναι στερεοτυπικά, όπως το κυκλικό σχήμα στην αρχή και το τέλος, αλλά αυτά εν τέλει συγχωρούνται. Και αυτό συμβαίνει επειδή αφενός είναι απόλυτα ειλικρινές ως φιλμ στην κατάδειξη των ψυχολογικών επιπτώσεων, αλλά και επειδή έχει ένα πολύ σημαντικό προσόν. Τη ζωντάνια με την οποία περιγράφει τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός παιδιού που μέχρι στιγμής αγνοούσε την ύπαρξή του. Είναι σε τέτοιο βαθμό πειστικός ο τρόπος αναπαραγωγής των σκέψεων ενός μικρού παιδιού που βιώνει για πρώτη φορά αυτές τις παραστάσεις που, προσωπικά, δεν μπορώ παρά να το αναγνωρίσω ως παντοδύναμο χαρτί που αξιοποιείται ολόσωστα.

Και, για να είμαστε απόλυτα δίκαιοι, η συγκεκριμένη ταινία σίγουρα δε θα ήταν τόσο ιδιαίτερη χωρίς την παρουσία του κεντρικού διδύμου. Η Brie Larson κατέχει την τεχνογνωσία ώστε να γίνει από τη μια η προστατευτική και δυναμική μάνα που θα θυσιάσει εαυτόν για το παιδί της, αλλά από την άλλη δεν παύει να είναι αυτό το τραυματισμένο άτομο που θα ήθελε όλα αυτά να ήταν ένα κακό όνειρο, αλλά ξέρει πως δεν είναι και, πιθανότατα θα τη συνοδεύουν μέχρι την ημέρα που θα πεθάνει. Αλλά δικαιωματικά, όλα τα φώτα ανήκουν στον λιλιπούτειο Jacob Tremblay, ένα παιδί με σημαντικό ταλέντο που μπορεί να μην έχει κλείσει καν τα δέκα του, αλλά δείχνει να κατανοεί το βάθος του χαρακτήρα τον οποίο υποδύεται και να τον αποδίδει με ενθουσιασμό, τρόμο, άγχος, θλίψη και συγκίνηση χωρίς να φαίνεται σαν ένα μικρό παιδί που αισθάνεται άβολα μπροστά στο φακό της κάμερας.

Αριστούργημα δεν είναι, και τα ελαττώματά της τα έχει και τα ασφαλή μονοπάτια της. Αλλά εν τέλει είναι μια ταινία που μπορεί να χειριστεί την ψυχολογία του θεατή και να συγκινήσει με την ανθρωπιά της. Και εφόσον αυτό είναι το ζητούμενο, δεν μπορώ παρά να τη χειροκροτήσω. 


7 Θυμοί *****

Ελλάδα, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Χρήστος Βούπουρας

Πρωταγωνιστούν: Μάξιμος Μουμούρης, Νίκος Γκέλια, Σοφία Κόκκαλη

Διάρκεια: 113’

Ο αρχαιολόγος γραφείου Πέτρος προσπαθεί να επικοινωνήσει με τους βασανισμένους συνανθρώπους του σε έναν κόσμο ασπρόμαυρο και ζοφερό. Οι έξι άνθρωποι που προσεγγίζει, του ανοίγονται αλλά αυτός θα χρειαστεί να καταθέσει ένα μέρος του εαυτού του στον καθένα, προσπαθώντας να γεμίσει τη ζωή του με εμπειρίες. Είναι, όμως, αρκετός ο Άλλος για να καλύψει το κενό; Παρά την ενδιαφέρουσα ερμηνεία του Μάξιμου Μουμούρη και των συμπρωταγωνιστών του, όπως και τη ταιριαστά θλιμμένη και «βρώμικη» σκηνοθεσία, το σεναριακό υλικό πάσχει. Αφηγείται τις ιστορίες εφτά ανθρώπων χωρίς να εμβαθυνει σε κανέναν από αυτούς, παραμένοντας ένας απλός παρατηρητής βινιετών μοναξιάς, οι οποίες δε δίνουν στοιχεία για απάντηση στα υπαρξιακά ερωτήματα που ναι μεν θέλουν να τεθούν, ωστόσο δεν είναι αποκρυσταλλωμένα. Υφολογικά έχει πράγματα να δώσει, αλλά το σενάριο έπρεπε να ξεφύγει από το λογοτεχνικό του φορμαλισμό. Η να αντιμετωπιστεί πιο μεταμοντέρνα εν πάση περιπτώσει. 


Μαγικός Καθρέφτης *1/2****

Ελλάδα, 2016, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Χρήστος Δήμας

Πρωταγωνιστούν: Μάκης Παπαδημητρίου, Κώστας Κόκλας,, Δημήτρης Ήμελλος

Διάρκεια: 101’

Ο Κλεάνθης ζει μια ζωή βουτηγμένη στη ρουτίνα και τη μιζέρια. Είτε ως πρωινός έφορος αρχαιοτήτων, είτε ως απογευματινός «φαναρτζής», δε μπορεί να ξεφύγει από την ανία που έχει πλημμυρίσει τη ζωή του. Όταν βρεθεί στο διάβα του ένας καθρέφτης με μαγικές δυνατότητες που υπόσχεται να του αλλάξει τη ζωή του, χωρίς περιορισμό στη χρήση του, όλα δείχνουν να μπορούν να πάνε προς το καλύτερο. Ακόμα κι έτσι, όμως, η ευτυχία βρίσκεται εύκολα; Ο αυτοσκοπός του 3D (τόση σημασία έχει πια αν το κοινό θα φορέσει τα γυαλιά ή όχι στην ποιότητα μιας ταινίας;) αποδεικνύεται ανεπαρκέστατος στο να σώσει μια κωμωδία τόσο τυπική και άνοστη. Κι ας έχει ταλέντα όπως αυτά του Μάκη Παπαδημητρίου και του Δημήτρη Ήμελλου. Δε θέλω να φανώ εμπαθής ως προς την ελληνική κωμωδία, αλλά θέλουμε λίγο ιδρώτα παραπάνω όταν γράφεται το σενάριο. Δεν το ταυτίζω με εκτρώματα όπως τις πρόσφατες «διασκευές» (ο Θεός να τις κάνει) του Τσιφόρου, αλλά δεν κάνει τη διαφορά ώστε στο τέλος να προταθεί ανεπιφύλακτα. 


Οι 50 Αποχρώσεις του Μαύρου (Fifty Shades of Black) 1/2*****

ΗΠΑ, 2016, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Michael Tiddes

Πρωταγωνιστούν: Marlon Wayans, Kali Hawk, Fred Willard

Διάρκεια: 92’

Η νεαρή φοιτήτρια Hanna Steele επισκέπτεται τον εκατομμυριούχο Christian Black για να του πάρει συνέντευξη. Ένας απαγορευμένος έρωτας θα ξεκινήσει μεταξύ τους, ο οποίος θα έχει ως «γαρνιτούρα» τα ιδιαίτερα γούστα του πλούσιου μεγιστάνα, ο οποίος βέβαια θα αποδειχτεί κατώτερος των προσδοκιών. Πολύ κατώτερος για την ακρίβεια. Καταλαβαίνετε πως οι εποχές του Scary Movie έχουν περάσει και πως πλέον δεν αρκεί αυτός ο εφηβικός κανιβαλισμός κινηματογραφικών χιτ για να ονομαστεί μια ταινία παρωδία, έτσι; 


Ο Θεός δεν μοιράζει καραμέλες (No Candies from Heaven)

Ελλάδα, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Καλαμπάκας

Διάρκεια: 73’

Σε ένα χριστιανικό ορφανοτροφείο στην πρωτεύουσα της Αιθιοπίας, πενήντα παιδιά λαμβάνουν τη στοργή καθώς και την αυστηρή θρησκευτική αγωγή των υπαλλήλων του. Οι σχέσεις μεταξύ τροφίμων και υπαλλήλων, οι σχέσεις μεταξύ των παιδιών, όπως και η ίδια η ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του συγκεκριμένου κώδικα ζωής, που αργότερα οδηγεί σε μια ζωή βασισμένη στη θρησκεία, αναδεικνύονται σε ένα ντοκιμαντέρ που προτιμά να αφήσει το σχολιασμό να γίνει από τα όσα παρατηρούνται και όχι από τον αφηγητή.


Γαλιλαίος (Galileo)

Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, 1975, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Joseph Losey

Πρωταγωνιστούν: Topol, Edward Fox, Colin Blakely

Διάρκεια: 145’

Ο πολυπράγμων, ιδιοφυής επιστήμονας Γαλιλαίος καταφέρνει να αποδείξει την ηλιοκεντρική υπόσταση του πλανητικού μας συστήματος σε μια θεοκεντρική εποχή. Η ανακάλυψή του, φυσικά, δεν μπορεί να αφήσει ανενόχλητη την κοινωνία της εποχής, η οποία σέρνει τον Γαλιλαίο στην ανάκριση της Ιεράς Εξέτασης, όπου και αναγκάζεται να αποκηρύξει τις θεωρίες του. Παρ’ όλα αυτά, δεν παύει να είναι ένα πνεύμα ανήσυχο, το οποίο θα συνεχίσει τις εξερευνήσεις του μέχρι την ημέρα του θανάτου του. Η πένα του Brecht τυγχάνει «μεταφράσεως από τα χέρια του μεγάλου σκηνοθέτη Joseph Losey, καταλήγοντας σε ένα φιλμ όχι απαραίτητα μνημειώδες ή ρηξικέλευθο, αλλά σίγουρα ιδιαίτερο και βρετανικό στο πνεύμα του. Όχι απόλυτα αποστασιοποιημένο αλλά ούτε μέχρις εσχάτων βουτηγμένο στη σύμβαση.